Το ανακαινισμένο Σινέ Ελευσίς, που μετά από χρόνια εγκατάλειψης επαναλειτουργεί ως χώρος τέχνης, εγκαινιάζει με δύο παραστάσεις στις 24 και 25 Φεβρουαρίου, η cinematic opera «Περσεφόνη», σε μουσική σύνθεση του Δημήτρη Μαραγκόπουλου και σύλληψη, λιμπρέτο και σκηνοθεσία της Έλλης Παπακωνσταντίνου (μια παραγωγή της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης σε συνεργασία με το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών). Η όπερα παρουσιάστηκε σε σε μία sold out παγκόσμια πρεμιέρα στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, ενώ η διπλή του παρουσίαση στην Ελευσίνα αναμένεται να είναι σε ανάλογο θερμό και γεμάτο από κόσμο, περιβάλλον.
Η Έλλη Παπακωνσταντίνου, γνωστή από το έργο της στο «Βυρσοδεψείο», την εξωστρέφεια που την ταξίδεψε στο εξωτερικό και την αγάπη της για τον συγκερασμό μιας ευρείας γκάμας τεχνών και τεχνικών στη δουλειά της, εξερευνά με την «Περσεφόνη» τα σύνορα ανάμεσα στη σύγχρονη όπερα και στο θέατρο, και προτείνει μια ποιητική αφήγηση που εξελίσσεται σε ένα εικαστικό περιβάλλον, το οποίο συνδέει το ζωντανό βίντεο και την όπερα.
Εν μέσω πολύωρων προβών, η σκηνοθέτις μας μιλά για το πώς σχεδιάστηκε αυτός ο κόσμος, την επιστροφή της Περσεφόνης στην αγκαλιά της Ελευσίνας, τη μαγική αύρα του μύθου της στη σύγχρονη εποχή και τις πολλαπλές αναγνώσεις του ανάμεσα στις παράλληλες γραμμές του φεμινισμού, της σεξουαλικότητας και της οικολογίας. «Η παρουσίαση της »Περσεφόνης» στο Σινέ Ελευσίς είναι μια μεγάλη πρόκληση. Ελπίζω να κερδίσουμε αυτό το στοίχημα», μας λέει η Έλλη Παπακωνσταντίνου και εξηγεί…
H «Περσεφόνη» παρουσιάζεται στο Σινέ Ελευσίς έχοντας πραγματοποιήσει πανελλήνια πρεμιέρα με sold out στο Μέγαρο Μουσικής. Πόσο ταιριάζει στο όραμα σας, στο έργο σας, ο χώρος του Σινέ Ελευσίς και πόσο δύσκολη είναι η μετάβαση από τη σκηνή του Μεγάρου σε έναν βιομηχανικό χώρο;
Η παρουσίαση της «Περσεφόνης» στο Σινέ Ελευσίς είναι μια μεγάλη πρόκληση. Ελπίζω να κερδίσουμε αυτό το στοίχημα. Σήμερα ήταν η πρόβα του ήχου και προέκυψαν διάφορα θέματα, όπως είναι λογικό, γιατί είναι μια δύσκολη μεταφορά. Είναι μεγάλη μου χαρά να εγκαινιάζουμε τον χώρο με όλους τους συντελεστές και να παρουσιάζουμε την παράσταση στην Ελευσίνα. Φεύγοντας από το Μέγαρο, από μια μεγάλη τεχνική σκηνή της Αθήνας, αποκτάει μια άλλη διάσταση η παράσταση σε ένα βιομηχανικό, μικρότερο χώρο, αλλά και στον φυσικό χώρο του μύθου, στην Ελευσίνα, όπου τονίζονται οι αποκρυφιστικές πτυχές του μύθου. Η περιπέτεια της «Περσεφόνης» ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια με τον Δημήτρη Μαραγκόπουλο και αρχικά ήταν μια παραγωγή αποκλειστικά του Μεγάρου, αλλά στην πορεία προέκυψε η συμπαραγωγή με την Ελευσίνα Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Τώρα είναι πραγματικά μεγάλη χαρά που είμαστε εδώ.
Στην πορεία της παράστασης το Σινέ Ελευσίς είναι ένας σταθμός…
Είναι ένας πολύ σημαντικός σταθμός. Ο μύθος ξεκίνησε από εδώ και σχετίζεται με τις πομπές των Ελευσινίων Μυστηρίων, ένα κόσμο μυστικιστικό, καθώς και με τη σχέση μας με το θάνατο και τις αποκρυφιστικές σχολές. Από εκεί προκύπτει και το ίδιο το έργο, τα αποσπάσματα των ορφικών ύμνων που χρησιμοποίησα στο λιμπρέτο. Η Περσεφόνη έρχεται κατά κάποιο τρόπο στον τόπο της.
«Προσπαθώ να μη μιλήσω σε επίπεδο μανιφέστου, αλλά αυτό που με ενδιαφέρει είναι να δώσω μία άλλη διάσταση, μια άλλη σκέψη».
Πώς συνδέετε στο λιμπρέτο σας τον αρχαίο μύθο της αρπαγής της Περσεφόνης από τη μητέρα της Δήμητρα με την οικολογία, την ψυχανάλυση, το φεμινισμό;
Προσπαθώ να μη μιλήσω σε επίπεδο μανιφέστου, αλλά αυτό που με ενδιαφέρει είναι να δώσω μία άλλη διάσταση, μια άλλη σκέψη. Τη σκέψη που θεωρώ ότι μας συνδέει με την προσωκρατική φιλοσοφία και με τις αποκρυφιστικές σχολές της αρχαιότητας, όπου όλα είναι «ένα». Η μητριαρχία – η Δήμητρα – συνδέεται και με το θάνατο, με μια πιο ελευθεριακή κουλτούρα, για να ορίσουμε τη σχέση μας και με τη ζωή, τον αποκρυφισμό, τον μυστικισμό, τον βαθύτερο χώρο του εαυτού. Προσπαθώ να συνδεθώ με έναν κόσμο που μόνο να τον φανταστώ μπορώ, γιατί φυσικά δεν τον έχω ζήσει. Έχω ζήσει σε έναν κόσμο πατριαρχικό, καπιταλιστικό, επεκτατικό, στον χώρο της εσωτερικής κατάκτησης του άλλου, της διαφάνειας. Ο μύθος μας οδηγεί κάτω από το πέπλο. Μας μαθαίνει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα βλέπουμε, ότι υπάρχουν κύκλοι, ότι δεν τελειώνει κάτι όταν πεθαίνει. Σε αυτή τη νοηματική γραμμή, προκύπτει ο φεμινισμός και συγκεκριμένα ο ‘οικοφεμινισμός’ που συνδέει την κατάκτηση του γυναικείου σώματος με τη βία πάνω στο γυναικείο σώμα, την αρπαγή του κοριτσιού, της Περσεφόνης που είναι μικρή στο μύθο, 8-10 χρονών, μια παρθένα, και την καταβύθιση του σε έναν κόσμο άλλο. Ο φεμινισμός συνδέεται με το πρόβλημα της οικολογίας, την κατάλυση των φυσικών πόρων της Γης, με έναν επεκτατισμό σε όλα τα επίπεδα, που στοχεύει στην κερδοφορία, όπως κάνει ο καπιταλισμός. Η παράσταση έρχεται να συνδέσει τις παράλληλες γραμμές και να μας κάνει να αναρωτηθούμε.
Ωστόσο το μήνυμα του έργου, όπως καταλαβαίνω, ενέχει αισιοδοξία, μέσα από αυτή τη σχέση ζωής και θανάτου, η οποία βρίσκεται στον πυρήνα του.
Ο μύθος της Αρπαγής της Περσεφόνης είναι αισιόδοξος μας μαθαίνει ότι δεν υπάρχει τέλος με την έννοια της αποδοχής της ήττας, αλλά ότι μπορούμε να μάθουμε να ζούμε μια καλύτερη ζωή, μπορούμε να στοχαστούμε και μια κουλτούρα ελευθεριακή για τη ζωή αν επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με το θάνατο, όχι ως ένα πρόβλημα, αλλά ως κάτι το οποίο συμβαίνει κάθε στιγμή και είναι κομμάτι της ζωής. Κάθε δευτερόλεπτο γεννιόμαστε και πεθαίνουμε, ανταλλάσουμε στοιχεία μέσω της ατμόσφαιρας, με όλους γύρω μας. Αν αποδεχτούμε αυτό, μπορούμε να αποδεχτούμε και άλλα πράγματα – την ήττα μας, τις αδυναμίες μας, την ευαλωτότητα μας, την υλική μας πλευρά.
«Έχω προσωπική σχέση με το μύθο της Περσεφόνης και μπορώ να πω ότι βλέπω τη σχέση μου με τη μητέρα μου σε αυτόν.»
Προσεγγίζατε πάντοτε το μύθο της Περσεφόνης μέσα από μια φεμινιστική οπτική; Σας έκανε εντύπωση από παιδί;
Έχω προσωπική σχέση με το μύθο της Περσεφόνης και μπορώ να πω ότι βλέπω τη σχέση μου με τη μητέρα μου σε αυτόν. Από μικρή διάβαζα ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο αρχαιοελληνικό μύθο, αυτό το δίδυμο της Περσεφόνης και της Δήμητρας, το ξεχώριζα ακριβώς, γιατί είναι τόσο μητριαρχική αυτή η σχέση. Στο κέντρο του μύθου είναι αυτές οι δύο ισχυρές γυναίκες και η κάθε μία περπατάει από ένα διαφορετικό δρόμο, ένα άλλο μονοπάτι γνώσης. Νομίζω ότι και ως έφηβη με ενδιέφερε ιδιαίτερα ο μύθος της Περσεφόνης ίσως γιατί και εγώ αναζητούσα τη σεξουαλικοποίηση μου. Με τον τρόπο που εγώ διαβάζω το μύθο η Περσεφόνη περνάει από την παιδικότητα στη γυναικεία ωριμότητα, ανακαλύπτει δηλαδή μέσα από αυτό το ταξίδι τη σεξουαλικότητα.
Αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι πέρα από τον αρχαίο ελληνικό μύθο, το έργο απλώνεται ευρύτερα στον κόσμο μας. Εμπεριέχονται σε αυτό φωνές από την Ινδία, τη Μογγολία, το Θιβέτ, το Μπαλί, τη Μεσόγειο…
Αυτό το στοιχείο το βλέπουμε από το ζωντανό βίντεο που είναι εικαστική περφόρμανς, με κίνηση και χορό. Όλα αυτά τα στοιχεία συνομιλούν. Με ενδιαφέρει να μιλήσω για πανανθρώπινα θέματα όπως είναι η ζωή και θάνατος, μέσα από μία ματιά φιλική και αναζητώ μια γλώσσα που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ελληνική. Είναι μια γλώσσα παγκόσμια και με αυτήν την έννοια χρησιμοποιώ πολύ το βίντεο και την εικόνα γιατί θεωρώ ότι το βίντεο είναι ο σύγχρονος τρόπος έκφρασης.
Αυτή είναι και η έννοια της cinematic opera…
Ναι, επίσης με ενδιαφέρει να πάω τον θεατή μου σε μέρη που δεν θα τα βρει με γυμνό μάτι, αλλά αναπαριστώνται μπροστά του, πίσω από κουρτίνες, καλυμμένα και η κάμερα αποκαλύπτει κάποια στοιχεία αυτών των σκηνών που δεν τις βλέπει. Με ενδιαφέρει δηλαδή να πάω και σε αυτή την έννοια του αποκρυφισμού, σε κάτι που είναι κρυφό, και δεν μπορώ εγώ να πάω εκεί για να το δω.
«Οραματίζομαι να ανοίξει η όπερα στον κόσμο, γι’ αυτό μου αρέσει που ανεβαίνουν όπερες και σε βιομηχανικούς χώρους».
Αν σας ζητούσα να μου δώσετε έναν ορισμό της όπερας σήμερα, τι θα λέγατε; Τι είναι για εσάς όπερα στον 21ο αιώνα;
Πιστεύω ότι έχουμε ξεφύγει από την κλασική αντιμετώπιση της όπερας. Γίνονται πειραματισμοί σε παγκόσμιο επίπεδο και προσπάθειες για να ανοίξουν περισσότερο τα όρια της. Πάντοτε η όπερα ήταν ένα λαϊκό είδος. Γεννήθηκε μέσα από την όσμωση του θεατρικού λόγου και της μουσικής αλλά και του οπτικού μέρους των εικαστικών. Αγαπήθηκε πολύ από τον απλό κόσμο, γιατί είχε μια απλή ιστορία να πει. Για μένα το να κρατηθεί αυτό το στοιχείο της λαϊκότητας είναι σημαντικό, όπως επίσης, το να τολμήσουμε να προχωρήσουμε τα πράγματα, γιατί ενώ προχωράμε στο θέατρο δυναμικά παγκόσμια, στην όπερα ίσως επειδή εμπλέκεται και το θέμα του ακριβού, μεγάλου θεάματος, υπάρχει ένας συντηρητισμός, και ως εκ τούτου και μια απομάκρυνση του λαϊκού κοινού από το είδος της όπερας. Οραματίζομαι να ανοίξει η όπερα στον κόσμο, γι’ αυτό μου αρέσει που ανεβαίνουν όπερες και σε βιομηχανικούς χώρους. Επίσης, η όπερα πρέπει να συνδιαλέγεται και με τα σύγχρονα μέσα, τις νέες τεχνολογίες, ώστε να έχει σύγχρονη σκηνική γλώσσα. Αλλά και στη δραματουργία, γιατί να μην έχουμε πρόζα; Επειδή τα όρια είναι ρευστά πλέον, γιατί να μην πειραματιστούμε ανοιχτά με οτιδήποτε είναι απαραίτητο για να αφηγηθούμε μια ιστορία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, χωρίς να υπάρχουν τα στεγανά του τι σήμαινε όπερα τον 15ο αιώνα;
Πώς αισθάνεστε τώρα που οι παραστάσεις του Σαββάτου και της Κυριακής στην Ελευσίνα είναι sold out, μετά τις παραστάσεις στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών;
Χαίρομαι πάρα πολύ. Αυτό αποδεικνύει ακριβώς την ανταπόκριση του κοινού σε πράγματα που δεν ακολουθούν την κλασική οδό. Είναι σπάνιο στη σύγχρονη όπερα να αγκαλιάζει το κοινό ένα έργο με τόσο θερμό τροπο. Πραγματικά χαίρομαι, γιατί αυτό δίνει στους μεγάλους οργανισμούς ένα επιχείρημα να συνεχίσουν να στηρίζουν τέτοια εγχειρήματα.
Πώς αξιολογείτε το αποτύπωμα του θεσμού της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας στην Ελευσίνα;
Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός και η ομάδα του, οι υπέροχοι αυτοί συνεργάτες που έχει στο πλάι του, όπως η Ζέτα Πασπαράκη, έκαναν πράγματι εξαιρετική δουλειά. Η Ελευσίνα και οι Ελευσινιώτες πρέπει να είναι περήφανοι για την πόλη τους που αναδείχθηκε διεθνώς. Δυστυχώς τον προηγούμενο χρόνο δεν είδα πολλά μυστήρια, γιατί ήμουν σε τουρνέ διεθνή με τις «Βάκχες», αλλά παρακολούθησα έργα που ήταν σε δυνατό διάλογο με την πόλη.
Info «Περσεφόνη», Αίθουσα Τέχνης Σινέ Ελευσίς (Ελευθερίου Βενιζέλου 45, Ελευσίνα), 24 και 25 Φεβρουαρίου
Μουσική σύνθεση: Δημήτρης Μαραγκόπουλος
Σύλληψη, λιμπρέτο, σκηνοθεσία: Έλλη Παπακωνσταντίνου
Ερμηνεύουν: Σαβίνα Γιαννάτου, Αλκιβιάδης Κωνσταντόπουλος, Άννα-Αναστασία Σμέρου, Ίλια Αλγκάιερ, Μάιρα Μανιάρα