Αντίπαλο αποκτά ο Ολλανδός Πρωθυπουργός, Μαρκ Ρούττε στην κούρσα για την ηγεσία του ΝΑΤΟ μετά την ανακοίνωση του Προέδρου της Ρουμανίας, Κλάους Ιοάννις, για τη διεκδίκηση της θέσης.
Μετά την υπαναχώρηση του Σαρλ Μισέλ, ο οποίος είχε ανακοινώσει ότι θα έθετε υποψηφιότητα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κάνοντας εν τέλει πίσω αλλά και τις ανακοινώσεις περί υποψηφιότητας της Ούρσουλα φον Ντερ Λάιεν για δεύτερη θητεία στην προεδρία της Κομισιόν, αναζητεί άλλη ανοιχτή πόρτα στις Βρυξέλλες.
Ωστόσο, ούτε τη θέση του Γενικού Γραμματέα της Συμμαχίας μπορεί να διεκδικήσει με αξιώσεις, με τον Μαρκ Ρούττε να θεωρείται «κλεισμένος» προς ώρας και τα τελευταία παζάρια να είναι σε εξέλιξη πριν από τις οριστικές αποφάσεις.
Θα μπορούσε ωστόσο το Βουκουρέστι να διεκδικήσει άλλες θέσεις εντός της Συμμαχίας, αφού με τη λήξη της θητείας και την αποχώρηση του Ρουμάνου Aναπληρωτή Γενικού Γραμματέα Μίρτσα Τζοάνα, ο οποίος προσβλέπει σε προεδρικό θώκο στη χώρα του- και μάλιστα προηγείται στις δημοσκοπήσεις-η τράπουλα μοιράζεται εκ νέου.
Βέβαια, μηδένα προ του τέλους μακάριζε. Η Ουγγαρία βλέπει με καλύτερο μάτι την υποψηφιότητα Ιοάννις, όπως άλλωστε και η Ανατολική πτέρυγα. Όσον για την Τουρκία, συνεχίζει το ατέρμονο παζάρι μέχρι να καταλήξει ποιος θα είναι ο εκλεκτός της και παρά τις ούτως ή άλλως εξαιρετικές θερμές σχέσεις που έχει με την Ολλανδία.
Με αέρα νικητή πάντως και όχι ως απερχόμενος πρωθυπουργός εμφανίστηκε ο Μαρκ Ρούττε στη Διάσκεψη του Μονάχου απαντώντας μάλιστα κοφτά σε ερώτηση για την προσχώρηση της Ουκρανίας στη Βορειοτλαντική Συμμαχία.
«Όσο βρίσκεται σε εξέλιξη ο πόλεμος, η Ουκρανία δεν μπορεί να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ. Αυτά είναι τα κακά νέα. Τα καλά νέα είναι ότι μπορούμε να μάθουμε από την ΕΕ. Στην ΕΕ υπάρχουν βήματα» ξεκαθάρισε ο Μαρκ Ρούττε, ο οποίος έχει τις ευλογίες του μεγαλύτερου μέρους της Συμμαχίας όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Γαλλία, η Ελλάδα.
«Δεν νομίζω ότι είναι μυστικό, ωστόσο, ότι έχουμε ακούσει από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Ρούττε πως έχει εκφράσει ενδιαφέρον. Αυτό είναι λοιπόν ένα πρόσωπο που εξετάζει η Συμμαχία. Αλλά είναι μια διαδικασία σε εξέλιξη», είχε απαντήσει είπε η Πρέσβης των ΗΠΑ, στο ΝΑΤΟ, Τζούλιαν Σμιθ όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους πριν από την Σύνοδο των Υπουργών Άμυνας στις 15 Φεβρουαρίου, επισημαίνοντας ότι ο στόχος είναι η διαδικασία να ολοκληρωθεί «πιθανώς» εντός του πρώτου τριμήνου του έτους.
Η Τουρκία και τα χαρτιά της
Η Τουρκία η οποία είναι μεταξύ των ελάχιστων χωρών που δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη, θα μπορούσε να ζητήσει και να διεκδικήσει ενδεχομένως ένα καλό πόστο εντός του ΝΑΤΟ προκειμένου να δώσει το πράσινο φως για την εκλογή Ρούττε. Αυτή τη στιγμή, η Τουρκάλα Μπορτσού Σαν έχει τη θέση της Αναπληρώτριας Βοηθού Γενικής Γραμματέως Επιχειρήσεων.
Τα χαρτιά της Άγκυρας δεν τελειώνουν εδώ. Θα μπορούσε να ζητήσει ευνοϊκή μεταχείριση έτσι ώστε να περνάνε οι θέσεις της σε νατοϊκά κείμενα, οι οποίες δεν είναι πάντα συμβατές με τα ελληνικά συμφέροντα, ενώ δεν θα ήταν διόλου απίθανο, αίτημα με το οποίο θα επιθυμούσε να αντανακλώνται περισσότερο οι θέσεις της στο κομμάτι που αφορά τις σχέσεις ΕΕ-ΝΑΤΟ. Σε αυτή την περίπτωση το βλέμμα στρέφεται προς την PESCO (Μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας) και κυρίως προς το πρόγραμμα Στρατιωτικής Κινητικότητας (Military Mobility). Τον συντονισμό στο πρόγραμμα έχει η Ολλανδία( από τις χώρες που επιδεικνύουν ήδη ιδιαίτερη μέριμνα σε ΕΕ και ΝΑΤΟ για την ικανοποίηση των τουρκικών «ευαισθησιών»), ενώ συμμετέχουν επίσης η Νορβηγία,οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και ο Καναδάς.
Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση η Άγκυρα προσκρούει στις δικλείδες ασφαλείας που έχει PESCO από όταν συστάθηκε. Βασική προϋπόθεση για να συμμετάσχει μία χώρα σε πρόγραμμα είναι τόσο το να μην αντιστρατεύεται τα συμφέροντα των κρατών-μελών της ΕΕ και να σέβεται τις αρχές και τις αξίες της ΕΕ όσο και να έχει συμφωνία ασφαλείας με την ΕΕ για ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών.
ΝΑΤΟ και ΕΕ έχουν αναβαθμισμένη συνεργασία σε σχέση με το παρελθόν και με δεδομένες τις γεωπολιτικές αλλαγές των τελευταίων ετών. Στην κοινή δήλωση ΝΑΤΟ-ΕΕ, του Ιανουαρίου 2023, υπογραμμίζεται «η προώθηση της στενής διαβούλευσης και συνεργασίας με όλους τους Συμμάχους του ΝΑΤΟ και τα κράτη μέλη της ΕΕ», αλλά και η ενθάρρυνση της όσο το δυνατόν πληρέστερης συμμετοχής των Συμμάχων του ΝΑΤΟ που δεν είναι μέλη της ΕΕ στις πρωτοβουλίες της.