Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση και το δυσθεώρητο κόστος στις τιμές των καυσίμων, αποτέλεσαν το κυρίαρχο αφήγημα στην Ευρώπη.
Ωστόσο, η βουτιά στις τιμές του φυσικού αερίου, και η αποκλιμάκωση των τιμών του πετρελαίου από τα τριψήφια νούμερα, σε συνδυασμό με τα υψηλά ποσοστά αποθήκευσης στην Ευρώπη άμβλυναν τις ανησυχίες. Η αισιοδοξία ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο από τον ήπιο χειμώνα και τις εναλλακτικές οδούς προμήθειας καυσίμων. Αυτός ο χειμώνας αποδείχθηκε ο δεύτερος θερμότερος της τελευταίας δεκαετίας και οι ευρωπαϊκές τιμές του φυσικού αερίου που μειώθηκαν κατά 37% από τον Νοέμβριο, επέτρεψαν στην Ευρώπη να δημιουργήσει ένα αρκετά μεγάλο απόθεμα καυσίμων.
Η ισχύς εν τη ενώσει
Παράλληλα, όπως υπογραμμίζει το think tank Bruegel, η ενεργειακή κρίση που ξεκίνησε το 2022 θύμισε στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις την ανθεκτικότητα που παρέχουν οι σχετικά καλά ενοποιημένες ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες έχουν δημιουργηθεί με κόπο εδώ και αρκετές δεκαετίες. Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν έτσι να αντιστρέψουν μια υφέρπουσα ενεργειακή επανεθνικοποίηση και να επενδύσουν στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς.
Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι αυτή η δυναμική χάνεται, καθώς διάφορες πρωτεύουσες της ΕΕ λαμβάνουν διαφορετικά διδάγματα από την ενεργειακή κρίση, σε μια περίοδο άνευ προηγουμένου επενδυτικών αναγκών σε παραγωγή και δίκτυα σε ολόκληρη την ΕΕ.
Μείγμα αβεβαιότητας
Αυτό σε συνδυασμό με την γεωπολιτική αστάθεια σε κομβικές -ενεργειακά- περιοχές του πλανήτη όπως η Μέση Ανατολή και η Ερυθρά Θάλασσα συντηρεί τις ανησυχίες ότι ο ενεργειακός κίνδυνος δεν έχει παρέλθει για την Ευρώπη.
«Ενώ η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου μπορεί να αφήνει την εντύπωση ότι η Ευρώπη έχει λύσει την ενεργειακή της κρίση, πιστεύουμε ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει ακόμη και έχουμε έναν ακόμη χειμώνα να περάσουμε προτού απαλείψουμε πλήρως τον κίνδυνο επανεμφάνισης των ακραίων τιμών του φυσικού αερίου» έγραψαν χαρακτηριστικά στρατηγικοί αναλυτές της Goldman Sachs σε πρόσφατο σημείωμά τους.
Κατά την άποψή τους, οι βελτιώσεις στον βραχυπρόθεσμο εφοδιασμό LNG δεν έχουν επιλύσει το διαρθρωτικό έλλειμμα και τις απώλειες εισαγωγών από τη Ρωσία. Οι τιμές με τη σειρά τους παραμένουν ευάλωτες σε διακοπές προσφοράς ή διακυμάνσεις της ζήτησης.
Η πτώση στις τιμές
Οι τιμές της ενέργειας πάντως στην ΕΕ συνέχισαν να πέφτουν. Οι τιμές του φυσικού αερίου ήταν πρόσφατα στο ίδιο επίπεδο με το φθινόπωρο του 2018 και στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο του 2023. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας ήταν επίσης περισσότερο από 60% χαμηλότερες τον Δεκέμβριο του 2023 σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Και η βιομηχανική παραγωγή στην ευρωζώνη αυξάνεται ξανά.
Ειδικότερα, οι πολυαναφερόμενες τιμές του ολλανδικού φυσικού αερίου TTF μειώθηκαν ξανά και, στα 25,75 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ήταν στο χαμηλότερο επίπεδό τους από τον Ιούνιο του 2023. Η σύντομη φάση αιχμής μεταξύ Ιουλίου 2021 και Μαρτίου 2023 φαίνεται, επομένως, να έχει οριστικά περάσει. Ως εκ τούτου, οι τιμές του φυσικού αερίου επανέρχονται επί του παρόντος στο επίπεδο που παρατηρήθηκε το φθινόπωρο του 2018.
Και παρόλο που οι τιμές χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα λόγω σημαντικών παρατυπιών στην κατανομή των τιμών στην Ευρώπη, η ελάχιστη τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ ήταν μόλις 15,80 ευρώ ανά MWh τον Σεπτέμβριο του 2023, για παράδειγμα, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2020.
Η σύγκριση του Δεκεμβρίου 2022 με τον Δεκέμβριο του 2023 δείχνει μάλιστα ότι οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν μειωθεί περισσότερο από 60% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους.
Με το βλέμμα στον… καιρό
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι το ευρωπαϊκό αέριο «έχει ακόμη έναν χειμώνα μπροστά», δεδομένου ότι ο κρύος καιρός μπορεί να προκαλέσει αύξηση της ζήτησης, η οποία θα με τη σειρά της μπορεί να εξαντλήσει τα αποθέματα και να ωθήσει τις τιμές υψηλότερα.
Η θέρμανση που εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες, σημειώνουν, καλύπτει περισσότερο από το 60% της ζήτησης των καταναλωτών.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, ένας χειμώνας που είναι πιο κρύος κατά μία τυπική απόκλιση – περίπου 1° C κάτω από τον μέσο όρο – θα μπορούσε να αυξήσει τη ζήτηση κατά περίπου 12% της χωρητικότητας αποθήκευσης.
Η Goldman Sachs υπογραμμίζει ότι η αποθήκευση είναι πάνω από τα εποχιακά πρότυπα, γεγονός που παρέχει μια άνεση ενόψει του καλοκαιριού, ωστόσο το στοίχημα του επόμενου χειμώνα δεν έχει ακόμα κριθεί.
Ο κομβικός ρόλος του LNG
«Η Ευρώπη όχι μόνο απέτυχε να αντισταθμίσει πλήρως το περίπου 20% της χαμένης προσφοράς που δεν λαμβάνει πλέον από τη Ρωσία, αλλά παράλληλα πολλές από τις πρόσφατες μειώσεις στις τιμές του LNG προέρχονται από την καταστροφή της ζήτησης και όχι από την πρόσθετη προσφορά» εκτιμούν οι αναλυτές της Goldman Sachs.
Προβλέπουν ωστόσο, ότι μεσοπρόθεσμα, νέα έργα εξαγωγής LNG θα μπορούσαν να κυκλοφορήσουν το 2025, γεγονός που θα οδηγήσει σε αύξηση της παγκόσμιας προσφοράς LNG και θα αρχίσει να οδηγεί τις αγορές σε υπερπροσφορά.
«Με σημαντικά περισσότερο διαθέσιμο LNG, η Ευρώπη δεν θα χρειάζεται πλέον να παραγκωνίζει τους ευαίσθητους ως προς τις τιμές αγοραστές στον υπόλοιπο κόσμο για να εγγυηθεί επαρκείς εισαγωγές και θα είναι σε θέση να καλύψει την αυξητική εγχώρια ζήτηση, οδηγώντας σε σταθερά χαμηλότερες τιμές LNG και ευρωπαϊκού αερίου» τονίζουν. Εάν αυτό συμβεί, ο χειμώνας 2025-2026 θα καταγράψει ένα «άνετο σκηνικό εφοδιασμού».
Ωστόσο, ο αναλυτής της GlobalData, Ravindra Puranik προειδοποιεί ότι η ενεργειακή κρίση θα μπορούσε να επαναληφθεί : «Υπάρχει πιθανότητα η κρίση να επανεμφανιστεί ξανά το 2024 εάν ο χειμώνας αποδειχθεί βαρύς και οι προμηθευτές της Ευρώπης επηρεαστούν από γεωπολιτικές εντάσεις ή άλλα ζητήματα».
Δυνατότητα μελλοντικών κρίσεων
Η ευαίσθητη ισορροπία προσφοράς και ζήτησης μπορεί να ανατραπεί από απροσδόκητα κρύο καιρό (δημιουργώντας μια απότομη αύξηση στη ζήτηση) ή από ξαφνικές μειώσεις στη διαθεσιμότητα προσφοράς που προκαλούνται από γεωπολιτικές εντάσεις στις περιοχές προσφοράς.
«Όντας σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενη από τις εισαγωγές, η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης βρίσκεται στο έλεος άλλων αγορών που μπορεί να αποδειχθούν ή να μην είναι αξιόπιστοι εταίροι εφοδιασμού», λέει ο Puranik, εξηγώντας πώς άλλες περιοχές θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια ευρωπαϊκή κρίση.
Επιστρέφει το γεωπολιτικό premium κινδύνου
Μία άλλη παράμετρος που προκαλεί ανησυχίες για την ενεργειακή επάρκεια της Ευρώπης είναι η κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα, με τις συνεχιζόμενες επιθέσεις των Χούθι, οι οποίες διακόπτουν μια από τις βασικές εμπορικές αρτηρίες του κόσμου, δημιουργώντας ένα ακόμα σημείο ασφυξίας για τις αποστολές ενέργειας με κατεύθυνση την Ευρώπη.
Τα δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο – το οποίο υπερψύχεται για να ταξιδεύει με πλοίο αντί με αγωγό – διέρχονται τακτικά από την Ερυθρά Θάλασσα και αρκετές αποστολές προς την Ιταλία έχουν ήδη ακυρωθεί.
Οι ανησυχίες για την ασφάλεια οδήγησαν τη ναυτιλία και ορισμένες εταιρείες ενέργειας να επαναδρομολογήσουν τα πλοία γύρω από το νότιο άκρο της Αφρικής αντί μέσω της Διώρυγας του Σουέζ στο βόρειο άκρο της Ερυθράς Θάλασσας. Αυτό επιμηκύνει το ταξίδι προς την Ευρώπη από προμηθευτές στη Μέση Ανατολή, όπως το Κατάρ, κατά μία εβδομάδα ή περισσότερο και αυξάνει το κόστος.
Περίπου το 70% των αποστολών LNG από το Κατάρ που κατευθύνονταν προς τον κύριο τερματικό σταθμό της Ιταλίας στην Αδριατική Θάλασσα ακυρώθηκαν τον Ιανουάριο. Πέρυσι, το Κατάρ προμήθευε το 40% του LNG της Ιταλίας.
Πέρυσι, το 12,9% του LNG της Ευρώπης διήλθε μέσω της Ερυθράς Θάλασσας από προμηθευτές στη Μέση Ανατολή, κυρίως στο Κατάρ. Αυτό σημαίνει ότι «ένα εκτεταμένο κλείσιμο της διαδρομής της Ερυθράς Θάλασσας από τη Μέση Ανατολή ενέχει κίνδυνο εφοδιασμού για την Ευρώπη», δήλωσε ο Kaushal Ramesh, αντιπρόεδρος της Rystad Energy.
Εν τω μεταξύ, το φυσικό αέριο του αγωγού εξακολουθεί να ρέει από τη Νορβηγία και το Αζερμπαϊτζάν, και η Ευρώπη αγοράζει λίγο LNG από τη Ρωσία παρά τις κυρώσεις.