Μια σειρά από μαρτυρίες αξιολογούνται με προσοχή, την ώρα που οι αστυνομικοί προσπαθούν να φτάσουν στην άκρη του νήματος της τριπλής δολοφονίας και να ρίξουν φως στα αίτια που έφεραν το μακελειό στη ναυτιλιακή της Γλυφάδας.
Πρόσωπο «κλειδί» η Δέσποινα Καρνέση, που δεν μπήκε στο στόχαστρο του δολοφόνου. Η επιχειρηματίας έχασε πριν από δύο 24ωρα την αδερφή της Μαρία, τον σύζυγο της Αντώνη Βλασσάκη και ένα από τα πιο ιστορικά στελέχη της εταιρείας, τον καπετάνιο Ηλία Κουκουλάρη, που το τελευταίο διάστημα εργαζόταν στο λογιστήριο της ναυτιλιακής.
«Την κλείδωσε για να μην την πειράξει»
«Πρώτα κλείδωσε την κυρία Δέσποινα στο γραφείο της, πήρε το κλειδί και το έριξε κάπου -δεν ξέρω που- και μετά κατέβηκε κάτω στον όροφο της κυρίας Μαρίας. Κλείδωσε την κυρία Δέσποινα στο γραφείο της για να μην την πειράξει», είπε αρχικά και πρόσθεσε:
«Αυτός ο άνθρωπος, ήταν άνθρωπος της οικογένειας. Και εγώ είμαι 25 χρόνια εδώ και ξέρω πολύ καλά ότι ήταν άνθρωπος της οικογένειας και όλοι ήταν μαζί του. Πίνανε, τρώγανε μαζί του, τον κρατούσαν στις γιορτές που κάνανε. Σε όλα ήταν και ο Άρης μέσα. Η διένεξη ξεκίνησε όταν άρχισαν οι προστριβές μεταξύ της οικογένειας».
Στο ερώτημα γιατί κλείδωσε την Δέσποινα Καρνέση, ο Βασίλης Λαμπρόπουλος, αστυνομικός συντάκτης στο «Βήμα» και τα «Νέα», σχολίασε ότι στην συγκεκριμένη φάση δεν φαίνεται να υπήρχε το σχέδιο της ομηρίας. Αυτό που πιθανολογείται είναι ότι μπορεί να υποψιαζόταν ο δράστης ότι η Δέσποινα Καρνέση θα τον ακολουθούσε κάτω και ίσως προσπαθούσε να τον αποτρέψει.
Σημειώνεται ότι η Δέσποινα Καρνέση εκτελεί καθήκοντα νομικής υποστήριξης στην ναυτιλιακή εταιρεία, ενώ η Μαρία Καρνέση ασχολείτο με τα οικονομικά της εταιρείας, όπου και ήταν το σημείο προστριβής του δράστη με την οικογένεια.
«Θα φωνάξω την αστυνομία»
«Πρώτα πυροβόλησε την κυρία Μαρία, μετά τον Αντώνη και τρίτο τον Κουκουλάρη. Είχε ανέβει επάνω, τον έδιωχνε η κυρία Μαρία, του φώναζε «θα φωνάξω την αστυνομία», τις φωνές τις ακούγαμε. Από εκεί και πέρα πυροβόλησε την πόρτα της, γιατί την είχε κλείδωσε η κυρία Μαρία. Πιστεύω με αυτήν είχε τη διένεξη.
Δεν την πήρε η κυρία Μαρία την αστυνομία, την αστυνομία την πήραν άλλοι. Δεν κινδυνεύσαμε εμείς πολύ, δεν είχε σκοπό να σκοτώσει κανέναν από εμάς. Αφού της έδωσε την χαριστική βολή, έφυγε. Κατέβηκε κάτω στο υπόγειο και αυτοκτόνησε», αναφέρει μάρτυρας.
«Προσπαθούσε να τον εμποδίσει»
«Εκεί ήμουνα, εκεί ήμουνα και όταν τους σκότωσε. Φώναζε (σ.σ στον Βλασσάκη) «και εσύ θέλεις να με βγάλεις έξω;» Επί λέξη, αφού δίπλα μου ήτανε, στην ντουλάπα ήτανε. Δίπλα μου ακριβώς, το ότι γλιτώσαμε και εμείς Θεού θαύμα ήτανε. Ο κύριος Αντώνης ήταν έξω, στην πόρτα του γραφείου του. Βγήκε έξω με το που άκουσε τους πυροβολισμούς και του έκλεισε την πόρτα.
Αλλά η πόρτα αυτή που του έκλεισε, δεν είχε κανένα σκοπό. Από πίσω έχει δίοδο που πας στο φωτοτυπικό και ξανά βγαίνεις μπροστά στο διάδρομο. Αλλά δεν του έκοψε του κύριου Αντώνη να φύγει, δεν το σκέφτηκε αυτό. Προσπαθούσε να τον εμποδίσει. «Και εσύ θέλεις να με βγάλεις από το σπίτι; Και εσύ θέλεις να με πετάξεις έξω;» Και χωρίς δεύτερη σκέψη, τον πυροβόλησε. Επί τόπου, αυτό που σας λέω είναι πραγματικότητα. Δεν έτρεξε, έκανε λάθος, σάστισε πολύ».
«Φύγε, θα σε σκοτώσω»
«Έπεσε κάτω ο άνθρωπος (σ.σ ο Βλασάκης) και μετά από πίσω, εκείνη την ώρα ερχόταν ο Ηλίας ο Κουκουλάρης. Προσπάθησε να τον ηρεμήσει και του έβαλε το ένα χέρι στο στήθος. «Φύγε, θα σε σκοτώσω» του είπε ο Άρης. Αυτός, ήταν αποφασισμένος να τους φάει. Μετά τρέξαμε εμείς, γιατί λέγαμε ότι μπορεί να φάει άλλους τόσους. Αφού σκότωσε τον καπετάν Ηλία μπροστά στα μάτια μας, δεν το περίμενα αυτό.
Το λάθος του καπετάν Ηλία ήταν ότι έβαλε το χέρι του στην καραμπίνα. Ο Άρης είχε και το άλλο το όπλο, το revolver, και όπως ήταν όρθιος, ακούμπησε στην πλάτη το revolver και τον πυροβόλησε. Έπεσε κάτω, σωριάστηκε κάτω με τη μια ο καπετάν Ηλίας, σκοτώθηκε ακαριαία. Το μικρό το όπλο, το έβγαλε όταν σκότωσε τον Κουκουλάρη. Το είχε στο σακάκι που φορούσε γιατί το τράβηξε. Όταν σκότωσε τον κύριο Αντώνη, την καραμπίνα την κρατούσε με τα δύο χέρια».