Επειδή συμβαίνει να είμαι συγχρόνως συγγραφέας βιβλίων, εκδιδόμενος και προαγωγός (Θεέ μου φύλαξε) του έργου μου, έχοντας επιπλέον σχέση με τα ΜΜΕ (από τα μέσα), δεν θα μπορούσα να αποφύγω ό,τι έγραφα εδώ την περασμένη Τρίτη για τον πίνακα του Ρενέ Μαγκρίτ: «Η προδοσία των εικόνων» ή, άλλως: «Αυτό δεν είναι μία πίπα», και να το επαναλάβω ως «οδηγό» για να πω τα ίδια και για το βιβλίο, όπως το «βλέπουν» οι εκάστοτε αρμόδιοι του Υπουργείου Πολιτισμού που επιθυμούν να το «προστατεύσουν» -όχι ως «βιβλίο» αλλά ως εμπορεύσιμο «πολιτιστικό αγαθό».
Όμως, «Αυτό είναι ένα βιβλίο»; Δεν είναι.
Ο γράφων συνήθως εξιστορεί δι’ ιδίους λόγους το θέμα του -εάν υπήρξε πανεπιστημιακός, το καταθέτει προς δημοσίευσιν- κάτω από μια προσωπική οπτική γωνία. Συμβαίνει να είναι και επιστημολογική όταν η διεργασία επιλογής των προτάσεών του υπόκειται στον κανόνα, ο οποίος πρέπει να διέπει μια σειρά από διορθώσεις ως προς το ενδεχόμενο του σφάλματος.
Ενδεχομένως να σφάλλω. Εισάγω όμως μια αντιθετιστική στάση στο κείμενό μου, παράδοξη για την έγκριτη δημοσιογραφία αλλά προφανή για την επιστημολογία: την ασυνέχεια. Τούτο σημαίνει ότι δεν επιχειρηματολογώ λαμβάνοντας μόνον υπ’ όψιν τις λειτουργικές πλευρές του συστήματος (π.χ. την αγορά του βιβλίου), αλλά και τις αναφαινόμενες δυσλειτουργικές τάσεις (αντίσταση των συγγραφέων και των μικρών εκδοτών στη δήθεν πολυφωνική αγορά). Οι τάσεις αυτές, αν και εγγεγραμμένες στο σύστημα, το διαβάλλουν υπέρ ενός εσαεί άγραφου βιβλίου που θα έλθει. Ανέφικτου, για όλους τους συγγραφείς αλλά και για όλους τους εκδότες…
Αυτό το βιβλίο, «τυπικό a priori» κατά την έκφραση του Foucault, είναι επιπλέον προικισμένο με ιστορία.
Γι’ αυτό το βιβλίο θέλω να κάνω λόγο, τη «μεγάλη, ασάλευτη και κενή μορφή που θα εμφανιζόταν κάποια μέρα στην επιφάνεια του χρόνου και θα επέβαλλε πάνω στη σκέψη των ανθρώπων μια τυραννία από την οποία κανείς δεν μπορεί ποτέ να ξεφύγει» («Αρχαιολογία της γνώσης», Εξάντας).
Ενδεχομένως λοιπόν να σφάλλω. Άλλωστε, το ξέρω: στην πιο ακραία διατύπωση, ζωή είναι αυτό που είναι ικανό να σφάλλει. Σφάλλω γιατί ζω γράφοντας και διαβάζοντας, γιατί ζω από το σημείο της γραφής, σημείο του σφάλματος. Το σημείο αυτό με τοποθετεί στο διπλό σφάλμα: ζωής και γραφής. Είναι το σημείο, γράφει ο Blanchot στον «Χώρο της λογοτεχνίας», όπου το εδώ συμπίπτει με το πουθενά.
Τι επιχείρημα (το πειστικότερο) μπορώ να υποστηρίξω εδώ;
Εκ των υστέρων -σφάλλοντας, ζώντας, γράφοντας- όντας τρόπον τινά ο ίδιος το σημείο (το βιβλίο, τα ΜΜΕ, η σχέση τους) μπορώ να ισχυριστώ ότι αυτό το αγοραίο σύστημα εναρμονισμού συμφερόντων οδηγεί όχι στην εξαφάνιση του βιβλίου, αλλά στη μετάλλαξή του. Ισχυρίζομαι ότι το δίκτυο διανομής ενός βιβλίου δεν είναι δίκτυο υποδοχής του αλλά εμπορευματοποίησής του. Κανείς βιβλιόφιλος, κανείς βιβλιομανής, θα πει ο Flaubert, δεν θα οδηγηθεί από το δίκτυο προς το βιβλίο. Ο βιβλιοπώλης Τζιάκομο της «Βιβλιομανίας» του, αν αγαπούσε ένα βιβλίο, ήταν επειδή «αυτό ήταν ένα βιβλίο» (βλέπε επί λέξει «Βιβλιομανία», Στιγμή).
Τι είναι ένα βιβλίο εκτός από εμπόρευμα (και εκτός από φετίχ);
Εάν τολμήσω αφελώς να πω: η συνάντηση συγγραφέα και αναγνώστη, θα πρέπει προηγουμένως να διερωτηθώ: «τι είναι ένας συγγραφέας;» οπότε προφανώς θα έχω να κάνω με τη «λειτουργία» του. (Θυμίζω πάλι τον Foucault: «η λειτουργία – συγγραφέας» δεν σχηματίζεται αυθόρμητα ως απόδοση ενός λόγου σε ένα άτομο. Είναι το αποτέλεσμα μιας περίπλοκης πράξης που στοιχειοθετεί ένα μη πραγματικό ον καλούμενο συγγραφέας».)
Εξυπακούεται ότι έχω απαντήσει και στο ερώτημα: «τι είναι ένας αναγνώστης;» εφόσον η «λειτουργία – συγγραφέας» συνδεδεμένη με το θεσμικό σύστημα, τα δίκτυα υποδοχής του, την αγορά, τη διαφήμιση, «δεν ορίζεται από την απόδοση ενός λόγου μόνο σ’ εκείνον που τον παρήγαγε, αλλά και από μια σειρά ειδικών και σύνθετων πράξεων» μία εκ των οποίων, η κορυφαία, είναι η ανάγνωση.
Είναι όμως αυτό ένα βιβλίο; Ή το βιβλίο για το οποίο μπορώ να πω «αυτό είναι ένα βιβλίο» είναι το βιβλίο που δεν διαφημίζεται από τα ΜΜΕ, δεν ενισχύεται από τα υπουργεία και κυρίως δεν διαβάζεται, όχι γιατί δεν γράφτηκε ακόμη, ούτε γιατί είναι ανεξάντλητο όπως το μπορχικό «Βιβλίο της άμμου», ούτε διότι ο κόσμος «καταλήγει σ’ αυτό» (Μαλλαρμέ) και ούτε διότι είναι ένα βιβλίο χωρίς τη βαρύτητα του δημιουργού ή την ελαφρότητα του αναγνώστη (και vice versa), αλλά διότι αυτός που το διαβάζει -εγγράματος, καλλιεργημένος, πολλά βαρύς, ελαφρότατος- δεν αντιλαμβάνεται πως το έργο δεν χρειάστηκε καν να γραφτεί.
Το βιβλίο, γράφει ο Valery, έχει τους ίδιους εχθρούς με τον άνθρωπο: τη φωτιά, την υγρασία, την ανοησία, τον χρόνο και το ίδιο του το περιεχόμενο: αυτό είναι βιβλίο, και αυτό δεν είναι διόλου η λεζάντα «αυτό δεν είναι μια πίπα». Το παράδοξο είναι πως το βιβλίο-πίπα περιέχει στον εαυτό του και αυτό που δεν είναι. Θέτει τέρμα στην εποχή του μέλιτος που γνώρισε με τη λογική (και με το σύστημα), διότι εάν ένας βιβλιοθηκάριος συντάξει τον κατάλογο όλων των βιβλίων, ο κατάλογος αυτός (ως βιβλίο) δεν θα συμπεριλαμβάνει τον εαυτό του και συνεπώς δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως βιβλίο, παρά το ότι «αυτό είναι το βιβλίο».
ΥΓ. Ερώτηση: ο νέος Φορέας για το βιβλίο, του κυρίου υφυπουργού (Πολιτισμού), προτίθεται να ενισχύσει και το επιστημονικό βιβλίο; Δεν χρειάζεται. Στα ιδιωτικά ΑΕΙ -με περίπου 10.000 μόρια στην Ιατρική, αντί Ανατομία, θα διαβάζουν τα πονήματα του Μάικλ Κράιτον και του Τόλκιν που «άνοιξαν παράθυρα» στον Πιερακάκη, μπας και γίνουν κι αυτοί υπουργοί Παιδείας -για να τα κλείσουν.
Μάλιστα, την «τελεολογική ερμηνεία» του Συντάγματος, που προκρίνει ο τετραπέρατος υπουργός, θα τους την διδάξουν στην (ιδιωτική) Νομική, γιατροί.
Να λοιπόν η πρώτη (και η καλύτερη) «καινοτόμος ιδέα»: να γίνεσαι γιατρός με Αστικό δίκαιο και δικηγόρος με σύγγραμμα πνευμονολογίας.
Και στις δύο περιπτώσεις γίνεσαι και υπουργός.
Και στις δύο περιπτώσεις τα ιδεοληπτικά «φοιτητά»
(αυτός ο νεολογισμός είναι πλέον ο «πολιτικά ορθός» όρος) θα αυξήσουν στους εγκεφάλους τους το κενό: γνώσεις, στα ιδιωτικά, γνώσεις και στα δημόσια Πανεπιστήμια. Αλλά και τις δύο φορές, γνώσεις κενές, απαραίτητες για το ζητούμενο: τάξη ως ασφάλεια και ασφάλεια ως τάξη.
«Σύμφωνοι; Σύμφωνοι! Κατεβαίνοντας τώρα τα σκαλοπάτια, προσέξτε, ανασηκώστε τα παντελόνια σας. Λόγω των τελευταίων σφαγών η λάσπη ελέγχεται πρωτοφανής.»
Αλλά αυτά τα λέει η Ποίηση (ο Τάκης Σινόπουλος) που η Κυβέρνηση δεν την έχει ακόμα τακτοποιήσεi.