Στις 12 Φεβρουαρίου 1945 η ελληνική κυβέρνηση, με πρωθυπουργό, τότε, τον Νικόλαο Πλαστήρα, και το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος υπογράφουν τη Συμφωνία της Βάρκιζας.
Η συνθήκη αυτή ήταν η προσπάθεια να λήξουν όσα δεινά είχαν προκληθεί από τα λεγόμενα Δεκεμβριανά, από την ένοπλη, δηλαδή, σύγκρουση, μεταξύ του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ), στρατιωτικού σκέλους του ΕΑΜ από τη μια και των ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων και των Βρετανών από την άλλη, τον Δεκέμβριο του 1944.
Πώς φτάσαμε στα Δεκεμβριανά
Στις 12 Οκτωβρίου 1944, η Αθήνα γεμίζει σημαίες, γέλια και ζητοκραυγές. Τα ναζισιτικά στρατεύματα αποχωρούν, η πρωτεύουσα και σταδιακά ολόκληρη η χώρα απελευθερώνονται. Η κατοχή τελείωσε. Είμαστε και πάλι ελεύθεροι.
Παράλληλα όμως με τη χαρά υπάρχει και ένα μούδιασμα για το τι θα ακολουθήσει. Εμφύλιες έριδες αλλά και συγκρούσεις μεταξύ ένοπλων ελληνικών ομάδων έχουν ήδη εκδηλωθεί, ώσπου στις 3 Δεκεμβρίου του ’44 ξεσπούν στην Αθήνα τα τραγικά γεγονότα που αργότερα ονομάστηκαν «Δεκεμβριανά».
Βασικά ζητήματα, καθώς φτάνουμε στον Δεκέμβριο του ’44, είναι οι όροι ανασυγκρότησης του ελληνικού εθνικού στρατού, η αντιμετώπιση των δοσίλογων και των Ταγμάτων Ασφαλείας, των ελλήνων συνεργατών, δηλαδή, των Ναζί, και ο αφοπλισμός των ανταρτικών δυνάμεων.
Τα Δεκεμβριανά θα διαρκέσουν ως τον Ιανουάριο του 1945 και θα οδηγήσουν στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους και από τις δύο πλευρές. Ο κυβερνητικός στρατός, με τη συνδρομή των Βρετανών, επικρατεί των κομμουνιστών και με τη Συνθήκη της Βάρκιζας έχουμε μια ατυχή προσπάθεια να διευθετηθούν τα ζητήματα μεταξύ των δύο πλευρών.
Γράφει στο «ΒΗΜΑ» της 19ης Φεβρουαρίου 1995 ο Σπύρος Λιναρδάτος: «Η τότε κυβέρνηση Πλαστήρα και το ΕΑΜ υπέγραφαν τη συμφωνία για τον “οριστικό” τερματισμό των συγκρούσεων που είχαν αρχίσει στις 3 Δεκεμβρίου 1944 και “δια την ανάπτυξιν ελευθέρου και ομαλού πολιτικού βίου, του οποίου κύριον χαρακτηριστικόν θα είναι ο σεβασμός της πολιτικής συνειδήσεως των πολιτών (…) και ο σεβασμός προς τας ελευθερίας τας οποίας ο καταστατικός χάρτης του Ατλαντικού και αι αποφάσεις Τεχεράνης διεκήρυξαν”.
Μια στείρα συμφωνία
»Στην πραγματικότητα η συμφωνία αποδείχθηκε φενάκη και απαρχή νέων δεινών για την Ελλάδα και τον λαό της. Όπως γράφει και ο άγγλος συγγραφέας και γνώστης των ελληνικών πραγμάτων Γουντχάουζ – Κρις, “χωρίς εγγυήσεις καλής πίστεως, η Συμφωνία της Βάρκιζας αποδείχθηκε στείρα»
»Γιατί – όπως γράφει – η μεν Αριστερά δεν παρέδωσε όλα της τα όπλα, ενώ “η Δεξιά, εξοπλισμένη με την αναστολή του “χαμπέας κόρπους” (για τις αυθαίρετες συλλήψεις) και με την απειθάρχητη εκδικητική μανία της νεοσύστατης Εθνοφυλακής, ήταν ασύδοτη στην εκτέλεση πράξεων προσωπικής βεντέτας εναντίον καθενός που μπορούσε να θεωρηθή κομμουνιστής” (C.M. Woodhouse, Το Μήλον της Έριδος, εκδόσεις Εξάντας, σ. 343).
Η Αριστερά για την Βάρκιζα
»Η ίδια η Αριστερά (Ζαχαριάδης, Ιωαννίδης, Παρτσαλίδης κ.ά.) έχει παραδεχθεί ότι έκρυψε έναν σημαντικό αριθμό όπλων, αν και παρέδωσε όσα είχαν συμφωνηθεί.
»Ταυτόχρονα όμως παραθέτει τους αριθμούς (1.289 φόνοι, 6.671 τραυματισμοί, 31.632 βασανισμοί, 34.931 συλλήψεις, 165 βιασμοί γυναικών κλπ) που φανερώνουν τον όργιο της τρομοκρατίας της Εθνοφυλακής, της Αστυνομίας, της Χωροφυλακής και των ποικιλώνυμων τρομοκρατικών οργανώσεων της Δεξιάς μόνο τον πρώτο χρόνο μετά τη Βάρκιζα.
»Αυτό το όργιο της τρομοκρατίας που εσήμαινε κουρέλιασμα της Συμφωνίας Βάρκιζας κατήγγειλε το 1946 και ο επικεφαλής της κυβερνητικής αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη, ο υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Πλαστήρα Ιω. Σοφιανόπουλος.
»Είπε ότι θα προτιμούσε να κόψει το χέρι του παρά να βάλει την υπογραφή του στη Συμφωνία αν ήξερε με ποιον τρόπο θα “εφαρμοζόταν”.
H υπογραφή
»Η Διάσκεψη της Βάρκιζας έγινε σε μια έπαυλη από 3 ως 12 Φεβρουαρίου 1945, ύστερα από τις προκαταρκτικές συνεννοήσεις που είχαν αρχίσει με δραστήρια συμμετοχή του αντιβασιλιά Δαμασκηνού και με “διακριτική” παρουσία του βρετανού υπουργού ΜακΜίλαν και του βρετανού πρεσβευτή στην Αθήνα Λίπερ».
Η Συμφωνία της Βάρκιζας πήρε το όνομά της από τον τόπο που διεξήχθησαν οι διαπραγματεύσεις, όχι όμως και από τον τόπο που υπεγράφη, καθώς οι υπογραφές μπήκαν στην Αθήνα, στο υπουργείο Εξωτερικών το απόγευμα της 12ης Φεβρουαρίου.
«Την ελληνική κυβέρνηση εκπροσωπούσαν οι υπουργοί Ιω. Σοφιανόπουλος, Περ. Ράλλης και Ι. Μακρόπουλος, με τεχνικό σύμβουλο τον συνταγματάρχη Π. Κατσώτα, και το ΕΑΜ οι Γ. Σιάντος, Δ. Παρτσαλίδης και Ηλίας Τσιριμώκος, με τεχνικό σύμβουλο τον στρατηγό Στέφ. Σαράφη.
Η προηγηθείσα ανακωχή
»Είχε προηγηθεί η ανακωχή του ΕΛΑΣ με τους Άγγλους (στρατηγό Ρόναλντ Σκόμπι) που υπογράφηκε στις 11 Ιανουαρίου 1945 και ίσχυε από τις 15 του ίδιου μήνα.
»Ο ΕΛΑΣ, που είχε υποχρεωθεί ήδη από τις 5 Ιανουαρίου να φύγει από την Αθήνα, τερματίζοντας έτσι τη “δεκεμβριανή” σύγκρουση στην πρωτεύουσα και τον Πειραιά που είχε κρατήσει έναν μήνα με την ανακωχή, συμφώνησε μέσα σε τέσσερις ημέρες να υποχωρήσει στη γραμμή Ιτέα – Λαμία – Δομοκός – Φάρσαλα – Βόλος και στην Πελοπόννησο νότια από τη γραμμή Πύργος – Άργος και να εγκαταλείψει και τη Θεσσαλονίκη.
(…)
«Ελευθέρα εκδήλωσιν των πολιτικών φρονημάτων»
»Στη συμφωνία της Βάρκιζας που υπέγραψαν τα δύο μέρη αναφέρεται ότι η κύβερνηση “θα εξασφαλίση σύμφωνα με προς το Σύνταγμα και τας απανταχού καθιερωμένας δημοκρατικάς αρχάς την ελευθέραν εκδήλωσιν των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών (…), την απρόσκοπτον λειτουργίαν των ατομικών ελευθεριών, ως του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι και της δια του Τύπου εκφράσεως των στοχασμών. Eιδικώτερον η Κυβέρνησις θα αποκαταστήση πλήρως τας συνδικαλιστικάς ελευθερίας”.
To αγκάθι της αμνηστίας
»Το άρθρο της συμφωνίας που προκάλεσε τις περισσότερες συζητήσεις και παρ’ όλίγον τη διακοπή των διαπραγματεύσεων ήταν το σχετικό με την αμνηστία, δεδομένου ότι η κυβερνητική πλευρά απέκλειε τη γενική και χωρις εξαιρέσεις.
»Τελικά έγινε δεκτή και από τις δύο πλευρές μια διατύπωση κατά την οποία “αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944”, αλλά “εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος”.
»Η υπογραφή του άρθρου αυτού έγινε αργότερα το αντικείμενο της σοβαρότερης κριτικής στην αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, δεδομένου ότι διευκόλυνε την εξαπόλυση δικαστικού διωγμού, καταδικών, ακόμα και εκτελέσεων αγωνιστών της Αριστεράς για “αδικήματα κατοχικά” αλλά και των Δεκεμβριανών.
(…)
Η στάση του ΚΚΕ και του Ζαχαριάδη
»Πάντως τη συμφωνία εκάλυψε με την ευθύνη της η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, αλλά και ο Ν. Ζαχαριάδης που είχε επιστρέψει στο μεταξύ στην Ελλάδα.
»Ο Ζαχαριάδης επέμεινε στην τήρηση των όρων της Συμφωνίας και φέρθηκε με εξαίρετική σκληρότητα στον Άρη Βελουχιώτη που διεφώνησε με τη Βαρκίζα και επεχείρησε να συνεχίσει τον ένοπλο αγώνα με μερικούς ακόμα πρώην αντάρτες.
»Μόνο μετά το 1950, ύστερα από μια συζήτηση με τον Στάλιν, στην προσπάθειά του να μεταθέσει στην παλαιά ηγεσία (Σιάντο, Ιωαννίδη, Παρτσαλίδη κλπ.) την ευθύνη για την αποτυχία και τη συντριβή του κινήματος, ο Ζαχαριάδης αποκήρυξε και τη Βάρκιζα.
Κρατική και παρακρατική τρομοκρατία
»Γενικότερα πάντως ο άγριος διωγμός που εξαπολύθηκε εναντίον της Αριστεράς μετά τη Συμφωνία, ιδιαίτερα στις επαρχίες, στηρίχθηκε νομικά απολύτως μόνο στα κενά της συμφωνίας της Βάρκιζας, αλλά και σε νομικά τεχνάσματα – κατηγορίες για “αντιποίησιν αρχής” με πράξεις της ΠΕΕΑ (σ.σ. Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης), για παράβαση κάποιου άρθρου του Ποινικού Νόμου περί “προσκλήσεως αμοιβαίας διχόνοιας” κλπ.
»Κυρίως όμως “στηρίχθηκε” στην απόλυτη αυθαιρεσία των πρώην ταγματασφαλιτών και χιτών και άλλων τρομοκρατών που δεν δίστασαν να εισβάλουν και να ανοίξουν ακόμα και φυλακές και να σφάξουν ομαδικά πολιτικούς κρατούμενους (Γύθειο, Σπάρτη).
(…)
»Η άγρια κρατική και παρακρατική τρομοκρατία μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας – που την ανέχθηκαν για τους δικούς τους σκοπούς οι αγγλικές υπηρεσίες και σε μεγάλο βαθμό την υποκίνησαν, αφού στόχος τους ήταν όχι μόνο η διατήρηση του αστικού καθεστώτος, αλλά η επαναφορά του πιστού τους Γεωργίου Γλύξμπουργκ, ως εγγύηση για την επιρροή τους στην Ελλάδα, την ευνόησαν οι δεξιές κυβερνήσεις (Π.Βούλγαρη, Κ. Τσαλδάρη) και δεν μπόρεσαν να την αντιμετωπίσουν οι κεντρώες (Πλαστήρα, Σοφούλη) – ενίσχυσε και τις “αριστερές” τάσεις στο ΚΚΕ με συνέπειες τα μοιραία λάθη της αποχής από τις εκλογές του 1946, την εξαπόλυση του νέου αντάρτικου και την καταστροφή και καθυστέρηση της Ελλάδας για πολλά χρόνια, όπως υπογράμμισε τελευταία και απέδειξε με νέα στοιχεία ο καθηγητής Αγγ. Αγγελόπουλος».
Έτσι, με τη Συνθήκη της Βάρκιζας κουρελιασμένη η Ελλάδα βαδίζει ολοταχώς προς τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό, που επισήμως ξεκινά το 1946 και θα διαρκέσει ως το 1949.
Και όπως σημειώνει στο «ΒΗΜΑ» της 4ης Δεκεμβρίου 1994 ο Άγγελος Θ. Αγγελόπουλος, καθηγητής και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών «ενώ στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά το εξάμηνο του πολέμου 1940-1941 είχαμε 15.000 οπλίτες και αξιωματικούς νεκρούς, στα Δεκεμβριανά είχαμε 17.000 και στον Εμφύλιο 47.000 και από τις δύο πλευρές»