H σαρωτική δύναμη του έρωτα, η φιλία, το πένθος, η προσωπική εξέλιξη. Τέσσερις διαφορετικοί μεταξύ τους άνθρωποι προσπαθούν να κατακτήσουν όσα ονειρεύονται. Δεν αρκεί να παλέψουν για αυτά. Οφείλουν πρώτα να ανακαλύψουν ποιες είναι οι ολόδικές τους επιθυμίες και με θάρρος να διώξουν τα θέλω των άλλων από τη ζωή τους.
Και τελικά, πώς αξίζει να ζει κανείς; Στο ερώτημα καλείται να απαντήσει η Ιωάννα Τριανταφυλλίδου, η Άννα του «Burn this!«. Πρόκειται για το αριστούργημα του βραβευμένου με Πούλιτζερ Λάνφορντ Γουίλσον, σε σκηνοθεσία της Νάντιας Κοντογεώργη και μετάφραση του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, το οποίο κάνει πρεμιέρα στις 14 Φεβρουαρίου στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου.
Το «Burn this!» στάθηκε η δική μας αφορμή για μια ωραία κουβέντα με την Ιωάννα Τριανταφυλλίδου. Μιλήσαμε για τον ρόλο της, για τους αντίθετους κόσμους που οδηγούνται σε προδιαγεγραμμένη σύγκρουση, για τις βαθιές επιθυμίες, για τον κόπο που απαιτείται μέχρι να φτάσεις σε αυτές, για την αγάπη, για τις ίσες ευκαιρίες και για εκείνα τα άκρως απαραίτητα ξεβολέματα που σε μαθαίνουν να εκτιμάς το ζην χωρίς δίχτυ ασφαλείας.
Ας ξεκινήσουμε με τη θεατρική παράσταση ‘’Burn this!’’. Τι θα δούμε;
Είναι ένα, κατά τη γνώμη μου, υπέροχο έργο. Αφορά σε τέσσερις διαφορετικούς μεταξύ τους ανθρώπους οι οποίοι προσπαθούν να βρουν το δικό τους νόημα μέσα στη ζωή. Ο καθένας μέσα από την οπτική του, από τα βιώματά του, από το τι νομίζει ότι θέλει και τι καταλήγει να ανακαλύπτει ότι θέλει.
Στην πρώτη ανάγνωσή του, είναι ένα πάρα πολύ «απλό» έργο. Όταν όμως εμβαθύνεις αντιλαμβάνεσαι ότι πρόκειται ουσιαστικά για έναν ύμνο στον έρωτα, στη φιλία, στην τέχνη, στη ζωή, στη θέληση για ζωή.
Ένας θάνατος έρχεται να ενώσει δύο διαφορετικούς κόσμους.
Υποδύομαι την Άννα, η οποία μαζί με τον φίλο της τον Λάρρυ, θρηνεί τον απροσδόκητο χαμό του φίλου και συγκατοίκου τους του Ρόμπι, που σκοτώθηκε σε ναυτικό δυστύχημα με τον σύντροφό του. Ο αδερφός του Ρόμπι, o Πέιλ, εισβάλει στο σπίτι, ανατρέποντας τα μέχρι τώρα δεδομένα της ζωής της.
Είμαστε δύο άγνωστοι που μας φέρνει κοντά ο θάνατος του Ρόμπι και μας οδηγεί να επαναπροσδιορίσουμε τι σημαίνει το οτιδήποτε για εμάς. Αυτή η απώλεια μάς κάνει να να θέλουμε να βουτήξουμε στη ζωή χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Και στον έρωτα χωρίς δίχτυ ασφαλείας, χωρίς καν να το επιδιώκουμε.
Τα απλά πράγματα είναι τελικά τα σημαντικά της ζωής μας.
Αυτό ακριβώς μου αρέσει σε αυτό το έργο. Δεν χρησιμοποιεί καθόλου φιοριτούρες ή εφέ ή εντυπωσιακές δράσεις. Μέσα από τις καταστάσεις και τους χαρακτήρες πηγαίνει στα «απλά», τα οποία δυστυχώς έχουν γίνει και πάρα πολύ περίπλοκα στις μέρες μας.
Το έργο μάς υπενθυμίζει ότι αυτό είμαστε, αυτό ψάχνουμε κι όλα τα άλλα είναι ενδεχομένως αποπροσανατολισμοί που μας επιβάλλει η κοινωνία. Βαθιά μέσα μας το ξέρουμε. Θέλουμε αγάπη, θέλουμε να νιώθουμε ότι εξελισσόμαστε, να νιώθουμε ότι κάνουμε τα όνειρά μας πραγματικότητα. Θέλουμε να κάνουμε όνειρα. Θέλουμε να ζούμε.
Άννα, Λάρρυ, Μπάρτον και Πέιλ. Τέσσερις πολύ διαφορετικοί χαρακτήρες.
Ακριβώς. Πολύ διαφορετικοί. Μιλήσαμε λίγο για την Άννα και τον Πέιλ, τον οποίο υποδύεται ο Κίμων Κουρής. Ο Λάρρυ είναι ο τρίτος συγκάτοικός μου, τον οποίο υποδύεται ο Μάριος Σαραντίδης.
Μέσα από τη σχέση αυτή βλέπουμε τη δυνατή φιλία. Αγαπούν και αποδέχονται ο ένας τον άλλον. Μάλιστα ο Λάρρυ είναι ένας συγκινητικά υποστηρικτικός φίλος χωρίς να κρίνει τις αδυναμίες της Άννας. Ο Ρόμπι, που σκοτώθηκε αιφνιδίως, ήταν ομοφυλόφιλος, όπως επίσης και ο Λάρρυ.
Ο δικός μου χαρακτήρας δεν έχει κανένα κράτημα, κανένα είδος ομοφοβίας, αλλά ο αδερφός του Ρόμπι προέρχεται από έναν εντελώς άλλο κόσμο, έναν κόσμο γεμάτο προκαταλήψεις. Προκειμένου να μην μάθουν για την ομοφυλοφιλία του αδερφού του, ουσιαστικά τον απομάκρυναν από την οικογένεια και δεν ήξεραν καν πώς είναι και τι κάνει στη ζωή του. Ήταν ένας ταλαντούχος χορευτής και δεν τον είχαν δει ποτέ να χορεύει.
Ο τέταρτος χαρακτήρας είναι ο Μπάρτον, τον οποίο υποδύεται ο Ιβάν Σβιτάιλο και είναι ο επί σειρά ετών σύντροφός μου. Βιώνουμε μια αρκετά δυσλειτουργική σχέση. Ο Μπάρτον δεν επιτρέπει στην Άννα να εισβάλει στον δικό του «χώρο». Βλεπουμε ένα κράτημα σε αυτόν τον ήρωα, σαν το «εμείς» να απειλεί το «εγώ» αντί να το τροφοδοτεί και να το εμπλουτίζει.
«Αν ήθελα να προβάλλω ποια είμαι εγώ ως άνθρωπος, μάλλον, δεν θα έκανα αυτή τη δουλειά».
Το “Burn this!” γράφτηκε το 1987 κι όμως βλέπουμε ότι θίγει ζητήματα, όπως τα ζητήματα φύλου και η ομοφοβία, που είναι άκρως επίκαιρα.
Δυστυχώς. Αυτή είναι η πρώτη λέξη που σκέφτομαι. Το έργο γράφτηκε το ‘87 και εθεωρείτο πρωτοποριακό για τα δεδομένα της εποχής. Έχουμε φτάσει στο 2024 και συνεχίζουμε να θεωρούμε πρωτοποριακό κάτι το οποίο θίγει ένα ζήτημα το οποίο βρίσκεται δίπλα μας.
Δεν θα έλεγα καν πρωτοποριακό, θεωρούμε πως είναι προκλητικό το να αναφερθείς σε μια ομάδα ανθρώπων που υπάρχει γύρω μας και αξίζει ίσα δικαιώματα. Στο δικό μου μυαλό δεν χωράει ακόμα ότι το διαπραγματευόμαστε. Δεν μπορώ να διανοηθώ γιατί ακόμα αναρωτιόμαστε ποια θα έπρεπε να είναι η θέση τους στην κοινωνία και τελικά στη ζωή.
Τα ίσα δικαιώματα έχουν μετατραπεί σε ένα θέμα προς διαπραγμάτευση.
Ειδικά με το θέμα του νομοσχεδίου για τον γάμο μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών και την τεκνοθεσία παρατηρώ πόσο συχνά γίνεται η ερώτηση αν είσαι «υπέρ» ή «κατά», σαν να κάνουμε ένα γκάλοπ. Και τις περισσότερες φορές η ερώτηση δεν γίνεται καν προς τους άμεσα ενδιαφερόμενους.
Ποια είμαι εγώ για να βγω δημοσίως και να πω αν θα έπρεπε να δώσουμε ή να στερήσουμε το δικαίωμα από έναν συνάνθρωπό μας. Η Πολιτεία οφείλει να παρέχει ίσα δικαιώματα.
Αυτονόητο και μη διαπραγματεύσιμο ό,τι έχει να κάνει με την αγνή μορφή αγάπης και συντροφικότητας και δεν μπορώ να καταλάβω πώς γίνεται κάποιος να δηλώνει κατά της αγάπης ή κατά της ίσης ευκαιρίας στη ζωή.
Όποτε αυτή η θεματική θίγεται στο έργο;
Ναι, ναι. Θίγεται γιατί συγκρούονται δύο διαφορετικοί κόσμοι. Ο κόσμος της Άννας και ο κόσμος του Πέιλ. Ένας κόσμος της αποδοχής κι ένας κόσμος πιο στενόμυαλος. Ο συγκεκριμένος όμως άνθρωπος φαίνεται ότι έχει μια ρωγμή μέσα του. Ακόμα και το γεγονός ότι έρχεται για να ψάξει να βρει ποιος ήταν ο αδερφός του, προσπαθεί να νιώσει λίγο κοντά του, να δει το σπίτι του, να γνωρίσει τους φίλους του, είναι ένας είδος προσπάθειας.
Το κάνει με έναν πάρα πολύ εριστικό τρόπο, αλλά και πάλι το προσπαθεί. Βλέπουμε ότι κατά βάθος είναι ένας άνθρωπος που νιώθει και ενοχές για το ότι έχει φύγει από τη ζωή ο αδερφός του. Νιώθει τύψεις που ποτέ δεν τον αγκάλιασε.
Και από τη μία είναι πολύ συγκινητικό να μπαίνει κάποιος σε αυτή τη διαδικασία, από την άλλη όμως είναι τόσο άδικο να το κάνει εκ των υστέρων. Το έργο θίγει πολλά θέματα, όπως το κομμάτι της πολιτικής ορθότητας, της έκφρασης των συναισθημάτων.
Ο τίτλος πώς προκύπτει;
Το ‘’Burn this!’’ προέρχεται από μια ατάκα του έργου που αναφέρει πως με ό,τι κι αν καταπιάνεσαι κάνε το όσο πιο προσωπικό μπορείς, πες την αλήθεια σου και μετά άστο να καεί. Το βρίσκω πολύ ωραίο μότο ζωής. Θέλει θάρρος και πολλή προσωπική δουλειά για να καταλάβεις ποια είναι η αλήθεια σου αλλά και πώς αυτή θα την εκφράσεις και θα την αφήσεις απλά να υπάρχει χωρίς καμία προσδοκία.
Και φτάνουμε σε αυτό το σταυροδρόμι της αντίθεσης: σε όσα θέλουμε πραγματικά και σε όσα νομίζουμε ότι θέλουμε.
Από τους γονείς μας, από τους δασκάλους μας, από τους φίλους μας, από τους συντρόφους μας, από τα σόσιαλ μίντια, από το τι θεωρείται πρότυπο. Υπάρχουν πάρα πολλοί που μας «επιβάλλουν» τα θέλω τους, θεωρώντας πως κάνουν το σωστό για εμάς. Δική μας ευθύνη; Να κάνουμε την ενδοσκόπησή μας, να πετάξουμε ό,τι δεν μας αρέσει, να κρατήσουμε όσα μας ταιριάζουν. Δική μας ευθύνη να κυνηγήσουμε και να υπερασπιστούμε τα όνειρά μας
Μπορείς να πεις ότι το έχεις καταφέρει;
Είναι περίεργο γιατί μεγαλώνοντας πίστευα πως ό,τι έκανα ήταν αυτό που ήθελα. Πίστευα πραγματικά ότι όλα τα θέλω που είχα ήταν δικά μου. Μου πήρε πολλά χρόνια για να καταλάβω ότι υπήρχαν πολλά θέλω που είχα στη ζωή μου και δεν ήταν δικά μου. Δεν λέω ότι μου τα επέβαλε κανείς με δόλο, αλλά όταν ακούς κάποια συγκεκριμένα πράγματα από τη στιγμή που γεννιέσαι, γίνονται ακούσια κτήμα σου.
Αφότου κατάλαβα τι θέλω και τι όχι, ήταν τότε που ξεκίνησε η σκληρή δουλειά. Μέσα από αυτή τη διαδικασία καταλαβαίνεις πια ότι εσύ είσαι υπεύθυνος για εσένα και δεν έχεις δικαιολογία για να μην κατευθύνεις τη ζωή σου εκεί που θέλεις. Και για να απαντήσω στην ερώτηση: σε κάποια σημεία τα έχω καταφέρει, σε κάποια άλλα ακόμα το παλεύω.
«Αυτονόητο και μη διαπραγματεύσιμο ό,τι έχει να κάνει με την αγνή μορφή αγάπης και συντροφικότητας».
Τι σε κάνει να σκεφτείς ποια είναι τα πραγματικά θέλω σου;
Η ψυχοθεραπεία. Θέλω όμως να πω ότι δεν έχω νιώσει δυστυχισμένη στη ζωή μου. Δεν έφτασα ποτέ στο σημείο να πω «πρέπει να επαναπροσδιορίσω τα πάντα». Ευτυχώς, έχω πολύ ωραίες εμπειρίες που μου έμαθαν πολλά. Το ζητούμενο είναι να εκτεθείς σε καινούργιες καταστάσεις και να ανακαλύψεις κομμάτια του εαυτού σου. Σε όσο πιο «ασφαλείς» συνθήκες ζούσα, τόσο πιο λίγα μάθαινα για ‘μένα.
Η μετακόμιση στην Αμερική ήταν μια τέτοια συνθήκη «ξεβολέματος»;
Δεν υπήρχε μεγαλύτερο ξεβόλεμα για μένα. Και με υπέροχα νέα πράγματα που έφερε ταυτόχρονα. Είχε δυσκολίες αλλά είχε και πάρα πολλά θετικά. Το να μην ξέρω τι θα μου φέρει το αύριο και να είμαι ανοιχτή στο τι συμβαίνει και στο τι περισσότερο μπορώ να απορροφήσω από αυτό που υπάρχει γύρω μου, ήταν για ‘μένα πολύ εποικοδομητικό.
Ήταν ξεβόλεμα γιατί η Αμερική προέκυψε μετά από μια πορεία κάποιων χρόνων που ήταν αρκετά δομημένη η ζωή μου και επαγγελματικά δεν είχα νιώσει ιδιαίτερη ανασφάλεια. Χαίρομαι που τόλμησα.
Μια ζωή σε σταθερές βάσεις κι όχι μια ζωή στάσιμη. Όπως και ο ρόλος σου, σωστά;
Η Άννα στην αρχή του έργου φαίνεται ότι είναι μια κοπέλα που έχει ζήσει μια πολύ βολεμένη, μια πολύ προστατευμένη ζωή. Ζει πάντα υπό τη σκιά κάποιου. Τη σκιά του κολλητού της φίλου, τον οποίο θαυμάζει απόλυτα για το ταλέντο του στον χορό. Τη σκιά του χορογράφου της, που απλά διδάσκει τις δικές του χορογραφίες. Τη σκιά του συντρόφου της, τον οποίο επίσης θαυμάζει και είναι το «κοριτσάκι» δίπλα του.
Υπάρχει μια σκηνή στο έργο που λέει ο κολλητός μου, ότι έχω μια πολύ προστατευμένη ζωή, δεν χρειάστηκε ούτε αεροπορικό εισιτήριο να βγάλω ποτέ. Η Άννα τα είχε όλα έτοιμα, όμως ο θάνατος του φίλου της και η γνωριμία με τον αδερφό του, την κινητοποιούν.
Αποφασίζει να πατήσει στα πόδια της, να είναι ειλικρινής μέσα από την τέχνη της, να μην συνεχίσει να είναι τόσο δειλή ώστε να δείξει στους άλλους ποια πραγματικά είναι και να διεκδικήσει αυτό που θέλει η ίδια.
Να πάμε και λίγο στα χρόνια του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος;
Έχω να θυμάμαι τρία «σκληροπυρηνικά» απαιτητικά χρόνια σπουδών. Θυμάμαι εκείνα τα χρόνια με πολλή αγάπη. Η Δραματική Σχολή είναι η μόνη κατάσταση μαθητείας που θα επαναλάμβανα στη ζωή μου.
Δεν έχω καμιά λαχτάρα να επιστρέψω στα σχολικά χρόνια, στη Δραματική Σχολή θα μπορούσα να επιστρέψω για κάποιο διάστημα πολύ άνετα με τους ίδιους συμμαθητές γιατί ήμασταν και ωραίο έτος. Έχουμε παραμείνει ακόμα φίλοι. Ο πιο στενός φιλικός κύκλος μου προέρχεται από το ΚΘΒΕ. Έχουμε αναπτύξει σχέσεις ζωής με τους συμφοιτητές μου.
Η ανάμνηση είναι γλυκιά.
Ήταν ουσιαστικά και η πρώτη μου επαφή με την τέχνη της Υποκριτικής. Γιατί ναι μεν για κάποιο λόγο που δεν μπορώ να εξηγήσω, ήθελα πάντα να γίνω ηθοποιός, αλλά δεν ήξερα πραγματικά τι σημαίνει αυτό.
Μέχρι να μπω στη σχολή έβλεπα μόνο το αποτέλεσμα. Στη σχολή γνώρισα και αγάπησα το θέατρο. Κατάλαβα την αφοσίωση και την πειθαρχία που απαιτεί αλλά και την απελευθέρωση που μπορεί να σου προσφέρει.
Επομένως οδηγείσαι στην υποκριτική χωρίς να έχεις κάποια βιώματα, για παράδειγμα, μέσα στην οικογένειά σου.
Δεν μου είπε ποτέ κανείς «τι ωραία που θα ήταν να γίνεις ηθοποιός». Ίσα ίσα, στην οικογένειά μου ήταν κάτι πολύ ξένο και άγνωστο. Νομίζω ότι το θεωρούσαν ένα κοριτσίστικο καπρίτσιο. Όταν πια όμως πήγα στο Λύκειο και συνέχισα να λέω ότι θα γίνω ηθοποιός, τότε κατάλαβαν ότι το εννοώ.
Οι γονείς μου μού είχαν θέσει έναν όρο -και χαίρομαι για αυτό- ότι αν θέλω να σπουδάσω υποκριτική θα έπρεπε να περάσω ή στο Κρατικό ή στο Εθνικό Θέατρο. Και επέλεξα το Κρατικό γιατί ήδη φοιτούσα στο Τμήμα Ψυχολογίας του Αριστοτέλειου. Και λέω χαίρομαι γιατί εκτιμώ πολύ τη δραματική σχολή του ΚΘΒΕ. Πήρα και το πτυχίο μου στο πανεπιστήμιο, κάπου είναι (γέλια).
Με τους «Παγιδευμένους» τι γίνεται;
Δεύτερη σεζόν φέτος. Δεν ησυχάζουν οι Παγιδευμένοι και φαίνεται να αρέσει και στους τηλεθεατές. Δεν μας βλέπω να ηρεμούμε (γέλια). Όσα επεισόδια έχω στα χέρια μου, αυτό δείχνουν.
«Υπάρχουν πάρα πολλοί που μας ‘επιβάλλουν’ τα θέλω τους, θεωρώντας πως κάνουν το σωστό για εμάς».
Γυρίσματα, πρόβες και πρεμιέρα για το ‘’Burn this!’’ στις 14 Φεβρουαρίου. Η συνεργασία με τη Νάντια Κοντογεώργη πώς είναι;
Είμαστε φίλες πολλά χρόνια. Είναι ένας άνθρωπος που θαυμάζω εντός και εκτός σκηνής. Θαυμάζω το μυαλό της, την ευαισθησία της, το ταλέντο της. Πιστεύω ότι αυτό το έργο δεν θα μπορούσε να αποδοθεί χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά που η Νάντια διαθέτει σε αφθονία. Νιώθω τρομερή ασφάλεια δίπλα της, όχι με την έννοια του βολέματος. Νιώθοντας αυτή την ασφάλεια είμαι πολύ πρόθυμη να εκτεθώ.
Μιας και μίλησες για έκθεση. Θεωρείς πως είναι κομμάτι της δουλειάς;
Είναι διαφορετικό να εκτίθεσαι μέσα από τους ρόλους και διαφορετικό να εκτίθεσαι ως άνθρωπος. Η δουλειά μου είναι να προσπαθώ να δώσω σώμα, φωνή και ψυχή στους χαρακτήρες που υποδύομαι. Αν ήθελα να προβάλλω ποια είμαι εγώ ως άνθρωπος, μάλλον, δεν θα έκανα αυτή τη δουλειά.
Έτσι, νομίζω δικαιολογείται το όποιο «κράτημα» μπορεί να έχω κατά καιρούς. Δεν νιώθω άβολα να δίνω μια συνέντευξη, μακάρι να βρίσκουμε λόγους και να συζητάμε για ωραίες συνεργασίες και να κάνουμε ωραίες κουβέντες. Με τα χρόνια όμως κατάλαβα ότι πρέπει να έχουμε το σθένος να θέτουμε τα όριά μας.
Παλαιότερα, νομίζω ότι ήμουν λίγο πιο φοβισμένη να βάλω τα όριά μου, ίσως γιατί δεν ήθελα να γίνω αντιπαθής. Πια με ενδιαφέρει να με συμπαθούν οι άνθρωποι που σέβομαι κι εκτιμώ. Δεν γίνεται να σε συμπαθούν όλοι, τι να κάνουμε.
Επιστρέφουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε την κουβέντα μας, στα πραγματικά θέλω μας.
Καλό είναι να γνωρίζουμε τον εαυτό μας και να του αφιερώνουμε χρόνο για να καταλαβαίνουμε ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Αυτό μας επιτρέπει μετά να κατανοήσουμε τους άλλους και να συνυπάρξουμε αρμονικά με σεβασμό και αγάπη. Να προσπαθήσουμε να μείνουμε πιστοί σε αυτό και να διεκδικούμε την αρμονική συνύπαρξη χωρίς να παραβιάζουμε τα δικαιώματα του διπλανού μας.
“Burn This!”, Θέατρο του Νέου Κόσμου, Κεντρική Σκηνή
Hμέρες και ώρες παραστάσεων
Τετάρτες – 20:00
Πέμπτες – 21:00
Παρασκευές – 21:00
Σάββατα – 21:15
Κυριακές – 18:30
*Ευχαριστούμε για τη φιλοξενία το μπαρ Bariéro