Στη Βουλή μεταφέρεται σήμερα το ζήτημα της στεγαστικής κρίσης, με την συζήτηση να αναμένεται σε υψηλούς τόνους ανάμεσα στον πρωθυπουργό και την αντιπολίτευση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να παρουσιάσει κατά την «Ώρα του πρωθυπουργού» το πλαίσιο που θα ακολουθηθεί καθώς και τις δράσεις της κυβέρνησης, προκειμένου να μπει ένα φρένο στην ανισορροπία της αγοράς ακινήτων που επηρεάζει ένα ευρύ φάσμα σε όλες τις κοινωνικές τάξεις.
Η συζήτηση για το μείζον αυτό ζήτημα έρχεται σε ακολουθία της σχετικής ερώτησης του προέδρου του ΠαΣοΚ, Νίκου Ανδρουλάκη, προς τον πρωθυπουργό. Στη Χαριλάου Τρικούπη γίνεται λόγος για μια αύξηση της τάξεως του 50% για την διετία 2018 -2020. Μια αύξηση που έχει ως μεγάλους χαμένους τις αδύναμες κατηγορίες, όπως τα νέα ζευγάρια, τους φοιτητές και του χαμηλόμισθους.
Στην απάντησή του ο πρωθυπουργός αναμένεται να θέσει στο «τραπέζι» ισχυρά κίνητρα προκειμένου οι ιδιοκτήτες ακινήτων να εγκαταλείψουν το Airbnb και οι κατοικίες αυτές να προσφερθούν προς ενοικίαση, ενώ σκέψεις υπάρχουν και για την επιβολή περαιτέρω περιορισμών στην απόκτηση Golden Visa, θέμα που έθεσε και ο Νίκος Ανδρουλάκης. Πρωταρχικός στόχος της κυβέρνησης, δεν είναι η κατάργηση αλλά η προσφορά άλλων προσοδοφόρων επιλογών σε συνδυασμό με φοροαπαλλαγές και επιδοτήσεις, προκειμένου η αγορά να λάβει μια ένεση ανανέωσης στην αγορά ακινήτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μεταξύ άλλων εξετάζεται η τριετής φοροαπαλλαγή για τους ιδιοκτήτες που θα διαθέσουν τα κενά τους ακίνητα για ενοικίαση. Επίσης στο «οπλοστάσιο» της κυβέρνησης υπάρχουν ακόμη δύο εργαλεία ώστε να προκύψουν περισσότερα ακίνητα στην αγορά. Ο λόγος για το πρόγραμμα «Ανακαινίζω-Νοικιάζω» και το πιο μακροπρόθεσμο σχέδιο, αυτό της κοινωνικής αντιπαροχής.
Άφαντες 212 χιλιάδες κατοικίες
Το ζήτημα της αύξησης των τιμών των ακινήτων στην χώρα μας, που ξεκίνησε μετά την έξοδο της από την δεκαετή οικονομική κρίση, βρίσκεται στο επίκεντρο τους ενδιαφέροντος τόσο των επενδυτικών σχεδίων μεγάλων ομίλων που δραστηριοποιούνται στο τομέα του real estate, όσο και χιλιάδων νοικοκυριών που αναζητούν την κατάλληλη ευκαιρία για να προβούν σε αγορά.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας μια σημαντική πρόσκληση την αγορά ακινήτων είναι η εξισορρόπηση της προσφοράς και της ζήτησης, όταν την ίδια στιγμή όλοι «αναζητούν» το χρονικό σημείο όπου οι τιμές θα σταθεροποιηθούν και ενδεχομένως θα ακολουθήσουν μια μικρή διόρθωση.
Στα ζητήματα αυτά δίνει μια απάντηση η οικονομική ανάλυση της Τράπεζας Πειραιώς που είδε το φως της δημοσιότητας την εβδομάδα που μας πέρασε με τίτλο «Ελληνική Αγορά Ακινήτων: Βαθιές και Δομικές Ανισορροπίες μεταξύ Προσφοράς και Ζήτησης». Σύμφωνα με στοιχεία της μελέτης, συσσωρευτικά από το 2016 ως το 2022 ο ρυθμός αύξησης των τιμών οικιστικών ακινήτων έχει αυξηθεί κατά 14% περισσότερο σε σχέση με τον ρυθμό αύξησης ο οποίος θα δικαιολογείτο βάσει της εξέλιξης των θεμελιωδών μακροοικονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας.
Η αναζήτηση των παραγόντων που έχουν οδηγήσει σε αυτή τη σημαντική απόκλιση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι εξελίξεις στην ελληνική οικονομία τα χρόνια της κρίσης και της ύφεσης έχουν δημιουργήσει μια σημαντική ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης οικιστικών ακινήτων, η οποία δυστυχώς θα είναι δύσκολο να γεφυρωθεί σε βραχυχρόνιο ορίζοντα. Παίρνοντας τα δεδομένα από την αρχή, επισημαίνεται στην μελέτη, βλέπουμε ότι η κατακόρυφη πτώση των τιμών ακινήτων αντανακλά πλήρως τόσο τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και της κατανάλωσης των ελληνικών νοικοκυριών όσο και την απότομη και αντικυκλική αύξηση της φορολογίας των ακινήτων (δηλαδή την αύξηση της φορολογίας σε μια περίοδο πτώσης των τιμών και των αγοροπωλησιών). Αποτέλεσμα αυτών είναι ο τομέας των ακινήτων από κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας να μεταβληθεί σε ανασταλτικό παράγοντα οικονομικής δραστηριότητας και στη συνέχεια να περάσει στην πλήρη αφάνεια και ασημαντότητα.
Ωστόσο οι δυνάμεις της αγοράς παραμένουν σε λειτουργία και η ανάκαμψη των τιμών, παράλληλα με τη βελτίωση των συνθηκών ζήτησης και την άρση των χρηματοδοτικών περιορισμών, έχουν οδηγήσει τόσο σε αύξηση των οικοδομικών αδειών όσο και στην αύξηση των νέων επενδύσεων αυτών καθαυτών.
Ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της μελέτης, η κατασκευαστική δραστηριότητα έφτασε στο απόγειό της το 2005 με την έκδοση 66 χιλιάδων οικοδομικών αδειών, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε 195 χιλιάδες κατοικίες. Έκτοτε η πτώση ήταν συνεχής, με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα κατασκευαστικής δραστηριότητας την περίοδο 2012 και ύστερα, με ετήσια έκδοση αδειών που αντιστοιχεί σε 16 χιλιάδες κατοικίες κατ’ έτος.
Συνακόλουθα, μεταξύ της απογραφής 2001-2011 καταγράφεται αύξηση του αριθμού των κατοικιών κατά 917 χιλιάδες, ενώ την επόμενη δεκαετία 2012-2022 η μελέτη υπολογίζει ότι προστέθηκαν μόνο 155 χιλιάδες. Ταυτόχρονα, από την πλευρά της ζήτησης την περίοδο 2001-2011 καταγράφεται αύξηση του αριθμού των νοικοκυριών κατά 582 χιλιάδες, ενώ από το 2012 έως το 2022 υπολογίζουμε τη δημιουργία μόνο 197 χιλιάδων νοικοκυριών. Επιπρόσθετα όμως ένα νέο χαρακτηριστικό που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια είναι η αύξηση της ζήτησης κατοικιών λόγω βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Η ζήτηση αυτή, η οποία δρα προσθετικά στη ζήτηση για στέγαση στα εγχώρια νοικοκυριά, ανέρχεται πλέον σε 170 χιλιάδες κατοικίες.
Συμπερασματικά, εκτιμούν οι αναλυτές της Τράπεζας, η ανισορροπία που εντοπίζει η μελέτη δεν είναι παρά προϊόν της απόστασης ανάμεσα στις 155 χιλιάδες νέες κατοικίες που υπολογίζουμε ότι κατασκευάστηκαν τα τελευταία 10 χρόνια από τη μια και της συνολικής ζήτησης για 367 χιλιάδες νέες κατοικίες (197 χιλιάδες νέα νοικοκυριά συν 170 χιλιάδες βραχυχρόνιες μισθώσεις). Αυτό λοιπόν το έλλειμα προσφοράς έναντι ζήτησης κατά περίπου 212 χιλιάδες κατοικίες είναι που έχει δημιουργήσει μια συσσωρευτική αποτίμηση των τιμών κατοικιών 14% πέρα και πάνω από την αύξηση που δικαιολογεί το επίπεδο ανάπτυξης των εισοδημάτων. Δεδομένου δε του μεγέθους του χάσματος μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, οι ρυθμοί αησης των τιμών των κατοικιών αναμένεται να μετριασθούν αλλά όχι να περάσουν σε αρνητικό πρόσημο.
Συνέπεια όλων αυτών είναι η αγορά ακινήτων να βρίσκεται στο σημείο του οικονομικού κύκλου όπου οι δυνητικοί αγοραστές είναι ακόμα διατεθειμένοι να αποδεχθούν τις ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις των πωλητών, αλλά με εμφανή σημάδια κόπωσης προετοιμάζοντάς μας για την είσοδο στην επόμενη φάση το κύκλου όπου υψηλότερες τιμές θα συνοδεύονται από πτώση των συναλλαγών/αγοροπωλησιών.
Η πρόταση της ΠΟΜΙΔΑ
Η ΠΟΜΙΔΑ είχε προτείνει πρόσφατα πως εάν ο εκμισθωτής ή ο παραχωρών είναι φυσικό πρόσωπο να εκπίπτει ποσοστό 5% για δαπάνες επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης ή άλλες πάγιες και λειτουργικές δαπάνες του ακινήτου.
Το ποσοστό αυτό να αυξάνεται σε 100% αν το εισόδημα προέρχεται από νέα εκμίσθωση κατοικίας ελάχιστης τριετούς διάρκειας με ημερομηνία έναρξης από την 1.1.2024 έως και 31.12.2026 και για τα πρώτα τρία (3) έτη της κάθε μίσθωσης, εφόσον η κατοικία εκμισθώνεται προς φυσικά πρόσωπα για χρήση ως κύρια κατοικία τους και ήταν κενή τουλάχιστον καθ’ όλο το έτος 2023 ή διέθετε ενεργό ΑΜΑ βραχυχρόνιας μίσθωσης την 31.12.2023.
Ανακαινίζω-ενοικιάζω
Στο «οπλοστάσιο» της κυβέρνησης υπάρχουν ακόμη δύο εργαλεία ώστε να προκύψουν περισσότερα ακίνητα στην αγορά. Ο λόγος για το πρόγραμμα «Ανακαινίζω-Νοικιάζω» που αναμένεται να ανοίξει από μέρα σε μέρα και το πιο μακροπρόθεσμο σχέδιο, αυτό της κοινωνικής αντιπαροχής.
Περίπου 750.000 κατοικίες είναι σήμερα δηλωμένες ως κενές, το 15% του συνολικού αποθέματος κατοικιών της χώρας, το οποίο θα μπορούσε δυνητικά να προσφέρει σημαντική «ανάσα», εάν επέστρεφε στην αγορά.
Σε αυτή τη κατεύθυνση το πρόγραμμα «Ανακαινίζω – Νοικιάζω» το οποίο αποσκοπεί στην ένταξη κενών κατοικιών στην αγορά με την επιδότηση των ιδιοκτητών για την αναβάθμισή τους. Στο πρόγραμμα θα μπορούν να συμμετέχουν ιδιοκτήτες κατοικιών με ετήσιο εισόδημα έως 40.000 ευρώ και ακίνητη περιουσία έως 300.000 ευρώ, ενώ αποκλείονται όσοι έχουν ενταχθεί σε προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας ή ανακαίνισης για οποιοδήποτε ακίνητό τους τα τελευταία πέντε έτη.
Το ακίνητο πρέπει να έχει εμβαδόν έως 100 τ.μ. και να βρίσκεται σε αστική περιοχή, δεν πρέπει να έχει δηλωθεί ως πρώτη κατοικία, ή ως μισθωμένη αλλά να αναφέρεται ως κενή στο Ε2 των τριών τελευταίων ετών.
Οι εντασσόμενοι στο πρόγραμμα επιδοτούνται για δαπάνες επισκευής και ανακαίνισης έως 10.000 ευρώ.
2.500 κοινωνικές κατοικίες
Από το 2024 θα ξεκινήσει και το πρόγραμμα της κοινωνικής αντιπαροχής. Στόχος του προγράμματος είναι η ανέγερση 2.500 κοινωνικών κατοικιών για 5.000 ωφελούμενους νέους έως 39 ετών.
Από την καταγραφή που έχει γίνει ενόψει της εφαρμογής του προγράμματος, εντοπίστηκαν 98 κατάλληλα οικόπεδα εντός σχεδίου, συνολικής επιφάνειας 627 στρεμμάτων, εκ των οποίων το ένα τρίτο είναι στην Αττική αλλά και 10 οικόπεδα με οικοδομική άδεια επιφάνειας 75 στρεμμάτων τα οποία θεωρούνται τα πλέον ώριμα για αξιοποίηση.
Στο σχεδιασμό εντάσσονται όμως και εκτάσεις εκτός σχεδίου όπως και αδιάθετες κατοικίες, διαμερίσματα, γραφεία. Μέσα στο 2024, αναμένεται να «βγουν στην αγορά», 11 στρέμματα στη Κηφισιά, 20 στην Παιανία, 40 στη Λάρισα, 28 στρέμματα στη Ξάνθη και 74 στρέμματα στο Βόλο, όπου και θα ανεγερθούν κοινωνικές κατοικίες.