Θέλεις με έναν άλλο τρόπο – άλλοτε επιτηδευμένα, άλλοτε αφελώς- να πεις δυό-τρία πράγματα που ξέρεις για την Δημοκρατία και να τα πάρουν σοβαρά, και έρχεται ο Βορίδης με τις νομικούρες του και τα ισοπεδώνει κομψά, γιατί αυτή είναι η Δημοκρατία του: νομικά και σοβαροφάνεια.
Κι ύστερα, αυτά, σε κάνουν να λουφάζεις σαν το ζώο, αλλά δεν υπάρχει για σένα παραλλαγή ούτε λούφα.Εχεις περάσει από τα,ΚΤΕΟ.Κυκλοφορείς.Σε ξέρουν και τους ξέρεις. Κι αν έχεις πάρει τον ρόλο σου ζεστά, είναι γιατί είσαι ό,τι φαίνεσαι.
Και λοιπόν; Μιλάς-δεν μιλάς, το ίδιο τους κάνει.Τώρα μάλιστα με το διαδίκτυο, αν σου κατέβει καμιά φαεινή ατάκα, την ανεβάζουν επισήμως.
Στα ‘λεγε όμως, από τότε ο Κωστής Παπαγιώργης που σε «προμήθευε» στο Παρίσι ακριβά βιβλία από τους PUF :
«Ο δημοκρατικός βίος εξελίσσεται σε μεγάλο φροντιστήριο αδικίας. Η Δημοκρατία, επειδή γνωρίζει απ’ έξω κι ανακατωτά το κακό, είναι μανούλα στη διαίρεση. Την αδικία δεν την φορτώνει σε μια κεντρική, αυταρχική εξουσία, απεναντίας έχει την κομψότητα να μοιράζει την ευθύνη σε όλους.»
Αλλά μαζί τα φάγαμε, μαζί τα γράφουμε, δεν σου είπε ποτέ. Αυτός έγραφε από την άλλη πλευρά. Δεν τον ακολούθησες στο πεζοδρόμιο της ζωής. Ήσουν κοινωνιολόγος στα γραφεία των Πανεπιστημίων.
Ήθελες να μιλάς τη γλώσσα τους -επιχείρημα, ευρημάθεια, ελιγμοί, Φουκώ και τα ρέστα.
Στο τέλος έμεινες με τον Φουκώ στο χέρι -για άλλοθι πως είσαι διαβασμένος αλλά, όταν θέλεις, και πολύ λαϊκός. Κάποτε που σου την «έπεσαν» κάτι συμπλεγματικοί και είπες στον Παπαγιώργη να σε υποστηρίξει στην «Lifo», γέλασε και σου είπε: «Μα εσύ αγόρι μου είσαι από μόνος σου θεσμός. Δεν έχεις ανάγκη».
Αυτά σου είπε. Δεν τον άκουσες. Αργότερα, το γύρισες στην ειρωνεία -μπας και γίνεις αυτό που είσαι στην τελική. Έγινες όμως; Γιατί ποιός ήσουν για να γίνεις ό,τι νόμιζες πως είσαι;
«Όταν πεθάνω», έλεγε ο Λακάν, «θα γίνω επιτέλους άλλος.» Οπότε περίμενε λίγο ακόμη για να μην είσαι ίδιος και για μην επαναλαμβάνεσαι. Εκείνα τα » Έχω ό,τι είμαι» και τα γκράφιτι των αντιεξουσιαστών που διαβάζεις, άφησέ τα για τους τοίχους και τα Εξάρχεια.
Μίλα – αλλά μίλα – σε πρώτο ενικό.
Ο Φουκώ λοιπόν, μου έδειξε ότι αυτό που φαίνεται, είναι, υπό τον όρο να ξέρεις να το γράψεις καλλιγραφικά από κάτω.
Για παράδειγμα: Αυτό που φαίνεται στη ζωγραφισμένη πίπα του Μαγκρίτ (έργο γνωστό ως «Η προδοσία των εικόνων», άλλως ως: «Αυτό δεν είναι μία πίπα»), δεν είναι στην/ η πραγματικότητα, παρ’ ότι είναι πραγματικό από μόνο του γιατί ο καλλιτέχνης ζωγράφισε επίτηδες κάτω από την εικόνα (τονίζω: ζωγράφισε, δεν το έγραψε) το εξής καλλίγραμμα με πινέλο που εξαφανίζει τη διαφορά: «Αυτό εδώ δεν είναι μία πίπα» και έτσι τόνισε την αλήθεια της πραγματικότας, αλλά από την ανάποδη, από την άρνησή της.
Όμως, «αυτό»; Ποιό «αυτό»; Η πίπα; Το καλλίγραμμα; Ολόκληρος ο πίνακας; Και τότε τι απ’ όλα είναι ένα έργο; Η πραγματικότητα; Ή η ζωγραφισμένη επιγραφή που πράγματι δεν είναι μία πίπα;
‘Η, η πίπα στο έργο που είναι πίπα μόνο ως ζωγραφική κι όχι ως πραγματικότητα; Είναι ο πίνακας με τη ζωγραφισμένη πίπα και το καλλίγραμμα από κάτω σε σχέση με μια πίπα πραγματική και μια τυπωμένη λεζάντα, ένας γρίφος; Ένα νοητικό πρόβλημα δηλαδή, που απαιτεί σκέψη για την επίλυσή του; Ένα ζητούμενο κοινωνικό;
Έχουν να πουν κάτι όσοι κατανέμουν τον πλούτο με την ανοχή «μιας από τις ατελείς μορφές της πολιτικής συμμετοχής, που είναι η Δημοκρατία;»
Έχει να πει τίποτα το νομικό σύστημα που υποστηρίζει την ανισότητα;
Έχει να πει τίποτα η κοινωνία του ενός τρίτου (ΤΟ ΒΗΜΑ 4/1/24);
Ο Τομά Πικετί έχει να πει!
Ο Μαγκρίτ προφανώς ήθελε να μας βάλει να τα σκεφτούμε όλα αυτά μαζί, αλλιώς. Να υποδείξει ότι η αλήθεια εξαρτάται από τον τρόπο που εξετάζουμε την πραγματικότητα. Να σημειώσει πως γνώση είναι ό,τι εξαρτάται από τις αισθήσεις.
Ο Μαγκρίτ προφανώς ήθελε να μας βάλει να τα σκεφτούμε όλα αυτά μαζί, αλλιώς. Να υποδείξει ότι η αλήθεια εξαρτάται από τον τρόπο που εξετάζουμε την πραγματικότητα. Να σημειώσει πως γνώση είναι ό,τι εξαρτάται από τις αισθήσεις.
Να μας πει τι είναι Δημοκρατία με άλλα λόγια. Να τρομάξει το δεδομένο και το θεσμικό. Να μην επιτρέψει να διερωτηθούμε απλώς αν «αυτό είναι ή δεν είναι Δημοκρατία»,»είναι ή δεν είναι πίνακας», «είναι ή δεν είναι ένα τυπωμένο άρθρο του Συντάγματος που μας αναθέτει τη Δημοκρατία», κ.λ.π. Να διερωτηθούμε όμως, αν κάθε ένας από τους ισχυρισμούς μας είναι και δεν είναι αληθής, είναι και δεν είναι αντιφατικός -επειδή μόνο και μόνο το είπε ο κάθε Βορίδης πως ή είναι ή δεν είναι. Οι καταλήψεις, για παράδειγμα, μπορεί να είναι και να μην είναι παράνομες γιατί το νόμιμο μπορεί να είναι και να μην είναι νόμιμο, όταν ο νόμος καλύπτει νομιμοφανώς την παρανομία.
Και κάτι περισσότερο: να εννοήσουμε τη Δημοκρατία ως σύνθετη κατασκευή, όχι ως διάζευξη (ή το ένα/ή το άλλο) αλλά ως συμπλοκή (και το ένα/και το άλλο). Και προφανώς πως η ουσία της βρίσκεται στις αλληγορίες της.
Αυτός που εισάγει τις αλληγορίες της ανάγνωσης στην πολιτική, αναλαμβάνει το δημοκρατικότερο όλων: να μην κρύβεται πίσω από τις κυριολεξίες και τα στερεότυπα.
Το ουσιαστικό «Δημοκρατία», δεν είναι ένα καλλίγραμμα το οποίο δεν μοιάζει πάρα μόνο με τον εαυτό του και δεν θα μπορούσε να αντιστοιχεί ή να ισοδυναμεί με εκείνο για το οποίο ισχυρίζεται πως μιλά. Όχι. Το ουσιαστικό «Δημοκρατία», είναι η «Δημοκρατία» ως επίθετο στη γραμματική της ζωής, διότι «το επίθετο είναι το ‘λέγειν’ της επιθυμίας», ο τρόπος δηλαδή, να επιτεθούμε στη βλακεία.
Αυτά σκεφτόμουν όταν διάβαζα τις προάλλες, την ανακοίνωση του υφυπουργού Πολιτισμού περί ιδρύσεως Φορέα για το βιβλίο και την φιλαναγνωσία, δέκα χρόνια αφού έκλεισαν το ΕΚΕΒΙ.
Κι αυτά με έκαναν να σκεφτώ: για ποιό βιβλίο γίνεται λόγος στην ανακοίνωση; Το βιβλίο- βιβλίο ή το εμπόρευμα- βιβλίο; Ποιους αναγνώστες αφορά; Ποιους συγγραφείς; Ποιους εκδότες;
Όμως ο υφυπουργός δεν είναι ο Μαγκρίτ. Δεν ξέρει δηλαδή, τι σημαίνει αυτό το quid pro quo, το «άλλο αντί άλλου», η μη χρήση και η άγνοια του οποίου, σου επιτρέπει να γίνεις εύκολα εξ ίσου υπουργός όσο και μπακάλης.
(Επαναλαμβάνω: το «άλλο αντί άλλου» και όχι το «ίδιο αντί του άλλου» που είναι προφανώς το ψέμα).
Την επόμενη Τρίτη, θα πω πώς στην Ελλάδα γίνεσαι σιγά-σιγά και τα δύο: υπουργός και μπακάλης, παραβλέποντας την αβυσσαλέα απόσταση του πολιτικού και επιχειρηματικού μας κόσμου τόσο από τον μεγάλο Βέλγο ζωγράφο όσο και από τον ιδιοφυή Γάλλο στοχαστή και εξηγώντας για το βιβλίο αυτό που θεμάτισα ως πρωταρχικό: τι είναι η Δημοκρατία και όχι το σούπερ μάρκετ.
Παρότι, εδώ που τα λέμε, ένα εγγράματο αυτί, μού φτάνει για να δει.