Αξίζει τελικά να …σπάει ο καταναλωτής το κεφάλι του κάθε μήνα για να βρει το φθηνότερο τιμολόγιο ρεύματος. Πόσο μεγάλη είναι τελικά η διαφορά μεταξύ των προϊόντων της πολύχρωμης παλέτας τιμολογίων που προσφέρουν οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στους καταναλωτές;
H φθηνότερη διαθέσιμη επιλογή στην αγορά τον Ιανουάριο ήταν για τον καταναλωτή ένα “κίτρινο” κυμαινόμενο τιμολόγιο, το οποίο σε σύγκριση με το φθηνότερο “πράσινο” ειδικό τιμολόγιο, οδήγησε σε εξοικονόμηση 2,5 ευρώ για τον πρώτο μήνα του έτους, ενώ σε σύγκριση με το φθηνότερο σταθερό τιμολόγιο (μπλε) η εξοικονόμηση έφτανε στα 8,3 ευρώ.
Η ανάλυση
Αυτά προκύπτουν από ανάλυση της ενεργειακής συμβουλευτικής εταιρείας VaasaETT, η οποία σε συνεργασία με τις Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας της Αυστρίας (Energie-Control) και της Ουγγαρίας (MEKH), παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις των τιμών λιανικής σε όλη την Ευρώπη, σε μηνιαία βάση, μέσω του HEPI (Household Energy Price Index / Δείκτης Τιμών Ενέργειας Νοικοκυριών). Η ανάλυση της νέας αγοράς λιανικής έγινε για ένα τυπικό προφίλ κατανάλωσης οικιακών πελατών, ενώ για τους υπολογισμούς χρησιμοποιήθηκαν τα διαθέσιμα τιμολόγια που προσφέρουν οι τρεις μεγαλύτεροι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας (με βάση το μερίδιο αγοράς τους) καθώς και η μηνιαία μέση τιμή της επόμενης ημέρας ή η μηνιαία σταθμισμένη μέση τιμή αγοράς.
Από τις παρατηρήσεις που παραθέτει ο αναλυτής κ. Ιωάννης Κόρρας προκύπτουν ορισμένα αξιοσημείωτο συμπεράσματα:
– Αν και τα «κίτρινα» τιμολόγια είχαν, κατά μέσο όρο, υψηλότερη τιμή από τα «πράσινα» (ειδικά τιμολόγια) υπήρχαν ορισμένα μεμονωμένα «κίτρινα» που ήταν φθηνότερα.
– Ένας καταναλωτής θα πλήρωνε 9 ευρώ λιγότερα εάν επέλεγε τον Ιανουάριο το φθηνότερο “κίτρινο”, σε σύγκριση με την ακριβότερη κίτρινη επιλογή.
– Στα τιμολόγια σταθερής τιμής (μπλε) το φθηνότερο έφτανε σχεδόν την τιμή του πιο ακριβού «κίτρινου». Παρόλα αυτά, προσφέρουν σταθερότητα τιμών και προστατεύουν τους καταναλωτές σε περιπτώσεις απρόοπτων διαταράξεων της χονδρεμπορικής αγοράς ρεύματος.
– Τα “πράσινα” τιμολόγια εμφάνισαν τη μικρότερη διασπορά τιμών. Η διακύμανση όσον αφορά στην τιμολόγηση του ειδικού τιμολογίου ήταν ελάχιστη μεταξύ των προμηθευτών. Ενδεικτικά, η διαφορά μεταξύ του φθηνότερου και του ακριβότερου «πράσινου» που προσέφεραν οι τρεις μεγαλύτεροι προμηθευτές τον Ιανουάριο ήταν μόλις 1 ευρώ.
Η ανάλυση της VaasaETT _ δεδομένου ότι στο “πράσινο” τιμολόγιο η τελική τιμή γίνεται γνωστή την 1η ημέρα κάθε μήνα, δίνοντας τη δυνατότητα για εκ των προτέρων σύγκριση των συγκεκριμένων προϊόντων _ αποδίδει την περιορισμένη διαφοροποίηση τιμών στα ειδικά τιμολόγια στην πρόθεση των προμηθευτών να προσφέρουν την πιο ανταγωνιστική τιμή στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Προβλέψεις για όλο το 2024
Πέρα από τις συγκρίσεις, κατά τον πρώτο μήνα εφαρμογής του νέου συστήματος λειτουργίας της λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, η VaasaETT διερευνά και την ετήσια εξέλιξη των διαφορετικών τύπων τιμολογίων, χρησιμοποιώντας επιστημονικά μοντέλα πρόβλεψης τιμών χονδρικής που έχει διαμορφώσει η ίδια καθώς και τις εκτιμώμενες τιμές με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες για τις τρέχουσες προσφορές.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ενεργειακής συμβουλευτικής εταιρείας για τις τελικές τιμές ανά τύπο τιμολογίου, κατά τη διάρκεια του 2024, όπως είναι αναμενόμενο, οι καταναλωτές που επιλέγουν μπλε τιμολόγιο θα πληρώνουν σταθερή τιμή καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασής τους, κατά μέσο όρο, λίγο πάνω από 25 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα.
Όσο για τα “πράσινα” και τα “κίτρινα”, τα οποία εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη των τιμών στην χονδρεμπορική αγορά, έως τον Απρίλιο προβλέπεται μια σχεδόν παράλληλη πτώση των τιμών και για τους δύο τύπους τιμολογίων. Ωστόσο, θα ακολουθήσει μια αυξητική τάση στις τιμές, ειδικά κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, η οποία θα οδηγήσει σε αξιοσημείωτες διαφορές, με τα “κίτρινα” τιμολόγια να αναδεικνύονται και πάλι ως η πιο προσιτή επιλογή.
Παράλληλα, η ανάλυση δείχνει ότι οι καταναλωτές που επέλεξαν ένα σταθερό “μπλε” τιμολόγιο τον Ιανουάριο, και το διατηρήσουν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, θα πληρώσουν περισσότερα σε σύγκριση με τις εναλλακτικές λύσεις, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα παρουσιαστεί κάποια κρίση στην χονδρεμπορική αγορά με νέο “ράλι” των τιμών.
Όφελος 120 ευρώ
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της VaasaETT, ένας καταναλωτής που έχει επιλέξει το φθηνότερο «κίτρινο» τιμολόγιο καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, θα πληρώσει 14 ευρώ λιγότερα τον χρόνο από ότι εάν επέλεγε το φθηνότερο «πράσινο». Μάλιστα, αν η σύγκριση γίνει με την πιο ακριβή «κίτρινη» επιλογή της αγοράς, η ετήσια εξοικονόμηση υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τα 120 ευρώ ετησίως. Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Κόρρα, καταδεικνύει το ευρύ φάσμα τιμών μεταξύ των “κίτρινων” τιμολογίων και υπογραμμίζει περαιτέρω τις δυνατότητες εξοικονόμησης πόρων για τους καταναλωτές.
Σε κάθε περίπτωση, όπως σχολιάζει ο αναλυτής της VaasaETT, οι προμηθευτές μπορούν μελλοντικά να ενσωματώσουν νέες προσφορές στο χαρτοφυλάκιό τους και να τροποποιήσουν τις εκπτώσεις στα υπάρχοντα τιμολόγια ώστε να τα καταστήσουν λιγότερο ή περισσότερο ελκυστικά σε σύγκριση με τον ανταγωνισμό.
Γενικότερα πάντως, στην ανάλυση υπογραμμίζεται ότι η διεξοδική σύγκριση όλων των διαθέσιμων επιλογών στην αγορά, ειδικά αν ληφθεί υπόψη η μελλοντική τους εξέλιξη, απαιτεί τη συμπερίληψη πολλών παραγόντων, περίπλοκους υπολογισμούς. συμπεριλαμβανομένων μηχανισμών προσαρμογής των τιμών και εκτίμηση των τιμών χονδρικής, καθιστώντας δύσκολο για έναν μέσο καταναλωτή να κατανοήσει και να κάνει τελικά την καλύτερη επιλογή.