Ας ξεκινήσουμε με τα νομικά: Το Σύνταγμα κατοχυρώνει την πλήρη αυτοδιοίκηση των ΑΕΙ. Αυτό σημαίνει ότι τα Πανεπιστήμια αποφασίζουν ελεύθερα, στο πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων, για όλα τα θέματα που αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία τους. Η εποπτεία του Κράτους περιορίζεται στον έλεγχο νομιμότητας των πράξεών τους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να πάρει τη μορφή εντολών. Οι αποφάσεις, ιδίως όσον αφορά την παροχή του εκπαιδευτικού έργου, λαμβάνονται αποκλειστικά και μόνον από τα όργανα των ΑΕΙ.
Όταν όμως ληφθούν, είναι υποχρεωτικές για τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αυτό δεν αποτελεί μόνο νομική υποχρέωση, συνιστά και κανόνα ακαδημαϊκής δεοντολογίας. Ο οποιοσδήποτε έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να διαφωνεί. Όταν όμως δεν συμμορφωνόμαστε στις αποφάσεις των οργάνων που εμείς οι ίδιοι εκλέξαμε, τι θα διδάξουμε στους φοιτητές μας για δημοκρατία και κράτος δικαίου;
Υπάρχει όμως κάτι πιο σημαντικό όσον αφορά την τρέχουσα κατάσταση στα Πανεπιστήμια. Δημιουργείται η εντύπωση ενός blame game και μιας προσπάθειας μετάθεσης ευθυνών τρίτων προς στα Πανεπιστήμια. Μάλιστα, διατάχθηκε από την Εισαγγελία η κλήση σε κατάθεση των πρυτανικών και κοσμητορικών αρχών για διερεύνηση διάπραξης τυχόν αξιόποινων πράξεων! Να θυμίσουμε απλώς ότι οι πανεπιστημιακοί είναι προεχόντως παιδαγωγοί και ότι πλέον, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4957/2022, εντός των χώρων των Α.Ε.Ι. οι δημόσιες αρχές ασκούν όλες τις κατά νόμο αρμοδιότητές τους.
Μπορεί τα προβλήματα στα ΑΕΙ να είναι πολλά και σοβαρά και μπορεί γι’ αυτά να φέρουν ένα σημαντικό μερίδιο ευθύνης και οι ίδιοι οι πανεπιστημιακοί, στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση τα όργανα των ΑΕΙ έδρασαν με σύνεση και αποφασιστικότητα: Συγκλήθηκε έκτακτη Σύνοδος των Πρυτάνεων, συνεδρίασαν οι Σύγκλητοι (το κατά νόμο αρμόδιο όργανο) και οι Συνελεύσεις των Σχολών και των Τμημάτων.
Τα Πανεπιστήμια και οι Σχολές στη συντριπτική τους πλειοψηφία αποφάσισαν ως λύση ανάγκης, προκειμένου να μη χαθεί το εξάμηνο, την εξ αποστάσεως εξέταση των μαθημάτων με τη χρήση των νέων τεχνολογιών και οργάνωσαν ομάδες υποστήριξης των εξετάσεων. Δεν χρειάζεται να τονισθεί ότι πρόκειται για πολύ δύσκολες και μαζικές εξετάσεις σε τεταμένο κλίμα που πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις πολλαπλές ιδιαιτερότητες (άλλες οι εξετάσεις των θεωρητικών και άλλες των εργαστηριακών μαθημάτων, άλλες οι εξετάσεις λ.χ. στη Φιλοσοφική και άλλες στο Πολυτεχνείο). Που έγκειται επομένως η ευθύνη των Πανεπιστημίων στη συγκεκριμένη περίπτωση;
Όσο σημαντικό είναι λοιπόν να αναλαμβάνει κάποιος τις ευθύνες του, άλλο τόσο σημαντικό είναι να μην τις μεταθέτει σε άλλους. Γιατί σίγουρα δεν ευθύνεται το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο και όσοι το υπηρετούν που τη δεκαετία του 2010 το διδακτικό προσωπικό του μειώθηκε κατά 30-40%. Δεν ευθύνεται το Πανεπιστήμιο που πολλές μεγάλες Σχολές καλούνται να διενεργήσουν τηλεξετάσεις χωρίς έναν Πληροφορικό! Δεν φταίνε τα Πανεπιστήμια που, παρά τις αντίθετες εισηγήσεις τους, διαχρονικά οι πολιτικές ηγεσίες καθορίζουν πολύ μεγαλύτερο αριθμό εισακτέων.
Ας αφήσουμε λοιπόν τις εντυπώσεις και τη μετάθεση ευθυνών και ας δούμε την κρίση αυτή ως μια ευκαιρία για την επίλυση των πραγματικών προβλημάτων των Πανεπιστημίων.
Ο κ. Σπύρος Βλαχόπουλος είναι Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ