«Η επιστροφή της Αμερικής ξεκινά αυτή τη στιγμή» αντήχησε στη μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων στο Μαρ-α-Λάγκο, με τους περίπου 1.000 προσκεκλημένους στις 15 Νοεμβρίου του 2023. Με αυτή τη φράση, ο 77χρονος πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ, ανακοίνωσε από το πολυτελές θέρετρό του επίσημα την τρίτη συνεχόμενη εκστρατεία του για την προεδρία των ΗΠΑ, μετά τα απογοητευτικά αποτελέσματα για τους Ρεπουμπλικάνους στις ενδιάμεσες εκλογές.
Παρά τις επανειλημμένες κατηγορίες που αφορούν τη βίαιη και μισαλλόδοξη ρητορική του, τις φαλλοκρατικές του εξάρσεις, και τις δεκάδες κατηγορίες για διαφθορά και φοροδιαφυγή, ο τραμπισμός φαίνεται να έχει αποκτήσει ρίζες στην αμερικανική κοινωνία.
Πορευμένος με το γνωστό προεκλογικό MAGA (Make America Great Again) σύνθημα στις πολιτικές εκστρατείες και έχοντας ως μουσική υπόκρουση τη φωνή του Morrissey και των Smiths, που όπως χαρακτηριστικά αναφέρει δημοσίευμα του Guardian, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως παρωδία, o Ντόναλντ Τράμπ είναι το απόλυτο φαβορί για να πάρει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών.
Αυτό καταγράφηκε εξάλλου μετά από τη νίκη του στην χιονισμένη Αϊόβα στις 15 Ιανουαρίου που είχε ως αποτέλεσμα και την απόσυρση του Ρον ΝτεΣάντις από την κούρσα των Ρεπουμπλικάνων στις 21 Ιανουαρίου. Ενδεικτικό είναι ότι σύμφωνα με την Edison Research ο πρώην πρόεδρος Τραμπ εξασφάλισε το 51%, ο Ρον ΝτεΣάντις το 21,3% και η Νίκι Χέιλι λίγο πάνω από το 19%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη διαφορά που έχει καταγραφεί ποτέ σε προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικάνων.
Παρά το μπαράζ νομικών διώξεων που αντιμετωπίζει ο πρώην πρόεδρος Τραμπ, οι οποίες συνεχίζουν να προσελκύουν τη διεθνή προσοχή στο πρόσωπό του, δεν φαίνεται να κάμπτεται η παράδοξη πορεία του. Ούτε η πρόσφατη καταδίκη του για συκοφαντική δυσφήμιση, ξυλοδαρμό και σεξουαλική επίθεση κατά της αρθρογράφου Ε. Τζιν Κάρολ, όπου καλείται να καταβάλει αποζημίωση συνολικού ύψους 83,3 εκατομμυρίων δολαρίων, φαίνεται να επιδρά στη δημοφιλία του στους Ρεπουμπλικανούς.
Ο νέος θρίαμβος του στην πολιτεία Νιού Χαμσάιρ επί της πρώην πρεσβευτή στον ΟΗΕ, Νίκι Χέιλι, επικυρώνει ότι το αφήγημα του Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζει να έχει φανατικούς υποστηρικτές εντός του κόμματος, προμηνύοντας μια εύκολη προεκλογική κούρσα για τον ίδιο.
Τραμπ και Ευρώπη 2.0
Οι διαδοχικές νίκες του Τράμπ στις προκριματικές εκλογές φαίνεται να έχουν προκαλέσει έντονη ανησυχία στην Ευρώπη, εγείροντας τα πρώτα σημάδια προβληματισμού για τις μελλοντικές εξελίξεις, που εν τέλει θα κριθούν στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ στις 5 Νοεμβρίου 2024.
Η καθόλου απίθανη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ για μία ακόμη θητεία, φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από σημαντικά ερωτήματα σχετικά με το μέλλον των διατλαντικών σχέσεων, την εξωτερική πολιτική και την ασφάλεια στην Ευρώπη, καθώς και τη στάση των κρατών-μελών της ΕΕ που τείνουν να ακολουθούν διαφορετική γραμμή από την κεντρική ευρωπαϊκή πολιτική, όπως η Ουγγαρία.
Και όλα αυτά σε μια περίοδο που ο πόλεμος μαίνεται στη Γηραιά Ήπειρο και οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή προκαλούν ακόμα μεγαλύτερη αστάθεια και αβεβαιότητα για το μέλλον.
Μάλιστα η ανησυχία της ΕΕ για την επανεκλογή Τραμπ δεν μένει κρυφή. Σε πρόσφατη μελέτη που δημοσίευσε η δεξαμενή σκέψης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), ο πρώην πρωθυπουργός της Σουηδίας Καρλ Μπιλντ έγραψε: «Οι ΗΠΑ θα εγκαταλείψουν την πολιτική για το κλίμα και θα επεκτείνουν τις επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα. Οι εμπορικοί πόλεμοι θα σκληρύνουν. Το ΝΑΤΟ θα ήταν -στην καλύτερη περίπτωση- αδρανές ενώ θα υπάρξουν “άνετες” συναντήσεις με τα φιλαράκια Πούτιν και Όρμπαν».
Θα μείνει μόνη της η Ευρώπη απέναντι στον Πούτιν;
Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, ο Τραμπ είχε κατηγορηθεί για το πολιτικό του φλερτ προς τον Πούτιν και τη Ρωσία, προκαλώντας ανησυχίες για το κατά πόσο οι ΗΠΑ θα στήριζαν αποφασιστικά την Ουκρανία σε περίπτωση επιθετικών κινήσεων από τη Ρωσία.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του τον Μάρτιο του 2023, ο Ντόναλτ Τραμπ δήλωσε ότι αν επανεκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ, θα τελειώσει τον πόλεμο στην Ουκρανία εντός 24 ωρών. Μια υπόσχεση που έχει προκαλέσει ανησυχία στους Ουκρανούς αλλά και στους Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι φοβούνται ότι το απλοϊκό σχέδιο του Τραμπ θα περιλάμβανε την προσπάθεια των ΗΠΑ να παραχωρήσουν ουκρανική γη στη Ρωσία.
Η Κριστίν Λαγκάρντ, επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σχολίασε την πιθανή επιστροφή του Τραμπ, περιγράφοντάς την ως «μια ξεκάθαρη απειλή για την Ευρώπη». Στο ίδιο κλίμα ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν προειδοποίησε σε συνέντευξη Τύπου στο Παρίσι ότι η προοπτική μιας δεύτερης θητείας Τραμπ σημαίνει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με την άμυνά της.
Η εξωτερική πολιτική του Τραμπ και οι προσεγγίσεις του σε διεθνή ζητήματα με την τακτική «Η Αμερική πρώτα» είχαν συχνά διαφοροποιηθεί από τις προτιμήσεις και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παραδείγματα περιλαμβάνουν την απόσυρση από τη συμφωνία για το κλίμα του Παρισιού (2017), την κριτική στο ΝΑΤΟ και την προτίμηση σε διμερείς συμφωνίες έναντι πολυμερών.
Η Ευρώπη και η «ρωσική αρκούδα»
Η αναβάθμιση της ευρωπαϊκής αμυντικής ετοιμότητας, με φόντο μια πιθανή επίθεση της Ρωσίας, αποτελεί μια πρόκληση για την Ευρώπη που απαιτεί σημαντικούς οικονομικούς πόρους, περισσότερα στρατεύματα στην ανατολική Ευρώπη, βελτιωμένο συντονισμό μεταξύ των κρατών-μελών και τη στήριξη της κοινής γνώμης.
Επιπρόσθετα, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να εξετάσει την ενδυνάμωση του ρόλου των Βρυξελλών στην άμυνα, περιλαμβανομένης της προοπτικής του κοινού δανεισμού για την αμυντική ενίσχυση, μια πρόταση που υποστηρίζεται από τη Γαλλία. Για άλλη μια φορά τίθεται στο τραπέζι και το ζήτημα των πυρηνικών. Η Ευρώπη βρίσκεται ενώπιον σημαντικών προκλήσεων, καθώς δεν διαθέτει την ίδια πυρηνική ισχύ με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενώ η Γαλλία και η Βρετανία κατέχουν πυρηνικά όπλα, ο αριθμός και οι συνθήκες υπό τις οποίες μπορούν να τα διαθέσουν στους συμμάχους τους παραμένουν ανοιχτά ερωτήματα. Το Ηνωμένο Βασίλειο διαθέτει περίπου 200 πυρηνικές κεφαλές που συνεισφέρει στην άμυνα του ΝΑΤΟ, ενώ η Γαλλία έχει περίπου 300, αφιερωμένες κυρίως στην εθνική άμυνα όπως αναφέρει σε έρευνα του το Politico.
Άλλωστε, όπως ήδη έχει δείξει η ιστορία, οι διαφορετικές πολιτικές Τραμπ και ΕΕ εκφράζονται σε πεδία που μπορούν να δυναμιτίσουν τις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Πρόσφατα ο Τραμπ δήλωσε «Κοιτάξτε, το ΝΑΤΟ εκμεταλλεύτηκε τη χώρα μας», «Οι ευρωπαϊκές χώρες το εκμεταλλεύτηκαν». Ερωτηθείς για τη δέσμευσή του να υπερασπιστεί τα έθνη του ΝΑΤΟ ενώ ήταν στην εξουσία, ο πρώην «πλανητάρχης» είχε απαντήσει: «Εξαρτάται αν μας συμπεριφέρονται σωστά».
Εάν ο μελλοντικός πρόεδρος των ΗΠΑ συνεχίζει να πιστεύει ότι το ΝΑΤΟ «είναι ξεπερασμένο», τη στιγμή που η Συμμαχία βιώνει τη μεγαλύτερη συσπείρωση εδώ και δεκαετίες εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, οι εξελίξεις μπορεί να γίνουν εύκολα ανεξέλεγκτες. Σε αυτό το πλαίσιο, οι Ρεπουμπλικάνοι υποστηρικτές του στο Κογκρέσο μπλοκάρουν τα 61 δισεκατομμύρια δολάρια σε στρατιωτική βοήθεια για το Κίεβο και ζητούν σε αντάλλαγμα για τη στήριξή τους αυστηρότερα μέτρα για την ανάσχεση της παράτυπης μετανάστευσης μέσω των νότιων συνόρων της χώρας.
Η επανεκλογή του Τραμπ θα μπορούσε να σημαίνει μια συνέχεια αυτής της τάσης, οδηγώντας σε περαιτέρω εντάσεις και αποκλίσεις μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ σε κρίσιμα ζητήματα διεθνούς πολιτικής και ασφάλειας. Και φυσικά δεν πρέπει να υποτιμά κανείς το τι θα σημαίνει πολιτικά για την Ευρώπη η νίκη του Τραμπ στις εκλογές. Η άνοδος της ακροδεξιάς σε μια σειρά χώρες της ΕΕ είναι ήδη ανησυχητική. Μία νέα νίκη του Τραμπ θα δυναμώσει το στρατόπεδο των φιλοτραμπικών και ακροδεξιών φωνών στη Γηραιά Ήπειρο.
Η Ουγγαρία του Όρμπαν ήδη έχει δημιουργήσει πονοκέφαλο στην ΕΕ με τη φιλορωσική της στάση και την αντιμεταναστευτική της πολιτική. Τέτοιες τάσεις είναι αναμενόμενο να ενισχυθούν και να εξαπλωθούν εάν ο Τραμπ βρεθεί ξανά στο Λευκό Οίκο, προκαλώντας περαιτέρω διχασμό εντός της ΕΕ, κλονίζοντας την εσωτερική συνοχή της και δοκιμάζοντας την ασφάλειά της, σε ένα περιβάλλον που γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκο και αβέβαιο.