Συχνά συνδέουμε τον χωρικό σχεδιασμό με την οικονομική ανάπτυξη, με τις αναπτυξιακές δυνατότητες γενικότερα μιας περιοχής και ξεχνάμε ότι ο χωρικός σχεδιασμός αποτελεί και σημαντικό συστατικό του πολιτισμού μιας περιοχής.
Αναγνωρίζουμε δηλαδή τη σημασία του χωρικού σχεδιασμού και του πολιτισμού ξεχωριστά. Ωστόσο, υπάρχει μια στενή σχέση μεταξύ αυτών των δύο εννοιών, έχοντας αλληλεπίδραση. Σύμφωνα με τον Kunzmann, ο πολιτισμός αναδεικνύεται ως το κύριο στοιχείο θετικής διαφοροποίησης μεταξύ περιοχών ενώ ο χωρικός σχεδιασμός αποτελεί το θεμελιώδες εργαλείο για τον σχεδιασμό σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, ρυθμιστικός παράγοντας των ανταγωνιστικών πιέσεων, καθώς και προστάτης της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς που διαμορφώθηκε από τον άνθρωπο με την πάροδο του χρόνου.
Οι αμοιβαίες και πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ χωρικού σχεδιασμού και πολιτισμού είναι εμφανείς. Οι πολιτισμοί αντιπροσωπεύουν γεωγραφικές περιοχές, και ανεξάρτητα από το μέγεθος ή τη σπουδαιότητά τους, εντοπίζονται στον χάρτη. Η σημαντικότητά τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χώρου στον οποίο ανήκουν. Ωστόσο αυτός ο γεωγραφικός χώρος, με τη βοήθεια του χωρικού σχεδιασμού, έχει διαμορφωθεί από τον άνθρωπο με το πέρασμα των αιώνων και είναι σαν την θεατρική σκηνή που εξελίσσεται το έργο της ανθρώπινης ζωής. Ο χώρος αυτός παραμένει συχνά σχεδόν αναλλοίωτος ακόμα και μετά το πέρασμα του ανθρώπου.
Κάθε πολιτισμός, συνεπώς, είναι στενά συνδεδεμένος με έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο. Αυτό σημαίνει ότι κάθε πολιτισμός έχει τη δική του ξεχωριστή γεωγραφία ή ακόμα και ότι κάθε γεωγραφικός χώρος διαμορφώνει τον δικό του πολιτισμό. Υπό αυτή την οπτική γωνία, διαμορφώνεται μια ποικίλη εικόνα του κόσμου, με την ετερογένεια να χαρακτηρίζει τον πολιτισμικό πλούτο του.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο χρόνος αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς όπως επισημαίνει ο Braudel, το παρελθόν διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο παρόν. Συχνά, ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του με έναν αυθόρμητο τρόπο, σαν να είχε διάρκεια όσο και η δική του εξαιρετικά σύντομη ζωή.
Υπάρχουν, λοιπόν, πραγματικότητες μακροβιότερες από την ανθρώπινη ζωή, όπου σπάνια δίνεται η ευκαιρία να παρατηρήσουμε ριζικές μεταβολές εντός των ορίων της ανθρώπινης ύπαρξης. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο γεωγραφικός χώρος, στον οποίο ο άνθρωπος ζει και αναπτύσσει τον πολιτισμό του, διαμορφώνοντας αυτόν τον χώρο με βάση τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Όπως αναφέρει και ο Lefebvre ο χώρος είναι πολιτικός, δεν είναι ομοιογενής, είναι προϊόν της ιστορίας, τόπος συνάντησης του υλικού και του χωροχρονικού σχεδιασμού. Συνδέει το νοητικό και το πολιτιστικό, το κοινωνικό και το ιστορικό.
Κάθε γεωγραφικός χώρος αντιμετωπίζει μοναδικές προκλήσεις, και ο άνθρωπος παρεμβαίνει για να ανταποκριθεί σε αυτές, προσδοκώντας συγχρόνως λύσεις που αντανακλούν τις πεποιθήσεις του. Για να κατανοήσουμε πλήρως τον κόσμο, λέει ο Braudel, πρέπει να τον αντιληφθούμε μέσα από το πρίσμα των μεγάλων πολιτισμών, οι οποίοι υπερβαίνουν την ανθρώπινη διάρκεια ζωής. Και έχει δίκιο γιατί αυτοί οι πολιτισμοί ζουν μέσα σε κάθε άνθρωπο, ανακαλύπτοντας έτσι το βάθος της ανθρώπινης ύπαρξης και της ποικιλομορφίας του κόσμου.
Η εξάπλωση όμως, κοινών πολιτισμικών αγαθών από τη Δύση σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως μέσω της τεχνολογίας και ιδιαίτερα μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, έχει πράγματι φτάσει σε τεράστιες διαστάσεις. Αυτό μπορεί να συνεπάγεται τον κίνδυνο απώλειας της ετερογένειας των περιοχών, των πολιτισμών και την επιβολή μιας ομοιογενούς προσέγγισης παντού. Όπως επισημαίνει ο Ραϊμόν Αρόν, βρισκόμαστε σε μια νέα φάση όπου ανακαλύπτουμε τη σχετικότητα της έννοιας του πολιτισμού και την αναγκαστική υπέρβαση αυτής της έννοιας. Έτσι, προκύπτει η ερώτηση εάν η περίοδος των πολιτισμών φτάνει στο τέλος της. Είναι δυνατόν να έχουμε έναν μοναδικό πολιτισμό που επικρατεί σε ολόκληρο τον κόσμο;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα σύμφωνα με τον ίδιο, είναι πολυποίκιλη και εξαρτάται από το πώς εξελίσσονται οι διαδικασίες πολιτισμικής ανταλλαγής και αλληλεπίδρασης. Ενδέχεται να προκύψει μια ενιαία κουλτούρα, αλλά επίσης είναι πιθανό να συνεχίσουν να υπάρχουν πολλαπλοί πολιτισμοί που συνυπάρχουν και αναπτύσσονται με ετερογενή τρόπο. Οι προσπάθειες διατήρησης της πολιτισμικής ποικιλομορφίας και σεβασμού προς τις ξεχωριστές ταυτότητες είναι σημαντικές για τη διατήρηση της ετερογένειας στον κόσμο.
Ο χωρικός σχεδιασμός λειτουργεί ως καθρέπτης των αξιών και του πολιτισμού του ανθρώπου, ενώ ο πολιτισμός επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αλληλοεπιδρούν με τον χώρο και οργανώνουν τη ζωή τους. Μέσα από τον χωρικό σχεδιασμό διατηρείται η ιστορία, η ταυτότητα και η πολιτισμική παράδοσης των λαών. Η συνεχής αλληλεπίδραση και συνεργασία μεταξύ χωρικού σχεδιασμού και πολιτισμού αποτελούν ουσιαστικό στοιχείο για τη δημιουργία περιοχών που χαρακτηρίζονται από βιωσιμότητα, λειτουργικότητα, πολιτιστικό πλούτο και ετερογένεια.
Επομένως, ο χωρικός σχεδιασμός αναλαμβάνει έναν καταλυτικό ρόλο στην προώθηση της ποικιλομορφίας μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και γεωγραφικών περιοχών. Κεντρικό πλεονέκτημα του χωρικού σχεδιασμού παραμένει η βασική αρχή του, η οποία περιλαμβάνει στρατηγικές και δράσεις που αναγνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες του κάθε χώρου. Αυτό σημαίνει ότι κάθε περιοχή διαθέτει ξεχωριστά χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν τη δομή και τη δυναμική των φυσικών και ανθρώπινων οικοσυστημάτων της. Επομένως, οι προκλήσεις, οι ευκαιρίες και οι προοπτικές ανάπτυξης πρέπει να αντιμετωπίζονται με βάση αυτήν τη δυναμική σχέση. Για να υπάρξει όμως δημιουργική προοπτική αλλά και παραγωγή πολιτισμού χρειάζεται επίσης αυτό που ο Lewis Mumford αποκάλεσε ουτοπία της ανασυγκρότησης, ένα όραμα δηλαδή ενός ανασυγκροτημένου περιβάλλοντος το οποίο είναι προσαρμοσμένο στην φύση και στις επιδιώξεις των ανθρώπων. Γιατί όπως συμπεραίνει ο Anatol France, η ουτοπία είναι η βασική αρχή κάθε προόδου και η απόπειρα για ένα καλύτερο μέλλον. Δίχως τους ουτοπικούς των άλλων εποχών, οι άνθρωποι θα εξακολουθούσαν να ζουν άθλιοι γυμνοί σε σπήλα
Αυτό φανερώνει την επιτακτική ανάγκη να ασχοληθεί ο χωρικός σχεδιασμός με τον πολιτισμό, όχι μόνο υπό το πρίσμα της προστασίας ή της τουριστικής ανάπτυξης. Ο χωρικός σχεδιασμός θα πρέπει να εξελιχθεί, να επαναπροσδιορίσει το στρατηγικό του όραμα και να ενισχύσει την διάσταση του πολιτισμού ώστε να είναι σε άμεση επαφή με τις κοινωνικές αλλαγές, με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής αλλά και με τις προσδοκίες των πολιτών. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να επανεξετασθούν οι μηχανισμοί χωρικού σχεδιασμού και να εστιάσουν με πιο ολοκληρωμένο τρόπο στην ανάδειξη του πολιτισμού της κάθε περιοχής, ώστε να καταφέρουμε τελικά, όπως είχε αναφέρει ο Αντρέ Μαλρώ να παραδώσουμε το παρελθόν ακέραιο στο μέλλον.
Ο Ανέστης Γουργιώτης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Χωρικού Σχεδιασμού, στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας-Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, του Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας