Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για τα αποτελέσματα που υπήρξαν και τον λευκό καπνό που βγήκε σε πολλά ζητήματα.
Φυσικά, τις δηλώσεις του μονοπώλησαν οι αντιδράσεις των αγροτών τόσο εντός συνόρων όσο και στην Ευρώπη γενικότερα, ενώ αναφορά έγινε στην στάση του Βίκτορ Ορμπάν, τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τις καταλήψεις στα Πανεπιστήμια.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του πρωθυπουργού μετά το τέλος της Συνόδου
Για το που εστίασαν οι ελληνικές θέσεις επεσήμανε: «Καταρχάς επιτρέψτε μου να εκφράσω την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι σχετικά σύντομα καταφέραμε και οι 27 χώρες να συμφωνήσουμε στην αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και στην παροχή μιας προβλέψιμης και σημαντικής οικονομικής βοήθειας για την Ουκρανία.
Θέλω να θυμίσω ότι από το προηγούμενο ευρωπαϊκό συμβούλιο είχαμε συμφωνήσει στο βασικό πλαίσιο της αναθεώρησης και είχαν ληφθεί υπόψη όλες οι ελληνικές θέσεις οι οποίες αποτυπώθηκαν στα οριστικά συμπεράσματα τα οποία συμφωνήθηκαν σήμερα.
Αναφέρομαι στην αύξηση κατά 2 δις ευρώ, συνολικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, του φακέλου για τη χρηματοδότηση της μετανάστευσης κάτι το οποίο μας αφορά ιδιαίτερα καθώς η Ελλάδα είναι από τους σημαντικότερους αποδέκτες ευρωπαϊκών πόρων από τα ταμεία της μετανάστευσης.
Την αύξηση κατά 1,5 δις ευρώ του χρηματοδοτικού εργαλείου για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, αλλά και μια σειρά από σημαντικές ευελιξίες που αφορούν τα ταμεία συνοχής, το ΕΣΠΑ, τα οποία μας επιτρέπουν να έχουμε ένα σημαντικό δημοσιονομικό όφελος. Ναι, παρότι μας πήρε μια σύνοδο παραπάνω από αυτό που είχαμε προγραμματίσει, το γεγονός ότι και οι 27 χώρες κατάφερνα και συμφώνησαν και σχετικά γρήγορα είναι μια θετική εξέλιξη για την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Για τις αντιδράσεις των αγροτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο: «Ναι, με πρωτοβουλία κάποιων χωρών συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδος, το θέμα συζητήθηκε έστω και ακροθιγώς στο ευρωπαϊκό συμβούλιο και αυτό αποτυπώνεται και στα συμπεράσματά του συμβουλίου.
Προφανώς είναι ένα σύνθετο ζήτημα, το οποίο, όπως βλέπετε, αφορά πολλές ευρωπαϊκές χώρες και όχι μόνο την Ελλάδα. Και θέλω να τονίσω ότι οι ανησυχίες τις οποίες ακούμε πολύ συχνά και στην πατρίδα μας για την αύξηση του κόστους παραγωγής, για το γεγονός ότι οι τιμές μπορεί να συμπιέζονται από τον ευρωπαϊκό ή τον παγκόσμιο ανταγωνισμό είναι προβληματισμοί που θα έλεγα βρίσκουν ανταπόκριση σε αγρότες σ’ ολόκληρη την ευρωπαΐκή ένωση, άρα το ζήτημα δεν είναι μόνο ελληνικό.
Θέλω καταρχάς να χαιρετίσω τις πρωτοβουλίες της ευρωπαΐκής επιτροπής, για τις οποίες θέλω να τονίσω ότι η Ελλάδα αγωνίστηκε παρασκηνιακά για να υπάρξουν τροποποιήσεις το 2024 σχετικά με όσα ξέρουμε για το καθεστώς αγρανάπαυσης το οποίο είχε επιβληθεί από την κοινή αγροτική πολιτική ήδη από το 2020.
Αυτό τι σημαίνει στην πράξη; Ότι πάνω από 1 εκατομμύριο στρέμματα απελευθερώνονται για Έλληνες αγρότες για συγκεκριμένες καλλιέργειες, αυτό σημαίνει πρόσθετο εισόδημα, αλλά φυσικά και συνδεδεμένες ενισχύσεις για τα στρέμματα αυτά τα οποία θα καλλιεργηθούν.
Επίσης θέλω να χαιρετίσω το γεγονός ότι ξεκινάει σε επίπεδο ευρωπαϊκής επιτροπής ένας βαθύς και στρατηγικός διάλογος για δομικά ζητήματα, τα οποία έχουν να κάνουν με τον τρόπο με τον οποίο είναι οργανωμένη η κοινή αγροτική πολιτική και για τους σημαντικούς περιορισμούς που αυτή επιβάλλει στην προσπάθεια την οποία κάνουμε για την πράσινη μετάβαση.
Πιστεύω ότι είναι μια ευκαιρία ενδεχομένως να εντοπίσουμε ατέλειες και να διορθώσουμε κάποιες απορίες που έχουμε χαράξει, λαμβάνοντας υπόψη και την πραγματικότητα όπως αυτή αποτυπώνεται πια σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από κει και πέρα θα έχω την ευκαιρία αύριο να μιλήσω στη Βουλή απαντώντας σε ερώτηση του προέδρου της Νέας Αριστεράς για το τι συμβαίνει στην Θεσσαλία και να αναπτύξω πιο αναλυτικά κάποιες σκέψεις μας για το πως σκοπεύουμε να ενισχύσουμε περαιτέρω τον πρωτογενή τομέα αλλά κάντε λίγο υπομονή, θα τα πούμε αυτά με περισσότερη άνεση αύριο στην Βουλή».
Για το εάν θα επανέλθει το θέμα των αγροτών: «Να αποσαφηνίσουμε ότι το 1/3 του προϋπολογισμού της ευρωπαϊκής ένωσης πηγαίνει για την κοινή αγροτική πολιτική. Αν δεν υπήρχε η κοινή αγροτική πολιτική δε νομίζω ότι θα υπήρχε σήμερα αγροτικός τομέας στην ευρωπαΐκή ένωση έτσι όπως τον ξέρουμε.
Αρα δίνουμε, δαπανούμε, πολλά χρήματα για την κοινή αγροτική πολιτική. Όμως υπάρχουνε προβλήματα, προβλήματα τα οποία έχουν να κάνουν και με το πως οι ευρωπαίοι αγρότες και κατ’ επέκταση και οι Έλληνες αγρότες είναι εκτεθειμένοι στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, τα οποία πρέπει να συζητηθούν.
Παραδείγματος χάριν η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου. Ζητάμε από τους ευρωπαίους παραγωγούς να προσαρμοστούν σε αυστηρές προδιαγραφές, κάτι το οποίο φυσικά αυξάνει το κόστος παραγωγής. Δεν πρέπει όμως να ζητάμε και από τις χώρες οι οποίες εισάγουν στην ευρωπαΐκή ένωση στα πλαίσια μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου να έχουν τους ίδιους και αυτοί περιορισμούς ώστε να μην έχουν ένα φυσικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα προς τα κοστολόγια τους;
Ένα παράδειγμα μόνο από τα θέματα τα οποία έρχονται και πάλι στην επιφάνεια. Θέλω να τονίσω όμως ότι τα θέματα του πρωτογενούς τομέα είναι μεν ευρωπαϊκά κάποια όμως είναι θέματα που έχουν και εθνικό ή και περιφερειακό χαρακτήρα.
Αύριο θα συζητήσουμε παραδείγματος χάρη για την Θεσσαλία, για το τι έχουμε κάνει, για το τι μπορούμε να κάνουμε περισσότερο για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών. Και αυτό έχει μια ευρωπαΐκή διάσταση.
Αν δεν είχαμε καταφέρει να διαπραγματευτούμε πχ την χρήση πόρων από το ταμείο ανάκαμψης, αλλά και από το παλιό ΕΣΠΑ, δεν θα μπορούσαμε να είχαμε την ίδια δύναμη πυρός για να στηρίξουμε σήμερα την ανακατασκευή των υποδομών στην Θεσσαλία.
Θα τα κουβεντιάσουμε όμως όλα αυτά αύριο. Θέλω να το ξαναπώ για μία ακόμη μια φορά ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει αποδείξει ότι βρίσκεται έμπρακτα κοντά στους αγρότες, στους κτηνοτρόφους και στους αλλιείς με μία σειρά από πολιτικές τις οποίες έχουμε εφαρμόσει.
Το ίδιο κάνουμε και τώρα στα πλαίσια των δημοσιονομικών περιορισμών που προφανώς υπάρχουν και πιστεύω, όταν ξεδιπλώσουμε πλήρως τις πρωτοβουλίες μας, θα αντιληφθούν και οι αγρότες μας και κτηνοτρόφοι μας ότι κάνουμε πραγματικά το καλύτερο δυνατό για να αντιμετωπίσουμε μία αντικειμενικά δύσκολη κατάσταση».
Για την στάση του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν και το πλαίσιο λήψης των αποφάσεων είπε: «Καταρχάς υπάρχει ήδη ένα πλαίσιο πολύ συγκεκριμένο για λήψη αποφάσεων με ενισχυμένη πλειοψηφία, το γνωρίζετε αυτό. Όχι σε επίπεδο ευρωπαϊκού συμβουλίου, αλλά σε επίπεδο συμβουλίων.
Νομίζω ότι αυτή η συζήτηση ξεκινάει, μεν, τώρα, αλλά έχει πολύ δρόμο να διανύσει διότι θέλω να θυμίσω ότι για την αλλαγή του καθεστώτος ενισχυμένης πλειοψηφίας απαιτείται καταρχάς ομοφωνία στο ίδιο το ευρωπαϊκό συμβούλιο, κάτι το οποίο δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή πολύ πιθανό.
Τώρα για την στάση του κυρίου Όρμπαν θα πω μόνο ότι είδατε τελικά ότι μπορέσαμε να βρούμε μία συμφωνία, έστω κι αν χρειάστηκε να εξηγήσουμε ότι είμαστε διατεθειμένοι να προχωρήσουμε και οι 26 χωρίς κατ΄ ανάγκη τη σύμφωνη γνώμη του 27ου, άρα είναι πάντα προτιμότερο να προχωράμε και οι 27, πράγμα το οποίο τελικά, όπως σας είπα, έστω κι αν χρειαστεί λίγο παραπάνω χρόνος καταφέραμε να το πετύχουμε».
Για την κοινή αγροτική πολιτική ανέφερε: «Για την κοινή αγροτική πολιτική να πούμε ότι αυτή έχει συμφωνηθεί ουσιαστικά από το 2020 σε μια εποχή που είχε προηγηθεί της πανδημίας, των μεγάλων γεωπολιτικών εξελίξεων απότοκο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Πιστεύω, νομίζω, ότι έχει έρθει η ώρα, χωρίς να θέτουμε σε αμφισβήτηση τον πυρήνα αυτής της πράσινης μετάβασης, να ξανασυζητήσουμε ενδεχομένως κάποιες προσαρμογές, οι οποίες να λάβουν υπόψη νέες πραγματικότητες, τις οποίες δεν μπορούμε πολύ απλά να αγνοήσουμε. Και θέλω να τονίσω ότι πολλές από τις ενστάσεις των αγροτών μου φαίνονται κατανοητές και σε ένα βαθμό δικαιολογημένες.
Θεωρώ λοιπόν το ζήτημα αυτό θα επανέλθει στην ατζέντα των συζητήσεων, δε νομίζω ότι είναι απλά μία φωτοβολίδα η οποία θα σβήσει τόσο γρήγορα και νομίζω θα μας απασχολήσει και πάλι και σε επίπεδο ευρωπαϊκού συμβουλίου».
Για το Μεσανατολικό ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε: «Τώρα, κοιτάξτε, εγώ δεν μάσησα τα λόγια μου στο ευρωπαϊκό συμβούλιο, δεν περιποιεί τιμή στην ευρωπαΐκή ένωση το γεγονός ότι δεν μπορέσαμε να καταλήξουμε για ακόμα μία φορά στα συμπεράσματα για την μέση Ανατολή. Και αυτό είναι κάτι το οποίο αδυνατίζει το ρόλο της ευρωπαϊκής ένωσης συνολικά σε μία εποχή όπου πολλοί άλλοι παίκτες φιλοδοξούν να παίξουν κάποιο ρόλο σε μια νέα ειρηνευτική προσπάθεια.
Δυστυχώς έχουμε αποκλίνουσες απόψεις μεταξύ των κρατών μελών όμως και με δική μου επιμονή πιστεύω ότι θα επανέλθουμε στο ζήτημα αυτό και στο επόμενο ευρωπαϊκό συμβούλιο θέλω να πιστεύω ότι θα έχουμε συμπεράσματα τα οποία θα προχωρούν πέρα από αυτά τα οποία είπαμε τον Οκτώβριο. Είχαμε συμπεράσματα τον Οκτώβριο, αλλά τώρα είμαστε αρχές Φεβρουαρίου και πολλά πράγματα άλλαξαν και προφανώς πρέπει κι εμείς να μπορούμε να προσαρμόσουμε την θέση μας και να παίζουμε ως ευρωπαΐκή ένωση ένα πιο ενεργό ρόλο.
Από κει και πέρα η Ελλάδα ως Ελλάδα, ως μια χώρα με αξιοπιστία στην ευρύτερη περιφέρεια, θα εξακολουθεί να κάνει αυτό το οποίο μπορεί για να συνεισφέρει σε μία ειρηνική επίλυση αυτής της τραγικής κατάστασης η οποία επικρατεί σήμερα στη Λωρίδα της Γάζας, αλλά να θέτει και μετ’ επιτάσεως το ζήτημα της τελικής πολιτικής διευθέτησης του προβλήματος αυτού που δεν μπορεί να είναι άλλη από μια λύση δύο κρατών, όπως πολλές φορές έχουμε εξηγήσει».».
Για το τι αποσπά η Ελλάδα και το χρονοδιάγραμμα για μεταναστευτικό και φυσικές καταστροφές δήλωσε: «Αυτά θα μας απασχολήσουν στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ και όλων έχουν συμφωνηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Ελλάδα θα πάρει αυτό που της αναλογεί από τα πρόσθετα κονδύλια που θα εκταμιευθούν.
Έχουμε πολλές δομές που χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκούς πόρους και κάνουμε και ευρωπαϊκή δουλειά στα σύνορα με την Τουρκία. Καταφέραμε για τον πρωτογενή τομέα και αποσπάσαμε πρόσθετους πόρους για την Θεσσαλία αλλά το μεγαλύτερο μέρος έχει έρθει από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το ποσό των αποζημιώσεων που δόθηκε από τον ΕΛΓΑ είναι το διπλάσιο από αυτό το ποσό που αντιστοιχεί στις εισφορές που έχουν καταβάλλει και καλά κάναμε. Η Ελλάδα βγαίνει πολύ ωφελημένη και όλα τα ελληνικά αιτήματα έγιναν δεκτά».
Για τις καταλήψεις στα πανεπιστήμια με αφορμή την ίδρυση μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων τόνισε: «Όλοι θα τεθούν προ των ευθυνών τους και το νομικό πλαίσιο είναι πολύ σαφές. Και το υπουργείο θα κάνει τη δουλειά του, ώστε να επισημάνει στις ηγεσίες των πανεπιστημίων τι πρέπει να κάνουν για να συμμορφωθούν με το νόμο για να υπηρετήσουμε πιστεύω αυτό το οποίο όλοι θέλουμε σε πρώτη φάση να μη χαθεί η εξεταστική. Και χαίρομαι γιατί σχεδόν όλα τα πανεπιστήμια κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση και γιατί φαίνεται να υπάρχει μία εκτόνωση και σε αυτό το κύμα των καταλήψεων.
Από εκεί και πέρα η ίδρυση μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων αποτελούσε κορωνίδα του προγράμματος της νέας Δημοκρατίας. Κανένας δεν πρέπει να εκπλήσσεται γιατί νομοθετούμε σε αυτή την κατεύθυνση. Δεν θα κάνουμε πίσω, το σχέδιο νόμου θα γίνει νόμος του κράτους μέχρι το τέλος του μήνα Φεβρουαρίου. Θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση πολύ σύντομα.
Προφανώς θα ακούσουμε, θα διαβουλευτούμε, θα προσαρμόσουμε διατάξεις του νομοσχεδίου, όμως ο βασικός πυρήνας δεν αλλάζει και θέλω να επαναλάβω ότι το νομοσχέδιο αυτό δεν αφορά μόνο τα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, αφορά και το ίδιο το δημόσιο πανεπιστήμιο το οποίο επί ημερών Νέας Δημοκρατίας έχει ενισχυθεί σημαντικά. Και σε αυτή την κατεύθυνση θα εξακολουθούμε να κινούμαστε».