«Η Νότια Αφρική δικαιώθηκε ως προς το κανονιστικό επιχείρημα των ενδεχομένων παραβιάσεων της Σύμβασης κατά της Γενοκτονίας από το Ισραήλ, ενώ το Ισραήλ δικαιώθηκε επί του “πραγματικού”, αφού το Δικαστήριο δεν ζήτησε την κατάπαυση των εχθροπραξιών.
Ίσως όμως η βλάβη του Ισραήλ από την ηθική απαξίωση, που θα του προσάψουν διάφορες ομάδες συμφερόντων βασιζόμενες στην στρεβλωτική ανάγνωση της απόφασης, να είναι μεγαλύτερη από το όφελος που θα έχει από την σιωπηρή και έμμεση αναγνώριση του δικαιώματος άμυνας», τονίζει σχολιάζοντας την απόφαση προσωρινών μέτρων του Δικαστηρίου της Χάγης, αναφορικά με την προσφυγή της Ν. Αφρικής κατά του Ισραήλ για τη διάπραξη πράξεων γενοκτονίας, ο Ομ. Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Πανεπιστημίου Bristol και Κύριος Συνδεδεμένος Ερευνητής στο Ινστιτούτο Max Planck της Χαϊδελβέργης για το Διεθνές Δίκαιο, Αχιλλέας Σκόρδας, θέτοντάς μας το ακριβές πλαίσιο της λειτουργίας του Διεθνούς Δικαστηρίου.
«Το Διεθνές Δικαστήριο είναι το κύριο δικαιοδοτικό όργανο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και λειτουργεί εδώ και έναν αιώνα, κατ’ αρχάς ως “Διαρκές Δικαστήριο Διεθνούς Δικαιοσύνης”, κατά τον Μεσοπόλεμο και στην συνέχεια, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ως “Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης-ΔΔΧ” (International Court of Justice)», αναφέρει ο ειδικός.
«Το Δικαστήριο επιλύει διαφορές μεταξύ κρατών και υιοθετεί συμβουλευτικές γνώμες (advisory opinions) σε ερωτήματα που του απευθύνoυν η Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας, αλλά και ειδικευμένοι οργανισμοί. Εκτός από την τρέχουσα διαφορά μεταξύ Νότιας Αφρικής και Ισραήλ, εκκρεμεί αίτημα της Συνέλευσης προς το Δικαστήριο για συμβουλευτική γνώμη σχετικά με τις νομικές συνέπειες της συνεχιζόμενης και παρατεταμένης κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών».
Ο ρόλος του Δικαστηρίου
Ο ρόλος και η σπουδαιότητα του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τον κύριο Σκόρδα, προκύπτει «όχι μόνον από την αρμοδιότητά του να ερμηνεύει αυθεντικά το διεθνές δίκαιο, αλλά και από την ικανότητά του να αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη την γεωπολιτική πραγματικότητα, τις διπλωματικές ισορροπίες και την ανάγκη διατήρησης της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας».
«Τα μέλη του Δικαστηρίου εκφράζουν με υποδειγματικό τρόπο την διαφορετικότητα της διεθνούς κοινωνίας, αφού εκλέγονται από την Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και εκπροσωπούν όλους τους νομικούς πολιτισμούς και τις γεωπολιτικές περιφέρειες», προσθέτει ο ομότιμος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου. «Οι δύο ισχυρότερες χώρες του διεθνούς συστήματος, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα, εκπροσωπούνται από γυναίκες δικαστές».
Καταρχάς, ας έρθουμε, κύριε Σκόρδα, στα προσωρινά μέτρα που αποφάσισε το Δικαστήριο, καθώς σε αυτά ήταν εξαρχής στραμμένα τα μάτια της υφηλίου κι όχι απλώς των αντιδίκων. Ερμηνεύτηκαν διττώς. Τελικά, τι ακριβώς σημαίνει αυτή η απόφαση, που δεν περιλαμβάνει άμεση αναστολή των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ισραήλ;
Το Δικαστήριο αποφάσισε έξι προσωρινά μέτρα. Η απόφαση ελήφθη με μεγάλη πλειοψηφία (15-2 ή 16-1, ανάλογα με τα σχετικά κεφάλαια) και επομένως δεν μπορεί να παρερμηνευθεί ως αντιπαράθεση μεταξύ των δικαστών από τον Βορρά και δικαστών από τον Νότο. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το Ισραήλ
- θα λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη πράξεων γενοκτονίας
- θα διασφαλίσει ότι οι ένοπλες δυνάμεις του δεν θα προβούν σε τέτοιες πράξεις
- θα λάβει όλα τα μέτρα για την πρόληψη και τιμωρία της άμεσης και δημόσιας υποκίνησης για γενοκτονία
- θα λάβει αμέσως αποτελεσματικά μέτρα για την παροχή βασικών υπηρεσιών και ανθρωπιστικής βοήθειας στην Γάζα
- θα διαφυλάξει και προστατεύσει τις αποδείξεις που σχετίζονται με το ενδεχόμενο έγκλημα γενοκτονίας και, τέλος
- θα υποβάλει έκθεση στο Δικαστήριο για την εφαρμογή των προσωρινών μέτρων μέσα σε έναν μήνα.
Η απόφαση απέρριψε σιωπηρά το κεντρικό αίτημα της Νότιας Αφρικής που ήταν η άμεση αναστολή των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ισραήλ στην Γάζα, σε αντίθεση με τα προσωρινά μέτρα που είχε υιοθετήσει τον Μάρτιο 2022 στην υπόθεση Ουκρανίας κατά Ρωσίας.
Πώς ερμηνεύεται η απόρριψη;
Η άρνηση του Δικαστηρίου να ζητήσει από το Ισραήλ την αναστολή των επιχειρήσεων ερμηνεύεται με έναν και μόνον τρόπο: ότι το Δικαστήριο αναγνώρισε, κατά την άποψή μου, εμμέσως το δικαίωμα άμυνας του Ισραήλ μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της Χαμάς την 7η Οκτωβρίου 2023, οι οποίες, όπως τόνισε ο Γερμανός δικαστής Νόλτε στην ατομική του διακήρυξη, ενδεχομένως να συνιστούν και εγκλήματα γενοκτονίας, για τα οποία όμως το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία. Η απόφαση για τα προσωρινά μέτρα επιχείρησε να εκτονώσει την ένταση, μέσα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της ανωτέρω διαδικασίας.
Αυτό που λείπει από τον ορίζοντα της απόφασης είναι το βάθος του τραύματος που υπέστη ο Ισραηλινός λαός την 7η Οκτωβρίου 2023 και η εμπειρία του Ολοκαυτώματος, αλλά και η ευθεία αναγνώριση του δικαιώματος άμυνας. Το κράτος του Ισραήλ κινδυνεύει πλέον με απομόνωση από την διεθνή κοινότητα, η οποία αρνείται να δει το βάθος του αντισημιτισμού που έχει εισχωρήσει και σε διεθνή όργανα. Η πρόσφατη αποκάλυψη ότι συνεργάτες της UNRWA, της οργάνωσης των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστινίους πρόσφυγες, συμμετείχαν στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου.
Το γεγονός ότι το Δικαστήριο έκανε δεκτή την αίτηση της Νότιας Αφρικής για έκδοση προσωρινών μέτρων κατά του Ισραήλ, ερμηνεύεται από κάποιους ως αποδοχή του ισχυρισμού ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία σε βάρος των Παλαιστινίων. Πόσο συνδέονται τα προσωρινά μέτρα με αυτό;
Η ερώτηση μού δίνει την ευκαιρία να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα ζητήματα. Το Δικαστήριο δεν αποφάσισε ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία, ούτε θα μπορούσε να το κάνει στην παρούσα φάση της διαδικασίας. Πολύ συνοπτικά, η έκδοση προσωρινών μέτρων γίνεται μόνον εφόσον το Δικαστήριο πρώτον έχει εκ πρώτης
όψεως (prima facie) δικαιοδοσία, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης «διαφοράς» μεταξύ των μερών, υπό την έννοια του διεθνούς δικαίου, δεύτερον, εάν τα δικαιώματα τα οποία προβάλλει το προσφεύγον κράτος (εν προκειμένω τα δικαιώματα του πληθυσμού της Γάζας να μην υφίσταται πράξεις γενοκτονίας) είναι «υποστηρίξιμα» (plausible) και τρίτον, εάν υπάρχει κίνδυνος ανεπανόρθωτης βλάβης των δικαιωμάτων αυτών μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης.
Επομένως στην φάση των προσωρινών μέτρων δεν γίνεται ενδελεχής διαδικασία απόδειξης των πραγματικών περιστατικών και επομένως δεν μπορεί να ισχυρισθεί κάποιος πως το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το Ισραήλ διαπράττει το έγκλημα της γενοκτονίας.
Υφίσταται ωστόσο ενδεχόμενο να παραβιάζει το Ισραήλ την Σύμβαση κατά της Γενοκτονίας; Δεν είναι αυτή η έννοια του «υποστηρίξιμου»; Επιπλέον, δεν συνιστά ο μεγάλος αριθμός θυμάτων μια ένδειξη ότι διαπράττεται γενοκτονία σε βάρος του Παλαιστινιακού λαού;
Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας. Το έγκλημα της γενοκτονίας ολοκληρώνεται με την συνδρομή δύο στοιχείων, ενός αντικειμενικού και ενός υποκειμενικού. Δεν αρκεί ακόμα και δυσανάλογη απώλεια ανθρώπινης ζωής, αλλά απαιτείται και «ειδικός δόλος» για την καταστροφή μιας εθνικής, θρησκευτικής, ή φυλετικής ομάδας. Η απώλεια ζωής χωρίς τον ειδικό δόλο μπορεί να συνιστά έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, αλλά όχι γενοκτονία.
Επιπλέον, ο μεγάλος αριθμός των θυμάτων σχετίζεται με την τακτική της διεξαγωγής του πολέμου από την Χαμάς και την φύση της λεγόμενης urban warfare (διεξαγωγή πολέμου σε αστικά κέντρα).
Ας έρθουμε όμως τώρα στο πρώτο σκέλος του ερωτήματος. Το Δικαστήριο δέχθηκε ως υποστηρίξιμη την θέση της Νότιας Αφρικής ότι το Ισραήλ διαπράττει το έγκλημα της γενοκτονίας.
Το συμπέρασμα αυτό πού βασίστηκε;
Κυρίως σε μία σειρά δηλώσεων Ισραηλινών αξιωματούχων και μελών της κυβέρνησης που θα μπορούσαν, σε συνδυασμό με την τακτική των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων κατά την διεξαγωγή του πολέμου, να θεωρηθούν ως υποκίνηση για την διάπραξη του εγκλήματος της γενοκτονίας. Με βάση την εκτίμηση αυτή, το Δικαστήριο θεώρησε ότι υπάρχει κίνδυνος διάπραξης πράξεων γενοκτονίας και εξέδωσε τα προσωρινά μέτρα.
Προσωπικά, είμαι πολύ σκεπτικός με την εκτίμηση αυτή, γιατί τα στοιχεία που υπάρχουν μέχρι σήμερα δεν φαίνεται να την δικαιολογούν.
Σε αντίθεση με την περίπτωση της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, την οποία η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ χαρακτήρισε ευθέως ως «επίθεση» (aggression) χρησιμοποιώντας τον βαρύτερο χαρακτηρισμό για την παράνομη χρήση βίας που γνωρίζει το διεθνές δίκαιο, στην περίπτωση του πολέμου στην Γάζα η Συνέλευση δεν χρησιμοποίησε τον όρο «γενοκτονία», αλλά οι σχετικές αποφάσεις της αναφέρονται μόνο στη ανάγκη σεβασμού του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου (δικαίου του πολέμου) και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Εξάλλου, η στρατηγική του Ισραήλ ως προς την διεξαγωγή του πολέμου δεν αποφασίζεται από μεμονωμένους υπουργούς ή στρατιωτικούς, αλλά από δύο θεσμικά όργανα, την Υπουργική Επιτροπή για
Ζητήματα Εθνικής Ασφάλειας και το Πολεμικό Συμβούλιο, στο οποίο συμμετέχει και o Μπένι Γκαντζ, τέως συμπρωθυπουργός και αρχηγός της κεντρώας αντιπολίτευσης. Λαμβάνοντας υπόψη και την ισχύ του Ισραηλινού δικαιϊκού συστήματος, το οποίο απέτυχε να υπονομεύσει ο Μπεντζαμίν Νετανιάχου, φαίνεται σχεδόν αδιανόητο ότι το Ισραήλ θα μπορούσε να οργανώσει ή να επιτρέψει το έγκλημα της γενοκτονίας.
Η απόφαση του Δικαστηρίου, λοιπόν, επιβλήθηκε από την ανάγκη να ληφθούν στην παρούσα χρονική στιγμή κάποια μέτρα για την αποκατάσταση της ειρήνης. Η οριστική απόφαση όμως, που αναμένεται να εκδοθεί τα επόμενα χρόνια, θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να απορρίψει επί της ουσίας τους ισχυρισμούς της Νότιας Αφρικής, εκτός εάν υπάρξουν νέα στοιχεία.
Πώς φθάσαμε στην προσφυγή της Νότιας Αφρικής κατά του Ισραήλ;
Πολιτικά, η Νότια Αφρική φιλοδοξεί να παίξει ηγετικό ρόλο στο θεσμικό σύστημα BRICS, που εκφράζει τις απόψεις των κρατών του Νότου. Επίσης, υπάρχουν παραδοσιακοί δεσμοί μεταξύ των παλαιστινιακών κινημάτων και της Νότιας Αφρικής, που προκύπτουν από την πεποίθηση της νοτιοαφρικανικής ελίτ ότι οι Παλαιστίνιοι υφίστανται μεταχείριση παρόμοια με εκείνη που υπέστησαν οι ίδιοι επί εποχής Απαρτχάιντ.
Νομικά, η Σύμβαση κατά της Γενοκτονίας αποτελεί ενδεχομένως την μόνη νομική βάση με την οποία θα μπορούσε να εξετασθεί η νομιμότητα των πράξεων του Ισραήλ στην Γάζα ενώπιον του ΔΔΧ, αφού τόσο το Ισραήλ όσο και η Νότια Αφρική είναι συμβαλλόμενα κράτη σε αυτήν (η παραπομπή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για ενδεχόμενη διάπραξη εγκλημάτων πολέμου είναι ένα τελείως διαφορετικό θέμα).
Επειδή η ανωτέρω Σύμβαση εκφράζει τον πυρήνα του διεθνούς δημοσίου συμφέροντος, κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να στραφεί εναντίον κάθε άλλου κράτους για το οποίο υπάρχουν στοιχεία ότι παραβιάζει διατάξεις της Σύμβασης.
Ποια εκτιμάτε ότι θα μπορούσε να είναι η επίλυση του Παλαιστινιακού;
Η επίλυση του Παλαιστινιακού μπορεί να γίνει μόνον με τη δημιουργία ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους. Μια τέτοια εξέλιξη προϋποθέτει την εκπλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων σε βάθος χρόνου. Πρώτον, η Χαμάς πρέπει να παύσει να υφίσταται ως παράγων στην Μέση Ανατολή και να χαρακτηρισθεί ως «τρομοκρατική οργάνωση» και από τα αραβικά κράτη, όπως έχει ήδη κάνει η Σαουδική Αραβία.
Δεύτερον, πρέπει να γίνει συστηματική προσπάθεια «απο-ριζοσπαστικοποίησης» του πληθυσμού της Γάζας με την βοήθεια αραβικών κρατών που είχαν παρόμοιες εμπειρίες.
Τρίτον, η Παλαιστίνη πρέπει να προσχωρήσει στο σύστημα των λεγόμενων «Συμφωνιών του Αβραάμ», που έχει ως στόχο την δημιουργία μιας ζώνης ειρήνης, ασφάλειας και οικονομικής ολοκλήρωσης, κυρίως μεταξύ Ισραήλ, Εμιράτων και Μπαχρέιν (Μαρόκο και Σουδάν είναι επίσης συμβαλλόμενα μέρη, αλλά με πιο χαλαρή σύνδεση). Σε αυτά τα σημεία πρέπει να επικεντρωθεί η διεθνής διαπραγμάτευση για τον τερματισμό του πολέμου.
Το Παλαιστινιακό κράτος μπορεί να υπάρξει μόνον ως τμήμα μιας ζώνης ειρήνης στην Μέση Ανατολή και όχι ως τμήμα του λεγόμενου «Αξονα της αντίστασης» υπό Ιρανική επιρροή. Η Παλαιστίνη δεν πρέπει να μετατραπεί σε Αφγανιστάν της Μεσογείου.