Σε μία από τις πρόσφατες παρεμβάσεις του στο Παγκόσμιο οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, ο Πρωθυπουργός επισήμανε κάτι που πέρασε λίγο πολύ «στα ψιλά».
Είπε μεταξύ άλλων ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι η Ευρώπη θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική, έως και να επανεξετάσει τις πολιτικές της για την μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τον αγροτικό κλάδο, καθώς με αυτόν τον τρόπο και η βιωσιμότητά του απειλείται λόγω υψηλού κόστους, αλλά και οι αντιδράσεις των αγροτών θα γίνονται εντονότερες.
Παρά ταύτα, οι ευρωπαϊκές πολιτικές για την πράσινη μετάβαση του αγροτικού τομέα (όσο παράδοξο και αν ακούγεται από μόνο του) μοιάζουν να μην λαμβάνουν υπόψη κάτι από αυτά. Χαράσσονται ερήμην των επαγγελματιών και των πολιτών εν γένει, επιβάλλουν αδιανόητες πρακτικές για ακατανόητους λόγους και απειλούν την αγροτική παραγωγή με εξαφάνιση. Και εντωμεταξύ, η Ένωση δεν μπορεί να καταλήξει σε μία ουσιαστική συμφωνία για την ενεργειακή πολιτική, για το μεταναστευτικό, κ.α. και παρακολουθεί με εμμονικές τάσεις (και κατά περίπτωση εξαιρέσεις) τις κρατικές ενισχύσεις…
Την ίδια ώρα και ενώ το αγροτικό κίνημα φουντώνει – και δικαιολογημένα – στην Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Ελλάδα (με την προσθήκη των θεομηνιών και του κόστους τους), κ.α., οι Βρυξέλλες υπογράφουν προνομιακές συμφωνίες για τη διευκόλυνση των εξαγωγών ουκρανικών σιτηρών προς και μέσω της ΕΕ, ή επεκτείνουν άλλες συμφωνίες εισαγωγής βιολογικών προϊόντων από τη Χιλή, επίσης με προνομιακούς όρους και εις βάρος των ευρωπαίων παραγωγών.
Πρόκειται για μία κλασική ένδειξη του τρόπου με τον οποίο η ΕΕ περιφρονεί τους πολίτες της και προτάσσει την υλοποίηση των γραφειοκρατικών ή και άλλων δεσμεύσεων της.
Και ταυτόχρονα, φαίνεται και σε αυτήν την περίπτωση πόσο πολιτικά αφελής είναι η Ένωση. Ίσως να είναι ένα από τα ελάχιστα πεδία στα οποία έχει επιτευχθεί μία πραγματική, πλην όμως ανώφελη, ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Όλα αυτά εξελίσσονται μόλις λίγους μήνες πριν από τις ευρωεκλογές.
Και εν όψει αυτών, για μία ακόμη φορά η γραφειοκρατία στις Βρυξέλλες, εκδηλώνει την ανησυχία της για την ενίσχυση της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού, την αποστασιοποίηση των πολιτών και την απαξίωση της πολιτικής και ετοιμάζεται, φυσικά, για κροκοδείλια δάκρυα, στην περίπτωση που οι «συμβατικές» πολιτικές δυνάμεις και κυβερνήσεις αποδοκιμαστούν στις αρχές του καλοκαιριού.
Είναι μία συζήτηση που γίνεται και ξαναγίνεται. Δίχως όμως να ενεργεί και να επιδιώκει κανείς μία «προσγείωση» της ΕΕ και των μηχανισμών της στην πραγματικότητα. Οι δικαιολογίες του τύπου «η ΕΕ είναι ένα καράβι που στρίβει αργά», δεν συγκινούν και πολλούς και πάντως όχι τους πολίτες. Ειδικά αν βλέπουν ότι το καράβι στρίβει και προς λάθος κατεύθυνση. Σε τέτοιες συνθήκες, είτε το εγκαταλείπουν, είτε στρέφονται κατά του καπετάνιου.