Για περισσότερες από δέκα ώρες η εισαγγελέας του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας Ευαγγελία Σπυριδωνίδου με πρώτη «ύλη» το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας και τις καταθέσεις των μαρτύρων διατυπώνει το δικό της «κατηγορώ» για την Ρούλα Πισπιρίγκου, τη γυναίκα και μητέρα, η οποία περισσότερο από ένα χρόνο κάθεται απέναντί της στο εδώλιο του δικαστηρίου .

Στη διάρκεια του εισαγγελικού κατηγορώ, ακούγοντας την κυρία Σπυριδωνίδου να… γκρεμίζει το υπερασπιστικό οικοδόμημα που η κατηγορούμενη έχτισε στην πολυήμερη απολογία της, η Ρούλα Πισπιρίγκου αρκετές φορές γύρισε το πρόσωπό της στις πρώτες θέσεις του ακροατηρίου, εκεί όπου κάθονταν και χθες η μητέρα της, ο πατριός της και η αδερφή της, οι οποίοι όλους αυτούς τους μήνες είναι στο πλευρό της.

Λίγα μέτρα πιο πέρα, στην απέναντι πλευρά του ακροατηρίου μόνος του ο πατέρας της μικρής Τζωρτζίνας, Μάνος Δασκαλάκης παρακολουθούσε με προσοχή την εισαγγελέα να εισηγείται την ενοχή της εν διαστάσει συζύγου του και να περιγράφει πολλές φορές το γεγονός ότι η κατηγορούμενη, ακόμα και τις ώρες που το παιδί τους ήταν στο νοσοκομείο, έβαζε σε πρώτο πλάνο τη σχέση της με τον ίδιο.

«Κανένα στοιχείο δεν υπάρχει ότι χρησιμοποιήθηκε κεταμίνη»

Η εισαγγελική λειτουργός περιέγραψε βήμα προς βήμα αναλυτικά όλα τα στάδια της νοσηλείας της 9χρονης επιχειρώντας να καταρρίψει τον βασικό υπερασπιστικό ισχυρισμό περί ιατρικής αμέλειας καθώς και τα περί γονιδιακού προβλήματος του παιδιού.

Ως προς τον ισχυρισμό ότι μπορεί οι θεράποντες ιατροί να χορήγησαν κατά λάθος τη θανατηφόρα κεταμίνη, καθώς φιαλίδιο της υπάρχει σε βαλιτσάκι του νοσοκομείου που χρησιμοποιείται σε επείγουσες καταστάσεις, η εισαγγελέας είπε: «Αν είχε γίνει λάθος θα το έβλεπε η νοσηλεύτρια βάρδιας, ενώ και η νοσηλεύτρια που αντικατέστησε τα φάρμακα αργότερα, θα έβρισκε την σπασμένη αμπούλα. Κανένα στοιχείο δεν υπάρχει ότι χρησιμοποιήθηκε κεταμίνη εκείνη την ημέρα».

Η εμμονή της Ρούλας Πισπιρίγκου με τον Μάνο Δασκαλάκη βρέθηκε πολλές φορές στο πρώτο πλάνο της εισαγγελικής αγόρευσης η οποία επισήμανε πως η κατηγορούμενη αδιαφορούσε για οτιδήποτε άλλο εκτός από το Μάνο Δασκαλάκη, ακόμα και όταν έπρεπε να είναι κοντά στο παιδί της . «Σε πρώτη μοίρα ήταν ο εαυτός της, όχι το παιδί της. «Εμένα ποιος με σκέφτεται» έλεγε στα μηνύματα, όχι το παιδί της που είχε εγκεφαλοπάθεια» σχολίασε χαρακτηριστικά η εισαγγελέας.

Την ίδια έγνοια φαίνεται ότι είχε και την ώρα που το παιδί της ήταν στο μαγνητικό τομογράφο και εκείνη ασχολιόταν «με τα ρούχα και τα κλειδιά του κ. Δασκαλάκη».

Και μάλιστα, όλη εκείνη την ώρα, όπως εξήγησε, «η κατηγορούμενη δεν έχει ενδιαφερθεί για το παιδί. Δεν πήρε ένα τηλέφωνο. Και με τι ασχολήθηκε εκείνη την ημέρα; Φαίνεται από τα μηνύματα: «να πάρεις ρούχα, κιθάρες, μικρόφωνα και να φύγεις. Πέθανες για μένα. Θα στα πληρώσει όλα ο θεός». Για την εισαγγελική λειτουργό, από το πρωί όλα κινούνταν γύρω από «τα πράγματα του κ. Δασκαλάκη» και το χωρισμό τους. Διάβασε δε σειρά μηνυμάτων «για το τικ τοκ και το Facebook και αν θα μπλοκαριστούν.

«Καμία παράλειψη από τους νοσηλευτές»

Για την εισαγγελέα η Τζωρτζίνα ήταν ένα παιδί με «οχυρωμένη καρδιά» επισημαίνοντας πως μόνο τις στιγμές που ήταν στη ΜΕΘ δεν έκανε επεισόδια γεγονός που δεν το άφησε να περάσει ασχολίαστο . «Είχε πάντα καλύτερη εικόνα στη ΜΕΘ όποτε έλειπε η μητέρα της», ενώ όπως αναφέρθηκε δεν υπήρχε μοτίβο στα επεισόδια.

Όπως εξήγησε, από ένα σημείο και μετά οι γιατροί «οδηγήθηκαν στη σκέψη ότι η μητέρα εμπλέκεται στην κατάσταση της μικρής, καθώς όταν απουσίαζε η μητέρα το παιδί δεν εμφάνιζε επεισόδια», αλλά δεν ήταν δυνατόν να αποδειχθεί κάτι τέτοιο.

Αναφορικά με τους ισχυρισμούς της κατηγορούμενης για ευθύνες του ιατρικού προσωπικού, είπε: «Δεν έχει προκύψει μέχρι εκείνη τη στιγμή καμία παράλειψη από το προσωπικό, ούτε από τους νοσηλευτές που την χαρακτήρισαν «ψύχραιμη και ήρεμη».

Τι θα γίνει τις επόμενες μέρες

Όσο για το ρόλο του εντατικολόγου Ανδρέα Ηλιάδη, που πλέον η κατηγορούμενη αποδίδει αμελή πρακτική και προσπάθεια να την πείσει να δωρίσει τα όργανα της Τζωρτζίνας, επισήμανε ότι τους ισχυρισμούς αυτούς τους προέβαλε για πρώτη φορά η κατηγορούμενη στο ακροατήριο . «Ένιωθε ασφαλής με τον κ. Ηλιάδη και του τηλεφωνούσε όταν χρειαζόταν κάτι» ανέφερε και πρόσθεσε ότι ο γιατρός «είχε μέλημα να σώσει τον εγκέφαλο της Τζωρτζίνας και παρ’ολα αυτά τη στιγμή εκείνη την προσέγγισε για μεταμόσχευση οργάνων; Δεν υπήρξε επουδενί καμία προσέγγιση να δωρίσει τα όργανα. Μπορούσε να τον κατηγορήσει για τα πάντα, αλλά με αποδείξεις. Είναι αστείο να λέει ότι ήθελε να πάρει όργανα όταν δεν υπάρχει εγκεφαλικά νεκρό παιδί… είναι δυνατόν να μιλάμε για μεταμόσχευση οργάνων σε ένα γιατρό που έχει κάνει τα πάντα για να σώσει τον εγκέφαλο της μικρή; Είναι πολύ ευαίσθητο θέμα αυτό της μεταμόσχευσης οργάνων και δεν νομίζω ότι αφορά τη συγκεκριμένη υπόθεση».

Σύμφωνα με την αγόρευση πάντως, η Ρούλα Πισπιριγκου με «ιδιαίτερη ευκολία» ενεργούσε και έπαιρνε πρωτοβουλίες για τα τα φάρμακα της Τζωρτζίνας, όπως καταδεικνύε και μήνυμα του εντατικολόγου Ηλιάδη. «Γράφει ο γιατρός: «Δεν παίζουμε με τα φάρμακα γιατί είναι κατασταλτικά, δεν το συνιστώ». Κι όμως ενήργησε αυτόβουλα εκείνη». Επίσης, αναφορά έγινε και για τις «παρά πολλές αναζητήσεις το διαδίκτυο με φάρμακα και ιατρικούς όρους» ωστόσο «όλες αναζητήσεις σε ένα συγκεκριμένο πεδίο και συγκεκριμένα φάρμακα».

Η εισαγγελέας συνεχίζει μέχρι αυτή την ώρα την αγόρευσή της περιμένοντας όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να ακούσουν τη λέξη εκείνη με την οποία θα γράψει τον επίλογο της αγόρευσή της.

Τις επόμενες μέρες η δίκη θα συνεχιστεί με τις αγορεύσεις των δύο πλευρών και αμέσως μετά τακτικοί δικαστές και ένορκοι θα αποσυρθούν σε διάσκεψη και στη συνέχεια θα ορίσουν την ημέρα εκείνη που θα ανέβουν στην έδρα να ανακοινώσουν την ετυμηγορία τους για την Ρούλα Πισπιρίγκου. Απόφαση με την οποία θα κλείσει η αυλαία η πρωτόδικης δίκης .