Σε ένα εργοστάσιο στο Κόνγκσμπεργκ, δυτικά του Όσλο, παράγεται ένα σύστημα πυραυλικής άμυνας που μπορεί να καταρρίψει μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ελικόπτερα και άλλες απειλές από αέρος από απόσταση σχεδόν 25 μιλίων.
Το Εθνικό Προηγμένο Σύστημα Πυραύλων Επιφανείας-Αέρος (National Advanced Surface-to-Air Missile System) γνωστό ως Nasams, το οποίο μπορεί να εκτοξεύει ταυτόχρονα 72 πυραύλους, είναι αυτό που προστατεύει τον εναέριο χώρο πάνω από τον Λευκό Οίκο. Όταν χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ουκρανία το 2022, σημείωσε ποσοστό επιτυχίας 100% στην κατάρριψη πυραύλων κρουζ και μη επανδρωμένων αεροσκαφών κατά τους πρώτους μήνες λειτουργίας του.
Με τη Δύση να αντιμετωπίζει όλο και περισσότερες δυνητικές απειλές, μεταξύ των οποίων τη Ρωσία και την Κίνα, οι παραγγελίες για τους Nasams της εταιρείας Kongsberg Defence & Aerospace αυξάνονται.
«Δεν έχω ξαναδεί ποτέ τόσο μεγάλη ζήτηση», δήλωσε ο Eirik Lie, βετεράνος της εταιρείας Kongsberg με προϋπηρεσία 30 ετών, σήμερα πρόεδρος της αμυντικής μονάδας της εταιρείας, κατά τη διάρκεια μιας ξενάγησης στο εργοστάσιο τον Νοέμβριο.
Οι νέοι πελάτες, ωστόσο, θα πρέπει να περιμένουν: Χρειάζονται δύο χρόνια για να κατασκευαστεί μία μονάδα Nasams, και υπάρχουν ήδη ανεκτέλεστες παραγγελίες πολλών ετών.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε τις ελλείψεις της Δύσης στην ταχεία παραγωγή περισσότερων όπλων σε περίοδο ανάγκης. Η σύγκρουση στη Γάζα μπορεί να περιορίσει τη διαθεσιμότητα ορισμένων εξοπλισμών.
Οι περιορισμοί αυτοί είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι για τους πυραύλους και τα συστήματα που τους αποκρούουν και παράλληλα παρέχουν προστασία από τα σμήνη μη επανδρωμένων αεροσκαφών που έχουν γίνει κεντρικό στοιχείο του σύγχρονου πολέμου.
Την Τετάρτη το ΝΑΤΟ δήλωσε ότι ένας συνασπισμός μελών του, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και της Ολλανδίας, αγοράζει έως και 1.000 πυραύλους Patriot, ήτοι αξίας 5,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για να ενισχύσει την αεράμυνά του εν μέσω του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας.
Η Kongsberg, η οποία εκτός από τα Nasams κατασκευάζει και άλλα προϊόντα, όπως πυραύλους μεταφερόμενους από πλοία και μέρη των μαχητικών αεροσκαφών F-35, έχει αυξήσει την παραγωγή της. Προχώρησε σε 24ωρες, επταήμερες βάρδιες και απασχολεί εργαζόμενους και σε κάποιες αργίες, όταν το εργοστάσιο τυπικά θα ήταν κλειστό για συντήρηση. Και αυτό όμως μπορεί να μην είναι αρκετό.
Το πρόβλημα είναι ότι τα σύγχρονα όπλα είναι εξαιρετικά πολύπλοκα και συχνά αποτελούνται από χιλιάδες εξαρτήματα. Η Kongsberg, όπως και οι περισσότερες δυτικές εταιρείες παραγωγής αμυντικών συστημάτων, σχεδιάζει και συναρμολογεί τα οπλικά της συστήματα, αλλά δεν κατασκευάζει η ίδια τα περισσότερα από τα μέρη τους. Πάνω από 1.500 προμηθευτές συμβάλλουν στην παραγωγή αυτού του εργοστασίου. Μόνο για το σύστημα Nasams, η αλυσίδα εφοδιασμού περιλαμβάνει πάνω από χίλιες εταιρείες σε δύο ηπείρους, με την αμερικανική αμυντική εταιρεία RTX, παλαιότερα γνωστή ως Raytheon Technologies, να προμηθεύει τα ραντάρ και τους ίδιους τους πυραύλους.
Δείχνοντας μια μερικώς συναρμολογημένη μονάδα Nasams, ο Lie είπε: «Μας προμηθεύουν εταιρείες με τις δικές τους αλυσίδες εφοδιασμού, οι οποίες με τη σειρά τους έχουν τις δικές τους αλυσίδες εφοδιασμού, οι οποίες έχουν τις δικές τους αλυσίδες εφοδιασμού, ώσπου καταλήγουμε στο ορυχείο από το οποίο προέρχονται οι βασικές πρώτες ύλες».
Η αμυντική βιομηχανία μαστίζεται επίσης από παρατεταμένη έλλειψη εργατικού δυναμικού, καθώς αγωνίζεται να βρει εξειδικευμένο προσωπικό σε διάφορους τομείς, από την ανάπτυξη λογισμικού έως τη συγκόλληση, το οποίο θα είναι πρόθυμο να υπομείνει τους εκτεταμένους ελέγχους ασφαλείας.
Είναι η πρώτη φορά που οι χώρες της Δύσης, οι οποίες έχουν αυξήσει τους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους, αντιμετωπίζουν ανάλογες δυσκολίες στην προμήθεια οπλικών συστημάτων από την εποχή ίσως του πολέμου της Κορέας, αναφέρουν ορισμένοι στρατιωτικοί αναλυτές. Μόνο δέκα από τις μεγαλύτερες αμυντικές εταιρείες της Δύσης έχουν αυτή τη στιγμή εκκρεμείς παραγγελίες αξίας άνω των 730 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αυξημένες κατά περίπου 57% από τα τέλη του 2017, οπότε άρχισε να αυξάνεται η ζήτηση.
«Πρέπει να αυξήσουμε όλοι την παραγωγή μας», δήλωσε ο επικεφαλής προμηθειών του Πενταγώνου Bill LaPlante σε μια συνδιάσκεψη τον Νοέμβριο. Κράτησε το ένα χέρι ψηλά και το άλλο χαμηλά και είπε: «Η παγκόσμια ζήτηση είναι εδώ, η δυνατότητα προσφοράς είναι κάπου εδώ».
Κορυφαίοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ εκφράζουν όλο και μεγαλύτερους φόβους ότι οι ελλείψεις θα επηρεάσουν τη μαχητική τους ικανότητα.
Σε μια προσομοίωση πολεμικού παιγνίου, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις αρχές του 2023, με θέμα τον τρόπο με τον οποίο θα απαντούσαν οι ΗΠΑ σε μια κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν, το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Chinese invasion of Taiwan, the Center for Strategic & International Studies) εκτίμησε ότι η Αμερική θα εξαντλούσε τους κρίσιμους αντιπλοϊκούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς που διαθέτει μέσα στην πρώτη εβδομάδα.
Οι ΗΠΑ δεν θα ήταν σε θέση να αναπληρώσουν τα αποθέματά τους γρήγορα: Όπως συμβαίνει και με το σύστημα Nasams, κάθε πύραυλος χρειάζεται περίπου δύο χρόνια για να κατασκευαστεί.
Ανάλογα προβλήματα παρουσιάζονται και σε άλλες κατηγορίες πυραύλων. Η Lockheed Martin και η RTX δήλωσαν το 2023 ότι θα χρειαστούν τέσσερα χρόνια για να διπλασιάσουν την παραγωγή των πυραύλων επιφανείας-αέρος Javelin και Stinger –το διπλάσιο από το αναμενόμενο– καθώς συνεχίζονται οι δυσχέρειες στην εφοδιαστική αλυσίδα. Αν και οι εταιρείες απέδωσαν το πρόβλημα στις ελλείψεις πυραυλοκινητήρων στερεού καυσίμου, αξιωματούχοι του Πενταγώνου δήλωσαν ότι τα προβλήματα ήταν ευρύτερα, και οι ελλείψεις αφορούσαν τα πάντα, από τα τσιπ μέχρι τα ελατήρια και τα ρουλεμάν.
Το αμερικανικό υπουργείο Άμυνας δοκίμασε να παρακολουθήσει τις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού για τους δύο πυραύλους με σκοπό να βρει τρόπους αντιμετώπισης των εμπλοκών, δήλωσε ο Michael Vaccaro, ο οποίος εποπτεύει τη στρατηγική της βιομηχανικής βάσης για το Πεντάγωνο, σε πρόσφατο συνέδριο του κλάδου. Το συμπέρασμά του ήταν απογοητευτικό: «Δεν έχουμε αυτή τη δυνατότητα».
Υπάρχουν επίσης μεγάλες καθυστερήσεις στην παράδοση και άλλων όπλων, όπως το μαχητικό F-35, τα νέα αεροσκάφη εκπαίδευσης και ανεφοδιασμού και τα νεότερα αμερικανικά αεροπλανοφόρα.
Εκπρόσωπος του Πενταγώνου δήλωσε ότι η αμερικανική αμυντική βιομηχανική βάση έχει τη δυνατότητα να παρέχει διαρκή υποστήριξη στην Ουκρανία και στο Ισραήλ, διασφαλίζοντας παράλληλα την ετοιμότητα της χώρας στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού, μέτωπα με διαφορετικές απαιτήσεις σε όπλα.
Μίνι μαχητικά αεροσκάφη
Μεγάλο μέρος της παραγωγικής ικανότητας της Δύσης στον τομέα των οπλικών συστημάτων, ιδίως στην Ευρώπη, έχει υποβαθμιστεί, λόγω της μείωσης των αμυντικών προϋπολογισμών μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και της σταδιακής αποβιομηχάνισης.
Οι γερμανικές εταιρείες μπορούσαν να παράγουν έως και 400 άρματα μάχης ετησίως στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, ενώ σήμερα έχουν τη δυνατότητα να κατασκευάζουν μόνο 50 ετησίως, σύμφωνα με τον αμυντικό σύμβουλο Nicholas Drummond.
Η κατασκευή των σύγχρονων όπλων απαιτεί περισσότερο χρόνο και χρήμα, γεγονός που μπορεί να κρατάει σταθερά περιορισμένο το μέγεθος των αποθεμάτων και να επιμηκύνει το χρόνο αντικατάστασής τους.
Οι πύραυλοι μοιάζουν με μίνι μαχητικά αεροσκάφη, με πολύπλοκες ηλεκτρονικές διατάξεις και συστήματα καθοδήγησης, επεσήμανε ο διευθύνων σύμβουλος της BAE Systems Charles Woodburn σε συνέντευξή του τον Νοέμβριο.
Οι πύραυλοι χρησιμοποιούνται από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά έγιναν βασικό στοιχείο των πολεμικών επιχειρήσεων σχετικά πρόσφατα, όπως κατά τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου και την επέμβαση του ΝΑΤΟ στις συγκρούσεις που ακολούθησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Οι πρόσφατοι πόλεμοι ξεκίνησαν με καταιγισμό πυραύλων και ρουκετών, όπως στη Μέση Ανατολή, όπου η Χαμάς εκτόξευσε 3.500 ρουκέτες κατά του Ισραήλ, ενώ οι στρατιώτες της εισέβαλλαν στη χώρα, στις 7 Οκτωβρίου.
Η από αέρος απειλή είναι πλέον μεγαλύτερη λόγω της επικράτησης των μη επανδρωμένων αεροσκαφών –τόσο των τηλεκατευθυνόμενων αεροσκαφών που μπορούν να μεταφέρουν πυραύλους Hellfire και άλλους, όσο και των ερασιτεχνικού τύπου μη επανδρωμένων αεροσκαφών με εκρηκτικά μικρότερης ισχύος– και της ανάπτυξης υπερηχητικών πυραύλων που έχουν τη δυνατότητα να πετούν με ταχύτητα πάνω από πέντε φορές την ταχύτητα του ήχου και να κάνουν ελιγμούς προς το στόχο τους, καθιστώντας δυσκολότερη την κατάρριψή τους. Η Ρωσία και η Κίνα έχουν ξεπεράσει τις ΗΠΑ και την Ευρώπη σε κάποια πυραυλικά και αμυντικά συστήματα.
Οι χώρες αυτές διαθέτουν υπερηχητικούς πυραύλους, δήλωσαν αξιωματούχοι του Πενταγώνου, ενώ η παρουσίαση του πρώτου αμερικανικού υπερηχητικού πυραύλου αναβλήθηκε για το 2024, μετά από μια αποτυχημένη δοκιμή. Τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά συστήματα άμυνας κατά των υπερηχητικών πυραύλων δεν θα είναι διαθέσιμα για τα επόμενα 10 χρόνια τουλάχιστον.
Η Ρωσία και η Κίνα διαθέτουν μαζί περίπου 5.020 χερσαία πυραυλικά συστήματα αεράμυνας, ενώ αντιστοίχως οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Ιαπωνία διαθέτουν συνολικά περίπου 3.200, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (International Institute for Strategic Studies), ένα αμυντικό think tank. Στην έκθεση δεν αξιολογήθηκε η ποιότητα των συστημάτων ούτε προσμετρήθηκαν τα επωμιζόμενα ή μεταφερόμενα από πολεμικά πλοία συστήματα.
Οι εταιρείες παραγωγής αμυντικών συστημάτων στην Κίνα και τη Ρωσία είναι κατά κύριο λόγο κρατικές, οπότε είναι λιγότερο εκτεθειμένες στις εμπορικές πιέσεις των εταιρειών της Δύσης. Ο κολοσσιαίος κατασκευαστικός τομέας της Κίνας της επιτρέπει να διαθέτει μια μεγάλη εγχώρια αλυσίδα εφοδιασμού και πολλούς πτυχιούχους με κατάρτιση στον κλάδο.
Οι προβλέψεις ότι τα πυραυλικά αποθέματα της Ρωσίας θα εξαντλούνταν σύντομα στην Ουκρανία ήταν λανθασμένες. Τον Νοέμβριο, οι ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες εκτιμούσαν ότι η Ρωσία είναι σε θέση να παράγει κάθε μήνα περίπου 200 πυραύλους κρουζ δύο διαφορετικών τύπων, τέσσερις υπερηχητικούς βαλλιστικούς Kinzhal και πέντε βαλλιστικούς πυραύλους.
Αξιωματούχοι των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας δήλωσαν ότι η Βόρεια Κορέα προμηθεύει επίσης πυραύλους, εκτοξευτές ρουκετών και βλήματα στη Ρωσία για να υποστηρίξει τις πολεμικές της επιχειρήσεις στην Ουκρανία.
Το απόθεμα της Κίνας, το οποίο σύμφωνα με τους αναλυτές περιλάμβανε ελάχιστους συμβατικούς βαλλιστικούς πυραύλους το 1996, σήμερα ξεπερνά τους 3.000 βαλλιστικούς πυραύλους και πυραύλους κρουζ, όπως εκτιμούν οι ΗΠΑ.
Το Υπουργείο Άμυνας, σε έκθεσή του προς το Κογκρέσο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα περισσότερα από τα πυραυλικά συστήματα της Κίνας είναι συγκρίσιμα σε ποιότητα με αυτά άλλων εταιρειών «πρώτης κλάσης» παγκοσμίως και ότι η χώρα διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες δυνάμεις προηγμένων πυραυλικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς στον κόσμο.
Για τη Δύση, η ανάγκη υποστήριξης των συμμάχων που εμπλέκονται σε επιμέρους διεθνείς συγκρούσεις φέρνει ακόμη μεγαλύτερη στενότητα στις προμήθειες, ανεβάζοντας τη ζήτηση ορισμένων οπλικών συστημάτων, ιδίως για βλήματα πυροβολικού και αντιπυραυλικά συστήματα, όπως ανέφεραν αξιωματούχοι του Πενταγώνου.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε σε δυτικούς υπουργούς τον Οκτώβριο ότι η χώρα του χρειάζεται περισσότερα συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας. Επί του παρόντος, η Δύση δεν έχει περίσσεια αποθεμάτων για να διαθέσει στην Ουκρανία, ενώ παράλληλα τα ίδια όπλα χρειάζεται και το Ισραήλ.
Οι ΗΠΑ έχουν επιστρέψει στο Ισραήλ τα δύο ισραηλινής κατασκευής αμυντικά συστήματα Iron Dome που κατείχαν και τους πυραύλους αναχαίτισης που χρησιμοποιούνται για την κατάρριψη εισερχόμενων πυραύλων.
Τον Νοέμβριο, ο Ζελένσκι είπε στους δημοσιογράφους ότι ο πόλεμος στη Γάζα είχε ήδη προκαλέσει καθυστερήσεις στις παραδόσεις βλημάτων πυροβολικού στο Κίεβο.
Οι παραγγελίες μετά την Ουκρανία
Ο Lie δήλωσε ότι η αύξηση των παραγγελιών για τα Nasams ξεκίνησε μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014. Οι παραγγελίες πυραύλων αυξήθηκαν κατακόρυφα μετά τη γενικευμένη εισβολή στην Ουκρανία το 2022 και οι ανησυχίες για την Κίνα αρχίζουν να αποτυπώνονται στα βιβλία παραγγελιών, καθώς το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ και άλλοι αγοράζουν πυραύλους μεταφερόμενους από πλοία, είπε.
Οι αμυντικές παραγγελίες που έχει αναλάβει η Kongsberg, ύψους περίπου 5,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, είναι περίπου εξαπλάσιες σε σχέση με τις προ του 2018.
Η Ουγγαρία παρήγγειλε έξι Nasams το 2020. Τα δύο πρώτα έφτασαν μόλις τον Οκτώβριο. Μετά την παραγγελία της Ουγγαρίας, ο αμερικανικός στρατός παρήγγειλε άλλα έξι για την Ουκρανία, τα οποία άρχισαν να παραδίδονται το καλοκαίρι, ενώ πέντε ακόμη χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ταϊβάν, έχουν εκδηλώσει δημόσια ενδιαφέρον για αγορά του συστήματος.
Αντιμέτωπες με τις αυξημένες εντάσεις με την Κίνα, οι ασιατικές χώρες αναπτύσσουν τις δικές τους πυραυλικές δυνατότητες «λόγω της περιορισμένης αμερικανικής παραγωγής», δήλωσε ο Bang Jong-kwan, τέως υποστράτηγος του στρατού της Νότιας Κορέας.
Το 2022, αξιωματούχοι της Ταϊβάν παραπονέθηκαν δημοσίως για τις καθυστερήσεις των ΗΠΑ στις παραδόσεις αντιαεροπορικών πυραύλων Stinger, αφήνοντας υπονοούμενα ότι αιτία της καθυστέρησης ήταν ο εξοπλισμός της Ουκρανίας. Τον Οκτώβριο, οι πρόεδροι δύο διαφορετικών επιτροπών του αμερικανικού Κογκρέσου έστειλαν επιστολή στον υπουργό Πολεμικού Ναυτικού Carlos Del Toro, στην οποία έθεταν ερωτήματα σχετικά με τις «ανησυχητικές καθυστερήσεις» στις παραδόσεις όπλων στην Ταϊβάν, συμπεριλαμβανομένων αντιπλοϊκών πυραύλων. Είχαν παραγγελθεί το 2019, με την πρώτη παρτίδα να παραδίδεται τελικά την άνοιξη του 2023.
Το Πολεμικό Ναυτικό αρνήθηκε να σχολιάσει.
Η Ταϊβάν ξεκίνησε τη μαζική παραγωγή ενός νέου εγχώριου χερσαίου πυραύλου μεγάλου βεληνεκούς το 2021 ενώ η χώρα ετοιμάζει άλλους τρεις τύπους πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, σύμφωνα με Ταϊβανέζους αξιωματούχους.
Οι περισσότερες δυτικές εταιρείες αμυντικών συστημάτων λένε ότι επεκτείνουν την παραγωγική τους ικανότητα, ιδίως σε βλήματα και πυραύλους. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επενδύει στην εγχώρια παραγωγική της βάση και φέρνει στο εσωτερικό την παραγωγή ευαίσθητων εξαρτημάτων, όπως τα μικροτσίπ.
Το Πεντάγωνο πρόκειται να παρουσιάσει τις επόμενες εβδομάδες μια νέα στρατηγική της βιομηχανικής βάσης για να βοηθήσει στην άρση των εμπλοκών της αλυσίδας εφοδιασμού. Ο Vaccaro, στρατηγικός σύμβουλος του Πενταγώνου για την αμυντική βιομηχανία, δήλωσε ότι θα θέσει ως στόχο τη λεπτομερή χαρτογράφηση των αλυσίδων εφοδιασμού σε παγκόσμιο επίπεδο για 100 παραγόµενα οπλικά συστήµατα, φτάνοντας έως τον αριθμό κάθε εξαρτήματος και τη χώρα προέλευσης. Η κίνηση αυτή αποσκοπεί στον έγκαιρο εντοπισμό των σημείων συμφόρησης και στον περιορισμό τους μέσω, για παράδειγμα, της εξεύρεσης εναλλακτικών προμηθευτών.
Οι αμερικανικοί αμυντικοί κολοσσοί αυξάνουν διαρκώς την παραγωγή τους στο εξωτερικό σε συνεργασία με ξένες εταιρίες, μεταξύ άλλων και για πυραύλους, ως έναν τρόπο επέκτασης της δυναμικότητας των συστημάτων τους.
Σε μια πρόσφατη επίσκεψη στην Kongsberg, εργάτες κατέβασαν εξαρτήματα των Nasams από έναν γερανό οροφής σε έναν χώρο του εργοστασίου που ήταν ήδη γεμάτος με μεγάλα χυτά μέρη από πράσινο μέταλλο. Σε έναν από τους τοίχους υπήρχαν ράφια γεμάτα με χιλιάδες μικρά εξαρτήματα.
Στη δεκαετία του 1980, η Kongsberg κατασκεύαζε ηλεκτρονικά συστήματα για τα όπλα της – τώρα τα αγοράζει έτοιμα. Πριν από 15 χρόνια περίπου, η εταιρεία, που μετρά 200 χρόνια λειτουργίας, έκανε μόνη της τις συγκολλήσεις, τώρα τις κάνουν άλλες εταιρείες.
Εφόσον έχει στη διάθεσή της το σύνολο των εξαρτημάτων, η Kongsberg χρειάζεται ένα μήνα για να συναρμολογήσει το κινητό κέντρο διοίκησης ενός Nasams – τον πολύπλοκο κόμβο λήψης αποφάσεων που βρίσκεται στο κέντρο του συστήματος.
Για να διαχειριστεί τον κίνδυνο διακοπής της αλυσίδας εφοδιασμού της, η νορβηγική εταιρεία έχει συσσωρεύσει αποθέματα των βασικών εξαρτημάτων, ενώ διατηρεί και εφεδρικά Nasams που μπορούν να σταλούν γρήγορα σε πελάτες, αν χρειαστεί.
Η εταιρεία έχει εντείνει επίσης τις προσπάθειές της να εξασφαλίσει εναλλακτικές πηγές για όσο το δυνατόν περισσότερα είδη, ώστε να έχει τη δυνατότητα επιλογής σε περίπτωση έλλειψης κάποιου εξαρτήματος. Δήλωσε ότι θα ανοίξει ένα νέο εργοστάσιο στις εγκαταστάσεις της τον ερχόμενο Ιούνιο, το οποίο θα διαθέτει μια πιο αποδοτική γραμμή συναρμολόγησης. Η εταιρεία αναμένει ότι με τη μέθοδο αυτή θα αυξήσει την παραγωγή της σε πυραύλους έως και κατά 10 φορές.
– Η Noemie Bisserbe συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.
Μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον Alistair MacDonald στο Alistair.Macdonald@wsj.com, με τον Doug Cameron στο Doug.Cameron@wsj.com και με την Dasl Yoon στο dasl.yoon@wsj.com