«Κομματικά υποκινούμενες» χαρακτήρισε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Λευτέρης Αυγενάκης τις προσπάθειες να ξεκινήσουν οι αγρότες στην Ελλάδα κινητοποιήσεις. Από το Βερολίνο, όπου συμμετείχε στην Παγκόσμια Διάσκεψη Υπουργών Γεωργίας, στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Φόρουμ για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία και της διεθνούς έκθεσης «Πράσινη Εβδομάδα», ο κ. Αυγενάκης τόνισε μάλιστα ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη δώσει στους Έλληνες αγρότες όλα αυτά που διεκδικούν το τελευταίο διάστημα οι Γερμανοί συνάδελφοί τους.
«Τα τελευταία δύο χρόνια έχουν καταβληθεί περίπου 160 εκατομμύρια ευρώ σε σχεδόν 290.000 κατ’ επάγγελμα αγρότες, μειώθηκε ο ΦΠΑ για την αγορά αγροτικών μηχανημάτων από το 24% στο 13%, μειώθηκε κατά 50% η φορολογία στα κέρδη των αγροτών που συμμετέχουν σε συνεταιριστικές δομές, ενώ καταργήθηκε η φορολόγηση των κοινοτικών ενισχύσεων», ανέφερε ο υπουργός. Απευθυνόμενος στους Έλληνες αγρότες, ο κ. Αυγενάκης σημείωσε χαρακτηριστικά: «Σε όλους αυτούς που λένε, δείτε τι κάνουν στη Γερμανία, εμείς απαντούμε, δείτε τι διεκδικούν στη Γερμανία και τι συμβαίνει στη χώρα μας. Εμείς πολύ έγκαιρα καταφέραμε να βάλουμε τάξη και να απαντήσουμε σε αυτά που διεκδικούν σήμερα οι αγρότες στη Γερμανία».
Τους κάλεσε επίσης να είναι προσεκτικοί με τους εκπροσώπους και τους «εκπροσώπους» αγροτών, οι οποίοι προτρέπουν σε κινητοποιήσεις και να διερευνούν ποιοι είναι και ποια είναι η κομματική τους προέλευση. «Όλα αυτά έχουν κομματικό πρόσημο. Είναι υποκινούμενη η όλη προσπάθεια», υπογράμμισε ο υπουργός και έκανε λόγο για «βραχυκύκλωμα» σε ό,τι αφορά τα πιθανά αιτήματα. Συγκεκριμένα, εξήγησε ότι ο ίδιος έδωσε εντολή να ξεκινήσουν έλεγχοι στην αγορά γάλακτος και ότι ΕΦΕΤ, ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ και στελέχη του υπουργείου βρίσκονται και σήμερα σε διαφορετικά σημεία, τόσο σε σούπερ μάρκετ όσο και σε πύλες εισόδου, προκειμένου να διεξάγουν ελέγχους στην εισαγωγή γάλακτος.
Ο κ. Αυγενάκης διαβεβαίωσε πάντως ότι η κυβέρνηση είναι ανοιχτή σε κάθε συζήτηση και επανέλαβε ότι η στήριξη του πρωτογενούς τομέα αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. «Είμαστε εδώ να σεβαστούμε, να ακούσουμε, να συνεργαστούμε με όλους τους θεσμικούς και να κάνουμε αυτό που πρέπει. Δεν έχουμε λόγο να χαριστούμε σε κανέναν, δεν μας κρατάει κανείς. Αλλά είναι γεγονός ότι περισσότερο μπορούμε να συνεννοηθούμε μέσα από τον διάλογο και λιγότερο μέσα από τις κραυγές», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος, συγκεκριμένα, στους αγρότες της Θεσσαλίας, ο κ. Αυγενάκης επανέλαβε την συμπαράσταση της κυβέρνησης, αναφέρθηκε στις μέχρι τώρα αποφάσεις για χρηματοδοτικά προγράμματα και χαρακτήρισε «μεγάλο στοίχημα», τόσο για την κυβέρνηση όσο και προσωπικά για τον ίδιο, την ανασυγκρότηση της περιοχής.
Σχετικά με τα αποτελέσματα της Διάσκεψης στην οποία συμμετείχαν περίπου 60 αντιπροσωπείες, ο Λευτέρης Αυγενάκης παραδέχθηκε ότι «δεν λύθηκε μεν το επισιτιστικό πρόβλημα» και ότι «ο στόχος, κανένας άνθρωπος στην υφήλιο να μην πεινά, θέλει ακόμη δρόμο», σημείωσε ωστόσο με ικανοποίηση το γεγονός ότι η διεθνής κοινότητα συζητά και ότι η γεωργική διπλωματία κάνει βήματα προς τα εμπρός.
«Το γεγονός ότι βρισκόμαστε στο ίδιο τραπέζι, καταθέτουμε προβληματισμούς και καταλήγουμε σε κοινό ανακοινωθέν, είναι μια επιτυχία. Είμαστε όλοι περισσότερο ώριμοι, ακόμη και πέρα από την Ευρώπη, ως προς τον στόχο και είμαι αισιόδοξος για αποτέλεσμα», δήλωσε ο υπουργός και συνεχάρη τους διοργανωτές και συγκεκριμένα τον γερμανό ομόλογό του Τζεμ Έτσντεμιρ για την άρτια διοργάνωση, παρόλα τα προβλήματα του τελευταίου διαστήματος, με τις αγροτικές κινητοποιήσεις.
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης ανέδειξε ακόμη την ελληνική πρωτοβουλία για συνάντηση της EUMED-9 των υπουργών Γεωργίας και Αλιείας του Ευρωπαϊκού Νότου, η οποία θα γίνει την Τετάρτη στις Βρυξέλλες, με κεντρικά θέματα στην ημερήσια διάταξη την κλιματική κρίση, την ακαρπία και τον περονόσπορο και τα ψάρια – εισβολείς που πλήττουν την παράκτια αλιεία. «Είμαι χαρούμενος και υπερήφανος που η Ελλάδα έχει γυρίσει σελίδα και είναι μια υπολογίσιμη δύναμη. Πρέπει να δούμε πώς συνολικά η ευρωπαϊκή κοινότητα θα λειτουργήσει αλληλέγγυα προς τα κράτη μέλη, τα οποία αντιμετωπίζουν κοινά προβλήματα. Είναι ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση να δημιουργήσει μηχανισμούς που δεν έχει», προειδοποιώντας ότι αυτό που καλείται σήμερα να διαχειριστεί η Ελλάδα στην περίπτωση της Θεσσαλίας, δεν αποκλείεται στο μέλλον να απασχολήσει και άλλα κράτη – μέλη.