Το ερώτημα είναι απλό. Έχεις σκεφτεί τι θα έκανες αν ξαφνικά κέρδιζες ένα μεγάλο χρηματικό ποσό; Ποιο θα ήταν το πρώτο πράγμα που θα σου ερχόταν στο μυαλό; Και να το κάνω ακόμα πιο συγκεκριμένο. Τι θα έκανες αν κέρδιζες 10.000 ευρώ τον μήνα για 10 χρόνια; Ο Γιώργος Λέντζας με την εκπομπή «Μια φορά στα 10 χρόνια» έρχεται να ανάψει τη σπίθα.
Έρχεται να προτείνει διαφορετικές εμπειρίες με μοναδικό στόχο να μας κινητοποιήσει. Το «Μια φορά στα 10 χρόνια», με νέα διαθέσιμα επεισόδια κάθε Σάββατο στην υβριδική πλατφόρμα MEGA Play και στο megatv.com, μας καλεί να σκαλίσουμε τη φαντασία μας, να φέρουμε στην επιφάνεια τα όνειρά μας και οραματιστούμε ότι μια μέρα θα τα δούμε να πραγματοποιούνται.
Ο Γιώργος Λέντζας μιλά στο ΒΗΜΑ για την παρουσίαση του «Μια φορά στα 10 χρόνια» αλλά και για την «όμορφη γλυκάδα» αυτής της εκπομπής που ακουμπά χορδές ευαίσθητες με την εκπλήρωση των καλά κρυμμένων μας επιθυμιών.
Στη συζήτησή μας χώρεσε ο Άντονι Μπουρντέν, το παρατσούκλι «τηλεοπτικός Καββαδίας», η Παταγονία, η ορεινή Πίνδος, ένα ποδήλατο και οι γονείς του με μια βαλίτσα ανά χείρας με άγνωστο προορισμό.
Για την είσοδο στο MEGA Play, την υβριδική πλατφόρμα του MEGA, το μόνο που χρειάζεται είναι να διαθέτεις έξυπνη τηλεόραση (smart TV) συνδεδεμένη στο διαδίκτυο και να πατήσεις το κίτρινο κουμπί.
«Μια φορά στα 10 χρόνια», πώς ξεκίνησε η ιδέα για αυτή την εκπομπή;
Η ιδέα αυτής της εκπομπής ξεκίνησε νομίζω σε ένα πολύ παράξενο, αλλά και πολύ ενδιαφέρον, timing για ΄μενα. Τελείωνα την εκπομπή που έκανα στην COSMOTE TV, μετά από πέντε χρόνια και ουσιαστικά την αμέσως επόμενη μέρα χτύπησε το τηλέφωνο μου και ήταν το MEGA.
Οπότε έχει μια άλλη αξία η χρονική στιγμή που ήρθε η πρόταση. Η ιδέα ήταν η εξής: «Σκεφτόμαστε να κάνουμε μια εκπομπή στο ΜEGA Play με προτάσεις για εμπειρίες και ταξίδια. Έχεις ταξιδέψει τόσο πολύ, θα σε ενδιέφερε;». Και λέω γιατί όχι. Γιατί να μην το δοκιμάσω; Δεν υπήρχε καλύτερο timing από αυτό.
Έτσι, τόσο απλά είπες το ναι.
Τόσο απλά. Είναι από αυτά τα πρότζεκτ που έρχονται και σε βρίσκουν. Οι άνθρωποι του σταθμού με προσέγγισαν με τη συγκεκριμένη ιδέα και στην πορεία είχα κι εγώ μια εμπλοκή στο κομμάτι των θεμάτων και του περιεχομένου, αλλά μέχρι εκεί. Πρωτίστως ήταν δική τους ιδέα.
Αν και έχεις δοκιμαστεί και σε άλλου είδους εκπομπές, στο μυαλό των περισσοτέρων είσαι ταυτισμένος με τα ταξίδια.
Είναι μια μεγάλη αλήθεια αυτή. Έχει τα θετικά, έχει και τα αρνητικά του. Το όνειρό μου ήταν να γίνω ο Έλληνας Άντονι Μπουρντέν. Ουσιαστικά ο Μπουρντέν δεν έκανε ποτέ μια αμιγώς μαγειρική εκπομπή. Το φαγητό ήταν η αφορμή για κάτι άλλο. Μου άρεσε πάρα πολύ η προσέγγιση του ότι ξεκινούσε με μια θεματική που ήταν και η αφορμή που τον έβαζε στο αεροπλάνο.
Όλες οι εκπομπές του ήταν βαθιά κοινωνικές, αρκετά πολιτικές, πολύ φιλοσοφημένες. Ήταν εκπομπές που βασίζονταν στην εμπειρία και για να είμαι ειλικρινής κάπως έτσι θέλω να προσεγγίζω όλα μου τα πρότζεκτ. Το συγκεκριμένο πρότζεκτ έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον γιατί έχοντας κάνει τόσες ταξιδιωτικές εκπομπές, είναι η ταξιδιωτική εκπομπή που κάνω χωρίς να ταξιδεύω. Δηλαδή ουσιαστικά προτείνω πράγματα, καταστάσεις και εμπειρίες από την ασφάλεια του σπιτιού μου, το οποίο είναι κάτι διαφορετικό. Δηλαδή είναι ένα τικ στη λίστα μου.
«Πλέον δεν ψάχνω, ούτε προσπαθώ, να χωρέσω σε μια μέση λύση».
Μου είπες ότι η ταύτισή σου με τα ταξίδια έχει και τα κατά της. Ποια μπορεί να είναι αυτά;
Είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο είδος εκπομπής για να το κάνεις στην Ελλάδα. Για τον απλούστατο λόγο ότι είναι ένα είδος που έχει αρκετά αυξημένο κόστος παραγωγής και κατ’ επέκταση δεν ενδιαφέρει τόσο τα κανάλια, σε αντίθεση με τον τηλεθεατή που τον ενδιαφέρει αρκετά. Αλλά και πάλι, δεν είμαστε ένας παραδοσιακά ταξιδιωτικός λαός. Δεν είμαστε ας πούμε οι Γερμανοί, δεν είμαστε οι Αμερικάνοι. Οπότε αυτό κάνει την αγορά αρκετά πιο συγκεκριμένη.
Γι’ αυτό και πρέπει να βρίσκεις μονίμως στοιχεία για να το κάνεις όλο πιο ενδιαφέρον και δελεαστικό. Το άλλο που μπορώ να σου πω στην παρούσα φάση είναι ότι είμαι πάντα, αυτό που λέω για πλάκα και συζητούσαμε και στο MEGA, ένας «τηλεοπτικός Καββαδίας». Όταν έχει μπάρκο και ταξίδια είμαι το πρώτο όνομα που έρχεται στο μυαλό. Νομοτελειακά αυτό λόγω του χρόνου που χρειάζεται να λείπεις αλλά και λόγω της κούρασης, σε καθιστά διαθέσιμο μόνο για τέτοια πρότζεκτ και όχι για άλλα τα οποία είναι λίγο πιο πιο «ανοιχτά», είναι σε πλατό, είναι παιχνίδια.
Οι ταξιδιωτικές εκπομπές, όσο απολαυστικές κι αν είναι για τον τηλεθεατή, κρύβουν πολύ κόπο και κούραση από πίσω.
Είναι εξοντωτικό να κάνεις γυρίσματα ταξιδιωτικής εκπομπής. Στις δυσκολίες βάζουμε ότι ο χρόνος δεν φτάνει ποτέ, το μπάτζετ είναι περιορισμένο, ότι τα παραγωγικά προβλήματα προκύπτουν συνεχώς στα πόδια σου. Από την άλλη, να σου πω την αλήθεια, δεν μου αρέσει να μεμψιμοιρώ γιατί είναι και επιλογή μου να κάνω αυτές τις δουλειές στην ελληνική τηλεόραση.
Αυτή είναι και η μαγεία τους. Με γοητεύει το γεγονός ότι έχω μία και μόνο ευκαιρία να είμαι σε ένα μέρος -που υπό άλλες συνθήκες ενδεχομένως να μην έφτανα ποτέ στη ζωή μου τόσο μακριά- και έχω μία και μοναδική δυνατότητα να γυρίσω αυτό που πρέπει να γυρίσω και να πω την ιστορία που πρέπει να πω όσο το δυνατόν καλύτερα. Είναι ένα κίνητρο αδρεναλίνης. Με εξιτάρει και με γοητεύει ταυτόχρονα.
Ποιος είναι ο πιο μακρινός προορισμός στον οποίο κατάφερες να φτάσεις λόγω των εκπομπών που έκανες;
Θα έλεγα την Παλαιστίνη, η οποία δυστυχώς είναι επίκαιρη. Ναι, αν δεν έκανα τις ταξιδιωτικές εκπομπές, ενδεχομένως να μην είχα τη δυνατότητα να δω από κοντά όσα συμβαίνουν σε αυτή τη λωρίδα γης. Και ως προς τη φυσική ομορφιά θα έλεγα την Παταγονία και την Ισλανδία. Είναι δύο μέρη τα οποία λάτρεψα και κάθε φορά που κάνω οποιοδήποτε ταξιδιωτικό πρότζεκτ προσπαθώ να «χωρέσω» κι ένα γύρισμα εκεί, μήπως τα επισκεφθώ ξανά.
Είπες ότι πάντα ψάχνεις αυτή την ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια που θα κάνει τη διαφορά. Το «Μια φορά στα 10 χρόνια» είναι από μόνο του ένα διαρκές τουίστ.
Ισχύει, για αυτό και ο λόγος που θέλησα να την κάνω είναι διττός. Από τη μία ήθελα να συνεργαστώ με ανθρώπους που είχα συναντήσει είτε στον ΑΝΤ1 είτε στο Alpha στο παρελθόν και είχαμε συνεργαστεί άψογα. Ήθελα πολύ να δουλέψω ξανά μαζί τους, γιατί για ‘μενα παίζουν τεράστιο ρόλο οι άνθρωποι στις δουλειές.
Από την άλλη, νιώθω ότι με το MEGA «ταιριάζουν τα χνώτα» μας. Μιλάμε για ένα προοδευτικό κανάλι και όσον αφορά στο περιεχόμενο και όσον αφορά στο γεγονός ότι ενδιαφέρεται να πάρει ρίσκα, ενδιαφέρεται να ανεβάσει το επίπεδο της τηλεόρασης. Κάτι που είδαμε και με τις επιλογές που έκανε τόσο σε επίπεδο μυθοπλασίας, όσο και σε επίπεδο εκπομπών. Μου βγάζει μια ταύτιση.
Ο τρόπος με τον οποίο προέκυψε το «Μια φορά στα 10 χρόνια» είχε μια όμορφη γλυκάδα. Γιατί; Γιατί ξεκινά από μια τεράστια έρευνα η οποία έλεγε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στην ερώτηση «πού θα ξόδευαν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό αν το κέρδιζαν», απαντούν -εννιά στις δέκα φορές- ότι θα το ξόδευαν σε εμπειρίες κι όχι σε πράγματα, σε υλικά αγαθά.
Ειδικά η γενιά μου μεγάλωσε μέσα σε απανωτές κρίσεις για αυτό και νομίζω ότι παραμένει ένα άσβεστο όνειρο και ένα ανεκπλήρωτο πάθος να δούμε πράγματα, να μάθουμε, να ταξιδέψουμε. Οπότε η γλύκα αυτού του πρότζεκτ ήταν αυτό το πρωτογενές κίνητρο που με έφερε στο τιμόνι της εκπομπής.
Το ότι η εκπομπή προβάλλεται στο MEGA Play και στο megatv.com σε προβλημάτισε;
Το αντίθετο θα έλεγα. Το γεγονός ότι η εκπομπή προβάλλεται στην υβριδική του MEGA δεν λειτούργησε αποτρεπτικά, αλλά παρακινητικά στην περίπτωσή μου. Ένιωσα ότι είναι μια καλή ευκαιρία να κάνω κάτι διαφορετικό και λίγο πιο μπροστά από την εποχή του.
Αντιλαμβάνομαι ότι στο μέλλον τα υβριδικά κανάλια θα μας απασχολούν συνολικότερα κι έτσι το «Μια φορά στα 10 χρόνια» ήταν μια πολύ καλή αφορμή να ταυτιστώ με αυτή την τάση. Να πούμε σε αυτό το σημείο ότι το «Μια φορά στα 10 χρόνια» είναι η πρώτη εκπομπή που έχει ένα μικρό είδος αλληλεπίδρασης. Βλέποντάς την στην υβριδική πλατφόρμα του MEGA μπορείς να πατάς στην οθόνη σου και να παίρνεις κάποιες παραπάνω -πιο προσωποποιημένες- πληροφορίες.
Αποκτά έτσι για τον τηλεθεατή ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Έχει ένα ενδιαφέρον συνολικά αυτή η εκπομπή γιατί συνδυάζει τεχνολογία και περιεχόμενο. Αυτή την αλληλεπίδραση την είδαμε για πρώτη φορά στις εκπομπές του Bear Grylls στο National Geographic. Πάμε προς τα εκεί οπότε ήθελα να βάλω αυτό το «αστεράκι» πρώτος.
Εσύ τι θα έκανες αν ξαφνικά κέρδιζες ένα μεγάλο ποσό; Ποιο θα ήταν το πρώτο που θα σκεφτόσουν;
Θα είμαι ειλικρινής. Το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι ότι θα πλήρωνα το δάνειό μου ή κάποιους λογαριασμούς. Θα μοίραζα το ποσό. 50% σε ανοιχτούς λογαριασμούς και 50% σε εμπειρίες. Κυρίως όμως θα ήθελα να κάνω ένα ταξίδι. Θα έπαιρνα τον πατέρα μου και τη μητέρα μου και θα έκανα ένα τεράστιο ταξίδι μαζί τους. Είναι μια εμπειρία που θα ήθελα να την έχω για το υπόλοιπο της ζωής μου.
Να τους δείξω όσα έμαθα στον κόσμο. Θα τους έλεγα: «ετοιμάστε μια τσάντα, βάλτε μέσα καλοκαιρινά, χειμερινά, πολύ χειμερινά και πάμε να φύγουμε για ένα τρίμηνο». Ελπίζω να το καταφέρουμε, θα το παλέψω για να συμβεί.
Έχει άλλη μαγεία να ταξιδεύεις με ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας από ένα σημείο και μετά. Ο κόσμος αλλάζει ταχύτατα για αυτό ας πούμε το να έχεις πάει στην Κωνσταντινούπολη πενήντα χρόνια πριν δεν έχει καμία σχέση με το να πας σήμερα. Το να τους βλέπεις να το βιώνουν είναι μαγικό. Είναι σαν να ανακαλύπτουν τον κόσμο από την αρχή.
Η απάντηση που μου δίνεις σήμερα θα ήταν διαφορετική μια δεκαετία πίσω;
Σίγουρα ναι, σίγουρα. Βιώνοντας το σήμερα νιώθω πολύ έντονη τη διαφορά. Μπήκα στα 33 και νιώθω ότι είναι μια ηλικία που έχω και την ωριμότητα ενός ανθρώπου που έχει ζήσει και έχει δει κάποια πράγματα, έχω όμως και το πηγαίο ενδιαφέρον ενός ανθρώπου που δεν τον έχουν εγκαταλείψει οι δυνάμεις του. Οπότε νομίζω ότι αυτό είναι ένα τέλειο μείγμα.
Διάβασα μια δήλωσή σου που σχετίζεται με αυτό που μόλις είπες. Έλεγες πως πέρασες ένα μεγάλο διάστημα προσπαθώντας να καταλάβεις πώς λειτουργεί η ζωή. Είσαι σε καλό δρόμο;
Να σου πω κάτι; Νομίζω πως ναι, όμως δεν είμαι σίγουρος γιατί κάθε φορά που ανοίγεις μια πόρτα και πιστεύεις ότι έχεις βρει τη σωστή, από πίσω εμφανίζονται άλλες είκοσι. Αντιμετωπίζω πλέον τη ζωή σαν ένα χορό που απλώς ακούς τη μουσική -χωρίς να ξέρεις τα βήματα απαραίτητα- και προσπαθείς να χορέψεις όσο πιο αρμονικά γίνεται. Κάπως έχω αφεθεί, έχω σταματήσει να σκέφτομαι τόσο και απολαμβάνω το ταξίδι. Νομίζω είναι πολύ καλή περίοδος.
Σε ένα από τα επεισόδια καταπιάνεσαι με τις πιο εντυπωσιακές κορυφές του κόσμου. Ποιες είναι οι δικές σου κορυφές; Οι κορυφές που προσπάθησες να κατακτήσεις;
Αυτό το επεισόδιο ήταν μια δική μου πρόταση για τον απλούστατο λόγο ότι στο πρακτικό κομμάτι ο τουρισμός βουνών έχει αρχίσει να ανεβαίνει πάρα πολύ. Στο μεταφορικό του κομμάτι το βουνό συμβολίζει κάτι παραπάνω από αυτό που είναι στην πραγματικότητα. Δηλαδή η μεταφυσική του διάσταση είναι η προσπάθεια, η ανάγκη να ξεπεράσεις τα όρια. Αυτή η οπτική είναι σημαντικό κομμάτι του συγκεκριμένου επεισοδίου και το αφήνουμε και σε μια ρευστή μεταφορά.
Οι δικές μου κορυφές είναι να συνεχίσω να απολαμβάνω όσα κάνω, να δουλεύω με δημιουργικούς ανθρώπους και πρωτίστως να εξελίσσομαι. Νιώθω ότι και μπροστά να μην πάω μια μέρα σημασία έχει να μην πάω πίσω. Σημασία έχει να βρίσκεις τα βήματα και να προχωράς. Βλέπεις την κορυφή του Ολύμπου και λες μάλλον δεν θα μπορέσω να φτάσω ποτέ εκεί. Και είναι το ένα βήμα μετά το άλλο για κάμποση ώρα που σε οδηγούν στην κορυφή. Το θέμα είναι να αντέξεις τη διάρκεια.
Και να πάρεις και την απόφαση. Γιατί η ρουτίνα, ο φόβος μάς κρατούν πίσω πολλές φορές.
Η απόφαση πάντα είναι η μισή επιλογή. Νομίζω ότι όλοι έχουμε μια αόρατη αλυσίδα και αυτή είναι η ρουτίνα μας, η καθημερινότητά μας. Όντας ένας άνθρωπος ο οποίος για πάρα πολλά χρόνια δεν είχα λόγω της ζωής και της δουλειάς που έκανα, ομολογώ ότι μου αρέσει πλέον η ρουτίνα. Χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι μια στο τόσο δεν χρειαζόμαστε ένα ισχυρό σοκ για να ισορροπήσουμε.
Πλέον δεν ψάχνω, ούτε προσπαθώ να χωρέσω σε μια μέση λύση. Η ζωή που με εκφράζει είναι η ζωή η οποία κινείται στα όρια. Δουλεύω πολύ, μετά για ένα διάστημα δεν δουλεύω καθόλου. Τρέχω μαραθώνιο, μετά για έναν μήνα μπορεί να μην βγαίνω από το σπίτι. Όσο πιο αυστηρή και έντονη είναι η ρουτίνα μου και η δουλειά μου, τόσο πιο ελεύθερη, εκτός προγράμματος και περιπετειώδη θέλω την απελευθέρωσή μου.
Να σου δώσω ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πέρσι, που ήταν η πιο χαώδης χρονιά μου από άποψη δουλειάς, ο τρόπος με τον οποίο ένιωσα ότι πρέπει να δοκιμάσω τα όρια και να ξεφύγω ήταν με το να επιχειρήσω έναν αγώνα διάσχισης όλης της ορεινής Πίνδου με ποδήλατο χωρίς καμία εξωτερική βοήθεια. Πού καταλήγω; Η ζωή δεν έχει να κάνει με τη μέση λύση, τελικά νομίζω μας το έμαθαν λάθος. Η ζωή έχει να κάνει με το να πειράζεις τα άκρα. Εκεί βλέπεις τα όριά σου και ανακαλύπτεις τον κόσμο αλλά και τον εαυτό σου.
«Θα έπαιρνα τον πατέρα μου και τη μητέρα μου και θα έκανα ένα τεράστιο ταξίδι μαζί τους».
Τι έχουμε να δούμε στα επόμενα επεισόδια;
Τα επόμενα επεισόδια φλερτάρουν με την ιδέα ότι τα πάντα τελικά μπορεί και να είναι μια επιλογή μακριά. Οπότε τι χρειαζόμαστε; Τρία πράγματα, τα οποία για εμένα είναι ο ακρογωνιαίος λίθος όλων των μεγάλων αλλαγών. Χρειάζεται λίγος χρόνος, λίγα χρήματα και κυρίως αρκετή περιέργεια. Και τα τρία επεισόδια που έχουν μείνει και έρχονται πραγματεύονται ακριβώς αυτά τα τρία κομμάτια. Ένα πολύ ωραίο επεισόδιο που έρχεται, για το οποίο ανυπομονώ, είναι τα πιο τώρα ενδιαφέροντα εστιατόρια με αστέρι Μισελέν που μπορείς να φας στον κόσμο.
Αυτή είναι τελικά και η ουσία της εκπομπής.
Είναι η ουσία της εκπομπής. Είναι σταθερά οι τρεις θεματικοί πυλώνες που επεξεργαζόμαστε για να βγει ένα επεισόδιο.
Το ήδη υπάρχον πρότζεκτ θα μπορούσε πάντως να μετεξελιχθεί και να ξεκινήσεις κι εσύ πάλι τα ταξίδια.
Συμφωνώ απόλυτα. Να σου πω την αλήθεια νομίζω ότι κάπως, στο μυαλό μου τουλάχιστον, το γλυκοκοιτάζω με το τι μπορεί να γίνει ώστε να προχωρήσουμε την πολύ καλή πρωτογενή ιδέα που έχουμε.
Πάντως ο μεγάλος μου «καημός», επειδή έχω ταξιδέψει τόσο πολύ και πάντα το παρουσίαζα, αν είναι να μετεξελιχθεί αυτό το πρότζεκτ σε κάτι, θα ήθελα αυτή τη φορά να έχω τη δυνατότητα να παίρνω και κάποιον ή κάποιους μαζί μου και να ζουν αυτή την εμπειρία. Αλλά αυτό είναι δουλειά του καναλιού. Εγώ το μόνο που μπορώ να κάνω είναι μια πρόταση και να δώσω την οπτική μου. Νομίζω όμως ότι θα μου άρεσε και θα άρεσε πολύ γενικά να μπορέσει να ταξιδέψει κόσμος με αυτή την εκπομπή.
Το λέμε εμείς και ποτέ δεν ξέρεις.
Το λέμε και ποτέ δεν ξέρεις. Ακριβώς αυτό.