Τρεις μόνο νέες ταινίες από σήμερα στις αίθουσες, αν και τα βλέμματα πολλών είναι στραμμένα στην τελευταία ταινία του Γιώργου Λάνθιμου «Poor things» που ανοίγει την Πρωτοχρονιά. Ηδη διακεκριμένη στο εξωτερικό, η ταινία είναι η καλύτερη μέχρι σήμερα δημιουργία του Ελληνα σκηνοθέτη που ακολουθεί καριέρα στο εξωτερικό. Προς το παρόν, με ανεξήγητη καθυστέρηση δύο ετών και σε μια μόνο αίθουσα προβάλλεται το παραγωγής 2021 ντοκιμαντέρ «Ennio – The Maestro» (χάρη στην επιμονή του Πολιτιστικού Συλλόγου Φίλων Μουσικής Ennio Morricone και συγκεκριμένα του ιδρυτής του Κωνσταντίνου Παπακώστα) και σε πολύ περισσότερες η περιπέτεια «Αγραφος νόμος» με τον Λίαμ Νίσον .
Ennio – The Maestro (Ennio)
Παραγωγή: Ιταλία, 2021
Σκηνοθεσία: Τζουζέπε Τορνατόρε
Εμφανίζονται: Ένιο Μορικόνε, Κλιντ Ιστγουντ, Τζον Γουίλιαμς, Μπρους Σπρίνγκστιν, Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, Κουέντιν Ταραντίνο.
Ισως δεν υπάρχουν λόγια για να εξηγήσει κανείς το έμφυτο ταλέντο ενός ανθρώπου που μπορούσε να συνθέσει μουσική ενώ μιλούσε στο τηλέφωνο, πάντως αυτό το ντοκιμαντέρ για τον Ενιο Μορικόνε (1928- 2020) είναι τελικά ένα σπάνιας αξίας βιογραφικό ντοκουμέντο που με συνολική διάρκεια δύο ώρες και 36’ δεν μπορεί παρά να ενδιαφέρει την πλειοψηφία των θαυμαστών του. Αρκετοί λόγοι συνδράμουν και με το παραπάνω για να το παρακολουθήσει κάποιος πραγματικά ενδιαφερόμενος για τον αγαπημένο μουσικοσυνθέτη αμέτρητων κινηματογραφοφιλων και μουσικόφιλων σε όλο τον κόσμο, ο οποίος δεν χρειάζεται βεβαίως συστάσεις. Κατ’ αρχάς το σκηνοθέτησε ο γύρισε ο Τζουζέπε Τορνατόρε για τον οποίο ο Μορικόνε συνέθεσε το μουσικό σκορ των ταινιών «Σινεμά ο παράδεισος» (1988) και «Μαλένα» (2000) και αυτό σημαίνει ότι ο σκηνοθέτης γνωρίζει πολύ καλά το θέμα του και πως να το χειριστεί. Ενας δεύτερος λόγος είναι ο ίδιος ο αφηγητής, κανείς είναι άλλος από τον Μορικόνε διότι ο Τορνατόρε τον πρόλαβε ζωντανό για το φιλόδοξο εγχείρημά του. Ο Μορικόνε μιλά ο ίδιος την ζωή του και μάλιστα με συναρπαστικό τρόπο, νιώθοντας κάθε λέξη που λέει, έτσι όπως ένιωθε κάθε νότα που έγραφε.
Εκτός από ιδιοφυής μουσικός, ο μαέστρος είχε και το χάρισμα του μαγνητικού story teller αρκεί να παρατηρήσει κανείς πως κουνά ενώ μιλά τα χέρια του – κυριολεκτικά σαν να διευθύνει την ορχήστρα του εαυτού του. Και ένας τρίτος λόγος είναι οι πολύ καλές πληροφορίες γύρω από το άτομό του, όπως ότι ο τρομπετίστας πατέρας του, που ποτέ δεν έγινε όνομα τον μετέτρεψε σε τρομπετίστα γιατί ο ίδιος ο Ενιο Μορικόνε ήθελε να γίνει γιατρός. Επίσης, η ταινία μας θυμίζει ότι
ο Μορικόνε δεν ήταν μόνον ο συνθέτης των εκατοντάδων σάουντρακ που έγινε παγκόσμια διάσημος μετά την συνεργασία του με τον Σέρτζιο Λεόνε και την σπαγγέτι γουέστερν τριλογία του «Για μια χούφτα δολάρια», «Μονομαχία στο Ελ Πάσο» και «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος» αλλά και ο άνθρωπος πίσω από πασίγνωστα ποπ ιταλικά τραγούδια που δεν αγαπήθηκαν μόνο στην Ιταλία αλλά σε όλη την Ευρώπη : παράδειγμα το «Sapore di sale» του Τζίνο Πάολι για παράδειγμα είναι μουσική σύνθεση του Μορικόνε. Και τέλος, είναι πολύ όμορφο να βλέπεις φρέσκιες συνεντεύξεις πολλών καλλιτεχνών που συνεργάστηκαν ή όχι μαζί του να μιλούν με αγάπη και σεβασμό για τον μαέστρο, έναν ταπεινό άνθρωπο που δεν διστάζει να βουρκώσει ενθυμούμενος την πορεία του, το πως ο το πόσο ταπεινωτικό θεωρούσε ο ίδιος να βγάζει κανείς το ψωμί του παίζοντας μουσική.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: STUDIO
Αγραφος νόμος (In the land of saints and sinners)
Παραγωγή: Ιρλανδία, 2023
Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Λόρενζ
Ηθοποιοί: Λίαμ Νίσον, Κέρι Κόντον, Κίαραν Χιντς, Τζακ Γκλίσον
Από την αρχή κιόλας της ταινίας, ο Φινμπαρ Μέρφι που υποδύεται με την γνωστή, στακάτη πειθώ του ο Ιρλανδός ηθοποιός Λίαμ Νίσον, «δείχνει τα δόντια του»: πίσω από το πρότυπο καλοσύνης που βγάζει το ζεστό βλέμμα του, η ήρεμη φωνή του, το γεγονός ότι είναι βιβλιοπώλης ακόμα και η παλαιομοδίτικη, γραφική πίπα του, κρύβεται ένας κυνικός εκτελεστής που αναλαμβάνει «δουλειές» σχετικές με την διαμάχη ανάμεσα στον Ιρλανδέζικο Απελευθερωτικό Στρατό (IRA) και τις δυνάμεις της Βρετανίας. Φόντο της ιστορίας είναι η Ιρλανδία των χρόνων του 1970, των πιο σκληρών αυτής της διαμάχης, με τις απανωτές τρομοκρατικές επιχειρήσεις του IRA. Στο απόμακρο σημείο όπου ο Φίνμπαρ θάβει τα πτώματα των θυμάτων του φυτεύει για σημάδι ένα δέντρο στο κάθε τάφο και έτσι έχει φτιάξει ένα μικρό δάσος…
Όμως η ανάγκη του Φίνμπαρ να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση που τον έχει φέρει στο σημείο να απεχθάνεται τον εαυτό του σηματοδοτεί την αφετηρία του ταραγμένου ταξιδιού της ιστορίας της ταινίας στην δεύτερη αυτή συνεργασία του με τον Λίαμ Νίσον μετά τον «Προστάτη», του Αμερικανού σκηνοθέτη και παραγωγού Ρόμπερτ Λόρενζ.
Αξιοποιώντας δημιουργικά τα υπέροχα τοπία της γαλήνιας ιρλανδέζικης φύσης που θα γίνουν η αρένα του μίσους μιας μαχήτριας του IRA Κέρι Κόντον η οποία αναζητεί τον Φίνμπαρ για να πάρει την εκδίκησή της, ο Λόρενς μέσω των δύο αυτών αντίθετων πόλων δημιουργεί μια ευπρόσδεκτη υπόγεια ένταση διατηρώντας σε ένα πολύ καλό επίπεδο τη νουάρ αποχρώσεων «μικρή» ταινία του.
Μεγάλο βοήθημα στην ταινία είναι η δημιουργία των αξιόλογων β’ ρόλων που καθένας τους έχει ειδικό βάρος. Ο Tζακ Γκλίσον που υποδύεται τον νεαρό συνεργάτη του Φίνμπαρ ο οποίος ονειρεύεται καριέρα μουσικού στο Λος Αντζελες, ο Κίαραν Χιντς που παίζει τον αστυνομικό και φίλο του Φίνμπαρ που γνωρίζει πολύ περισσότερα γι’ αυτόν από όσα θέλει να δείχνει και ο εκκεντρικός μεσάζοντας των εκτελέσεων (Κόλεμ Μίνι) είναι όλοι «ζουμεροί» χαρακτήρες που αφήνουν το δικό τους αποτύπωμα για την παραγωγή ενός όμορφου συνόλου.
Βαθμολογία: 3
ΑΘΗΝΑ: ΓΑΛΑΞΙΑΣ OΛA TA VILLAGE – OPTIONS IΛΙON – ΝΑΝΑ – ΒΑΡΚΙΖΑ WEST CITY
ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS – OPTIONS MAKEDONIA – CINEΜΑ ΟΝΕ
Για το παιδί
Προβάλλονται επίσης τα προερχόμενα από την Νορβηγία κινούμενα σχέδια Μυστήριο στη φάρμα των ζώων (Mystery on the Cattle Hill Express/ Kutoppen – På sporet, Noρβηγία, 2023) σε σκηνοθεσία Γουίλ Ασουρστ στα οποία το μυστήριο και η οικολογία διαμορφώνουν έναν όμορφο, η ψυχαγωγικό συνδυασμό από τον οποίο μάλιστα δεν λείπουν οι αναφορές σε πραγματικά πρόσωπα (Αλμπερτ Αϊνστάιν, Αγκαθα Κρίστι).
Όλα ξεκινούν από την προσπάθεια ανεύρεσης ενός κλεμμένου «σούπερ σπόρου» ο οποίος μπορεί να συμβάλλει στην λύση του προβλήματος της καλλιέργειας. Σε σκηνοθεσία Γουίλ Ασουρστ προβάλλεται μεταγλωττισμένο στα ελληνικά σε σκηνοθεσία και μετάφραση Ηδύλης Κυριακίδη, η οποία δίνει την φωνή της μαζί με τους Νεφέλη Κυριακίδη, Θάνο Λέκκα, Γιάννη Υφαντή, Δημήτρη Σάρλου κ.α.
Βαθμολογία: 2 ½
AΘHNA: ΓΑΛΑΞΙΑΣ – VILLAGE THE MALL – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – WESTCITY κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS κ.α.
Από Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024
———————————————–
Poor things (ΗΠΑ/ Αγγλία, 2023)
Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος
Ηθοποιοί: Ένα Στόουν, Γουίλεμ Νταφόε, Μαρκ Ράφαλο
Σε ένα πρώτο επίπεδο η ήδη διακεκριμένη και βραβευμένη με τον Χρυσό Λέοντα του φεστιβάλ Βενετίας τελευταία και καλύτερη μέχρι σήμερα δημιουργία του σκηνοθέτη Γιώργου Λάνθιμου (είναι υποψήφια για επτά Χρυσές Σφαίρες), είναι η παιχνιδιάρικη παραλλαγή ενός πολύ γνωστού μύθου: λέει την ιστορία μιας νεκρής γυναίκας, της Μπέλα (Εμα Στόουν) που «ανασταίνεται» μέσω των πειραμάτων ενός ιδιοφυούς επιστήμονα (Γουίλεμ Νταφόε) * να το πάλι μπροστά μας το τέρας του δρ. Φράνκενσταϊν, με διαφορετικό όμως φύλλο. Με φόντο το Λονδίνο (και όχι μόνο) μιας περασμένης εποχής, ο κ. Λάνθιμος έφτιαξε μια πολύ παράξενη ταινία η οποία στην πραγματικότητα, χρησιμοποιεί ως εργαλείο τον μύθο του τέρατος για να μιλήσει για την ριζική αναγέννηση της γυναίκας, μιλώντας μάλιστα και με πολύ ηχηρό τρόπο για το σήμερα. Η Μπέλα είναι η γυναίκα που θα τολμήσει να κάνει την επανάστασή της εκεί όπου υποτίθεται είναι χαμένη από χέρι αλλά θα κερδίσει κατατροπώνοντας κάθε αρσενικό που θα προσπαθήσει να την εκμεταλλευτεί (ο Μαρκ Ράφαλο παίζει ένα από αυτά και είναι πολύ αστείος). Τα στοιχεία ρεαλισμού και φαντασίας / μεταφυσικής «συγχωνεύονται» «λοξά» και με μοντέρνες, ευφάνταστες ιδέες για την δημιουργία ενός εντελώς ασυνήθιστου συνόλου. Είναι τα στοιχεία που αποτελούν το σήμα κατατεθέν του σκηνοθέτη και που τα συναντάμε στις ούτως ή άλλως παράξενες αλλά πάντα ενδιαφέρουσες ταινίες του: ανορθόδοξες γωνίες λήψης, ελευθερία στην έκφραση, συγχώνευση μοντέρνου – παλιού, κάδρα που παραπέμπουν σε πίνακες ζωγραφικής, ντεκόρ και σκηνικά που «βγάζουν» μάτι με την υπερβολή τους και όλα αυτά «ποτισμένα» με ένα μαύρο, ορισμένες φορές πραγματικά διαστροφικό χιούμορ.
Βαθμολογία: 3 ½
(σε περισσότερες από 90 αίθουσες όλης της Ελλάδας από την Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024)