Η 21η Δεκεμβρίου 2009, είναι η ημέρα που πεθαίνει ο Χρήστος Λαμπράκης, εμβληματική προσωπικότητα του Τύπου και του Πολιτισμού στην Ελλάδα, πρόεδρος του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη και εκδότης των εφημερίδων «ΤΟ ΒΗΜΑ» και «ΤΑ ΝΕΑ», που είχε ιδρύσει ο πατέρας του Δημήτρης, το 1922 και 1931 αντίστοιχα.
Ο Χρήστος Λαμπράκης εξέδωσε πολλά ακόμα έντυπα και υπήρξε μία από τις σημαντικότερες μορφές της ελληνικής δημοσιογραφίας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης με παράλληλη σημαντικότατη προσφορά στον πολιτισμό.
Το 1997, ο Χρήστος Λαμπράκης έγινε ο πρώτος εκδότης στην Ελλάδα που πέρασε τα έντυπά του στην ηλεκτρονική ενημέρωση.
Παράλληλα, σε συνεργασία με την αδελφή του, Λένα Σαββίδη, η οποία ήταν ο ιθύνων νους του Ιστορικού Αρχείου των εφημέριδων «ΤΟ ΒΗΜΑ» και «ΤΑ ΝΕΑ» και άλλων εντύπων, όπως πχ. ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος», έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία ενός πρωτοποριακού και ανεκτιμήτης ιστορικής και επιστημονικής αξίας ψηφιακού αρχείου.
Την επομένη του θανάτου του, «ΤΟ ΒΗΜΑ» και «ΤΑ ΝΕΑ» αποχαιρέτησαν των επί 52 χρόνια εκδότη τους.
Η αφετηρία
«Ο Χρήστος Λαμπράκης γεννήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 1934. Είκοσι χρόνια αργότερα, έχοντας τελειώσει γυμνάσιο και έναν κύκλο σπουδών στην Αγγλία και αφού υπηρέτησε στο Ναυτικό, «προσλαμβάνεται» (από τον πατέρα του) δόκιμος συντάκτης στο ‘Βήμα’.
»Χρόνια αργότερα, αγαπούσε να διηγείται ότι οι συνάδελφοί του- ιστορικά πλέον πρόσωπα της δημοσιογραφίας- τον κοίταζαν μάλλον με οίκτο. Ο πατέρας του τούς είχε προειδοποιήσει να μην τον βλέπουν σαν γιο του ιδιοκτήτη-διευθυντή της εφημερίδας αλλά μόνο σαν ‘έναν ακόμη νεαρό, πολλά υποσχόμενον’.
»Ενας χώρος στο ‘Βήμα’ τού ήταν σχετικά προσιτός- εκείνος της μουσικής. Αλλά και σ’ αυτόν μπορούσε να γράψει κάτι μόνο όταν έλειπαν οι μόνιμοι μουσικοκριτικοί της εφημερίδας, η Σοφία Σπανούδη και ο Ιωάννης Ψαρούδας.
Εκδότης ετών 23
»Στις 12 Αυγούστου 1957, πέθανε ο πατέρας του Δημήτρης Λαμπράκης και όλος ο εκδοτικός οργανισμός πέρασε στα χέρια του. Κάποιοι φοβήθηκαν ότι ήταν βαρύ το φορτίο που ανελάμβανε – ήταν και καταχρεωμένο.
»Σ΄αυτά τα χρόνια της θητείας του στην εφημερίδα όμως η τρομακτική ευκολία με την οποία προσλάμβανε παραστάσεις και ιδέες και ο συνθετικός τρόπος σκέψης του, που είχε διαμορφωθεί με συχνά ταξίδια σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, είχαν δημιουργήσει έναν άνθρωπο ικανό όχι απλώς να διαχειριστεί αλλά -κυρίως- να αναπτύσσει, να δημιουργεί και να προωθεί. Τον Χρήστο Λαμπράκη».
Η Χούντα
Το 1967, η Ελλάδα «μπαίνει στο γύψο» και ανάμεσα στους διωκόμενους από τις δικτατορικές αρχές βρίσκονται ο Χρήστος Λαμπράκης, οι εφημερίδες «ΤΟ ΒΗΜΑ» και «ΤΑ ΝΕΑ», που κυκλοφορούν ημιπαράνομα στην Αθήνα και σε ελάχιστες άλλες μεγάλες πόλεις, καθώς και οι συντάκτες τους.
Ο Λαμπράκης συλλαμβάνεται τον Μάιο του 1967 και παραπεμπεται σε δίκη χωρίς να του απαγγελθεί συγκεκριμένη κατηγορία. Αφέθηκε ελεύθερος τον Δεκέμβριο.
«Από τις φυλακές έστειλε μια επιστολή στη γαλλική εφημερίδα «Le Μonde» διεκτραγωδώντας τις αθλιότητες της χούντας, επισημαίνοντας ιδιαίτερα τις πιέσεις τις οποίες δέχθηκε ο Τύπος.
Έγραφε:
«…Είναι, πιστεύω, απολύτως σαφές σήμερα ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα Τύπος άξιος του ονόματός του. Σας ανέφερα ήδη τις συνθήκες υπό τις οποίες εκδίδονται οι εφημερίδες τις οποίες διηύθυνα. Αυτή καθ’ εαυτήν η ύπαρξη λογοκρισίας έχει ως συνέπεια να υπάρχει μία μόνο έκφραση άποψης, μία μόνο δυνατότητα μετάδοσης ειδήσεων.
»Είναι όμως προφανές ότι η παρούσα δικτατορία προχώρησε ακόμη περισσότερο. Αυτό που σήμερα εμφανίζεται στην Ελλάδα δεν είναι απλώς ένας λογοκριμένος Τύπος, είναι μάλλον ένας Τύπος καθ’ υπαγόρευσιν.
»Διότι η κυβέρνηση όχι μόνο ξεψαχνίζει όλα τα κείμενα όσο της είναι δυνατόν και τα εξετάζει κατά τρόπο ανόητο, προσπαθώντας να εξακριβώσει μήπως είναι “υπονομευτικά”- ακόμη και τα ιστορικά μυθιστορήματα – αλλά επιβάλλει στον Τύπο και τη δημοσίευση δικών της κειμένων και γελοίων σχολίων, υπαγορεύοντας ακόμη και ιστορικές νουβέλες, φθάνοντας στο σημείο να αξιώνει τη δημοσίευση ως και κυρίων άρθρων και σχολίων που γράφει η ίδια»
Στην επιστολή του προς τον ‘Μonde’ ο Λαμπράκης υπογραμμίζει και το πόσο μεγάλη ανάγκη έχει η ελληνική αντίσταση την παγκόσμια υποστήριξη.
«Η υποστήριξη αυτή είναι πολύτιμη επειδή ο ελληνικός λαός, ο οποίος ξύπνησε ένα πρωί και είδε πως όλοι οι πολιτικοί ηγέτες του βρίσκονταν στη φυλακή και ότι ο ίδιος, μόνος και άοπλος, είχε να αντιμετωπίσει την οργανωμένη κτηνωδία μιας μικρής στρατιωτικής ομάδας, εξακολουθεί να αρνείται να υποταχθεί.
»Είναι γεγονός ότι ο λαός κατελήφθη τελείως απαράσκευος την 21η Απριλίου και δεν είχε τα μέσα να αντιδράσει, αλλά είναι επίσης γεγονός ότι έκτοτε πέρασε στην κάθε μορφής αντίσταση στη στρατιωτική δικτατορία».
Ο Χρήστος Λαμπράκης, οι τέχνες, η μουσική και το Μέγαρό της
Η έννοια Χρήστος Λαμπράκης δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς την έννοια μουσική και χωρίς τον Χρήστο Λαμπράκη και τις δεκαετείς προσπάθειές του, δεν θα υπήρχε το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
«Kάποιοι έχουν πει ότι είναι αυτό το έργο με το οποίο θα ήθελε ο ίδιος να ταυτιστεί η μνήμη του. Kαρπός μιας προσπάθειας που άρχισε τη δεκαετία του ’60, απασχολούσε τη σκέψη του και τη δημιουργικότητά του από πολύ νωρίτερα.
»Γιατί ο Xρήστος Λαμπράκης ήταν λάτρης της μουσικής. Kαι κάτι παραπάνω: γνώστης και υπηρέτης της. Mαθητής στο γυμνάσιο, έγραφε και μελετούσε σπίτι συντροφιά με ένα φορητό ραδιόφωνο, προκαλώντας επιπλήξεις από τον πατέρα του.
»Mε νοσταλγικό ύφος θυμόταν χρόνια αργότερα ότι ακριβώς από αυτό το μικρό ραδιοφωνάκι _ από τα πρώτα που είχαν φθάσει στην Aθήνα _ άκουσε, μελετώντας ένα βράδυ, μια θεσπέσια γυναικεία φωνή που τον σαγήνευσε και τον ενθουσίασε σε τέτοιο βαθμό ώστε να ξεφωνήσει «να, αυτή είναι πραγματική!».
»Eίχε μαντέψει σωστά. H φωνή ήταν της Mαρίας Kάλλας. Kαι ήταν πραγματικά υπερήφανος όταν, στην πρώτη παρουσία της μεγάλης ντίβας στην Eλλάδα, ήταν εκείνος που τη συνόδευσε ως τη θέση της. H φωτογραφία των δύο βρισκόταν πάντοτε στο συρτάρι του γραφείου του, στο διαμέρισμά του στο Kολωνάκι…
»Oι γνώσεις του για πρόσωπα και πράγματα γύρω από τη Mουσική, όπως και γενικότερα γύρω από τις Tέχνες και την Aρχιτεκτονική, ήταν εντυπωσιακές, επίσης και ο κύκλος των γνωριμιών του με ανθρώπους που είχαν τα ίδια ενδιαφέροντα.
»Oταν στα μέσα της δεκαετίας του ’90 η Mητροπολιτική Oπερα της Nέας Yόρκης αναζητούσε γενικό διευθυντή, στον πίνακα των πιθανών υποψηφίων που θα μπορούσαν να αναλάβουν αυτό το βαρύ έργο περιλαμβανόταν και το όνομα του Xρήστου Λαμπράκη».
Ο Μίκης Θεοδωράκης για τον Χρήστο Λαμπράκη
Για τον Χρήστο Λαμπράκη και τη σχέση του με τη μουσική έγραψε και ο Μίκης Θεοδωράκης.
«Ισως να φανεί υπερβολικό αλλά είμαι υποχρεωμένος να πω αυτό που νιώθω αυτή τη στιγμή, ευθύς ως πληροφορήθηκα το τραγικό νέο: «Δεν μπορώ να φανταστώ την Ελλάδα χωρίς την παρουσία του Χρήστου Λαμπράκη».
»Ζω μαζί του, κοντά του, μακριά του, διαφωνώντας, συμφωνώντας, θυμωμένος, χαρούμενος, δυστυχισμένος, ευτυχισμένος, όμως πάντα μαζί. Από το 1960 ως σήμερα που τον χάσαμε για πάντα.
»Πέρα όμως από τις προσωπικές μας σχέσεις, το πιο σημαντικό ήταν ότι ο Χρήστος Λαμπράκης συνδέθηκε άρρηκτα με τη ζωή της Ελλάδας έχοντας τη δύναμη να επηρεάζει πολλές φορές καταλυτικά την κοινή γνώμη και μαζί της τις πολιτικές και τις πολιτιστικές εξελίξεις.
»Μπορεί κανείς να διαφωνούσε κατά καιρούς με τις επιλογές του αλλά στο βάθος δεν μπορούσε παρά να του αναγνωρίσει ότι τα κίνητρά του ήταν πάντοτε σοβαρά και υπεύθυνα, όπως δεν μπορούσε παρά να του αναγνωρίσει τον πλούτο και τη δύναμη της σκέψης του, που αντανακλούσε μια σπάνια πνευματική κατάρτιση που τον καθιστούσε πραγματική αυθεντία κυρίως σε ό,τι αφορούσε την πολιτική, μορφωτική και καλλιτεχνική πραγματικότητα τόσο στην Ελλάδα όσο και στον διεθνή χώρο. (…)
»Η μεγάλη του αγάπη όμως υπήρξε η Τέχνη και ειδικά η Μουσική. Αγάπη που τη μετουσίωσε στο Μέγαρο Μουσικής, μοναδικό δημιούργημα για έναν μόνο άνθρωπο, σχεδόν απίστευτο αν σκεφθεί κανείς ότι τέτοια κολοσσιαία έργα σε άλλες χώρες είναι αποκλειστικά επιτεύγματα ολόκληρων κυβερνήσεων.
»Πιστεύω ότι υπήρξε πηγή μεγάλης χαράς και ικανοποίησης για τον Χρήστο Λαμπράκη το γεγονός ότι ευτύχησε να δει το έργο του ολοκληρωμένο. Ενα έργο- σύγχρονο πνευματικό κέντρο με διεθνή ακτινοβολία που τοποθέτησε την Ελλάδα στον χάρτη των πολιτισμένων χωρών.
»Και μόνο γι΄ αυτό η Μνήμη του θα παραμείνει άσβεστη για πάντα».
«Ο Λαμπράκης που θυμάμαι»
Πρόσωπα που τον είχαν ζήσει από κοντά μίλησαν, την επομένη του θανάτου του, για τον δικό τους Χρήστο Λαμπράκη.
Λευτέρης Παπαδόπουλος, στιχουργός – δημοσιογράφος
«Δεν φορούσε κοστούμι. Και δεν χρησιμοποιούσε ασανσέρ στη Χρήστου Λαδά. Τα σκαλιά ήταν πολλά ώς το τέταρτο πάτωμα όπου ήταν το γραφείο του. Ανέβαινε τα σκαλοπάτια τρία τρία, πετώντας, σαν εμποδιστής.
»Και όταν οι νεαροί συντάκτες του άνοιγαν δρόμο για να περάσει, εκείνος παραμέριζε, από ευγένεια. Ένιωσα πολλές φορές ότι ήταν θυμωμένος. Δεν τον άκουσα όμως ποτέ να υψώνει τον τόνο της φωνής του και, πολύ περισσότερο, να λέει «μια κουβέντα παραπάνω.
»Πρόσεχε τον συνομιλητή του όποιος και να ήταν αυτός. Αλλά και όρθωνε όποτε αυτό χρειαζόταν, ένα τείχος. Για να μην μπορεί κανείς να τον πλησιάσει, περισσότερο απ΄ όσο ο ίδιος έκρινε».
Αγνή Μπάλτσα, Μεσόφωνος
«Μου είναι πολύ δύσκολο να μιλήσω για τον Χρήστο Λαμπράκη. Για μένα η γνωριμία μαζί του ήταν ένα δώρο. Με καθοδήγησε, με συμβούλευσε… Οι μουσικές του γνώσεις ήταν κυριολεκτικά απίστευτες. Δίπλα στη γνωριμία μου με τον Χέρμπερτ φον Κάραγιαν βάζω και τον Χρήστο Λαμπράκη αλλά με πολύ μεγαλύτερο συναισθηματικό δεσμό. Η αγάπη και η αφοσίωση που μου έδειξε ήταν πραγματικά συγκινητική. Θερμά συλλυπητήρια στην οικογένειά του, εύχομαι καλή δύναμη…
Aλέξανδρος Μυράτ
Μόνιμος αρχιμουσικός της Καμεράτα
«Ο Χρήστος Λαμπράκης ήταν ένας από τους μετρημένους στα δάχτυλα ανθρώπους με τους οποίους δεν χρειαζόταν να συζητώ τα αυτονόητα. Ο άνθρωπος αυτός ήταν για μένα ο λόγος για τον οποίο επέστρεψα στην Ελλάδα ύστερα από 26 χρόνια απουσίας.
»Είχε δημιουργήσει την ιδανική κατάσταση για να γεννηθεί, να αναπτυχθεί και να ζήσει μια ορχήστρα. Μιλήσαμε για μια προοπτική 15-20 χρόνων προκειμένου να έχουμε ένα αποτέλεσμα και επικοινωνήσαμε αμέσως. Δεν περίμενε κάποιον να του πει πώς θα γίνει ένα πυροτέχνημα… Προσωπικά, γνώρισα τον Χρήστο Λαμπράκη του πολιτισμού, όχι τον άνθρωπο του Τύπου ή των επιχειρήσεων…
»Θυμάμαι επίσης τη συνέπεια μετά την πρώτη γνωριμία… Ηταν από τους ανθρώπους που λένε τι θα κάνουν και κάνουν αυτό που λένε. Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι σίγουρος πως οι Νεοέλληνες έχουν συνειδητοποιήσει το έργο το οποίο προσέφερε. Εύχομαι να βρεθούν αντάξιοι κληρονόμοι έτσι ώστε να συνεχίσουμε να δίνουμε τη χαρά η οποία προέκυψε από το έργο αυτό…».
Νικόλαος Παπαδάκης
Γενικός Διευθυντής, Εθνικού Ιδρύματος «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος
«Από τον τόπο του Ελευθερίου Βενιζέλου, τα Χανιά, που είναι και τόπος καταγωγής του Χρήστου Λαμπράκη, εκφράζω θερμά και ειλικρινή συλλυπητήρια. Υπήρξε ένας μεγάλος Έλληνας, που προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στη δημοσιογραφία, στον πολιτισμό, στη δημοκρατία και γενικότερα στο δημόσιο βίο. Αναμφισβήτητα, με τις εφημερίδες του, συνέχισε και μετά το θάνατο του πατέρα του, να είναι ο απόστολος των ιδεών της πολιτικής παράταξης του Ελευθερίου Βενιζέλου».
Το μήνυμα των εργαζομένων
Ο αποχαιρετισμός των εργαζομένων του «ΒΗΜΑΤΟΣ» στον Χρήστο Λαμπράκη, στις 22 Δεκεμβρίου 2009, εξέφρασε όλους όσοι κατά καιρούς εργάστηκαν στα μέσα που διήυθυνε:
«Για εμάς τους εργαζομένους στο «Βήμα» η απώλεια του Χρήστου Λαμπράκη είναι πραγματικά οδυνηρή. Ο πρόεδρος του ΔΟΛ ήταν πολύ σπουδαιότερος από την κορυφαία προσωπικότητα στον ελληνικό Τύπο, πολύ σημαντικότερος από τον άνθρωπο που συνέβαλε στη διαμόρφωση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και προώθησε τον ελληνικό πολιτισμό.
»Ήταν ο δημοσιογράφος που με το όραμά του και τις απόψεις του, με την οξυδέρκεια και την εργατικότητά του, αλλά και με την αλληλεγγύη προς όλους μας, έδωσε στον καθέναν από εμάς την ευκαιρία και το προνόμιο να συμπορευόμαστε μαζί του στη γεμάτη δράση και αναζητήσεις καθημερινότητα του μεγαλύτερου εκδοτικού οργανισμού της χώρας.
»Όσοι εργάζονται ή εργάστηκαν έστω και για λίγο σε αυτή την εφημερίδα θα θυμούνται πάντα τον εκδότη που με τη σπάνια ευγένεια και το χαμόγελο κυκλοφορούσε στα γραφεία μας ως απλός δημοσιογράφος. Πάντα θα τον ευχαριστούμε και θα τον τιμούμε»
Ο θαυμασμός και η ευγνωμοσύνη αυτή, συνεχίζουν να υπάρχουν ανάμεσα σε όσους τον γνώρισαν και τον έζησαν φτάνοντας έτσι και σε όσους ενταχθήκαμε στο «ΒΗΜΑ», στα «ΝΕΑ», στο «in.gr» αργότερα, όταν εκείνος είχε πλέον «φύγει».