Καθώς πλησιάζουν τα Χριστούγεννα μπαίνουμε αναπόδραστα σε μια γλυκόπικρη διάθεση. Η εορτή, τα φώτα, οι στολισμοί συνδέονται παραδοσιακά και με ένα κλίμα μελαγχολίας. Τα Χριστούγεννα κουβαλάνε πάντα και μια σκιά. Να είναι το κρύο, ο χρόνος που περνά και χάνεται ή μήπως η υπενθύμιση ότι δεν μπορούν όλοι να συμμετάσχουν στη χαρά;
Σκέφτομαι ότι το κλασικό παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα» δείχνει υποδειγματικά αυτή την τελευταία διάσταση: του αποκλεισμού από τη γιορτή. Παρόλο που είναι παραμύθι, «Το Κοριτσάκι με τα σπίρτα» είναι σκληρά ρεαλιστικό. Μην μπορώντας να πουλήσει τα σπίρτα, σε μια κρύα γωνιά της γιορτινής πόλης, το κοριτσάκι πεθαίνει από το κρύο, καθώς η μόνη πηγή ζεστασιάς, τα σπίρτα, είναι εντελώς ευτελής και ανεπαρκής.
Ενα άλλο χαρακτηριστικό των Χριστουγέννων είναι οι χαλαροί συνειρμοί της σκέψης καθώς κοιτάς το χριστουγεννιάτικο δέντρο και τρως κουραμπιέδες ή μελομακάρονα (προσωπικά τείνω στα δεύτερα). Αναρωτιέμαι έτσι πώς μπορεί να δει ένα νέο παιδί αυτό το παραμύθι. Υπάρχουν καθόλου σπίρτα στο περιβάλλον του; Μπορεί και να μην έχει καν δει. Με τον ηλεκτρισμό τα σπίρτα απέμειναν να ανάβουν τσιγάρα, ως μια πιο ρομαντική εκδοχή έναντι του αναπτήρα. Αλλά πλέον ούτε και αυτή η χρήση φαίνεται να είναι ορατή στον δημόσιο χώρο.
Θα μου πείτε, μα δεν καπνίζει ο κόσμος πια; Η αλήθεια είναι πως συναντάμε ακόμα κάποια εξελικτικά κατάλοιπα συνανθρώπων μας που συνεχίζουν να φέρουν αυτό το χαρακτηριστικό, σαν μερικές κότες που επιμένουν να είναι μπλε, αλλά είναι όλο και λιγότεροι. Σε έναν κόσμο που οι ίδιες οι καπνοβιομηχανίες ονειρεύονται έναν κόσμο χωρίς καπνό, το τσιγάρο εξοβελίζεται από εναλλακτικά προϊόντα. Ηλεκτρονικά τσιγάρα, ατμιστές και εσχάτως αυτές οι συσκευές που λειτουργούν με διαφορετικούς τρόπους καύσης προσφέρουν στο κοινό την επιλογή μιας «κακής» συνήθειας με το θεωρητικό αμπαλάζ – για να μείνουμε στις λέξεις της εορταστικής περιόδου – ότι δεν είναι και τόσο κακή.
Φίλοι καθηγητές και καθηγήτριες σε σχολεία της χώρας μού επισημαίνουν συχνά το πώς το άτμισμα έχει υποκαταστήσει το κάπνισμα ως «παραβατική» συμπεριφορά των ανήλικων μαθητών – όπως και η κοπάνα για βόλτα και καφέ έχει μετατραπεί σε κοπάνα για «τσατάρισμα» σε κάποια διαδικτυακή εφαρμογή γνωριμιών: άλλοι καιροί, άλλα ήθη, όπως λέμε εμείς οι – ας μην μπούμε σε λεπτομέρειες – μιας κάποιας ηλικίας.
Ανάβοντας ένα ακόμα σπίρτο, σαν το κοριτσάκι του παραμυθιού, επανέρχομαι ωστόσο σ’ αυτό που μάλλον είναι το κύριο θέμα εδώ, αφήνοντας τις ηθικολογίες. Ανεξάρτητα από το αν τα νέα προϊόντα καπνού και οι εναλλακτικές τους είναι επιζήμιες για την υγεία – κάτι που θα δείξουν οι έρευνες όταν τα δεδομένα έχουν υποστεί τη βάσανο του χρόνου, ο περιορισμός του καπνίσματος δείχνει ότι το παν είναι η θέληση. Οχι του καπνιστή προφανώς, αλλά του κράτους και της κοινωνίας πολιτών. Γιατί αυτό που είναι ουσιώδες εδώ είναι ότι το κάπνισμα εξαφανίστηκε από τον δημόσιο χώρο με απόφαση. Απαγορεύτηκαν οι διαφημίσεις του, αποφεύγεται η χρήση του κατά την παραγωγή πολιτισμικών προϊόντων (αντίο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, αντίο φαμ φατάλ), κόπηκε δηλαδή η σύνδεσή του με ποιότητες του χαρακτήρα που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν έναν καταναλωτή να ταυτιστεί με το προϊόν και να επιδιώξει τη χρήση του.
Ανάβοντας ένα τελευταίο σπίρτο, σκέφτομαι πόσο δύσκολο θα ήταν να παρθούν κι άλλες τέτοιες αποφάσεις για να προωθήσουν παρόμοια λιγότερο «κακές» στάσεις και συμπεριφορές. Πόσο δύσκολο θα είναι, ας πούμε ένα τυχαίο παράδειγμα που αφορά μόνο τον μισό πληθυσμό, να μάθουμε σε διαφορετικά πρότυπα όσον αφορά τον ρόλο των φύλων. Ποιος ξέρει, ίσως κάποτε διαθέτουμε παραμύθια που θα γίνουν «βάιραλ» και δεν θα παρουσιάζουν αδύναμα κοριτσάκια αλλά αδύναμα αγοράκια, έστω και χωρίς σπίρτα. Ενα αγοράκι που ατμίζει, ξέρω γω…