Το πράσινο τον ελκύει, παραδοσιακά, τον Ολυμπιακό. Πόσο μάλλον όταν στη δεξαμενή των οκτώ πιθανών αντιπάλων για την ενδιάμεση φάση του Conference League, στο δρόμο προς τους 16, βρίσκονται τρεις ομάδες που είναι ταυτισμένες με τέτοιους χρωματισμούς.

Από την κλήρωση που διεξήχθη στη Νιόν, το μεσημέρι της Δευτέρας (18/12), τού προέκυψε εν τέλει η Φερεντσβάρος – έναντι της Λέγκια Βαρσοβίας και της Λουντογκόρετς. Ή αλλιώς η πιο επιτυχημένη και πιο λαοφιλής ομάδα του ουγγρικού ποδοσφαίρου. Συνολικά, μάλιστα, τη βιτρίνα του κλαμπ με έδρα τη Βουδαπέστη κοσμούν 67 τρόπαια, μεταξύ των οποίων αυτό του Κυπέλλου Εκθέσεων από το 1965 (1-0 τη Γιουβέντους), προτού μέσα στην επόμενη δεκαετία η «Φράντι» παίξει σε άλλους δύο ευρωπαϊκούς τελικούς (1968, 1975).

Ο υποχρεωτικός υποβιβασμός

Η σούπερ επιτυχημένη αυτή εκδοχή της Φερεντσβάρος έκλεινε τον κύκλο της το καλοκαίρι 2006. Στη συμπλήρωση 107 χρόνων από την ίδρυσή της η κραταιά αυτή ομάδα «πέθαινε». Ναι μεν είχε τερματίσει έκτη στην εγχώρια λίγκα, στο -27 από την πρωταθλήτρια Ντέμπρετσεν, εξαιτίας ωστόσο των οικονομικών δυσχερειών που αντιμετώπιζε δεν εξασφάλιζε την απαιτούμενη άδεια συμμετοχής στο επόμενο πρωτάθλημα και υποβιβαζόταν για πρώτη (και μοναδική) φορά.

Μέχρι σήμερα η σκληρή αυτή ετυμηγορία της Ομοσπονδίας περιγράφεται από το ίδιο το κλαμπ ως η πιο άδικη που έχει ληφθεί ποτέ. Αφήγημα που υιοθετείται σταθερά από τον πυρήνα των οπαδών της. Δεν παύει πάντως ν’ αποτελεί μια μαύρη κηλίδα σ’ όσα είχε καταφέρει και θα κατάφερνε έκτοτε ο σύλλογος.

Σημείο μηδέν και αγγλικός δάκτυλος

Το κοντέρ μηδένιζε εκείνο το καλοκαίρι του 2006. Απαιτήθηκαν τρεις σεζόν προκειμένου η Φερεντσβάρος να επανέλθει στην ελίτ του μαγυάρικου ποδοσφαίρου και ν’ αποκαταστήσει τη φήμη της, κάνοντας μια νέα αρχή.

Είχε μεσολαβήσει η εμπλοκή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς του Κέβιν Μακέιμπ που έμελλε να στρώσει τον δρόμο για την ολική επαναφορά στις εργοστασιακές ρυθμίσεις. Ο Άγγλος επιχειρηματίας κατέβαλε 8.5 εκατομμύρια ως αντίτιμο για την αγορά των μετοχών και μαζί εγγυήθηκε για την αποπληρωμή χρεών που ξεπερνούσαν τα πέντε εκατομμύρια έτσι ώστε ν’ αποφευχθεί η χρεωκοπία.

Η τάξη είχε μόλις αποκατασταθεί. Ο Μακέιμπ δεν δέθηκε ποτέ με το κλαμπ, ούτε το κλαμπ με τον Μακέιπ, με αποτέλεσμα το 2011 ν’ ανακοινώσει την πώληση του πλειοψηφικού μεριδίου που κατείχε. Παρόλα αυτά η Φερεντσβάρος κατάφερε επί των ημερών του ν’ ανακτήσει ένα μεγάλο μέρος του μεγέθους της. Παρά τις αλλαγές προπονητών, είχε ήδη ανέβει κατηγορία και στη μία από απ’ αυτές τις χρονιές η «Φράντι» είχε καταλήξει στην τρίτη θέση.

Ο κυβερνητικός πρόεδρος

Όταν ο Μακέιμπ έβγαλε στο σφυρί τις μετοχές του, κατανοώντας πως είναι ανεπιθύμητος στη Βουδαπέστη και τα σχέδιά του για το νέο γήπεδο δεν προχωρούν, αναδύθηκε στην επιφάνεια ο Γκάμπορ Κουμπάτοφ. Μικρομέτοχος που μπλόκαρε οποιαδήποτε άλλη διαδικασία αγοραπωλησίας, πέτυχε με την πολιτική ισχύ που διέθετε ήδη ως εξέχον στέλεχος του ακροδεξιού κόμματος Fidesz υπό τον Βίκτορ Όρμπαν να αποκτήσει κομβικό ρόλο στις διοικητικές εξελίξεις.

«Θα πολεμήσω για τη Φράντι», δεσμευόταν τότε. Και το εφάρμοζε.

Εκλεγμένος βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης ο ίδιος, αναρριχήθηκε στην προεδρία και βρέθηκε να κατέχει το απόλυτο πρόσταγμα το κλαμπ, δίνοντας όλες τις κατευθύνσεις από το 2011.

Κράτος εν κράτει ο Κουμπάτοφ, εξακολουθεί να κινεί τα νήματα μέχρι σήμερα και ν’ αποφασίζει για όλους και για όλα δίχως να του ασκεί κάποιος αντιπολίτευση. Διότι σε αυτά τα δώδεκα χρόνια της θητείας του η Φερεντσβάρος έχει ανθίσει ξανά. Αφότου το 2014 εγκαινίασε το νέο σπίτι της (Ferencváros Stadion), το 2015 πήρε το κύπελλο, το 2016 επανήλθε στην εγχώρια κορυφή με νταμπλ και από το 2019 είναι η μόνιμη πρωταθλήτρια με πέντε διαδοχικές πρωτιές στην NB1.

Οι προπονητές που άφησαν το σημάδι τους και ο Στάνκοβιτς

Όλα αυτά με διαφορετικούς κάθε φορά προπονητές. Οι βάσεις είχαν μπει με τον Γερμανό Τόμας Ντολ (Δεκέμβριος 2013 – Αύγουστος 2018), προτού αναλάβουν ο Ουκρανός Σεργκέι Ρεμπρόφ (Αύγουστος 2018 – Ιούνιος 2021) και ο Ρώσος Στάνισλαβ Τσερτσέσοφ (Δεκέμβριος 2021 – Ιουλίος 2023).

Βέβαια, από τις 4/9 τα ηνία κρατά ο Σέρβος Ντέγιαν Στάνκοβιτς που με τα επιτεύγματά του στον Ερυθρό Αστέρα είχε κερδίσει δουλειά στη Serie A (Σαμπντόρια), πριν στη Φερεντσβάρος κάνει ξανά ένα βήμα πίσω.

Μ’ αυτό η Φερεντσβάρος έχει δώσει 21 παιχνίδια κι έχει υποστεί μόλις τρεις ήττες (11-7-3). Στο πρωτάθλημα καταδιώκει την πρωτοπόρο Πακς μετά από 17 αγωνιστικές, αλλά με παράσημο την αήττητη πρόκριση από τον όμιλο του Conference, χωρίς να χάσει από τη Φιορεντίνα και μπροστά από τη βελγική Γκενκ (που παρεμπιπτόντως είχε αποκλείσει ο Ολυμπιακός), έχει κερδίσει τον χρόνο που θα ήθελε για να μην αμφισβητηθεί από ένα απαιτητικό κοινό.

Για πρώτη φορά μετά το 1996

Τα δύο παιχνίδια κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Φλεβάρη θα είναι τεράστια πρόκληση για τη «Φράντι», η οποία στο 4-2-3-1 βασίζεται μερικώς στο ταλέντο του 18χρονου Λίστες και στην εκτελεστική δεινότητα του Νορβηγού μεσοεπιθετικού Ζακάριασεν. Μέχρι τότε βέβαια μεσολαβεί ένα γεμάτο δίμηνο, οπότε όλα είναι ρευστά.

Σίγουρα πάντως ο Ολυμπιακός θα έχει την ευκαιρία για μια αργοπορημένη ρεβάνς του αποκλεισμού που υπέστη τον Σεπτέμβρη του 1996 με ήττα 3-1 στη Βουδαπέστη και 2-2 στο Φάληρο. Κι ας ήταν για εκείνη την ομάδα του Ντούσαν Μπάγεβιτς το σημείο εκκίνησης μιας ηγεμονίας στον ελλαδικό χώρο.