Ο Μάο έλεγε το 1938 πως «η πολιτική είναι ένας πόλεμος χωρίς αιματοχυσία». Στην ελληνική πολιτική σκηνή του 2023 (προς 2024 πλέον) ο πόλεμος αυτός ταυτίζεται με τη δύναμη αυτή που -ερχόμενη από τ’ αριστερά της Νέας Δημοκρατίας– θα καταφέρει να σταθεί απέναντί της ως δεύτερος (πρώτος αντικυβερνητικός) πόλος και στο μέτρο του δυνατού θ’ αμφισβητήσει την παντοδυναμία της στο εγχώριο status quo.
Είναι ξεκάθαρο πια ότι, ενόσω ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του παρακολουθούν αφ’ υψηλού τις διαρκείς ζυμώσεις που εκτυλίσσονται στο ισόγειο της πυραμίδας, το (δεύτερο δημοσκοπικά) ΠαΣοΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ (ως αξιωματική αντιπολίτευση), το ΚΚΕ (με τη διείσδυση στη νεολαία) και η (φρέσκια) Νέα Αριστερά αλληλοσπρώχνονται για να καταλάβουν τον περισσότερο δυνατό χώρο μέσα σ’ ένα προοδευτικό καζάνι που (βράζει).
Για διαφορετικούς λόγους σε κάθε περίπτωση, οι Ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου έχουν οριοθετηθεί ως η διαδικασία που μετά το πέρας της κάλπης (Κυριακή 9/6) θα μορφοποιήσει τους συσχετισμούς και θα μετατρέψει την επικρατούσα ρευστότητα σε στέρεη μάζα για επακόλουθες αναλύσεις, συζητήσεις, διεργασίες και συμμαχίες. Ένα χρόνο μετά τις εθνικές εκλογές, συνδυαστικά δε με όσα ακολούθησαν (διασπάσεις, ανατροπές ποσοστών και νέες φωνές) καθεμιά από τις παρατάξεις της κεντροαριστεράς – αριστεράς θα μετρήσει τις δυνάμεις στο αόρατο ζύγι της κοινωνίας με στόχο να επιβληθεί και ηγηθεί ενός πολιτικού οικοπέδου με παραδοσιακή αξία και βαρύτητα στο εσωτερικό γίγνεσθαι.
Ενός χώρου δηλαδή που εδραιώθηκε στην κεντρική σκηνή το 1981 όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, μ’ ένα εντυπωσιακό άλμα από το 13.58% του 1974 στο 48.07%, εξασφάλιζε την πρωθυπουργία κι έσπρωχνε οριστικά πια την Ελλάδα σε μια, εντελώς νέα, εποχή σοσιαλδημοκρατίας.
ΚΚΕ – αλλαγή – δεύτερη κατανομή
Την περίοδο εκείνη το Κομμουνιστικό Κόμμα υπό τον Χαρίλαο Φλωράκη επέμενε σ’ ένα σύνθημα που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σημάδεψε την πορεία του. Το «ΚΚΕ – αλλαγή – δεύτερη κατανομή» κυριαρχούσε επί μια διετία στην καμπάνια του Περισσού, από το 1979 δηλαδή, και περισσότερα από 40 χρόνια μετά γεννά αναπόφευκτους συνειρμούς μεταξύ του χθες και του σήμερα.
Μ’ ένα διαφορετικό εκλογικό σύστημα εκείνη την εποχή, αρκετά χρόνια μακριά από την ενισχυμένη αναλογική, το ΚΚΕ ήλπιζε ότι θα καταφέρει να φτάσει στο περίφημο 17% που επέτρεπε τη δεύτερη κατανομή εκλογικών εδρών και μαζί θα ενισχύσει την κοινοβουλευτική δύναμή του. Το σύνθημα δεν έμελλε να υιοθετηθεί από τον κόσμο και το τελικό εκλογικό ποσοστό ίσα που άγγιξε το 11%, με αποτέλεσμα την εξασφάλιση όλων κι όλων 13 εδρών.
Παρόλα αυτά, συμπωματικά ή όχι, ο πήχης του 17% τοποθετείται για πρώτη φορά ως το απόλυτο όριο για τα βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης.
ΠαΣοΚ και ΣΥΡΙΖΑ με ταβάνι το 17%
Για το ΠαΣοΚ το διευκρίνισε προς όλες τις κατευθύνσεις ο Νίκος Ανδρουλάκης, μιλώντας προ ημερών στον Alpha. Αν και στους διαδρόμους της Χαριλάου Τρικούπη είχε αρχίσει να κυκλοφορεί ευρέως μια τάση που τοποθετούσε ως στόχο το 20%, ο πρόεδρος του κόμματος χαμήλωσε τεχνηέντως τις προσδοκίες αναφερόμενος στον στρατηγικό στόχο του 16%-17%.
Είναι ένα ποσοστό που ο Ν. Ανδρουλάκης εκτιμά ότι δεν είναι εφικτό να φτάσει το ΣΥΡΙΖΑ, άρα αυτομάτως θα μετατρέψει (κι επισήμως) το ΠαΣοΚ στον κεντρικό πυλώνα αντιπολίτευσης απέναντι στη ΝΔ και θα λειτουργήσει ως εφαλτήριο για μια διαφορετική προσέγγιση μέσα στο επόμενο διάστημα.
Ούτε στην Κουμουνδούρου βέβαια διαφοροποιούνται ιδιαίτερα. Κι αν ο Στέφανος Κασσελάκης είχε κάνει λόγο για «πρωτιά» του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, επιχειρώντας μάλιστα εκ των υστέρων να χρεώσει στο εκλογικό σώμα οποιοδήποτε άλλο αποτέλεσμα ενεργοποιώντας τον όρο «κοινωνική ήττα», γνωρίζει κι ο ίδιος ότι κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο να συμβεί, όσα ταξίδια κι αν κάνει στο εξωτερικό με αφορμή την επιστολική ψήφο, καθώς θα πρέπει να καλυφθεί διαφορά που ξεπερνά τις είκοσι ποσοστιαίες μονάδες εντός έξι μηνών.
Όση φθορά κι αν έχει η κυβέρνηση μέσα σε αυτό το διάστημα, όσο κι αν από το συνέδριο του Φλεβάρη εξέλθει αλώβητος πολιτικά, μια τέτοια εκλογική ανατροπή θα είναι εκτός λογικής για την ελληνική πραγματικότητα. Γι’ αυτό και οι συνεργάτες του Στ. Κασσελάκη, πολύ πιο έμπειροι σε μάχες ανάλογου τύπου, συγκρατούν τις προεδρικές προβλέψεις και απλώνουν ασπίδα προστασίας. Τους αρκεί ο ΣΥΡΙΖΑ να διατηρηθεί στο +/- της εκλογικής δύναμης που απέσπασε στις εθνικές εκλογές (17.83%), διατηρώντας τουλάχιστον τη δεύτερη θέση στην κομματική ιεραρχία της χώρας.
Πού θα κινηθούν ΚΚΕ και Νέα Αριστερά
Το ΚΚΕ πολύ θα ήθελε να φτάσει σε αυτό το ύψος του 17%, καταφέρνοντας ό,τι δεν είχε πετύχει το 1981. Θα σήμαινε αυτομάτως ότι ο κόσμος έχει αρχίσει να πιστεύει το αφήγημα μιας κομμουνιστικής, παραδοσιακής αριστεράς που όχι μόνο δεν συρρικνώνεται, όπως θα ήθελαν πολλοί να συμβεί απομυζώντας ψήφους, αλλά ισχυροποιείται και αποκτά επιπλέον ερείσματα σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας.
Ο γ.γ Δημήτρης Κουτσούμπας είναι ένα πρόσωπο που κερδίζει, με τις τοποθετήσεις του, τις εντυπώσεις κι αυξάνει σταθερά το «fun club» του, μαζί και τα ποσοστά του κόμματος. Ωστόσο θα είναι -όπως και να ‘χει- σημαντικό αν το ΚΚΕ κατορθώσει να τερματίσει τουλάχιστον τρίτο σε αυτήν την εκλογική μάχη έχοντας ένα αξιοσημείωτο διψήφιο ποσοστό, ικανό να χαρίσει αυτοπεποίθηση για την επόμενη τριετία σκληρής αντιπολίτευσης σ’ όλους τους υπόλοιπους.
Το πού, τέλος, θα «καταλήξει» η Νέα Αριστερά είναι ένα ξεχωριστό προς αναζήτηση κεφάλαιο δεδομένου ότι μετά τις Ευρωεκλογές θα κληθεί ν’ αποφασίσει για αυτόνομο δρόμο ή για συμμαχίες που θα της επιτρέψουν να διατηρηθεί στην επιφάνεια.
Το πρώτα ευρήματα του 2-2,5% φανέρωσαν μια αρχική δυναμική, την οποία απέσπασε δημοσκοπικά από το ριζοσπαστικό κομμάτι του κατακερματισμένου ΣΥΡΙΖΑ, αλλά την ίδια στιγμή προκάλεσε αναπόφευκτες αμφιβολίες για το κατά πόσο θα καταφέρει να φτάσει το πολυπόθητο 3% προκειμένου να εκλέξει τουλάχιστον έναν ευρωβουλευτή.
Φαίνεται ότι σε αυτή τη φάση (της οργάνωσης και της τοποθέτησής της στον κομματικό χάρτη) δεν είναι σε θέση να διεκδικήσει ποσοστά της τάξεως του +10%, αλλά υποχρεούται να δείξει ότι είναι ικανή ν’ αντέξει τις πιέσεις τόσο από αριστερά όσο και από δεξιά της αποκτώντας το δικό της διαμέρισμα στην πολυώροφη, πολιτική πολυκατοικία της χώρας αρχίζοντας έστω από το… υπόγειο. Αν δεν το κάνει νωρίς, τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε περιδίνηση και χωλαίνει ή που η ψήφος είναι πιο χαλαρή, δύσκολα θα επανέλθει, ανάλογα συσπειρωμένη, για να διεκδικήσει κεκτημένα άλλων.
Σε κάθε περίπτωση το τρίτο ημίχρονο, όπως ευστόχως παρομοίασε τις παρασκηνιακές διεργασίες ο Γιάννης Δραγασάκης, θα έχει μπόλικο ενδιαφέρον.