Αμετάβλητα διατήρησε τα επιτόκια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ως ήταν ευρέως αναμενόμενο, με το επιτόκιο καταθέσεων να παραμένει στο 4%, ακολουθώντας τα βήματα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και της Τράπεζας της Αγγλίας.
Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 4,50%, 4,75% και 4 % αντιστοίχως. Η κεντρική τράπεζα αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό.
Οι διοικητές των εθνικών κεντρικών τραπεζών των χωρών της ζώνης του ευρώ και τα έξι μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ συνεδρίασαν σήμερα και αποφάσισαν να πατήσουν για δεύτερη συνεχόμενη φορά «φρένο» στην αύξηση των επιτοκίων.
Η κεντρική τράπεζα είχε ξεκινήσει τον επιθετικό κύκλο σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, όταν ανέβασε σε 10 διαδοχικές συνεδριάσεις το βασικό επιτόκιο καταθέσεων από το ιστορικό χαμηλό του μείον 0,5% στο υψηλό ρεκόρ του 4%.
«Ενώ ο πληθωρισμός έχει μειωθεί τους τελευταίους μήνες, είναι πιθανό να αυξηθεί και πάλι προσωρινά στο εγγύς μέλλον», αναφέρει η ανακοίνωση της τράπεζας. «Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για τη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, προτού προσεγγίσει τον στόχο του 2% που έχει θέσει το Διοικητικό Συμβούλιο το 2025. Συνολικά, οι εμπειρογνώμονες αναμένουν ότι ο γενικός πληθωρισμός θα είναι κατά μέσο όρο 5,4% το 2023, 2,7% το 2024, 2,1% το 2025 και 1,9% το 2026. Σε σύγκριση με τις προβολές των εμπειρογνωμόνων του Σεπτεμβρίου, αυτό ισοδυναμεί με αναθεώρηση προς τα κάτω για το 2023 και ιδίως για το 2024.»
Το διοικητικό συμβούλιο επανέλαβε για μια ακόμα φορά την αποφασιστικότητα του να επιστρέψει ο πληθωρισμός στο στόχο του 2%. Σύμφωνα με την αξιολόγηση των στοιχείων εκτιμά ότι «τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα που, αν διατηρηθούν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, θα συμβάλουν ουσιαστικά στην επίτευξη αυτού του στόχου.»
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ θα συνεχίζουν να διαμορφώνουν τις αποφάσεις τους στηριζόμενοι στην εξέταση των δεδομένων για να αποφασίσουν τις μελλοντικές κινήσεις στην νομισματική πολιτική.«Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του δ.δ. για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.»
Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι η οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική βραχυπόθεσμα. «Πέραν αυτού,» σύμφωνα με την ανακοίνωση «η οικονομία αναμένεται να ανακάμψει λόγω της ανόδου των πραγματικών εισοδημάτων – καθώς οι άνθρωποι ωφελούνται από τη μείωση του πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών – και της βελτίωσης της εξωτερικής ζήτησης. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος επομένως κρίνουν ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει με ρυθμό από 0,6% κατά μέσο όρο για το 2023 σε 0,8% το 2024 και 1,5% για το 2025 και το 2026.»
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)
Το χαρτοφυλάκιο APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.
Όσον αφορά το PEPP, ή αλλιώς το Pandemic Emergency Purchase Program, το ευέλικτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που εισήχθη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υπάρχει μια αλλαγή. Η ΕΚΤ επανεπενδύει οποιουσδήποτε τίτλους που λήγουν από το χαρτοφυλάκιό της PEPP. Πριν λίγο διάστημα και συγκεκριμένα στις 27 Νοεμβρίου μάλιστα η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ μιλώντας στους νομοθέτες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είχε πεί ότι «έχουμε δηλώσει ότι θα συνεχίσουμε να επανεπενδύουμε τουλάχιστον μέχρι το 2024».
Πρόσφατα παράγοντες της αγοράς εκτίμησαν ότι με τον πλήθωρισμό να βρίσκεται σε χαμηλό διετίας οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, που έχουν επισημάνει ότι είναι πολύ νωρίς να κηρύξουν την νίκη στη μάχη κατά των πληθωριστικών πιέσεων αναμένεται να επικεντρωθούν στη συρρίκνωση του τέραστιου ισολογισμού της τράπεζας.
Στη σημερινή ανακοίνωση ανέφερε ότι θα ξεκινήσει να μειώνει το χαρτοφυλάκιο PEPP στο δεύτερο εξάμηνο.
«Το διοικητικό συμβούλιο» όπως λέει «σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP κατά τη λήξη τους στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2024. Στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024.»