Οι επιχειρήσεις που επενδύουν σε δράσεις για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής δεν δημιουργούν απλώς περισσότερη αξία για τον πλανήτη, την κοινωνία, τους πελάτες και τους εργαζομένους, αλλά δημιουργούν, παράλληλα, και μακροπρόθεσμη χρηματοοικονομική αξία για τις ίδιες και βελτιώνουν την κεφαλαιοποίησή τους.
Τα παραπάνω προκύπτουν από την πρόσφατη έρευνα της ΕΥ, Long-Term Value and Corporate Governance Survey Ελλάδα 2023, η οποία κατέγραψε τις απόψεις 100 διευθυντικών στελεχών και μελών Διοικητικών Συμβουλίων ελληνικών επιχειρήσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 72% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα – και το 69% σε αντίστοιχη έρευνα που διεξήχθη σε 15 ευρωπαϊκές χώρες – ανέφεραν ότι οι επενδύσεις αυτές έχουν θετική χρηματοοικονομική επίδραση στον οργανισμό τους. Αντίστοιχα, σύμφωνα πάντα με την εν λόγω έρευνα, Sustainable Value Study Ελλάδα 2023, 45% των ερωτηθέντων ανέφεραν ότι αποκόμισαν υψηλότερη χρηματοοικονομική αξία από τις πρωτοβουλίες τους για το κλίμα σε σχέση με τις προσδοκίες τους. Ο μηχανισμός αυτός περιγράφεται ως «value-led sustainability», δηλαδή, βιώσιμη ανάπτυξη που προκύπτει από πολιτικές που χαράσσονται με γνώμονα τη δημιουργία ευρύτερης αξίας.
Είναι γεγονός, ωστόσο, ότι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι πάντα συμβατές με τους βραχυπρόθεσμους στόχους ενός οργανισμού. Σε αυτή την κατεύθυνση, το 93% των συμμετεχόντων στη χώρα μας – έναντι 67% στο ευρωπαϊκό δείγμα – διαπιστώνουν ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές απόψεων εντός της ηγετικής τους ομάδας, σχετικά με τον τρόπο εξισορρόπησης των βραχυπρόθεσμων στόχων με τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και τη βιώσιμη ανάπτυξη, ενώ 87% (64% στο ευρωπαϊκό δείγμα) αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν πιέσεις για βραχυπρόθεσμα κέρδη από τους επενδυτές.
Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης με γνώμονα τη δημιουργία ευρύτερης αξίας εξαρτάται, σε καθοριστικό βαθμό, από την ύπαρξη αποτελεσματικής εταιρικής διακυβέρνησης και εντοπίζει περιθώρια βελτίωσης ως προς τις δυνατότητες των Διοικητικών Συμβουλίων να ασκούν εποπτεία στην εφαρμογή πρακτικών ESG. Σημειώνεται ότι τα στελέχη των ελληνικών επιχειρήσεων εμφανίζονται πιο ικανοποιημένα για τον ενεργό ρόλο των Διοικητικών τους Συμβουλίων στις δράσεις τους για το κλίμα, σε σχέση με τους ομολόγους τους στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ωστόσο, σημαντικά ποσοστά των ερωτώμενων δεν θεωρούν ότι τα Διοικητικά τους Συμβούλια είναι «εξαιρετικά αποτελεσματικά» σε θέματα, όπως ο έλεγχος της διοίκησης της εταιρείας σχετικά με τα σχέδιά της για το κλίμα (70%), η εποπτεία που ασκούν όσον αφορά την εκτέλεση και την πρόοδο έναντι των δεσμεύσεων για το κλίμα (54%) και η αλληλεπίδρασή τους με τους μετόχους για τα σχέδια και τις δράσεις για το κλίμα (61%).
Με αυτά τα δεδομένα, μόνο το 27% των ερωτώμενων εκτιμούν ότι το ESG έχει ενσωματωθεί πλήρως στις δομές, αλλά και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου. Αντίστοιχα, το 56% πιστεύουν ότι απαιτούνται περαιτέρω αλλαγές, περιορισμένης έκτασης, και 17% ότι απαιτούνται σημαντικές αλλαγές για την πληρέστερη ενσωμάτωση του ESG.
Η έρευνα διαπιστώνει ότι απαιτείται σαφέστερος καθορισμός των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Καταγράφει, επίσης, τους εσωτερικούς παράγοντες που επιδρούν στην ικανότητα των επιχειρήσεων να δημιουργούν μακροπρόθεσμη αξία μέσω μίας ισχυρής στρατηγικής ESG, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν και τα μέτρα που λαμβάνουν για την πληρέστερη ενσωμάτωση του ESG στις δομές και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Κεντρικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι, για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να ανταποκριθούν στον ρόλο τους για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, απαιτείται συστηματική, υπεύθυνη και αυθεντική διακυβέρνηση.
Εξειδικεύοντας περαιτέρω τις πρωτοβουλίες που πρέπει να αναλάβουν οι επιχειρήσεις στην κατεύθυνση αυτή, η έρευνα παρουσιάζει μία σειρά από προτάσεις:
Συστηματική διακυβέρνηση
– Ενσωμάτωση πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης στις δομές στρατηγικής και διακυβέρνησης, ώστε να αποτελεί στοιχείο της καθημερινότητας του Διοικητικού Συμβουλίου και των αρμόδιων επιτροπών.
– Σε περίπτωση ανάθεσης της εποπτείας σε μια «επιτροπή βιώσιμης ανάπτυξης» θα πρέπει να είναι απόλυτα σαφείς ο σκοπός και οι αρμοδιότητές της, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο δημιουργεί αξία.
– Αναζήτηση δημιουργικών τρόπων για την ενσωμάτωση πρόσθετων και διαφορετικών δεξιοτήτων και εμπειριών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου.
Υπεύθυνη διακυβέρνηση
– Σχεδιασμός της πολιτικής αμοιβών των στελεχών με βάση στόχους ESG.
– Επιλογή των δεικτών μέτρησης ESG που είναι σημαντικοί και σχετικοί με τον οργανισμό.
– Εξασφάλιση αναλογικής συμμετοχής των επιμέρους δεικτών ESG στη διαμόρφωση των μεταβλητών αμοιβών των στελεχών.
– Τακτική επανεξέταση και επικαιροποίηση των δεικτών και της συμβολής τους στην πολιτική αμοιβών των στελεχών.
– Σαφής προσδιορισμός του αντίκτυπου που επιδιώκει να έχει ο οργανισμός μέσω των δράσεών του για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Αυθεντική διακυβέρνηση
– Διερεύνηση της πιθανότητας για ανάθεση στον οικονομικό διευθυντή/CFO και την οικονομική διεύθυνση της ευθύνης για την ανταπόκριση του οργανισμού στις απαιτήσεις της Οδηγίας CSRD και την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά Πρότυπα Αναφοράς Βιωσιμότητας.
– Διεξαγωγή συστηματικής αξιολόγησης σημαντικότητας για τον εντοπισμό των πιο ουσιαστικών δεικτών μέτρησης ESG, οι οποίοι θα πρέπει να επικοινωνούνται συστηματικά.
– Επιβεβαίωση της ύπαρξης των μηχανισμών διαχείρισης κινδύνου και των εσωτερικών ελέγχων για τις αναγκαίες μετρήσεις με βάση τους δείκτες επίδοσης και την παρακολούθηση τυχόν επακόλουθων επιπτώσεων στις οικονομικές καταστάσεις.