Σαν σήμερα, 6 Δεκεμβρίου, του 2008, ανήμερα του Αγίου Νικολάου, λίγο πριν τις 9μ.μ., μια δολοφονία στη συμβολή των οδών Μεσολογγίου και Τζαβέλλα, στα Εξάρχεια, έβαλε ακαριαία «φωτιά» στην ανυποψίαστη, γιορτινά στολισμένη Αθήνα.
Η πρωτεύουσα κυριολεκτικά «λαμπάδιασε». Η εν ψυχρώ δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, μαθητή 15 ετών, από τον ειδικό φρουρό της Ελληνικής Αστυνομίας, Επαμεινώνδα Κορκονέα, πυροδότησε -σαν να ήταν έτοιμος από καιρό- ένα παρατεταμένο κύκλο ταραχών, συγκρούσεων και διαδηλώσεων καθόλη τη διάρκεια του Δεκέμβριου του 2008, που μεταδόθηκε σαν ωστικό κύμα και στην ελληνική επικράτεια.
Τα ανεξέλεγκτα συμβάντα έχουν καταγραφεί και ως «Δεκεμβριανά του 2008». Η κυβέρνηση Καραμανλή αντιμέτωπη με αυτή την πρωτοφανή κρίση, που αμφισβητούσε το θεσμικό της ρόλο, είχε σκεφτεί ακόμη και το ακραίο σενάριο της επιστράτευσης του στρατού. Οι αναλύσεις, οι συζητήσεις και οι διαφωνίες για το συμβάν, τα αίτια που το πυροδότησαν, και όσα έφερε κατόπιν,15 χρόνια μετά, συνεχίζονται.
«Σε γενικές γραμμές, τα γεγονότα ήταν ενδεχομενικά, αφού, αν το θύμα δεν ήταν αθώο, αν δεν ήταν παιδί, αν δεν ήταν Ελληνόπουλο, αν δεν υπήρχαν μάρτυρες, αν δεν ήταν στα Εξάρχεια, αν δεν ήταν εξοργιστική η πρώτη διαχείριση του δράματος από αστυνομία, κυβέρνηση και ΜΜΕ, αν ετοιμοπόλεμες και οργανωμένες δυνάμεις του κινήματος δεν είχαν κινητοποιηθεί αμέσως, αν το εύρος των κοινωνικών προβλημάτων στα οποία επικάθισε η δολοφονία δεν ήταν τέτοια, αν τα νέα μέσα επικοινωνίας δεν επέτρεπαν τη γρήγορη διάχυση της πληροφορίας, τίποτε από όλα αυτά μπορεί να μην είχε γίνει ή να μην είχε γίνει έτσι», σχολιάζει στο ΒΗΜΑ ο Δρ. Πολιτικής Επιστήμης, ερευνητής, Δημήτρης Παπανικολόπουλος, συγγραφέας των βιβλίων «Δεκέμβρης 2008. Ανάλυση και ερμηνεία: οι αιτιώδες μηχανισμοί πίσω από τα συγκρουσιακά γεγονότα» (Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2016) και «Οι Millennials στο δρόμο- Ο ρόλος των γενεών στα κινήματα της σύγχρονης Ελλάδας» (Εκδόσεις Θεμέλιο-Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, 2023).
Σε ποιο βαθμό η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου υπήρξε κομβικό γεγονός για τη συγκρότηση της γενιάς των Millennials στην Ελλάδα; Ριζοσπαστικοποιήθηκε αυτή η γενιά; Σε τι ποσοστό και πώς; Στα επεισόδια συμμετείχαν και νέοι που δεν ήταν κινηματικοί και πολιτικοποιημένοι; Ποια είναι τα πρόσθετα χαρακτηριστικά που προσέδωσε το συμβάν στη συγκεκριμένη γενιά;
Οι early Millennials είχαν ήδη σημαντικές κινηματικές εμπειρίες από το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα και τις φοιτητικές κινητοποιήσεις για την υπεράσπιση του άρθρου 16. Είχαν, δηλαδή, υπάρξει ήδη διαμορφωτικά γεγονότα γι’ αυτούς. Αντιθέτως, για τους περισσότερους από τους late Millennials τα γεγονότα του Δεκέμβρη 2008 ήταν διαμορφωτικά. Τους πολιτικοποίησαν και τους ριζοσπαστικοποίησαν.
Θυμηθείτε τη μαζική παρουσία των μαθητών που πετούσαν νεράντζια στους αστυνομικούς και τα αστυνομικά τμήματα. Στα γεγονότα, επομένως, συμμετείχαν σαφώς και νέοι και νέες που δεν είχαν πρότερη επαφή με την πολιτική. Το συμβάν της δολοφονίας ενός 15χρονου αγοριού από αστυνομικό, όμως, υπήρξε καταλυτικό και γιγάντωσε την ήδη υπαρκτή δυσπιστία έναντι της αστυνομίας και της θεσμικής πολιτικής. Η δυσπιστία αυτή ενεγράφη σε αυτή τη γενιά. Αξίζει, βέβαια, να αναφέρουμε και τη θετική κληρονομιά που άφησε ο Δεκέμβρης: την προδιάθεση για αδιαμεσολάβητη δράση και οριζόντια επικοινωνία.
Αυτό που ακολούθησε της δολοφονίας, τα συγκρουσιακά γεγονότα, είχαν τα χαρακτηριστικά αληθινής εξέγερσης;
Δεν χρειάζεται να ονομάζονται κάποια γεγονότα «εξέγερση» για να είναι σημαντικά. Άρα το ζήτημα τού αν ήταν τα γεγονότα του Δεκέμβρη 2008 εξέγερση ή όχι είναι καθαρά θεωρητικό, όχι πολιτικό.
Όπως εξηγώ αναλυτικά στο βιβλίο μου για τα γεγονότα «Δεκέμβρης 2008. Ανάλυση και ερμηνεία: οι αιτιώδες μηχανισμοί πίσω από τα συγκρουσιακά γεγονότα», «η λέξη εξέγερση έχει βαριές συμπαραδηλώσεις και μια βιβλιογραφική καριέρα που θα έπρεπε να μας καθιστά φειδωλούς στη χρήση της. Εξακολουθώ λοιπόν να πιστεύω ότι, προκειμένου να μην αναφέρονται παρατακτικά γεγονότα σαν αυτά που έριξαν κυβερνήσεις σε διάφορες χώρες με αυτά που απλώς έθεσαν το ζήτημα ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι, πρέπει να συμπεριλάβουμε στον ορισμό της εξέγερσης, εκτός από την ξαφνική και διάχυτη επίταση της σύγκρουσης, τη μαζική, έμπρακτη (δηλαδή όχι συμβολική) άρνηση της νομιμότητας των κυβερνητικών αρχών και των αποφάσεών τους. Γι’ αυτό το Πολυτεχνείο του 1973, παρόλο που δεν υπήρξε αξιοσημείωτη διάχυση, αξίζει περισσότερο το χαρακτηρισμό “εξέγερση” απ’ ότι ο Δεκέμβρης. […] Όλοι κι όλες ήθελαν όχι να μικρύνουν την επικράτεια της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά να της καταστήσουν σαφές ότι δεν θα της επιτρέψουν να μεγαλώσει, ότι δε θα μπουν σε “κατάσταση εξαίρεσης”, αλλά θα μπει σε κατάσταση εξαίρεσης το Συμβάν της δολοφονίας, και ότι θα φύγουν από τους δρόμους όταν αυτό θα το έχουν καταλάβει όλοι και όλες».
Ομοίως, στο βιβλίο μου έχω πραγματευθεί αναλυτικά τους λόγους για τους οποίους μια δολοφονία οδήγησε σε γεγονότα που χαρακτηρίστηκαν από τη μαζικότητα της κινητοποίησης, καθώς και την ένταση και την έκταση της συγκρουσιακότητας. Σε γενικές γραμμές, τα γεγονότα ήταν ενδεχομενικά, αφού, αν το θύμα δεν ήταν αθώο, αν δεν ήταν παιδί, αν δεν ήταν Ελληνόπουλο, αν δεν υπήρχαν μάρτυρες, αν δεν ήταν στα Εξάρχεια, αν δεν ήταν εξοργιστική η πρώτη διαχείριση του δράματος από αστυνομία, κυβέρνηση και ΜΜΕ, αν ετοιμοπόλεμες και οργανωμένες δυνάμεις του κινήματος δεν είχαν κινητοποιηθεί αμέσως, αν το εύρος των κοινωνικών προβλημάτων στα οποία επικάθισε η δολοφονία δεν ήταν τέτοια, αν τα νέα μέσα επικοινωνίας δεν επέτρεπαν τη γρήγορη διάχυση της πληροφορίας, τίποτε από όλα αυτά μπορεί να μην είχε γίνει ή να μην είχε γίνει έτσι. Ένα σπιράλ ευκαιριών και απειλών, όμως, τροφοδοτούμενο από άμετρη καταστολή σε συνθήκες κινητοποίησης και πόλωσης, οδήγησαν στη ριζοσπαστικοποίηση μεγάλου μέρους της νεολαίας.
Τι άφησε συνολικά ο Δεκέμβρης του 2008; Τι παραμένει ζωντανό ως σήμερα;
Τώρα πλέον η χρήση των νέων ψηφιακών μέσων επικοινωνίας θεωρείται αυτονόητη στην κινηματική δράση, όπως επίσης και η προτίμηση των νέων γενεών -και όχι μόνο- στην οριζόντια επικοινωνία και διαβούλευση.
Το Δεκέμβρη 2008, όμως, ήταν καινοτομικά στοιχεία. Θα έλεγα πως διαχύθηκε μια αντιεξουσιαστική κουλτούρα που την είδαμε να παίζει καθοριστικό ρόλο στην κατοπινή άνθιση των καταλήψεων και των στεκιών, στην οργάνωση του «κινήματος των πλατειών» και στα εγχειρήματα της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας. Αυτή η κουλτούρα, που φυσικά μόνο εν μέρει μπορεί να θεωρηθεί προϊόν του Δεκέμβρη 2008, βλέπουμε να είναι ζωντανή μέχρι σήμερα. Άξια αναφοράς θεωρώ, επίσης, και την τακτική της βίαιης σύγκρουσης που οι αναρχικοί εγκαινίασαν τον Δεκέμβρη 2008. Η βίαιη σύγκρουση μεταξύ των δύο διευκολυνόταν από τη μαζική παρουσία των αριστερών διαδηλωτών, επιτρέποντας έτσι στους αναρχικούς να επιτεθούν στα ΜΑΤ χωρίς να κινδυνεύουν υπέρμετρα από τα αντίποινα των τελευταίων. Η τακτική αυτή ακολουθήθηκε πιστά τα επόμενα τέσσερα χρόνια, μέχρι την απόσυρση των μετριοπαθών αριστερών από τους δρόμους και την αλλαγή των κατασταλτικών μεθόδων.
Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι εργαλειοποιήθηκε από πολιτικές δυνάμεις η οργή που εκδηλώθηκε στους δρόμους και τα οδοφράγματα το 2008;
Δεν θα χρησιμοποιούσα αυτή την έκφραση. Οι πολίτες που κινητοποιούνται δεν είναι πρόβατα. Αν μεταθέσουν τις ελπίδες τους στην εκλογική πολιτική έναντι της κινηματικής πολιτικής, το κάνουν γιατί επιδιώκουν με άλλα μέσα ό,τι επεδίωκαν όταν βρίσκονταν στους δρόμους. Θεσμική και εξωθεσμική πολιτική βρίσκονται μόνιμα στη φαρέτρα των πολιτών και οι περισσότεροι από αυτούς τα χρησιμοποιούν αμφότερα όποτε τα θεωρούν πιο πρόσφορα.
Η αλήθεια είναι ότι η εκλογική υποστήριξη κομμάτων είναι συνήθως -και για τους περισσότερους ανθρώπους- λιγότερο κοστοβόρα από τη συνεχή κινητοποίηση. Στο πλαίσιο αυτό, η υποστήριξη των εξεγερμένων νέων από τον ΣΥΡΙΖΑ του πρόσφερε την καλή έξωθεν μαρτυρία σε αυτόν τον πληθυσμό που λίγα χρόνια αργότερα έμελλε να στηρίξει μαζικά το πάλαι ποτέ κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αντιθέτως, όσα κόμματα εντάχθηκαν τότε οικειοθελώς στο «συνταγματικό τόξο», στο πλευρό των νοικοκυραίων, διέρρηξαν σε κρίσιμο βαθμό τη σχέση τους με τη νεολαία, σε βαθμό που δυσκολεύονταν να αναπαραχθούν στις νεότερες ηλικίες. Φυσικά, έκτοτε οι πολιτικές, οι οικονομικές και οι κοινωνικές εξελίξεις έχουν αλλάξει άρδην τα δεδομένα.