Ερευνητές του Πανεπιστημίου Λουντ στη Σουηδία επέτυχαν να επαναφέρουν τη χαμένη επικοινωνία των νευρικών κυττάρων και τη λειτουργικότητα σε ποντίκια με εγκεφαλικό επεισόδιο μέσω της χρήσης ενός πειραματικού φαρμάκου που ελπίζεται ότι θα ανοίξει τον δρόμο και για αποτελεσματική θεραπεία ανθρώπων που έχουν υποστεί εγκεφαλικό.
Αποκατάσταση της επικοινωνίας των νευρικών κυττάρων
«Η επικοινωνία μεταξύ των νευρικών κυττάρων σε μεγάλες περιοχές του εγκεφάλου αλλάζει μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο και εμείς δείξαμε ότι μπορεί εν μέρει να αποκατασταθεί χάρη στη νέα θεραπεία» ανέφερε ο Ταντέους Βίλοκ, καθηγητής Νευροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο Λουντ και επικεφαλής της μελέτης σχετικά με τη νέα θεραπεία η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Brain». Ο καθηγητής προσέθεσε ότι «τα τρωκτικά ‘ξανακέρδισαν’ τις χαμένες σωματο-αισθητηριακές λειτουργίες τους – οι οποίες χάνονται περίπου στο 60% των ασθενών που υφίστανται εγκεφαλικό. Το πιο αξιοσημείωτο όμως ήταν ότι η θεραπεία ξεκίνησε μέρες μετά το επεισόδιο».
Ελλειψη θεραπειών
Στο ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο η έλλειψη της απρόσκοπτης ροής του αίματος στον εγκέφαλο προκαλεί βλάβες οι οποίες με τη σειρά τους οδηγούν σε ταχεία απώλεια νευρικών κυττάρων. Το αποτέλεσμα είναι η απώλεια της λειτουργικότητας σε πολλαπλά επίπεδα – οι ασθενείς εμφανίζουν π.χ. παράλυση, αισθητικοκινητική δυσχέρεια, δυσκολίες στην όραση και στον λόγο αλλά και πόνο και κατάθλιψη. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν εγκεκριμένες θεραπείες για τη βελτίωση ή την αποκατάσταση όλων αυτών των λειτουργιών μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο – γίνεται μόνο χορήγηση θρομβολυτικής θεραπείας στην οξεία φάση, μέσα δηλαδή στις πρώτες πέντε ώρες από το επεισόδιο. Σε κάποιους ασθενείς μπορεί να υπάρξει ένας βαθμός βελτίωσης, ωστόσο πολλοί παρουσιάζουν χρόνια προβλήματα λειτουργικότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 60% των ατόμων που υφίστανται εγκεφαλικό παρουσιάζουν απώλεια σωματοκινητικών λειτουργιών όπως η αφή και η αίσθηση της στάσης του σώματος.
Τώρα η ομάδα του Πανεπιστημίου Λουντ σε συνεργασία με ερευνητές από το Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης και το Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις δίνει ελπίδες με τη μελέτη της για μια πιθανή αποτελεσματική θεραπεία η οποία θα επαναφέρει τη χαμένη εγκεφαλική λειτουργία μετά από το επεισόδιο.
Ο υποδοχέας-«κλειδί»
Οι ερευνητές χορήγησαν σε ποντίκια και αρουραίους μια κατηγορία ουσιών που στοχεύουν τον υποδοχέα mGluR5 (metabotropic glutamate receptor), ο οποίος ρυθμίζει την επικοινωνία του δικτύου των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου. «Τα πειραματόζωα που έλαβαν τον αναστολέα του GluR5 επανέκτησαν τις σωματοαισθητικές λειτουργίες τους» σημείωσε ο καθηγητής Βίλοκ.
Χορήγηση ακόμη και 10 ημέρες μετά το επεισόδιο
Η χορήγηση της θεραπείας ξεκίνησε μάλιστα δύο ημέρες μετά το εγκεφαλικό – όταν πλέον οι βλάβες είχαν «εγκατασταθεί» στον εγκέφαλο και είχαν παρουσιαστεί προβλήματα λειτουργικότητας. «Εμφανίστηκε μια παροδική θετική επίδραση της θεραπείας μετά από μόλις 30 λεπτά από τη χορήγηση, αλλά απαιτείται θεραπεία για αρκετές εβδομάδες προκειμένου να επιτευχθεί μόνιμη θεραπευτική επίδραση. Πρέπει να τονιστεί ότι βελτίωση της λειτουργικότητας παρατηρήθηκε ακόμη και όταν η θεραπεία ξεκίνησε 10 ημέρες μετά το επεισόδιο» είπε ο επικεφαλής της μελέτης.
Ο ρόλος του «connectome»
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι οι αισθητικοκινητικές λειτουργίες των τρωκτικών βελτιώθηκαν χάρη στη θεραπεία παρότι δεν μειώθηκαν οι βλάβες στον εγκέφαλό τους. Αυτό, σύμφωνα με τον καθηγητή Βίλοκ οφείλεται στο πολύπλοκο δίκτυο νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου, γνωστό ως connectome. «Τα προβλήματα στη λειτουργικότητα μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο οφείλονται σε απώλεια κυττάρων αλλά και σε μειωμένη δραστηριότητα σε μεγάλα τμήματα του δικτύου των νευρικών κυττάρων στις περιοχές του εγκεφάλου που δεν έχουν πληγεί από το επεισόδιο. Ο υποδοχέας mGluR5 αποτελεί προφανώς σημαντικό παράγοντα της μειωμένης δραστηριότητας στο connectome, η οποία προλαμβάνεται χάρη στον αναστολέα που τελικώς αποκαθιστά τη χαμένη εγκεφαλική λειτουργία».
Διαθέσιμοι τέτοιοι πειραματικοί αναστολείς για πιθανές δοκιμές σε ανθρώπους
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι στο μέλλον τα αποτελέσματά τους θα οδηγήσουν σε μια θεραπεία η οποία θα μπορεί να χορηγείται ακόμη και μέρες μετά από το εγκεφαλικό. «Σε συνδυασμό με θεραπεία αποκατάστασης, η φαρμακευτική αυτή θεραπεία είναι υποσχόμενη. Ωστόσο απαιτούνται περαιτέρω μελέτες» παραδέχθηκε ο καθηγητής και κατέληξε λέγοντας ότι «η μελέτη μας διεξήχθη σε ποντίκια και αρουραίους και πρέπει να επαναληφθεί σε ανθρώπους. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να καταστεί εφικτό με δεδομένο ότι αρκετοί αναστολείς του υποδοχέα mGluR5 έχουν μελετηθεί σε ανθρώπους για τη θεραπεία άλλων νευρολογικών διαταραχών και έχει φανεί ότι είναι καλά ανεκτοί».