Στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Fitch. H βαθμολογία ΒΒΒ- κατατάσσεται στις επενδυτικές τη στιγμή που οι προοπτικές της οικονομίας χαρακτηρίζονται ως σταθερές.
Είναι ο τέταρτος οίκος, εξ αυτών που υπολογίζουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο οποίος κατατάσσει στην επενδυτική βαθμίδα τα ελληνικά ομόλογα, καθώς είχαν προηγηθεί ο Scope Ratings τον Αύγουστο, ο DBRS τον Σεπτέμβριο και ο S&P τον Οκτώβριο.
Ταυτόχρονα είναι δεύτερος από τους τρεις μεγάλους αμερικανικούς οίκους αξιολόγησης, μετά τον S&P, που δίνει την επενδυτική βαθμίδα, ανοίγοντας τον δρόμο για την αγορά ελληνικών ομολόγων από επενδυτές και κατ’ επέκταση τις εισροές κεφαλαίων, συνδυαστικά με τη συγκράτηση του κόστους δανεισμού.
Στην ανακοίνωση του Fitch επισημάνθηκε η πρόβλεψη για ισχυρή ανάπτυξη, η ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, η πρόοδος στον τραπεζικό τομέα και το ρεκόρ μείωσης του χρέους κατά 65 μονάδες του ΑΕΠ, από το 205 % κατά την περίοδο της πανδημίας στο 160,8 % εφέτος και 141,2 % του ΑΕΠ το 2027.
Χατζηδάκης: «Ένα σημαντικό σκαλοπάτι που οδηγεί τη χώρα μας ακόμα πιο ψηλά»
Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Fitch επισημοποιεί την ανάδειξη της Ελλάδας στην επενδυτική κατηγορία από την πλευρά της πιστοληπτικής αξιολόγησης. Είναι μια μεγάλη εθνική επιτυχία!
Η Fitch είναι ο τρίτος – από τους τέσσερις αναγνωρισμένους από την ΕΚΤ- οίκος αξιολόγησης που απονέμει τους τελευταίους μήνες στη χώρα μας το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας. Γεγονός που πιστοποιεί την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας και τις ακόμη πιο θετικές προοπτικές που διανοίγονται με την εφαρμογή της πολιτικής μας. Δημιουργεί παράλληλα τις προϋποθέσεις για περαιτέρω ενίσχυση της εισροής επενδύσεων, καλύτερες συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας, ανάπτυξη και αύξηση της απασχόλησης.
Υπογραμμίζω τις επισημάνσεις του oίκου για το ρεκόρ της μείωσης του χρέους κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ , από το 205 % κατά την περίοδο της πανδημίας στο 160,8 % εφέτος και 141,2 % του ΑΕΠ το 2027.
Επίσης, τις επισημάνσεις για την πολιτική δημοσιονομικής υπευθυνότητας η οποία εκτός των άλλων εξασφαλίζει τους αναγκαίους πόρους για μόνιμα και έκτακτα μέτρα κοινωνικής πολιτικής. Τις προβλέψεις για ισχυρή ανάπτυξη και πολιτική σταθερότητα τα επόμενα χρόνια. Την πρόοδο στον τραπεζικό τομέα.
Η σημερινή αναβάθμιση είναι ένα σημαντικό σκαλοπάτι που οδηγεί τη χώρα μας ακόμα πιο ψηλά, με τη συνέχιση του συνδυασμού δημοσιονομικής σοβαρότητας με την κοινωνική ευαισθησία».
Η σχετική ανάρτηση:
Απομένει μόνο ο οίκος Moody’s
Όπως αναφέρεται στον Οικονομικό Ταχυδρόμο, ο δείκτης του τραπεζικού συστήματος της Ελλάδας βελτιώθηκε σε «bb» από «b» μετά τις αναβαθμίσεις της Fitch για τις αξιολογήσεις βιωσιμότητας των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας τον Σεπτέμβριο του 2023.
Οι αναβαθμίσεις αντανακλούσαν κυρίως διαρθρωτικές βελτιώσεις στην κερδοφορία των τραπεζών, με αποτέλεσμα τη συσσώρευση κεφαλαίων και συνεχείς βελτιώσεις της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων. Η κεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα ήταν 17,3% τον Ιούνιο, ενώ σε συνολικό επίπεδο το μερίδιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων είχε μειωθεί ελαφρά στο 8,6% το β’ τρίμηνο του 23. Αυτό συγκρίνεται με 8,7% στο τέλος του 2022 και με κορύφωση 46% το 2017.
Υπενθυμίζεται ότι ο οίκος άνοιξε τον χορό των αξιολογήσεων του έτους στις 29 Ιανουαρίου, με την αναβάθμιση του αξιόχρεου στη βαθμίδα ΒΒ+. Στην ενδιάμεση αξιολόγηση του Ιουλίου τήρησε στάση αναμονής, ώστε να ολοκληρωθούν οι εκλογές και να προκύψει το νέο οικονομικό επιτελείο.
Ο οίκος Standard & Poor’s, έχει ήδη αναβαθμίσει το αξιόχρεο της Ελλάδας, σε «BBB-», με σταθερές προοπτικές (από «BB+»), ενώ είχε προηγηθεί η αναβάθμιση από τον «μικρό» και λιγότερο σημαντικό καναδικό οίκο DBRS.
Κατόπιν αυτού μένει μόνο η Moody’s, η πιο αυστηρή από τους οίκους, που δεν έχει δώσει ακόμα επενδυτική βαθμίδα, η οποία ωστόσο κατά την τελευταία της αξιολόγηση έκανε την έκπληξη , δίνοντας διπλή αναβάθμιση στην ελληνική οικονομία. Ειδικότερα, αναβάθμισε το αξιόχρεο κατά δύο βαθμίδες, σε «Ba1» από «Ba3», με «σταθερές» τις προοπτικές επαναξιολόγησης.