Σε φυσιολογικά επίπεδα κινούνται από σήμερα οι νέες ταινίες στις αίθουσες, με λίγες ταινίες συγκριτικά με τον βομβαρδισμό από πρεμιέρες των προηγούμενων εβδομάδων. Την προσοχή αποσπούν τα «Πεσμένα φύλλα», τελευταία δημιουργία του Φινλανδού ποιητή της μοναξιάς αλλά και της ελπίδας Άκι Καουρισμάκι και η «Φόνισσα», πρώτη απόπειρα στην μεγάλου μήκους μυθοπλασία της Εύας Νάθενα.

Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

«Πεσμένα φύλλα» (Kuolleet lehdet, Φινλανδία/ Γερμανία, 2023)

Με δυο – τρία σύντομα πλάνα και χωρίς διαλόγους, ο κόσμος της Ανσα και του Χολάπα (Αλμα Πόιστι, Γιούσι Βατάνεν), των δύο κεντρικών ηρώων της τελευταίας ταινίας του Φινλανδού Άκι Καουρισμάκι γίνεται αμέσως οικείος στα μάτια μας: δύο μοναχικές ψυχές σε ένα παγωμένο, φαινομενικά αφιλόξενο Ελσίνκι όπου η μεν Ανσα δουλεύει σε σούπερ μάρκετ, ο δε Χολάπα είναι μηχανικός. Οπως σε όλες τις ταινίες του, έτσι και εδώ, ο Καουρισμάκι, μετρ της οικονομίας, δεν θα χρειαστεί πολύ χρόνο για να σε βάλει στο κλίμα της ιστορίας.

Η ζωή τους μονότονη, λόγια πολλά δεν λένε και κατά κάποιο τρόπο, δείχνουν και οι δύο παραιτημένοι από αυτήν. Όμως ο Καουρισμάκι ήταν πάντα ένας σημαιοφόρος της ελπίδας και ξέρει πάντα να βρίσκει τρόπους για να την προσφέρει. Και πάλι χωρίς πολλά -πολλά • όμως με χιούμορ, με λίγο (ή πολύ) αλκοόλ, με τραγούδια, με σινεμά, με όλα όσα δηλαδή ο ίδιος αγαπάει. Ο τρόπος με τον οποίο κτίζεται η σχέση αυτών των δύο ρομαντικών αλλά «κουμπωμένων» ανθρώπων είναι τόσο λυρικός που πολύ απλά, σε σκλαβώνει.

Την ίδια ώρα, ο Καουρισμάκι με έναν ευφυή (και καθόλου κραυγαλέο) τρόπο καταθέτει την άποψή του για τον σύγχρονο κόσμο μας για τον οποίο είναι τόσο ενημερωμένος. Με λεπτές γραμμές που αφήνουν μέσα μας βαθιές χαρακιές, μιλά για την εργασιακή ανασφάλεια (και οι δύο ήρωες χάνουν κάποια στιγμή την δουλειά τους), για την αποξένωση της πλειοψηφίας του κόσμου και το κλείσιμο στον εαυτό τους, για τον πόλεμο (ακούμε ειδήσεις από ραδιόφωνο για τον πόλεμο στην Ουκρανία), όπως και για την κρίση στο ίδιο το μέσον που ο Καουρισμάκι υπηρετεί, τον κινηματογράφο.

Κάθε τι που βλέπουμε στην ποιητική αυτή ταινία, σχετίζεται με τα πιο απλά και συγχρόνως τα πιο έντονα συναισθήματα: μια συνάντηση για έναν καφέ, μια συζήτηση για κάποια ταινία που είδαμε στο σινεμά, μια βόλτα στο πάρκο, ένα δειλό φιλί στο μάγουλο. Βγαίνοντας από την αίθουσα, νιώθεις δύο πράγματα. Πρώτον την χαρά που σου πρόσφερε αυτή η μικρή αλλά συγχρόνως τόσο «γεμάτη» ταινία και δεύτερον την ανάγκη κάποια στιγμή να την ξαναδείς. Γιατί τα «Πεσμένα φύλλα» είναι ο ορισμός της ευχάριστης μελαγχολίας, αυτής που ίσως μόνο στο σινεμά μπορούμε να ζήσουμε.

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΤΗΣΙΩΝ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ – ΑΤΛΑΝΤΙΣ – ΚΗΦΙΣΙΑ – WEST CITY – ΑΣΤΥ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΠΑΥΛΟΣ ΖΑΝΝΑΣ – ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ

——————————————————-

«Φόνισσα» (Ελλάδα, 2023)

Ο ενθουσιασμός στην ανταπόκριση του υπογράφοντος μετά από την πρώτη παρακολούθηση της «Φόνισσας» στο τελευταίο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, δεν μειώθηκε όταν αργότερα είδε ξανά την ταινία, πιο ψύχραιμα και πιο αποστασιοποιημένα.

Εξακολουθώ με άλλα λόγια να πιστεύω ότι η «Φόνισσα» είναι ένα από τα πιο ολοκληρωμένα ελληνικά φιλμ των τελευταίων χρόνων και ένας από τους λόγους στους οποίους αυτό οφείλεται είναι το πρωτότυπο κείμενο στο οποίο το σενάριο της Κατερίνας Μπέη στηρίχθηκε: το ομότιτλο μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που μας ταξιδεύει στην ψυχή μιας ταλαιπωρημένης αλλά ατσαλενιας γυναίκας, της Χαδούλας (η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, εννοείται υπέροχη), μάνας αρκετών θυγατέρων και γιαγιάς, η οποία προβλέποντας την ταλαιπωρία που θα έχουν στην ζωή τους τα βρέφη γένους θηλυκού του χωριού της, αποφασίζει να τα σκοτώσει, πιστεύοντας ότι έτσι τα γλιτώνει από όσα τράβηξε στην ζωή της η ίδια.

Εκ των πραγμάτων λοιπόν, το πρώτο μπράβο πηγαίνει στον μινιμαλισμό των διαλόγων της Μπέη. Ολα τα υπόλοιπα (η λαμπερή διεύθυνση φωτογραφίας του Παναγιώτη Βασιλάκη, η εμπνευσμένη μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου, η εξαιρετικά επιτυχημένη επιλογή των προσώπων όπως οι Μαρία Πρωτόπαπα- μάνα της Χαδούλας, οι Νίκη Παπανδρέου, Έλενα Τοπαλίδου, Πηνελόπη Τσιλίκα – κόρες της Χαδούλας και η Γεωργιάννα Νταλάρα – Χαδούλα μικρή) είναι, κατά κάποιο τρόπο φυσικά επακόλουθα αρμονικά ενορχηστρωμένα.

Ολα τα στοιχεία της ταινίας δένουν γερά μεταξύ τους επειδή μπορούσαν να δέσουν και μπορούσαν να δέσουν διότι η ταινία είχε την στήριξη της ίδιας εταιρείας πρόσφατων, ανάλογου κόστους ακριβών κινηματογραφικών παραγωγών όπως η «Ευτυχία» του Αγγελου Φραντζή και «Σμύρνη μου αγαπημένη» του Γρηγόρη Καραντινάκη. Αν όμως οι δύο αυτοί σκηνοθέτες είχαν ήδη αρκετά χρόνια κινηματογραφικής εμπειρίας – πρώτα ως βοηθοί κορυφαίων σκηνοθετών και αργότερα ως δημιουργοί οι ίδιοι – η Εύα Νάθενα, η σκηνοθέτις της «Φόνισσας», δεν είχε καμία. Το μόνο που είχε ήταν κάποιες καλές επαφές ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος στο θέατρο, αν όχι με όλους πάντως με αρκετούς από τους συντελεστές που συνεργάστηκαν μαζί της στην ταινία. Ακόμα και αυτό ίσως να βοήθησε αρκετά την δουλειά της που για ντεμπούτο στην μεγάλου μήκους μυθοπλασία, είναι ασυζητητί υπόδειγμα.

Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω ακούσει αποκαρδιωτικά λόγια για το ελληνικό σινεμά και δεν είναι λίγες οι φορές που έχω συμφωνήσει με αυτά τα λόγια. Γι’ αυτό και με το χέρι στην καρδιά λέω ότι η απάντηση σε όλους όσοι αμφισβητούν (και δικαιολογημένα ίσως) την εγχώρια κινηματογραφική παραγωγή είναι, στ’ αλήθεια, η «Φόνισσα».

Βαθμολογία: 4

(προβάλλεται σε περισσότερες από 100 αίθουσες της Ελλάδας)

——————————————————-

«Σιωπηλή οργή» (Silent night, ΗΠΑ, 2023)

Με την σφραγίδα του πάλαι ποτέ «χορογράφου» των σκηνών με μάχες πολεμικών Τεχνών Τζον Γου, μια ακόμη ταινία εκδίκησης, μια ακόμα (μέσα στις δεκάδες πια) παραλλαγή του θρυλικού «Εκδικητή της νύχτας» (Death wish) με τον Τσαρλς Μπρόνσον. Όμως εκεί, τουλάχιστον, είχες τον ίδιο τον Μπρόνσον, εδώ έχεις τον «λίγο» Τζόελ Κίναμαν ο οποίος υποδύεται τον πατέρα που θα μετατραπεί σε μηχανή θανάτου προκειμένου να πάρει πίσω το αίμα του σκοτωμένου από εγκληματίες συμμοριών ανήλικου γιού του. Η μισή ταινία είναι η σχολαστική, α λα «Ρόκι» προετοιμασία του πατέρα για να γίνει Τζον Γουίκ, η άλλη μισή είναι οι πράξεις του που μπροστά τους αυτά που κάνει ο Τζον Γουίκ είναι νηπιαγωγείο. Το μόνο εύρημα της ταινίας μένει ανεκμετάλλευτο: ο ήρωας του Κίναμαν έχει χάσει την φωνή του άρα τα όσα βλέπουμε δεν στηρίζονται από διαλόγους. Ενώ αυτό αρχικά ακούγεται καλό, σύντομα στην θέση των διαλόγων μπαίνουν οι πυροβολισμοί και οι εκρήξεις στη διαπασών, κάτι που από κάποια στιγμή και μετά δεν καταντά απλώς κουραστικό αλλά ανόητο.

Βαθμολογία: 1

AΘΗΝΑ: ΑΕΛΛΩ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – ΝΑΝΑ – WEST CITY – VILLAGE ΡΕΝΤΗ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – CINEMA ONE κ.α.

——————————————————-

Τέλος τα «Παιχνίδια θανάτου» (All Fun and Games, ΗΠΑ, 2023) των Έρεν Σελεμπόγλου, Άρι Κόστα είναι ένας αχταρμάς δαιμονολογίας, σατανισμού και οικογενειακών εφιαλτικών μυστικών σε συνάρτηση με ένα υποτίθεται χαλαρωτικό εφηβικό παιχνίδι.

Η ταινία στην οποία οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι το τελευταίο που σε απασχολεί (Άζα Μπατερφιλντ, Ναταλία Ντάιερ κ.α.), κινείται στο ίδιο περίπου κλίμα με το κατά πολύ ανώτερο «Μίλα μου» των ελληνικής καταγωγής Αυστραλών αδελφών Φιλίππου που είδαμε πρόσφατα στις αίθουσες.

Δεν είναι ατμοσφαιρικό, είναι πολύ πιο σκοτεινή απ’ όσο θα’ πρεπε (σε πολλές περιπτώσεις δεν διακρίνεις τι γίνεται) και όλως παραδόξως παρότι την υπογράφουν δύο σκηνοθέτες, η σκηνοθεσία είναι το πιο αδύναμο σημείο της.

Βαθμολογία: 1 1/2

AΘΗΝΑ: ΝΑΝΑ – VILLAGE MALL – VILLAGE ΡΕΝΤΗ ΘΕΣ/ΚΗ: ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ – VILLAGE COSMOS κ.α.

——————————————————-

ΣΚΗΝΕΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΜΕΓAΛΗ ΟΘΌΝΗ

«Callas – Paris, 1958» (2023)

Ένα γεγονός για τους θαυμαστές της όπερας και κυρίως της Μαρίας Κάλλας είναι η προβολή σε επιλεγμένες αίθουσες και σε αποκαταστημένη έγχρωμη 4K κόπια του «Callas – Paris, 1958» Γαλλία, 2023) που δεν είναι ντοκιμαντέρ αλλά δουλεμένο από την αρχή αρχειακό υλικό, το οποίο περιλαμβάνει σκηνές από το ντεμπούτο της υψιφώνου στην Όπερα του Παρισιού με την θρυλική παράσταση της 19ης Δεκεμβρίου του 1958.

Στην πραγματικότητα βλέπουμε ζωντανά την γέννηση του θρύλου με την Κάλλας να ερμηνεύει άριες από διάφορα έργα, όπως την Casta diva από την «Νόρμα», και το «Una voce poco fa» από τον «Κουρέας της Σεβίλλης» (να σημειωθεί ότι το υλικό περιέχει και ολόκληρη τη Β’ πράξη από την «Τόσκα»). Και το γεγονός ότι την σκηνοθετική επιμέλεια του όλου εγχειρήματος είχε ο Τομ Βολφ ο οποίος έχει εντρυφήσει στο θέμα Μαρία Κάλλας (θυμίζουμε το ντοκιμαντέρ του «Maria by Callas») κάνει την δουλειά αυτή ακόμα πιο σημαντική.

Βαθμολογία: 3

AΘΗΝΑ: ΝΙΡΒΑΝΑ – ΝΑΝΑ – VILLAGE MALL – ΑΕΛΛΩ κ.α.

Ο Γκοντάρ για τον Γκοντάρ

Για μια προβολή μόνο, την Παρασκευή 1η του μηνός στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος (Ιερά Οδός 48 & Μεγάλου Αλεξάνδρου) θα παιχτεί το ωριαίο ντοκιμαντέρ της Φλοράνς Πλαταρέ «Ο Γκοντάρ για τον Γκοντάρ». Αφορμή της προβολής ο πρώτος χρόνος που κλείνει από τον θάνατο του κορυφαίου σκηνοθέτη ο οποίος αν ζούσε σήμερα θα είχε γίνει 93 ετών (η προβολή γίνεται λίγο πριν την ημερομηνία των γενεθλίων του, 3 Δεκεμβρίου). Το φιλμ περιλαμβάνει πολλά πλάνα αρχείου, άγνωστα ακόμα και στους φανατικούς οπαδούς του σκηνοθέτη, όπως επίσης και στιγμιότυπα από τα γυρίσματα κλασικών ταινιών του στην δεκαετία του 1960, ή σκηνών με τον ίδιο τον Γκοντάρ να περιπλανιέται στους δρόμους του Παρισιού. Τέλος διανθίζεται από αποσπάσματα τηλεοπτικών συνεντευξεων του όπως και υλικό από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών το 1968, όταν μαζί με τον Φρανσουά Τρυφώ, ο Γκοντάρ επέμενε ότι το φεστιβάλ θα έπρεπε να κλείσει σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους Γάλλους εργάτες και φοιτητές –τον μυθικό Μάη του ’68 (η προβολή διοργανώνεται σε συνεργασία Ταινιοθήκης – Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδος).

Βαθμολογία: 3