Οταν ένας γηραιός statesman με ακέραιες τις διανοητικές του ικανότητες μιλά, ακούγεται με προσοχή. Οταν μιλά σε έναν από τους πιο γνωστούς ιστορικούς και δημόσιους διανοουμένους της χώρας, ακούγεται με ακόμη περισσότερη προσοχή. Διακεκριμένος καθηγητής στο Χάρβαρντ της δεκαετίας του ’60, πανίσχυρος σύμβουλος εθνικής ασφάλειας και υπουργός Εξωτερικών των Ρίτσαρντ Νίξον και Τζέραλντ Φορντ στη δεκαετία του ’70, ο Χένρι Κίσινγκερ -ο οποίος πέθανε εχθές Τετάρτη 29/11– μεταχειρίζεται λεπτές έννοιες και εκλεπτυσμένους όρους.
Για τον Χένρι Κίσινγκερ, όπως σαφώς προκύπτει από τον υπότιτλο του βιβλίο του, δείκτης της ηγεσίας είναι η «παγκόσμια στρατηγική» και πεδίο άσκησής της η εξωτερική πολιτική
Οι αποστροφές για Ουκρανία, Ρωσία
Στη συνέντευξή του στον Νιλ Φέργκιουσον του Ιδρύματος Χούβερ που δημοσιεύθηκε στο «Sunday Times Magazine» στα μέσα του Ιουνίου του 2022, εκτεταμένη συζήτηση γύρω από τους ηγέτες και τις προϋποθέσεις της ηγεσίας, δύο αποστροφές του ξεχωρίζουν: η ειρήνη στην Ουκρανία «υπαινίσσεται κάποιας μορφής περιορισμένες θυσίες»· στο τέλος του πολέμου «θα πρέπει να βρεθεί μια θέση για την Ουκρανία και μια θέση για τη Ρωσία».
Με άλλα λόγια, ο αριστοτέχνης της διπλωματίας του Ψυχρού Πολέμου υποστηρίζει ότι ο πόλεμος δεν θα κριθεί στα πεδία των μαχών, ότι η Ουκρανία θα πρέπει να αποδεχθεί παραχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις και ότι η Ρωσία δεν θα πρέπει να απομονωθεί – «αν δεν θέλουμε να μεταβληθεί σε προκεχωρημένο φυλάκιο της Κίνας στην Ευρώπη».
Henry Kissinger – Leadership. Six Studies in World Strategy
Εκδόσεις Penguin, 2022, σελ. 528, τιμή 29,38 ευρώ
Πρόκειται για συνεπείς προς την αφοσίωση του Κίσινγκερ στη realpolitik απόψεις, αν και συζητήσιμες σε σχέση με τις θέσεις που προβάλλονται εδώ και πέντε μήνες από τις δυτικές κυβερνήσεις. Εγγράφονται όμως στο ευρύτερο πλαίσιο του πρόσφατου βιβλίου του Leadership. Six Studies in World Strategy (εκδ. Allen Lane), το οποίο έδωσε την αφορμή της συνέντευξης.
Τα παραδείγματα από τη διεθνή σκηνή
Για τον Χένρι Κίσινγκερ, όπως σαφώς προκύπτει από τον υπότιτλο, δείκτης της ηγεσίας είναι η «παγκόσμια στρατηγική» και πεδίο άσκησής της η εξωτερική πολιτική. Και δεν έχουμε να κάνουμε με μελέτη της συλλογικής μορφής της, αλλά με σπουδή της συμβολής του ατομικού παράγοντα στην Ιστορία.
Διακρίνει δύο είδη ηγετών, τους statesmen (προς τους οποίους κλίνει) και τους προφήτες: οι μεν είναι μεταρρυθμιστές που χαρακτηρίζονται από όραμα και μέτρο, οι δε «στοχεύουν στην υπέρβαση παρά στη διαχείριση του status quo».
Τα παραδείγματα που αντλεί από την προσωπική του εμπειρία στη διεθνή σκηνή είναι έξι: Κόνραντ Αντενάουερ («στρατηγική της ταπεινότητας»), Σαρλ ντε Γκωλ («στρατηγική της θέλησης»), Ρίτσαρντ Νίξον («στρατηγική της ισορροπίας»), Ανουάρ Σαντάτ («στρατηγική της υπέρβασης»), Λι Κουάν Γιου («στρατηγική της αριστείας»), Μάργκαρετ Θάτσερ («στρατηγική της πεποίθησης»). Πολιτικά, δεν υπάρχει έκπληξη, όλες οι προσωπικότητες ανήκουν στον συντηρητικό χώρο.
Γεωγραφικά, δεν ξενίζει τόσο η συμπερίληψη του Σαντάτ, μια και ο στρατιωτικός και πρόεδρος της Αιγύπτου υπήρξε σημαντικός παίκτης στο διπλωματικό παιχνίδι της Μέσης Ανατολής επί Κίσινγκερ, όσο εκείνη του Λι: ο κινεζικής καταγωγής πρωθυπουργός της Σιγκαπούρης από το 1959 ως το 1990 υπήρξε πράγματι ο αναμορφωτής μιας πόλη-κράτους, διαιρεμένης εθνοτικά και θρησκευτικά και περιβαλλόμενης από πολύ ισχυρότερες δυνάμεις, την οποία ανήγαγε σε οικονομική τίγρη και μείζονα κόμβο της Νοτιοανατολικής Ασίας στον 21ο αιώνα.
Ο «γίγαντας από τη Λιλιπούτη» κατάργησε τις εθνοτικά διαχωρισμένες συνοικίες Μαλαισιανών, Κινέζων και Ινδών, καταπολέμησε τη διαφθορά, οργάνωσε εθνικό στρατό, προσέλκυσε πολυεθνικές εταιρείες, ενθάρρυνε θεσμούς διαμεσολάβησης μεταξύ πολιτών και κυβέρνησης, επένδυσε στην παιδεία και στη δημόσια υγεία με εντυπωσιακά αποτελέσματα, προσέγγισε τις Ηνωμένες Πολιτείες κατορθώνοντας να διαχειριστεί τη βαρυτική επίδραση της Κίνας. (Ταυτόχρονα, βέβαια, όπως παραδέχεται ο Κίσινγκερ, θεμελίωσε ένα αυταρχικό κράτος όπου «οι εκλογές δεν είναι δημοκρατικές, αλλά έχουν τη σημασία τους».) Πραγματιστής στο έπακρο («δεν υπήρξα αιχμάλωτος καμίας θεωρίας»), ο Λι μοιράζεται με τους υπόλοιπους παραδειγματικούς ηγέτες του βιβλίου την αίσθηση της Ιστορίας και την προσωπική πάλη για την ανάδειξη στην πολιτική.
Πραγματισμός και αποφασιστικότητα
Ο Κίσινγκερ επισημαίνει τη σημασία του «Δεύτερου Τριακονταετούς Πολέμου» των ετών 1914-1945 στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και των πεποιθήσεων όλων. Υποδεικνύει επίσης ότι υπήρξαν αυτοδημιούργητοι: κανείς τους δεν καταγόταν από οικογένεια υψηλής κοινωνικής στάθμης, κανενός η αφετηρία δεν συνεπαγόταν ευνοϊκό προβάδισμα. Τη διακυβέρνησή τους χαρακτήρισε ο συνδυασμός αποφασιστικότητας και ρεαλισμού σε κρίσιμες για τη χώρα τους επιλογές: την επαναθεμελίωση της δημοκρατίας και την ένταξη στο δυτικό στρατόπεδο για τον Αντενάουερ, την ανόρθωση της Γαλλίας μετά το τραύμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από τον Ντε Γκωλ, την τολμηρή επιζήτηση της ειρήνης με το Ισραήλ από τον Σαντάτ, την επιμονή της Θάτσερ στην αναμόρφωση της Βρετανίας. Οσο για τον Νίξον, τα επιτεύγματα που προβάλλει ο Κίσινγκερ ταυτίζονται με διπλωματικά σχέδια δικής του έμπνευσης και εκτέλεσης: την αποκλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ και το άνοιγμα στην Κίνα.
Πού εστιάζουν οι επικριτές του
Η κριτική που του ασκείται κινείται σε διάφορα επίπεδα. Μπορεί ο αμερικανός ναυάρχος εν αποστρατεία Τζέιμς Σταυρίδης να επαινεί στη «Wall Street Journal» τις γνώσεις του για το παγκόσμιο σύστημα και την τέχνη της ηγεσίας, η έγκριτη όμως καναδή ιστορικός Μάργκαρετ Μακμίλαν θέτει στους «Financial Times» ένα ερώτημα ως προς την πρωτοκαθεδρία του ατόμου στην Ιστορία.
Ο Αντριου Ανθονι αναρωτιέται στον «Guardian» αν ένας απολογισμός του Ρίτσαρντ Νίξον που παρακάμπτει το ανθρώπινο κόστος επεμβάσεων όπως οι βομβαρδισμοί της Καμπότζης ή μια αποτίμηση της Μάργκαρετ Θάτσερ που αποσιωπά το κοινωνικό κόστος της πολιτικής της δικαιούται να θεωρηθεί έγκυρη.
Πιο επικριτικός από όλους, ο Τζέρεμι Κλιφ τον κατηγορεί στον «New Statesman» ότι αρνείται να εφαρμόσει τις ηθικές αρχές που θεωρεί σύμφυτες με την έννοια της αποτελεσματικής ηγεσίας στον προϊστάμενό του Νίξον, προκειμένου να τον αναβιβάσει στο επίπεδο των άλλων κορυφαίων ηγετών, δικαιώνοντας έτσι και τη δική του κληρονομιά.
Αναμφισβήτητα, το βιβλίο του Χένρι Κίσινγκερ αξίζει να διαβαστεί – με την κριτική σκέψη που αναλογεί στο έργο ενός γνώστη της παγκόσμιας πολιτικής που επαινείται ως διπλωμάτης και κατακρίνεται ως κυνικός.
«Δεν πρόκειται για τσελεμεντέ, σκοπός είναι ο αναστοχασμός»
Επιδίωξη του Χένρι Κίσινγκερ δεν είναι η συγγραφή ενός οδηγού με έτοιμες συνταγές. Οπως έλεγε σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Time» στις αρχές Ιουλίου, «δεν πρόκειται για τσελεμεντέ, αλλά για βιβλίο που στοχεύει στον αναστοχασμό». Ως εκ τούτου ο συγγραφέας του συνομιλεί υπανικτικά με τις προκλήσεις της εποχής.
Αν και αποφεύγει να εκφέρει κρίσεις για τις σημερινές ηγεσίες, αποφαίνεται εν τούτοις ότι «οι δημοκρατικές ελίτ μοιάζουν αποκομμένες από τις κοινωνίες τους και απρόθυμες να αναλάβουν υπεύθυνο ρόλο», ενώ η παγκόσμια τάξη «διασαλεύεται σε ολόκληρες περιφέρειες» και «ο ανταγωνισμός μεταξύ μεγάλων δυνάμεων με αλληλοσυγκρουόμενoυς ισχυρισμούς νομιμοποίησης εντείνεται».