«Πριν τριάντα χρόνια, ο Γκάντι πήγε στη θάλασσα, πήρε μια χούφτα αλάτι και ενέπνευσε ένα κίνημα που διέλυσε μια αυτοκρατορία. Ήρθε η ώρα να κάνουμε το ίδιο». Με αυτά τα λόγια, ο Μπάγιαρντ Ράστιν μοιράστηκε για πρώτη φορά, πριν από έξι δεκαετίες, με μια χούφτα ομάδα νεαρών ακτιβιστών το όραμά του για την οργάνωση της μεγαλύτερης ειρηνικής διαμαρτυρίας στην ιστορία των ΗΠΑ. Ο εν πολλοίς αφανής αγωνιστής για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών της Αμερικής είχε περάσει μερικούς μήνες στην Ινδία το 1948, μαθαίνοντας από το κίνημα του Γκάντι. Όσο για το τότε ακόμα αδιανόητο όραμα του, αυτό έμελλε να γίνει πραγματικότητα λίγο καιρό μετά, χάρη στο πείσμα και την πίστη του ίδιου του Ράστιν στη δύναμη της παθητικής αντίστασης.
Για πολλούς, ακόμα και σήμερα, η ομιλία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ «Έχω ένα όνειρο» είναι συνώνυμη με τον αγώνα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων. Αλλά για πολύ καιρό, ο άνθρωπος που οραματίστηκε και, ουσιαστικά, ενορχήστρωσε την λεγόμενη «Πορεία προς την Ουάσιγκτον», στην οποία ο Κινγκ εκφώνησε την ομιλία, παρέμενε στη σκιά της Ιστορίας. Εξήντα χρόνια μετά την πορεία, ο Μπάγιαρντ Ράστιν δρέπει τις δάφνες που του αναλογούν στη βιογραφική ταινία «Rustin» του Netflix.
Η ταινία καταφέρνει να καταγράψει την ευφυΐα του Μπάγιαρντ Ράστιν –πράγμα καθόλου εύκολο– αφιερώνοντας χρόνο στις πολλές και συχνά αντικρουόμενες πτυχές του χαρακτήρα του. Μένοντας πιστός στα πραγματικά γεγονότα, ο βραβευμένος με Tony (και μάλιστα δις) σκηνοθέτης της ταινίας Τζόρτζ Σι Γουλφ σκιαγραφεί λεπτομερώς τον εμπνευστή και πρωτεργάτη της πορείας προς την Ουάσιγκτον που συνέβαλε στην ψήφιση του νόμου-ορόσημο για τα πολιτικά δικαιώματα, με τον οποίο καταργούνταν ο φυλετικός διαχωρισμός και οι διακρίσεις.
Όπως τον υποδύεται ο πολυβραβευμένος ηθοποιός Κόλμαν Ντομίνγκο, ο Ράστιν φαίνεται να υπήρξε μια γοητευτική, γεμάτη αυτοπεποίθηση φιγούρα με θηλυπρεπή λόγο και μια υπόνοια ψευδίσματος που ενδεχομένως οφείλονταν στο κενό που άφησε στην οδοντοστοιχία του μία από τις πολλές περιπέτειες του με τον νόμο. Γιατί ο Ράστιν υπήρξε πάντοτε ανοιχτός, τόσο για τις ιδέες και τα ιδανικά του, όσο και για την ομοφυλοφιλία του. Και την ειλικρίνειά του αυτή την πλήρωσε επανειλημμένα. Αλλά, δεν επηρεαζόταν εύκολα.
Ήταν επίσης απαράμιλλα εύγλωττος, με τον πιο ξεχωριστό και υψηλού επιπέδου τρόπο. Απέναντι στο χαρισματικό στόμφο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η ακριβής, επείγουσα χροιά του Ράστιν, με τη μεσοατλαντική προφορά του, ξεχώριζε. Ο ίδιος επέμενε αξιομνημόνευτα ότι η κοινωνική πρόοδος απαιτεί «αγγελικούς ταραχοποιούς» και, ως τέτοιος, ο ίδιος συνελήφθη ή φυλακίστηκε περισσότερες από 20 φορές.
Συχνά, αντιμετώπισε ισχυρούς αντιπάλους και μέσα στο ίδιο του το κίνημα. Η ομοφυλοφιλία του ενοχλούσε πολλούς. Κατάφερε όμως να κερδίσει πολλούς από αυτούς, αγνοώντας τις προκαταλήψεις τους και δουλεύοντας απερίσπαστα προκειμένου να φέρει εις πέρας στην αποστολή του. Παράλληλα, είχε και πολύ ισχυρούς συμμάχους που υποστήριξαν την απλή αλλά μεγαλεπήβολη ιδέα του για μια μαζική διαδήλωση που θα απαιτούσε θέσεις εργασίας και ισοπολιτεία για τους μαύρους Αμερικανούς.
Ανάμεσα στους υποστηρικτές, αν και όχι εξαρχής, του οράματος του Μπάγιαρντ Ράστιν για τη μνημειώδη διαμαρτυρία ήταν και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (τον οποίο υποδύεται ο Αμλ Αμίν). Οι δυο τους είχαν γνωριστεί το 1956 και παρέμειναν φίλοι επί μακρόν, με τον Ράστιν να επισκέπτεται συχνά την οικογένεια του Κινγκ στο σπίτι του στην Ατλάντα. Τα παιδιά του μάλιστα τον αποκαλούσαν θείο. Δεν ήταν βέβαια λίγες οι φορές που ο Κινγκ απομακρύνθηκε από τον Ράστιν εξαιτίας των όσων κακοπροαίρετων και αβάσιμων γράφονταν συχνά στον Τύπο για εκείνον.
Στην αρχή, ο Κίνγκ δεν ήθελε να συμμετάσχει στην πορεία, πιστεύοντας ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν η καλύτερη επιλογή για το κίνημα. Ο Ράστιν ήταν αυτός που έπεισε τον επιφυλακτικό ηγέτη ότι ήταν αυτό ακριβώς που έπρεπε να γίνει και πως τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς την παρουσία του Κινγκ, μιας και καταλάβαινε καλά ότι κανείς δεν μπορούσε να εμπνεύσει τους διαδηλωτές καλύτερα από εκείνον.
Η νέα ταινία τα καταφέρνει να παρουσιάσει το πώς στήθηκε η πορεία προς την Ουάσιγκτον από το μηδέν βήμα-βήμα, δίχως να κάνει κοιλιά. Αφηγείται πώς ο Μπάγιαρντ Ράστιν, ο πιο κατάλληλος για να διευθύνει την όλη πρωτοβουλία, κατάφερε να δώσει οργανωτική και πολιτική υπόσταστη μια ανομοιογενή ομάδα παιδιών, λευκών και μαύρων, πώς υπερκέρασε την αντίσταση της Υπηρεσίας Εθνικού Πάρκου και πώς οδήγησε τους διαδηλωτές στο Μνημείο του Λίνκολν. Κι όλα αυτά πάντοτε κάτω από τα καχύποπτα βλέμματα των συναγωνιστών του και με τον Τύπο να περιμένει στη γωνία για το πρώτο του παράπτωμα.
Συγκροτημένοι κάτω από τη μπαγκέτα του μαέστρου Ράστιν, υπάλληλοι υποδοχής, συντονιστές μεταφορών, υπεύθυνοι για τη συγκέντρωση χρημάτων και άλλοι εργάζονταν επί οκτώ εβδομάδες όλο το εικοσιτετράωρο σε ένα κτίριο της εκκλησίας των Βαπτιστών στο Χάρλεμ, τόσο ταπεινό που σχεδόν διαψεύδει την ιστορική του σημασία. Το κτίριο ήταν επίσης η έδρα της Ένωσης Φρουρών, μιας έμπιστης ομάδας μαύρων αστυνομικών που, εκτός υπηρεσίας, παρείχαν ασφάλεια στην πορεία. Γι’ αυτόν τον σκοπό, μάλιστα, ο Ράστιν τους εκπαίδευε προσωπικά για καιρό στη μη βία, καθώς, όπως έλεγε, δεν ήθελε γερμανικούς ποιμενικούς, λευκούς τραμπούκους αστυνομικούς ή τον αμερικανικό στρατό μέσα στην πορεία. Ήθελε μαύρους αστυνομικούς που πίστευαν στον σκοπό.
Η πορεία στην Ουάσιγκτον, όπως και το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, καθορίστηκε κατά πολύ από την πατριαρχία και το «Rustin» δεν επιχειρεί να το παραβλέψει αυτό, χάριν του σκοπού. Έτσι, η ταινία, πέρα από τον τρόπο που τελικά παραγκωνίστηκε ο ιθύνων νους των πολιτικών δικαιωμάτων από το ίδιο του το κίνημα, διερευνά και τον ρόλο που διαδραμάτισαν οι γυναίκες στην οργάνωση, καθώς και τη δυσαρέσκειά τους για το γεγονός ότι έμειναν εκτός των ομιλητών την ημέρα της διαδήλωσης και εκτός ηγεσίας.
Σε παραγωγή των Μισέλ και Μπαράκ Ομπάμα, το «Rustin» αποτελεί μια προσπάθεια αποκατάστασης της τεράστιας κληρονομιάς του Μπάγιαρντ Ράστιν , η οποία μέχρι σήμερα εντοπιζόταν μόνο στο Bayard Rustin Center, στο Princeton, έναν ακτιβιστικό χώρο αφιερωμένο στη μνήμη του. Το πιο δυνατό χαρτί δε της ταινίας είναι μάλλον η ερμηνεία του Κόλμαν Ντομίνγκο, η οποία είναι τόσο καθαρή, πειστική και αβίαστη που σε παρασύρει στη λαχτάρα και το αίσθημα επείγοντος της ιστορικής εκείνης στιγμής από το πρώτο λεπτό που εμφανίζεται στην οθόνη.