Η απόφαση του βρετανού πρωθυπουργού να ακυρώσει την προγραμματισμένη του συνάντηση με τον έλληνα ομόλογό του στη Ντάουνινγκ Στριτ έχει μια μία και μοναδική αιτία αλλά και πολλές αναγνώσεις.
Η αιτία, η οποία και προκάλεσε την ενόχληση του Ρίσι Σούνακ, είναι η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο BBC ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα «εκλάπησαν» και ότι ο διαχωρισμός τους είναι τόσο παράταιρος όσο θα ήταν και μιας «Μόνα Λίζα» που θα είχε κοπεί στη μέση και θα είχε μοιραστεί ανάμεσα σε δυο μουσεία.
Από εκεί και πέρα μπορεί να διαβάσει κανείς το ελληνοβρετανικό επεισόδιο ως «ρήξη» ανάμεσα στο Λονδίνο και την Αθήνα, «προσβολή» προς το πρόσωπο του έλληνα πρωθυπουργού ή «εκδήλωση πανικού» από την πλευρά του βρετανού ομολόγου του, καθόλου άσχετης με τη δημοσκοπική του κατάρρευση και το ενδεχόμενο να υποστεί μια συντριπτική ήττα στις επερχόμενες εκλογές.
Το βέβαιο είναι ότι ο έλληνας πρωθυπουργός άσκησε ένα είδος «επιθετικού λόμπινγκ» σε μια μάλλον ευνοϊκή συγκυρία ως προς την τύχη του αιτήματος της επιστροφής των Γλυπτών: Τόσο οι Εργατικοί του Κιρ Στάρμερ, ο οποίος αναμένεται να διαδεχθεί τον Ρίσι Σούνακ στη Ντάουνινγκ Στριτ, όσο και η βρετανική κοινή γνώμη αναγνωρίζουν το δίκαιο του αιτήματος της επανένωσης.
Κάτω από αυτό το πρίσμα, το «διπλωματικό Brexit» του βρετανού πρωθυπουργού δεν είναι παρά μια κίνηση ελάσσονος ειδικού βάρους στην υπόθεση της επανένωσης. Η ουσία είναι ότι το «Brexit των Γλυπτών» είναι πιο κοντά όσο ποτέ.
Μένει μόνο να βρεθεί ο τρόπος – είναι ο τρόπος που δεν θα προκαλέσει ρήξεις, προσβολές ή πανικούς.