Είναι εδώ και δεκαετίες διαπιστωμένα τα προβλήματα στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας. Τα προβλήματα αυτά οφείλονται σε πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες.
Ολοι τους όμως – από τις ελλείψεις στις υποδομές έως τη δικομανία ή τη μετατροπή του δικαιώματος της αναβολής της εκδίκασης μιας υπόθεσης σε δικονομικό εργαλείο – συμβάλλουν στην υπονόμευση του κύρους του θεσμού και της ασφάλειας δικαίου.
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που τίθεται από σήμερα, Δευτέρα, σε διαβούλευση νοείται ως μια μεταρρύθμιση, σκοπός της οποίας είναι η θεραπεία των προβλημάτων αυτών έτσι ώστε η δικαιοσύνη στη χώρα μας να απονέμεται ταχύτερα, απρόσκοπτα και – εντέλει – δικαιότερα.
Ασφαλώς θα κατατεθούν ενστάσεις και θα διατυπωθούν διαφωνίες. Σε αυτή τη δημόσια συζήτηση, όμως, στην οποία καλούνται να πρωταγωνιστήσουν οι παράγοντες της δίκης, δεν χωρούν μικροσυνδικαλισμοί και μικροσυμφέροντα που λειτουργούν εις βάρος του συνόλου.
Το αυτό ισχύει και για τους εκπροσώπους του Εθνους που θα κληθούν να συζητήσουν το νομοσχέδιο στη Βουλή. Ούτε η στείρα αντιπολίτευση ούτε το λόμπινγκ υπέρ τρίτων έχουν θέση.
Κάθε πρόταση και κάθε παρέμβαση θα πρέπει να είναι στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της μεταρρύθμισης και όχι της ακύρωσής της. Στόχος θα πρέπει να είναι η βελτίωση και όχι η αποδόμηση.
Το μεγαλύτερο βάρος θα κληθεί ασφαλώς να σηκώσει η κυβερνητική πλειοψηφία. Να αναλάβει, με άλλα λόγια, το όποιο πολιτικό κόστος και γι’ αυτή και για κάθε άλλη μεταρρύθμιση που έχει ανάγκη ο τόπος.
Χωρίς αναβολές που ταλανίζουν την πρόοδο, όπως εκείνες στις δικαστικές αίθουσες που ταλαιπωρούν χρόνια τώρα τους πολίτες.