«Με πληθωρισμό 140% σαν της Ζιμπάμπουε και της Βενεζουέλας, οι Αργεντίνοι επέλεξαν τη βουτιά στο κενό. Και ψήφισαν Χαβιέρ Μιλέι», σχολιάζει στο ΒΗΜΑ για την ανάδειξη του αναρχοκαπιταλιστή οικονομολόγου ως νέου προέδρου της χώρας-μέλους της G-20, διπλωματική πηγή, προσθέτοντας με έμφαση «τους κατασπάραξε στα social media. Έπαιξε πάρα πολύ TikTok. Εισέβαλε την πολιτική με προκλητικό πολιτικό λόγο. Και μετατόπισε ισορροπίες δεκαετιών. Ο κόσμος ψήφισε το τρόπο επικοινωνίας κι όχι τις πολιτικές του θέσεις. Στην πραγματικότητα, οι Αργεντίνοι καταψήφισαν τους Περονιστές, που επί των ημερών τους έφτασε σε ποσοστό 40% το ποσοστό διαβίωσης κάτω απ΄το όριο της φτώχειας».
Το παραδοσιακό δίπολο «Περονισμός -Αντιπερονισμός», προσθέτει η ίδια πηγή, το μετέτρεψε ο Μιλέι έξυπνα στο «Όλοι εσείς οι διεφθαρμένοι- εγώ ο μοναχικός καβαλάρης». Και επικράτησε. «Την νίκη του την περιμέναμε. Αλλά όχι το εύρος της, τις 11-12 μονάδες διαφορά», συνεχίζει η διπλωματική πηγή, που θεωρεί ότι «καθώς το επιτελείο του είναι οικονομολόγοι, περιμένουμε να δούμε αν θα προχωρήσει στην δολαροποίηση και στις υπόλοιπες εξαγγελίες του εφαρμόζοντας τη «θεραπεία σοκ» που επαγγέλθηκε».
Μεταξύ άλλων, ο οικονομολόγος και καθηγητής μακροοικονομίας και οικονομικής ανάπτυξης και βουλευτής του La Libertad Avanza, Μιλέι, έχει μιλήσει για την εξάλειψη των υπουργείων για την προστασία της Δημόσιας Υγείας και του Περιβάλλοντος (καθώς θεωρεί την κλιματική αλλαγή «σοσιαλιστική φάρσα»), την κατάργηση της Κεντρικής Τράπεζας, τη δραστική περικοπή των δημοσίων δαπανών, θυμίζοντας την ατζέντα του Tea Party, σε ζητήματα, όπως η άμβλωση και η οπλοκατοχή.
«H εκλογή του Χαβιέ Μιλέι ως προέδρου είναι προβληματική», σχολιάζει στο ΒΗΜΑ ο καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο Universidad Nacional de La Plata και ερευνητής στο CIG-IDIHCS του CONICET/UNLP, Μαριάνο Φελίζ.
«Θα προσπαθήσει να περικόψει τις δημόσιες δαπάνες και θα ξεκινήσει πρόγραμμα δολαροποίησης της οικονομίας, ξεκινώντας πιθανώς με τον ελεύθερο ανταγωνισμό και την ελεύθερη κυκλοφορία του πέσο με το δολάριο, μέχρι να επικρατήσει το δεύτερο. Θα προσπαθήσει να προωθήσει συνολικότερα μεταρρυθμίσεις στην Οικονομία, σε τομείς όπως η Ενεργεία, η Παραγωγή, η Διανομή και η αγορά εργασίας, την οποία θέλει να κάνει πιο ευέλικτη. Επιπλέον, μειώνει τον αριθμό των υπουργείων. Εξαφανίζει καταρχάς το υπουργείο Γυναίκας».
Ενδεχομένως να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία με το ΔΝΤ. «Αν και έχει ήδη πει ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα, αφού έχει αποφασίσει να κόψει τα έξοδα σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι απαιτεί το ΔΝΤ», εξηγεί ο Φελίζ.
Από τα χειρότερα «σενάρια» που έχουν ακουστεί, προσθέτει ο αργεντίνος ακαδημαϊκός, είναι ότι «σκοπεύει να δώσει χάρη στους πολιτικούς, αξιωματούχους και αστυνομικούς που είναι στη φυλακή, λόγω της συμμετοχής τους στην Δικτατορία -απαγωγές, βασανιστήρια, δολοφονίες. Αυτό είναι κάτι που μας ανησυχεί πολύ».
Τι τρέχει με την Οικονομία της Αργεντινής;
Η Αργεντινή, πλούσια χώρα, με πληθώρα εθνικών και κρατικών πηγών και πόρων, είναι απορίας άξιο που βρέθηκε αντιμέτωπη με μια άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση και έναν ιλιγγιώδη πληθωρισμό. «Πρόκειται για ένα σύνθετο ερώτημα», επισημαίνει ο Μαριάνο Φελίζ. «Από τη σύστασή της ως χώρα, η Αργεντινή είχε εξαρτημένη οικονομία, προσανατολισμένη κυρίως στο να παρέχει σε άλλες μεγάλες χώρες φυσικούς πόρους και ό,τι μπορεί να ελέγχεται από τα μεγάλα Κεφάλαια».
Από τις αρχές του 20ου αιώνα, «αυτό τέθηκε υπό αμφισβήτηση» με την ανάπτυξη ενός ισχυρού εργατικού κινήματος, που «ιστορικά απαιτούσε αυξανόμενη συμμετοχή στη διανομή του πλούτου».
«Τα τελευταία 40-50 χρόνια (από το 1970), αυτή η αντίφαση μεταξύ μιας οικονομίας που κυριαρχείται από πολυεθνικές εταιρείες και ένα ισχυρό εργατικό κίνημα, έχει οδηγήσει σε μια βαθύτερη κρίση, συμπεριλαμβανομένων των τάσεων για στασιμότητα, αστάθεια και πληθωρισμό», διαπιστώνει ο Φελίζ. «Κανένα τμήμα δεν μπόρεσε να ηγηθεί μιας αναπτυξιακής στρατηγικής, κρατώντας μακριά τα άλλα κλάσματα της κοινωνίας».
Τα τελευταία 5 χρόνια η Αργεντινή μπήκε ξανά υπό την επίβλεψη του ΔΝΤ. «Το 2018, κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μάκρι ( 2015-2019), εν μέσω χρηματοπιστωτικής κρίσης, λόγω υπερχρέωσης, το ΔΝΤ δάνεισε στην Αργεντινή περίπου 45 δισεκατομμύρια δολάρια, την υψηλότερη πίστωση που έδωσε ποτέ σε χώρα. Στο μεταξύ, τα περισσότερα χρήματα “εγκατέλειψαν” τη χώρα μεταξύ 2018 και 2019, κι έκτοτε οι κυβερνήσεις βρίσκονται σε συνεχείς επαναδιαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ. Πρέπει να τονιστεί ότι αυτές οι νέες πιστώσεις αμφισβητήθηκαν ως παράνομες. Φέρεται ότι το ΔΝΤ παραβίασε το δικό του Καταστατικό δίνοντας στην Αργεντινή τόσα πολλά χρήματα, ενώ η κυβέρνηση της Αργεντινής αποδέχθηκε την πίστωση παραβιάζοντας τους δικούς της κανονισμούς».
Η κρίση του 2001, πάντως, «ήταν διαφορετική από πολιτικής άποψης», υπογραμμίζει ο Μαριάνο Φελίζ, «αφού υπήρξε μεγάλη κοινωνική κινητοποίηση ενάντια στην κυβέρνηση του Ντε λα Ρούα (1999-2001)». Σήμερα; Ή έστω μέχρι τη λήξη της θητείας της κυβέρνησης του απελθόντος προέδρου Αλμπέρτο Φερνάντεζ;
«Η Αργεντινή έχει μια ισχυρότερη κοινωνική πολιτική, παρόμοια με ένα καθολικό αλλά πολύ βασικό πρόγραμμα μεταφοράς μετρητών. Αυτό μειώνει την πολιτική αστάθεια. Μετά την κρίση του 2001, η Αργεντινή μπόρεσε να δει την οικονομία της να αναπτύσσεται και τα εισοδήματα να ανακάμπτουν». Σε αυτό βοήθησε, τονίζει ο αργεντίνος καθηγητής, «η αυξανόμενη συμμετοχή της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία με την είσοδό της το 2000 στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, γεγονός που οδήγησε σε αύξηση των τιμών των εξαγωγών της Αργεντινής. Εξάλλου, το 2006 η Αργεντινή εξόφλησε το χρέος της με το ΔΝΤ».
Ωστόσο, από την παγκόσμια κρίση του 2007-2008, «η οικονομία της άρχισε να λιμνάζει, ο πληθωρισμός αυξήθηκε και οι μισθοί έμειναν στάσιμοι και στη συνέχεια μειώθηκαν».
Μεταξύ 2015-2019 η κυβέρνηση υπό την ηγεσία του επιχειρηματία Mαουρίτσιο Μάκρι «αύξησε το χρέος και περιέπλεξε τα πράγματα. Η τελευταία κυβέρνηση Φερνάντεζ (2019-2023) είχε την υποστήριξη των συνδικάτων και πολλών κοινωνικών κινημάτων, αλλά δεν μπόρεσε να λύσει τα κύρια ζητήματα, ειδικά, τον πληθωρισμό, τους χαμηλούς μισθούς και την επισφάλεια της απασχόλησης».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν ακόμη ένα παράγοντας που επηρέασε αρνητικά την αργεντίνικη οικονομία. «Αύξησε τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, παρόλο που η Αργεντινή είναι μια οικονομία παραγωγής τροφίμων. Αυτό οφείλεται στον έλεγχο της παραγωγής και της εισαγωγής και εξαγωγής τροφίμων και ενέργειας από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες. Έτσι, όταν οι διεθνείς τιμές μειώθηκαν, δεν μειώθηκαν και στην Αργεντινή!».
Για να μειωθεί ο πληθωρισμός στη χώρα, «η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει μεγαλύτερο έλεγχο του εξωτερικού εμπορίου», υποστηρίζει ο Φελίζ, στον απόλυτο αντίποδα όσων έχει εξαγγείλει ο νεοεκλεγείς πρόεδρος. «Η Αργεντινή εξάγει τρόφιμα και ενέργεια και ο έλεγχος αυτών των τιμών θα ήταν εξαιρετικά σημαντικός. Επιπλέον, για τη μείωση του πληθωρισμού, η κυβέρνηση θα πρέπει να αποιδιωτικοποιήσει τις δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, των οποίων οι τιμές αυξάνονται έντονα από το 2016. Τρίτον, η κυβέρνηση πρέπει να έχει μεγαλύτερη δύναμη να αντιμετωπίσει τη χειραγώγηση των τιμών από μεγάλες εταιρείες που προσπαθούν να αυξήσουν τα κέρδη τους.
Τέλος, το κράτος πρέπει να μειώσει τη φυγή κεφαλαίων και τις υπερβολικές δαπάνες συναλλάγματος από τους πλούσιους και από τις μεγάλες επιχειρήσεις».