Ο Sam Altman είναι μια εξέχουσα προσωπικότητα στον κόσμο της τεχνολογίας και των νεοφυών επιχειρήσεων, η οποία έχει εμπλακεί σε διάφορα εγχειρήματα και οργανισμούς, μας πληροφορεί το ChatGPT της OpenAI.
Πόσο «σοφό» και συνάμα «ηθικό» είναι, αλήθεια, ν’ αναζητά κάποιος πληροφορίες για τον (συν)ιδρυτή της πλατφόρμας στα έγκατα του ίδιου του κοσμογονικού δημιουργήματός του; Περίεργο το λιγότερο.
Δεδομένου μάλιστα πως η basic έκδοση της υπηρεσίας «ταυτοποίησης» προσώπων και «διασταύρωσης» γεγονότων δεν παρέχει πληροφορίες για ό,τι -το αξιολογότερο ή πιο ασήμαντο- μεσολάβησε από τις αρχές του 2022 ως σήμερα, η ενημέρωση που φτάνει στον δέκτη παραμένει λειψή και σχεδόν ξεπερασμένη.
Ο φάκελος με τις πολύ νωπές εξελίξεις στην OpenAI παραμένει στοιβαγμένος μαζί με τους υπόλοιπους προς καταχώρηση στον εγκέφαλο του chatbot. Προς το παρόν δεν έχει προλάβει να πιάσει σκόνη, περιμένει τη σειρά του.
Για το ChatGPT ο δαιμόνιος, δραστήριος και πάντα ανικανοποίητος Αμερικάνος επιχειρηματίας, στα 38 του πλέον, παραμένει ο διευθύνων σύμβουλος της OpenAI, στην οποία τον Μάρτιο του 2019 αφοσιώθηκε ψυχή και σώμα μετά την πρώτη τετραετία από τη γέννησή της. Και είναι ακόμα.
Η απόλυση των πέντε ημερών
Με μια πολύ ουσιώδη διαφορά: την απόλυση χρονικής διάρκειας πέντε ημερών που μεσολάβησε πριν από την πανηγυρική επιστροφή του στη θέση που κατείχε, έχοντας συμβάλει ασυζητητί στην εισβολή της τεχνητής νοημοσύνης στην καθημερινότητα των χρηστών.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση που συνόδευσε επεξηγηματικά την κοσμογονική είδηση της κεραυνοβόλας αποπομπής του, «το διοικητικό συμβούλιο δεν έχει πλέον εμπιστοσύνη στην ικανότητά του να συνεχίσει να ηγείται της OpenAI», καθώς ο Sam Altman «δεν ήταν σταθερά ειλικρινής στην επικοινωνία του με το ΔΣ» και παρεμπόδιζε «την άσκηση των αρμοδιοτήτων του».
Τόσο βαθιά είχε σκάψει ο ίδιος τον λάκκο του; Τόσο πολύ ήθελε να απεμπλακεί που έφτασε στο σημείο να προκαλέσει με τόσο οφθαλμοφανή, και σχεδόν χονδροειδή, τρόπο την απόλυσή του;
Πολύ σύντομα αποδείχθηκε μια κίνηση στρατηγικής στη σκακιέρα της εξουσίας εντός του κολοσσού. Οπισθοχωρώντας πέρασε αυτομάτως στην αντεπίθεση. Η τεχνητή κρίση που, με θεσπέσια επιδεξιότητα και πιθανόν ηθελημένα, είχε προκαλέσει γέννησε τις συνθήκες για την επανατοποθέτησή του στον ρόλο που κατείχε για τέσσερα χρόνια, έχοντας εκτοξεύσει τη φήμη της εταιρίας.
Ο «πόλεμος» με το ΔΣ
Ο Altman είχε προαποφασίσει ν’ ανοίξει μέτωπο με τους έτερους συμβούλους. Να φέρει το χάος για να αφυπνίσει. Πίστευε ότι απαιτείται ευελιξία και φρέσκιες ιδέες για τη μετάβαση της τεχνητής νοημοσύνης στα επόμενα στάδια. Είχε συμπεράνει από μήνες, σύμφωνα με τις πληροφορίες που συγκέντρωσε το Semafor, πως το διοικητικό συμβούλιο ήταν πολύ μικρό σε αριθμό και όχι αρκούντως καταρτισμένο για να τον στηρίξει έμπρακτα, να εμπνευστεί από τον ίδιο και να τον ακολουθήσει τυφλά.
Με τον τρόπο της πίεζε και η Microsoft, που είχε επενδύσει πάρα πολλά στην εξέλιξη και ανέμενε την ανταπόδοση.
Ο σεισμός στον πλανήτη της Silicon Valley υπήρξε πολλών ρίχτερ. Η αμφισβήτηση από το ταρακούνημα άρχισε να διαχέεται στην ατμόσφαιρα και ο θόρυβος γιγάντωσε την ανησυχία για το μέλλον της OpenAI.
Ο Altman είχε έναν «στρατό» πίσω του για να τον υποστηρίξει. Πάνω από 90% των υπαλλήλων και συνεργατών του συνυπέγραψαν επιστολή προειδοποιώντας πως θα παραιτηθούν αν ισχύσει η απόλυση. Πελάτες άρχισαν να κάνουν δεύτερες σκέψεις και να εξετάζουν εναλλακτικές, ανήσυχοι για το τι θα ακολουθήσει.
Ο απώτερος σκοπός του είχε επιτευχθεί. Ο Altman, σαν άλλη πεταλούδα που κουνά τα φτερά της στη μια άκρη του κόσμου, είχε κεραυνοβολήσει το τεχνολογικό σύμπαν. Με συνοπτικές διαδικασίες επαναπροσδιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό η σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου (με στελέχη πιο τεχνοκρατικά) και ο πρώην CEO έγινε ξανά νυν.
Ο Satya Nadella, εκ μέρους της Microsoft, έγραψε στο Χ πως έχει ενθαρρυνθεί από τις μεταβολές αυτές. «Πιστεύουμε ότι αυτό είναι ένα πρώτο ουσιαστικό βήμα σε μια πορεία προς μια πιο σταθερή, καλά ενημερωμένη και αποτελεσματική διακυβέρνηση», σημείωσε επίσης. Η τάξη είχε αποκατασταθεί.
Ο Altman δεν δίστασε να σπρώξει προς τον γκρεμό ένα δικό του οικοδόμημα και πριν χαθεί στο κενό να τείνει το χέρι του και να το σώσει, κρίνοντας πως ένα τέτοιο σοκ είναι ζωτικής σημασίας.
Η μόνη φορά που σάστισε
Ήταν ανέκαθεν τολμηρός στις αποφάσεις του ο 38χρονος επιχειρηματίας, διεκδικώντας από το μέλλον του καθετί που πίστευε ότι θα τον ωφελήσει. Χωρίς να τρομάζει από κάποιο πιθανό ναυάγιο.
«Οι πιο επιτυχημένοι άνθρωποι είναι αυτοί που παίρνουν μεγάλα ρίσκα, γεγονός που συχνά σημαίνει μεγάλες αποτυχίες. Αν δεν αποτυγχάνεις, μάλλον δεν προχωράς» είπε κάποτε έχοντας προ πολλού υιοθετήσει έναν τρόπο σκέψης αντιστρόφως ανάλογο της ασφάλειας και σταθερότητας σ’ έναν όποιο επαγγελματικό κλάδο.
Η μόνη φορά που είχε παγώσει από δέος και νευρικότητα ήταν όταν στάθηκε μπροστά στο «είδωλο της παιδικής ηλικίας του», τον Στιβ Τζομπς. Δεν πίστευε πως θα έρθει ποτέ αυτή η στιγμή και θόλωσε.
Παρορμητικός και παράτολμος
Κατά τ’ άλλα αφέθηκε στις ιδέες του και κινητοποιήθηκε αποκλειστικά απ’ αυτές. Παιδί πολύτεκνης εβραϊκής οικογένειας, από τα 8 του είχε καταλήξει πως δεν του αρέσει το κρέας (όχι μόνο το χοιρινό) κι έγινε vegeterian, ενώ στα 16 του είχε ήδη κάνει «coming out» δηλώνοντας πως ελκύεται ερωτικά από άτομα του ίδιου φύλου.
Το 2005 και μετά το πρώτο έτος στο Stanford εγκατέλειψε τις σπουδές του για να εισβάλει με κρότο στην επιχειρηματικότητα. Βιαζόταν να πετύχει, τον έτρωγε η επιθυμία. Διάβαζε το μέλλον πιο γρήγορα απ’ όσο τις γλώσσες προγραμματισμού στο κολέγιο της Καλιφόρνια.
Ήταν μόλις 19 όταν μαζί με τον τότε σύντροφό του, Nick Sivo, ίδρυσαν τη Loopt – μια εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης για κινητά με βάση την τοποθεσία. Αρρώστησε μέχρι να τη φτάσει στο ταβάνι της, καθώς δεν έτρωγε καλά – καλά για να την αναπτύξει. Το 2012 οι δυο τους την πούλησαν έναντι 43.4 εκατομμυρίων δολαρίων.
«Έτσι χτίζεις κάτι σπουδαίο, έτσι αποκτάς χρήστες, έτσι θα βρεις επενδυτές»
«Οι πιο επιτυχημένοι ιδρυτές που γνωρίζω έχουν μια σχεδόν κωμικά μεγάλη όρεξη για ρίσκο. Και οι πιο επιτυχημένοι επενδυτές έχουν μια σχεδόν κωμικά μεγάλη όρεξη να στηρίζουν ανθρώπους που θέλουν να αναλάβουν μεγάλα ρίσκα», θα έλεγε μεταξύ σοβαρού και αστείου. Μια φράση που περιλάμβανε όλη την κοσμοθεωρία του.
Έστησε με τον αδερφό του Jack την Hydrazine Capital, ενόσω είχε εμπλακεί κιόλας στην Y Combinator. Ή αλλιώς την εταιρία που θα επηρέαζε όσο καμιά άλλη τη φόρμουλα προώθησης άλλων νέων start-ups. Από το 2014 ήταν ο πρόεδρός της και το 2017 την έφτασε σε σημείο να έχει μετοχικό κεφάλαιο 700 εκατομμυρίων δολαρίων!
Συμβούλευε τους πελάτες του να «κατασκευάσουν ένα προϊόν που είναι χρήσιμο και ευχάριστο για τους ανθρώπους», διότι μόνο «έτσι χτίζεις κάτι σπουδαίο, έτσι αποκτάς χρήστες, έτσι θα βρεις επενδυτές». Ταυτόχρονα ο Altman επένδυε δικά του μεγάλα ποσά όπου θεωρούσε πως αξίζει.
Η ώρα της τεχνητής νοημοσύνης
Το 2019 άνοιξε οριστικά πια και κατ’ αποκλειστικότητα το κεφάλαιο της OpenAI. Κατανόησε εξ αρχής πως «η τεχνητή νοημοσύνη θα έχει ευρύ κοινωνικό αντίκτυπο πριν από το ευρύ οικονομικό αντίκτυπο». Κοιτούσε κάμποσα χρόνια μπροστά. Πάντα υποστήριζε πως «οι κορυφαίες εταιρείες αναπτύσσονται με τρόπο που είναι σχεδόν αδιανόητος τη στιγμή που αρχίζουν να εργάζονται πάνω σε κάτι νέο». Κι αυτό ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από τα άλλα.
Το τελευταίο διάστημα πάσχιζε να βρει συνοδοιπόρους για το επόμενο σκέλος της εξέλιξης. Διότι, κατά τον ίδιο, «οι ιδέες είναι εύκολο να βρεθούν, αλλά δύσκολο να εκτελεστούν». Το ότι έγινε το προσωρινό θύμα του εαυτού του ήταν κι αυτό ένα μέρος του ριψοκίνδυνου πειράματός του.