Το χρονικό της νοσηλείας της μικρής Τζωρτζίνας, της Τζωρτζίνας μου, όπως έλεγε αναφερόμενη στο νεκρό παιδί της, για το οποίο εκείνη είχε γίνει η ασπίδα του, ιδιαίτερα μετά την απώλεια των δύο μικρότερων παιδιών της Μαλένας και Ίριδας, ξεκίνησε να περιγράψει η Ρούλα Πισπιρίγκου στη δεύτερη μέρα της απολογίας της στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας.
«Όταν έχεις χάσει δυο παιδιά κι ένα βηχαλάκι να παρουσίασε το τρίτο πας κατευθείαν στο γιατρό. Μέσα μου δεν το διαπραγματευόμουν. Ήταν ο απόλυτος φόβος. Πρόσεχε μην πέσεις, μην τρέξεις, μην πάθεις κάτι. Ήθελα να την έχω υπερπροστατευμένη. Πίστεψα ότι όλο αυτό έχει δημιουργηθεί από το όνειρο. Δεν μου πέρασε από το μυαλό αυτό που συνέβη» είπε απολογούμενη η κατηγορούμενη, μέσα σε ένα κατάμεστο από κόσμο ακροατήριο.
Ωστόσο, η απολογία της χρειάστηκε να διακοπεί αιφνιδίως λόγω προβλήματος στο καταγραφικό μηχάνημα και έτσι κρίθηκε αναγκαία η διακοπή για να ελεγχθεί το πρόβλημα, να αποκατασταθεί για να συνεχιστεί η διαδικασία.
Η πρώτη μέρα νοσηλείας
Η κατηγορούμενη μητέρα ξεκίνησε περιγράφοντας τα όσα συνέβησαν κατά την πρώτη νοσηλεία του παιδιού στο Καραμάνδειο Νοσοκομείο στην Πάτρα.
Όπως είπε, εκείνη την ημέρα ανακοίνωσε στο παιδί την τέταρτη εγκυμοσύνη της, αν και ήταν η περίοδος που ζούσε με τους δικούς της, καθώς τσακωνόταν με τον Μάνο Δασκαλάκη. « Μόλις της ανακοίνωσα ότι θα κάνει αδελφάκι, ακόμα και αν δεν ήμουν πια με τον κύριο Δασκαλάκη, πετάχτηκε πάνω μου και έκανε μια σφιχτή αγκαλιά και μου είπε μαμά σε αγαπάω. Είδαμε τηλεόραση, έπαιξε με το τάμπλετ και κοιμήθηκε».
Λίγες ώρες αργότερα, ωστόσο το παιδί ξύπνησε. «Γύρω στις 6:30 -αν θυμάμαι καλά- την ένιωσα δίπλα μου, να τινάζεται στο κρεβάτι, όπως νιώθουμε ότι πάμε να πέσουμε, αυτό το τράνταγμα. Σηκώθηκα, την σκούντηξα, πετάχτηκε και ξύπνησε. Τη ρώτησα τι έχει. Μου είπε δεν έχω καταλάβει κάτι, γύρισε πλευρό και κοιμήθηκε. Σηκώθηκα να πιει νερό, ξαναξάπλωσα. Είχε τα μαλλιά της μπροστά, τη γύρισα για να βλέπω το πρόσωπο της και έβλεπα τηλεόραση. Το ξανά έκανε, όμως αυτή τη φορά άνοιξε τα μάτια της και μου είπε τρέμω. Ήταν τρομαγμένη και κάνω από το χείλος της ήταν κόκκινη. Μαμά κάτι έχω τρέμω. Μου είπε ότι είδε ένα όνειρο. Το ακούει η αδελφή μου, πήγε κοντά, της είπε «είδα το όνειρο η μαμά να φωνάζει στο μπαμπά. Πονάει η κοιλιά μου. Δεν μπορώ, εδώ (στην πλάτη) πονάω. Είναι σαν βόμβα στην πλάτη».
Στη συνέχεια, εξήγησε πως πήγαν στο νοσοκομείο θεωρώντας πως δεν θα μείνουν πολύ. Εντέλει, μετά από σειρά εξετάσεων κατά τη νοσηλεία της, οι γιατροί κατέληξαν ότι «το παιδί δεν έχει κάτι και θεωρούν ότι είναι κάτι ψυχολογικό λόγω όλων αυτών που έχει ζήσει. Σας είπα ότι έζησε άσχημα πράγματα. Το παιδί δεν εκφράστηκε τότε. Πίστεψα ότι το σωματοποίησε όλο αυτό, που δεν εκφράστηκε, δεν έκλαψε, δεν την άγγιξε καθόλου, ήταν πολύ περίεργο αυτό για εμάς. Στο σχολείο είχε μιλήσει με την παιδοψυχολόγο και είχε πει πως μέσα στο κεφαλάκι της ήθελε επίμονα να κάνει αδελφάκι. Ο Μάνος ήταν εντελώς αρνητικός τότε, αλλά μετά άλλαξε γνώμη.
Αν ξαφνικά χάνεις το παιδί σου, το ένα χέρι σου στη βόλτα είναι κενό, παθαίνεις σοκ. Η Ίριδα δεν ήρθε να αναπληρώσει το κενό της Μαλένας αλλά έφερε πάλι τη χαρά της ζωής. Όταν το σπίτι είχε αυτό το πένθος, αυτή τη μαυρίλα, η Ίριδα που πήρε το όνομα της από το ουράνιο τόξο έφερε τη χαρά στο σπίτι μας. Μετά όμως έσβησαν τα χρώματα της Ίριδας. Όμως είχα δυο ιατροδικαστικές, μου έλεγαν ότι πέθαναν για άλλους λόγους. Δεν υπήρχε υποψία κατηγορίας».