Ένα παλιό στερεότυπο της εγχώριας πολιτικής ρητορικής ήθελε τους ανθρώπους να δυστυχούν όταν ευημερούν οι αριθμοί.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Η αύξηση του βιοτικού επιπέδου αποσυνδέθηκε από τη συνετή δημοσιονομική διαχείριση με αποτέλεσμα τη διόγκωση του δημόσιου χρέους και των δημοσιονομικών ελλειμάτων.
Η δραματική προειδοποίηση, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, πως «ή η χώρα θα εξαφανίσει το χρέος ή το χρέος θα εξαφανίσει τη χώρα» έπεσε στο κενό. Δέκα χρόνια αργότερα, η χώρα γνώρισε μια χρεοκοπία που για να μην την εξαφανίσει χρειάστηκε να υπογραφούν τρία «τιμωρητικά» μνημόνια.
Τους δυσβάσταχτους όρους κλήθηκαν να σηκώσουν οι «άνθρωποι» με τη δραματική μείωση του βιοτικού τους επιπέδου. Η ελληνική κοινωνία δυστύχησε μαζί με τους «αριθμούς» αλλά και υπό το βάρος στερεοτύπων περί «τεμπέληδων των Νότου».
Ο φετινός είναι ο πρώτος προϋπολογισμός που προβλέπει αυξήσεις για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους έπειτα από 14 ολόκληρα χρόνια. Είναι όμως και ο πρώτος που, αν και «επεκτατικός», λαμβάνει τα εύσημα από την Κομισιόν ως δημοσιονομικά πειθαρχημένος, ενώ την ίδια ώρα ελέγχονται ως δημοσιονομικά απείθαρχες χώρες του ευρωπαϊκού βορρά που πρωτοστατούσαν στα στερεότυπα όπως η Γερμανία.
Είναι ασφαλώς πολλά ακόμη τα βήματα που πρέπει να γίνουν στην κατεύθυνση της εισοδηματικής σύγκλισης. Είναι χαρακτηριστικό πως τον περασμένο χρόνο το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα μας αυξήθηκε κατά 15% αλλά ήταν μόλις το 68% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Το βέβαιο είναι όμως ότι ο δρόμος αυτός δεν περνάει μέσα από στερεότυπα περί ανθρώπων και αριθμών, τεμπέληδων και εργατικών, τζιτζικιών και μυρμηγκιών. Αντιθέτως, οδηγούν σε ανοικονόμητα δόγματα βλάπτοντας σοβαρά την οικονομία.