Θα ήταν μια βραδιά που ο αλγόριθμος των κοινωνικών δικτύων θα μπορούσε να πάει για ύπνο νωρίς και να μην μας επιφυλάξει εκπλήξεις με καταγγελτικά ή περιπαικτικά posts -μια σχεδόν εδραιωμένη καθημερινότητα για όσους παρακολουθούν από κοντά τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ.

Μόνο σε ένα πρώτο επίπεδο οι προσδοκίες από τη συμμετοχή του Στέφανου Κασσελάκη στην παρουσίαση του βιβλίου «Το Φαινόμενο Κασσελάκης» του καθηγητή του Παντείου, Ξενοφώντα Κoντιάδη (εκδ. Καστανιώτη) σχετίζονταν με τη στενή επικαιρότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν αναπόφευκτο να συμβεί, βέβαια, καθώς αυτή θα ήταν η πρώτη του δημόσια εμφάνισή μπροστά σε κοινό τόσο μετά την αποκρυσταλλωμένη πρόθεση της ομάδας  των 6+6 με πρόσωπο αναφοράς την Έφη Αχτσιόγλου να αποχωρήσουν από το κόμμα, όσο και μετά τη δημοσίευση τριών διαδοχικών δημοσκοπήσεων, οι οποίες καταγράφουν τον ΣΥΡΙΖΑ στην τρίτη θέση.

Όσο πυκνός κι αν είναι, ωστόσο, ο πολιτικός χρόνος στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με αποτέλεσμα οι ερμηνείες για τα γεγονότα να μεταβάλλονται, να ανασχηματίζονται και να βρίσκουν πεδία έκφρασης από τα τηλεοπτικά στούντιο και τις σελίδες των εφημερίδων μέχρι τα status και -ποιος μπορούσε να το αποκλείσει- στα πάνελ παρουσιάσεων βιβλίων, η βασική προσδοκία των περισσότερων που βρέθηκαν στην ΕΣΗΕΑ ήταν να κατανοήσουν καλύτερα αυτό τον νέο (ή όχι και τόσο νέο τελικά) τύπο ηγέτη που ενσαρκώνει ο Κασσελάκης. Η συνθήκη είχε το δικό της ενδιαφέρον, αλλά ήταν απόλυτα «κασσελακική»: το ίδιο το υποκείμενο που αναλύεται κάθεται απέναντι από τον αναλυτή και συζητά μαζί του. Ο τρίτος της συντροφιάς ήταν ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος, ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ.

Η συνηθισμένη «χορογραφία»

Τα καθίσματα γέμισαν από νωρίς, τουλάχιστον 20 λεπτά πριν την έναρξη της εκδήλωσης, πολλοί και πολλές έμειναν όρθιοι ή ακόμα και εκτός αίθουσας και πιο τυχεροί μάλλον ήταν όσοι προτίμησαν να παρακολουθήσουν την εκδήλωση διαδικτυακά.  Αρκετοί φοιτητές στις πίσω σειρές, πάντα με αυτό το βλέμμα που μαρτυρά την πίστη τους πως όσα θα διαμειφθούν στην αίθουσα θα είναι πάρα πολύ σημαντικά. Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όσα ανήκουν στον κύκλο της νέας ηγεσίας, βρέθηκαν στις μπροστινές σειρές, τις οποίες μοιράζονταν με μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας -κάποια ήταν εκεί για το networking, άλλα, συνδεδεμένα με το χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς πιθανόν και για να δηλώσουν διαθεσιμότητα στον νέο ΣΥΡΙΖΑ που γεννιέται μέσα από ωδίνες. Διάσπαρτοι ήταν ψηφοφόροι και φίλοι του κόμματος. Αρκετοί σίγουρα, όμως όχι τόσοι ώστε να επιφυλάξουν κάτι περισσότερο από ένα συγκρατημένο χειροκρότημα όταν ο Στέφανος Κασσελάκης εισήλθε στην αίθουσα, με τον γνώριμη πλέον «χορογραφία»: πρώτα άκουγες του σούσουρο, μετά έβλεπες τους εικονολήπτες και τους φωτογράφους να κινούνται με βήματα προς τα πίσω και να δημιουργούν έναν αυτοσχέδιο διάδρομο, και έπειτα ξεπρόβαλε ο Κασσελάκης. Ένας μικρός ανθρώπινος συρμός που με εκείνον στην κεφαλή κατέληξε στον τερματικό του σταθμό: στη θέση δίπλα στον Ξενοφώντα Κοντιάδη και απέναντι από τον Αντώνη Λιάκο.

Η ώρα ήταν 19:00 ακριβώς. Δύο λεπτά αργότερα ο συγγραφέας του βιβλίου έπαιρνε πρώτος το λόγο για να ανοίξει την εκδήλωση και η τόσο πιστή τήρηση του προγράμματος επιβεβαίωνε υπόρρητα την πληροφορία που κυκλοφορούσε από στόμα σε στόμα ήδη από την κεντρική είσοδο στην Ακαδημίας: ο χρόνος του Κασσελάκη είναι περιορισμένος, θα καθίσει περίπου 90 λεπτά -ίσως και λιγότερο· και ήταν λιγότερο.

Μια δύσκολη συζήτηση

Περίπου στις 20:20 εγκατέλειψε την αίθουσα βιαστικά και απότομα με ένα κοφτό «Με συγχωρείτε, πρέπει να φύγω» και κινήθηκε γρήγορα προς την πλαϊνή έξοδο, δημιουργώντας μια σύντομη αμηχανία σε ομιλητές και παρευρισκόμενους – μεταξύ μας, θα μπορούσε να αυτοναγορευθεί και βασιλιάς της. Η αποχώρηση του όντως σηματοδότησε το τέλος της βραδιάς, αν και αυτό δεν ήταν στις προθέσεις ούτε το κοινού, που θα ήθελε ένα έστω σύντομο QnA με τον πρόεδρο, και σίγουρα ούτε τον δύο ομιλητών, οι οποίοι σε όλο το διάστημα της εκδήλωσης προσπαθούσαν με κόπο να ορίσουν ένα πλαίσιο συζήτησης το οποίο ο Κασσελάκης δεν ήθελε να ακολουθήσει.

Το περίγραψε ο αργότερα ο Αντώνης Λιάκος σε ανάρτησή του: «Γνωρίζαμε ότι είναι δύσκολη μια συζήτηση ανάμεσα σε ενεργούς πολιτικούς και μελετητές των πολιτικών φαινομένων. Υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι προσέγγισης και γλώσσες, και δεν θα έλεγα ότι κάποιοι είναι καλύτεροι από τους άλλους». Ο ίδιος,  όπως  και ο συνάδελφος του και συγγραφέας του βιβλίου, είχαν εντοπίσει τις «κακοτοπιές», τις περιέγραψαν στις εισαγωγικές τοποθετήσεις δίνοντας έμφαση στη δυσκολία να προσεγγίσει κανείς με ερμηνευτικά εργαλεία ζητήματα που είναι ακόμα εν εξελίξει αλλά και τη διανοητική ωριμότητα που απαιτεί ο αναστοχασμός. Ήδη από την αρχή της συζήτησης φάνηκε ότι ο κόσμος του πολιτικού και των δύο επιστημόνων δεν θα γεφυρωνόταν. Από τη μία, η πρόθεση του Κασσελάκη ήταν να δώσει για μία ακόμα φορά περιεχόμενο με αφορμή την παρουσία του και όχι θέσεις ή κριτική. Από την άλλη, χρειάζεται ακόμα δουλειά ώστε όροι πρόσφατοι και επείγοντες, όπως η μεταπολιτική και μεταδημοκρατία, ιδωθούν μέσα από ένα πρίσμα καθαρό. Το επιχείρησε ο Λιάκος, αλλά σίγουρα δεν ήταν η πιο κατάλληλη περίσταση για να γίνει.

Φαινόμενο ή meme;

Αν και ο Στεφάνος Κασσελάκης είπε ότι «δεν φοβάται το debate» και επιχείρησε να αποδομήσει τον υπότιτλο του βιβλίου («Το μεσσιανιακό προσωπείο της Μεταδημοκρατίας») λέγοντας ότι «Μεταδημοκρατία ή Μεσσιανικό θα ήταν να μην ερχόμουν εδώ και να το απαξίωνα», στην πραγματικότητα βρήκε μια ακόμα αφορμή να μιλήσει -τι πρωτότυπο- για τον εαυτό του, μια ακόμη ευκαιρία να ταϊσει τον αλγόριθμό μας με τον τρόπο που κατέχει άριστα.

Σε μια συζήτηση που επιχείρησε να φωτίσει όψεις της μεταδημοκρατίας, η ίδια η κουβέντα φλέρταρε όντως με την έννοια του meta. Ο Κασσελάκης απέρριπτε ή διαφωνούσε για το προσωπείο του «Μεσσία» και την ίδια στιγμή σχεδόν κάθε του λέξη το επιβεβαίωνε. Μας παρουσίασε τη έως τώρα δική του πορεία προς το «μαρτύριο»: το κάλεσμα για την ενεργό εμπλοκή του στην πολιτική, την απόφαση του να διεκδικήσει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τον πόλεμο που δέχθηκε («μα ποιον έχω βλάψει;», αναρωτήθηκε για να δώσει την απάντηση ότι η παρουσία του βλάπτει τους κάθε λογής προνομιούχους), την εκλογή του η οποία «άλλαξε πολλές καριέρες και φιλοδοξίες». Σε αυτό το πλαίσιο ειπώθηκε και η φράση που έπαιξε περισσότερο στα ρεπορτάζ της βραδιάς: «Δεν θα αφήσω κανένα να τελειώσει τον ΣΥΡΙΖΑ».

Έγερνε ελαφρά μπροστά για να φανεί ακόμα πιο προσιτός, κοιτούσε τον κόσμο στα μάτια όσο μιλούσε, κάθε φορά που έπαιρνε το λόγο γινόταν preacher.  Αναμενόμενα, ακούστηκαν και τα πρώτα «Μπράβο Στέφανε!», «Έτσι!», «Α να γεια σου!». Ο Κασσελάκης ήταν εκεί όχι για να κάνει συζήτηση ή αν αναλύσει ή να αντιπαρατεθεί σε επίπεδο ιδεών. Άλλωστε, όπως είπε, δεν είναι σχολιαστής, αλλά αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Βρέθηκε εκεί για να δώσει κάτι ακόμα στο κοινό του που περιμένει κάποιο θαύμα, να ταΐσει τον αλγόριθμο με τον «απλό και στεγνό» τρόπο του. «Ψηφιακά και συμπεριληπτικά», συμπλήρωσε.

Αρνήθηκε ότι είναι «Μεσσίας», σίγουρα όμως προς το παρόν είναι meme. Επιδέχεται τόσες ερμηνείες όσα και τα μάτια που τον κοιτούν και όλες οι ερμηνείες χάνονται και ανακατεύονται καθώς σκρολάρουμε στην οθόνη.