Ένα εκρηκτικό κοκτέιλ επικρατεί αυτή την περίοδο: κοξάκι, κορωνοϊός και γρίπη βρίσκονται σε έξαρση, με τους ειδικούς να συστήνουν τον εμβολιασμό (για τα δύο τελευταία).
Τις τελευταίες μέρες εντοπίστηκαν δεκάδες κρούσματα κοξάκι στη Λάρισα, δεν φαίνεται όμως ότι είναι μόνο στη συγκεκριμένη περιοχή. «Ο ιός αυτός είναι γνωστός σε όλους μας. Τέτοιες εποχές ξεκινάει και είναι σε έξαρση. Όλοι προβληματίστηκαν γιατί τα 41 περιστατικά ήταν στη Λάρισα αλλά δεν είναι μόνο εκεί» λέει, μιλώντας στο MEGA, η πρόεδρος ΕΙΝΑΠ, Ματίνα Παγώνη.
«Τα συμπτώματα είναι τα γνωστά και αυτό που προβληματίζει περισσότερο είναι ότι το 50% των παιδιών μπορεί να είναι ασυμπτωματικό. Ξεκινάει με πυρετό, κακουχία, καταβολή, πονόλαιμο και όταν ξεκινούν τα εξανθήματα σε παλάμες, πέλματα αρχίζει μια ανησυχία. Η μεγαλύτερη είναι στο στόμα. Αυτά τα εξανθήματα που υπάρχουν στο στόμα, το παιδάκι δεν μπορεί να καταπιεί ούτε και νερό» ανέφερε.
Τα συμπτώματα
«Κρατάει γύρω στις 7 ημέρες και μετά αρχίζει όλη η ύφεση των συμπτωμάτων. Φοβούνται τις επιπλοκές, που είναι σπάνιες, αλλά είναι η εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα, μυοκαρδίτιδα, περικαρδίτιδα. Αυτό φοβούνται όλοι» είπε για τα συμπτώματα του κοξάκι.
Ο ιός προσβάλλει ανηλίκους κάτω των 5 ετών και μεταδίδεται με σταγονίδια και από μολυσμένες επιφάνειες. Επειδή δεν υπάρχει εμβόλιο, οι γονείς, με τα πρώτα συμπτώματα, θα πρέπει να απευθύνονται στους παιδιάτρους και να κρατούν τα παιδιά στο σπίτι εφόσον εκδηλώσουν καταβολή.
Έξαρση κορωνοϊού και γρίπης
Την ίδια στιγμή σε έξαρση είναι ο κορωνοϊός και η γρίπη. «Ευτυχώς για τους μεγάλους τα αντιικά φάρμακα βοήθησαν πάρα πολύ, τα εμβόλια τώρα έχει περάσει αρκετό χρονικό διάστημα και τα αντισώματα έχουν μειωθεί κατά πολύ, γι’ αυτό είπαμε ότι οι ευπαθείς ομάδες, χωρίς να είναι υποχρεωτικό, να πάνε να κάνουν το εμβόλιο το επικαιροποιήμενο».
Όσο για την γρίπη η κ. Παγώνη ανέφερε: «Έχουν αρχίσει και οι γρίπες και ο ένας μεταδίδει στον άλλον γιατί όλοι έχουμε χαλαρώσει. Θέλει λίγο προσοχή. Ας ξεκινήσουν να κάνουν τα εμβόλια της γρίπης γιατί λίγο το αργήσαμε, ειδικά οι ομάδες υψηλού κινδύνου, γιατί αυτοί έχουν τα υποκείμενα νοσήματα».