Με το αίμα της Κλυταιμνήστρας νωπό σχεδόν ακόμα στα χέρια, ο Ορέστης καταφεύγει κατειλημμένος από τις τύψεις στους Δελφούς, αποζητώντας έναν τρόπο να γλιτώσει από τις Ερινύες που τον καταδιώκουν. Από εκεί και μετά από παρέμβαση του θεού Απόλλωνα, ο μητροκτόνος αποπέμπεται στην Αθήνα για να δικαστεί για το έγκλημά του. Έτσι ξεκινά το τρίτο και τελευταίο μέρος της κοσμογονικής τριλογίας του Αισχύλου, «Ευμενίδες», με το οποίο ο τραγωδός εξιστορεί την πρώτη νομική δίκη της ανθρωπότητας και σκιαγραφεί μια μεταίχμια εποχή όπου το οφθαλμός αντί οφθαλμού είναι έτοιμο να δώσει τη θέση του σε ένα ευνομούμενο σύστημα επίλυσης των διαφορών.
Οι θεματικοί άξονες του αισχύλειου αυτού δράματος διαχρονικοί, οι δε έννοιες με τις οποίες συνδιαλέγεται πολλές και πάντα επίκαιρες. Αν και όπως τονίζει η ηθοποιός Παρθενόπη Μπουζούρη μιλώντας στο Βήμα για την παράσταση «Ευμενίδες» σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου και μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη που ανεβαίνει για λίγες μόνο παραστάσεις από τις 10 Νοεμβρίου στην Αγγλικανική Εκκλησία, «το θέατρο, όταν μπαίνει στη διαδικασία να αποδείξει την επικαιρότητά του, χάνει την αξία του».
Μετά την παρουσίαση της παράστασης σε έναν από τους ιερότερους τόπους της αρχαιότητας, την Ελευσίνα, στα πλαίσια της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, αλλά στο ιστορικό Ζιντσιρλί Τζαμί των Σερρών, σειρά έχει ένας άλλος πολύ ιδιαίτερος χώρος· ένας τόπος λατρείας, η μυσταγωγική ατμόσφαιρα και η ακουστική του οποίου αποτελούν ερέθισμα για μία εκ νέου ποιητική αναμέτρηση με την τραγωδία. Αυτή τη φορά σε κλειστό χώρο.
«Η Αγγλικανική Εκκλησία παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον γιατί η παράσταση φτιάχτηκε ούτως ή άλλως για έναν επίσης πολύ ιερό αλλά ανοιχτό τόπο. Με λίγα λόγια τα χαρακτηριστικά της παράστασης ήταν εξωστρεφή» εξηγεί η κ. Μπουζούρη. «Και στις Σέρρες, η παράσταση παίχτηκε σε ένα τζαμί – επίσης τόπος λατρείας και μάλιστα πολυδιάστατος – αλλά παίχτηκε στον αύλειο χώρο. Συνδιαλεγόταν δηλαδή με την πρόσοψη του τζαμιού, κάτι που είχε πολύ ενδιαφέρον. Είναι μια πολύ ωραία συνδιαλλαγή αυτή με τον τόπο κάθε φορά. Είναι κι ο χώρος ένας συμπαίκτης, όπως και η ατμόσφαιρά του. Τώρα καλούμαστε να ανεβάσουμε την παράσταση σε έναν υπέροχο αλλά ασφυκτικά μικρό χώρο».
Οι «Ευμενίδες» είναι ένα βαθιά πολιτικό έργο, αλλά «πολιτικό με την αρχαιοελληνική έννοια γιατί διαπραγματεύεται τα της πόλης και των πολιτών», υπογραμμίζει η κ. Μπουζούρη. Γράφεται σε μια εποχή που ο θεσμός του Αρείου Πάγου περνά κρίση, η συμμετοχή των πολιτών σε αυτόν έχει περιοριστεί, ενώ έχει υποβαθμιστεί και η δημοκρατική του διάσταση. Ο Αισχύλος λοιπόν, θέλοντας να προσδώσει θεία προέλευση και καταγωγή στον Άρειο Πάγο και να τον κατοχυρώσει με τρόπο αιώνιο και αδιάβλητο, βάζει την ίδια τη θεά Αθηνά να ιδρύει τον θεσμό.
Κατά τη διάρκεια της παράστασης, το κοινό καλείται να συμμετάσχει, να συμβάλει στην εξέλιξη της φανταστικής αυτής δίκης με κατηγορούμενο τον Ορέστη, κατήγορους τις Ερινύες και συνήγορο υπεράσπισης του μητροκτόνου τον Απόλλωνα. Είναι ζητούμενο από το ίδιο το δράμα, δεν αποτελεί δραματουργική προσθήκη. Η Αθηνά η ίδια, αφού ιδρύσει το δικαστήριο κι αφού ακούσει προσεκτικά και τις δύο πλευρές, αποφαίνεται πως η υπόθεση είναι εξαιρετικά δύσκολη. Έτσι, φέρνει Αθηναίους πολίτες, οι οποίοι συμμετέχουν στην διαδικασία.
«Έτσι κι εμείς στην Ελευσίνα χρησιμοποιήσαμε κατοίκους της Ελευσίνας, στις Σέρρες κατοίκους των Σερρών και στην Αθήνα κατοίκους των Αθηνών» εξηγεί η κ. Μπουζούρη. Και πριν προλάβω καν να ρωτήσω πώς μπορεί να λειτουργεί κάτι τέτοιο, με προλαβαίνει: «όταν εισβάλει η πραγματικότητα πάνω στη σκηνή, το θεατρικό γεγονός εμβολιάζεται με κάτι το οποίο είναι ακαταμάχητο. Γιατί το πραγματικό είναι ακαταμάχητο και το αναπάντεχο είναι μια ρωγμή προς την αλήθεια. Κι εμείς κάθε φορά επηρεαζόμαστε και αλληλεπιδρούμε – θέλοντας και μη – με το πραγματικό».
Η ίδια η παράσταση γίνεται ερέθισμα για την ανάπτυξη δημόσιου διαλόγου. Μέσω του αρχαίου δράματος τίθεται ως ζητούμενο η συνοχή των πολιτών μιας κοινωνίας και η στάση τους απέναντι στα κοινά. «Αυτό που κάνει το δράμα τραγωδία είναι το γεγονός ότι ο Χορός έχει πάντοτε αναφορά στην κοινότητα, στην κοινωνία, στη συλλογικότητα. Κι επομένως ο λόγος είναι δημόσιος και όχι ιδιωτικός. Και στις Ευμενίδες ακόμη περισσότερο. Σε αυτή την τραγωδία ο Χορός έχει τη μερίδα του λέοντος, είναι πρωταγωνιστής» συμπληρώνει.
Η ίδια έχει διπλό ρόλο, υποδυόμενη την Πυθία, ιέρεια του ναού του θεού Απόλλωνα, αλλά και τον ίδιο τον θεό του φωτός. Σε σχέση με την επιλογή αυτή, η ίδια λέει: «Αφενός, η ιέρεια είναι ένα πρόσωπο κακοποιημένο από ένα ιερατείο. Είναι ένα πρόσωπο ναρκωμένο, βασανισμένο που γίνεται φερέφωνο· ένα πολιτικό όργανο του μαντείου των Δελφών. Αφετέρου, ο Απόλλωνας είναι ένας θεός διττός. Είναι ο θεός του “ήξεις, αφήξεις”, του καλού και του κακού ταυτόχρονα, γι’ αυτό και οι χρησμοί έχουν πάντα διπλή όψη. Η πρόσοψη τώρα αυτής της ιστορίας είναι ότι η ιέρεια για να ερμηνεύσει καταλαμβάνεται από τον θεό και αυτός εμφανίζεται μέσα από το σώμα της. Έτσι γίνεται η μεταμόρφωση, της οποίας γίνεται μάρτυρας ο θεατής στην παράσταση».
Στο αισχύλειο δράμα, ο Ορέστης τελικά αθωώνεται. «Είναι η πρώτη αθώωση για μητροκτονία» τονίζει η κ. Μπουζούρη. «Και αυτό με την ψήφο της Αθηνάς, η οποία είναι επίσης εκείνη που εγκαθιδρύει αυτό που ισχύει ακόμα και σήμερα στον Άρειο Πάγο, ότι δηλαδή η ισοψηφία ευνοεί τον κατηγορούμενο. Και οι Ερινύες θάβονται κάτω από τη γη, σηματοδοτώντας τον θάνατο της μητριαρχίας και την αρχή της πατριαρχίας». Η ανελέητη αλυσίδα της διαιωνιζομένης εκδίκησης και αντεκδίκησης παραχωρεί τελικά τη θέση της στη δικαιοσύνη της πόλης, όμως το αίσθημα του δικαίου και ο θεσμός της δικαιοσύνης αποδεικνύονται δύο εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα.
Πληροφορίες για την παράσταση:
Πρεμιέρα: Παρασκευή 10 Νοεμβρίου
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Παρασκευή 10 – Σάββατο 11Νοεμβρίου και Τετάρτη έως Σάββατο 15-16-17-18 Νοεμβρίου
Στην Αγγλικανική Εκκλησία, Φιλελλήνων 27, Αθήνα
Προπώληση εισιτηρίων εδώ.
Ταυτότητα παράστασης:
Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Άντζελα Μπρούσκου
Παίζουν: Παρθενόπη Μπουζούρη (Προφήτης, Απόλλων), Άντζελα Μπρούσκου (Κλυταιμνήστρα), Διονύσης Πιφέας (Ορέστης), Δήμητρα Χατούπη (Αθηνά).
(Ευμενίδες) Πάολα Καλλιγά, Θεοδώρα Κόρδα, Ανδριανή Κυλάφη, Βάλια Παπαχρήστου.