Στις 7 Νοεμβρίου 1867 γεννιέται, στη Βαρσοβία, η Μαρία Σκλοντόβσκα, που αργότερα, με το όνομα Μαρί Κιουρί θα γράψει ιστορία στην παγκόσμια επιστήμη.
Η μετέπειτα σπουδαία αυτή επιστήμονας υπήρξε μέλος μιας οικογένειας που δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να την στηρίξει αλλά και μιας κοινωνίας που δεν της επέτρεπε να πραγματοποιήσει το όνειρο της. Όμως η Μαρί δεν θα το έβαζε κάτω.
Όπως αναφέρει η Μυρτώ Μπότσιου, Βιολόγος στο Κέντρο Επιστήμης και Τεχνολογίας του Ιδρύματος Ευγενίδου:
«Η οικονομική κατάσταση της οικογένειας δεν επέτρεπε στην Μαρί να λάβει ανώτερη εκπαίδευση και πέραν αυτού, στην Πολωνία η ανώτερη εκπαίδευση δεν παρεχόταν σε γυναίκες.
»Τόσο η Μαρί όσο και η αδελφή της Μπρόνυα ήθελαν να σπουδάσουν, και έτσι η Μαρί δούλεψε για κάποια χρόνια ως γκουβερνάντα, προκειμένου να κερδίζει χρήματα για να στηρίξει τις σπουδές της αδελφής της στην ιατρική, στην Γαλλία.
»Παράλληλα, στον χρόνο που της απέμενε, μελετούσε φυσική και χημεία και παρακολουθούσε διαλέξεις στο παράνομο “Ιπτάμενο Πανεπιστήμιο” της Πολωνίας.
»Στα 24 χρόνια της ακολούθησε την αδελφή της στο Παρίσι, όπου σπούδασε Φυσική, Χημεία και Μαθηματικά στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης και ως τα 27 της είχε ολοκληρώσει δύο μεταπτυχιακά διπλώματα, ένα στη Φυσική και ένα στη Χημεία.
»Παντρεύτηκε τον επίσης επιστήμονα Πιερ Κιουρί, ο οποίος αποτέλεσε και τον πιο στενό επιστημονικό της συνεργάτη».
Οι πολλές πρωτιές
Η Μαρί Κιουρί κατέκτησε μια σειρά από σπουδαίες πρωτιές. Όπως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ»:
«Είναι πολλές οι πρωτιές που κατέκτησε η Κιουρί, χάρη στην επιστημονική δεινότητά της και τη δραστηριότητά της πρωτιές στο όνομα της εργαστηριακής έρευνας αλλά και στο όνομα της γυναικείας χειραφέτησης.
»Υπήρξε η πρώτη Ευρωπαία η οποία πραγματοποίησε διδακτορική διατριβή στις θετικές επιστήμες. Ηταν η πρώτη γυναίκα η οποία τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ, το οποίο μοιράστηκε με τον σύζυγό της Πιερ και τον Ανρί Μπεκερέλ για την ανακάλυψη της ραδιενέργειας (1903).
»Ηταν η πρώτη γυναίκα λέκτωρ και διευθύντρια εργαστηρίου στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (1906). Εξάλλου το 1911 η Σουηδική Ακαδημία τής απένειμε και δεύτερο βραβείο Νομπέλ Χημείας για την ανακάλυψη και απομόνωση του καθαρού ραδίου , πράγμα που συνέβη για πρώτη φορά στην ιστορία του θεσμού (το ίδιο άτομο να τιμηθεί με δεύτερο Νομπέλ).
»Επίσης υπήρξε η πρώτη μητέρα βραβευμένη με Νομπέλ που είδε την κόρη της να λαμβάνει το ίδιο βραβείο (η μεγαλύτερη κόρη της Ιρέν Ζολιό-Κιουρί τιμήθηκε με το Νομπέλ Χημείας το 1935). Τέλος μεταθανάτια πρωτιά είναι η μόνη γυναίκα η οποία αναπαύεται στο Πάνθεον, το μαυσωλείο στο οποίο βρίσκονται θαμμένοι οι «μεγάλοι άνδρες» της Γαλλίας».
Ο θαυμασμός του Αϊνστάιν
Όλες οι προαναφερθείσες διακρίσεις της Μαρί Κιουρί συνοψίζονται στα λόγια του σπουδαίου Άλμπερτ Αϊνστάιν, σε επιστολή του προς την ίδια, τον Νοέμβριο του 1911.
«Αισθάνομαι την ανάγκη να σας πω πόσο πολύ θαυμάζω το πνεύμα σας, την ενέργειά σας και την τιμιότητά σας. Θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχή που είχα την ευκαιρία να σας γνωρίσω προσωπικά στις Βρυξέλλες»
Το στίγμα της στην επιστήμη
Όπως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ», «τα δύο βραβεία Νομπέλ δεν είναι ικανά να δείξουν τον θαυμασμό και την εκτίμηση που έτρεφαν γι’ αυτήν οι συνάδελφοί της για τη γυναίκα που είχε γεννηθεί το 1867 στη Βαρσοβία και ιδίως από το 1894 οπότε συνδέθηκε με τον Πιερ Κιουρί συνέδεσε το όνομά της με την ανακάλυψη του ραδίου προσφέροντας τη δυνατότητα στην επιστήμη να μετρήσει τις τιμές του ραδίου και να συμβάλει στην αποτροπή των βλαβών στον άνθρωπο εξαιτίας της ραδιενέργειας.
»Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ράδερφορντ, ο μεγάλος βρετανός φυσικός, αποφάσισε να καθυστερήσει την έκδοση του δικού του βιβλίου για τη ραδιενέργεια γιατί, μετά την έκδοση σχετικού βιβλίου της Μαρίας Κιουρί, “δεν υπήρχε πια λόγος”».
H Kιουρί και η Γαλλία
«|Το λαμπερό πνεύμα της Μαρίας Κιουρί φάνηκε από τα νεανικά χρόνια της, αλλά χρειάστηκε το πρόσφορο έδαφος της Γαλλίας για να αναδειχθεί σε όλο του το μεγαλείο.
»Οχι ότι η Γαλλία στάθηκε πάντοτε στο πλευρό της: της παρέσχε τη δυνατότητα να σπουδάσει αλλά την έκανε μόνο βοηθό στο εργαστήριο του συζύγου της· την κατέστησε την πρώτη γυναίκα λέκτορα της Σορβόννης στη θέση του εκλιπόντος Πιερ και, επειδή δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, την αποθέωσε μετά το πρώτο βραβείο Νομπέλ· αποσιώπησε όμως εντελώς το δεύτερο (οι περισσότερες γαλλικές εφημερίδες δεν αναφέρθηκαν σε αυτό και η μοναδική που έγραψε κάτι σχετικό «έθαψε» την είδηση με ένα μονόστηλο στην τέταρτη σελίδα).
»Φυσικά στο τέλος υποκλίθηκε στο μεγαλείο της και μετέφερε τα οστά της στο «Πάνθεον των μεγάλων ανδρών» (!) ανατρέποντας με αυτόν τον τρόπο τη διάκριση ανάμεσα στα φύλα».
Η Κιουρί στο στόχαστρο
Παρά πάντως τα σπουδαία επιστημονικά της επιτεύγματα και το πάθος με το οποίο υπηρέτησε την επιστήμη της και μέσω αυτής την ίδια την ανθρωπότητα, η Μαρί Κιουρί βρέθηκε στο στόχαστρο για ένα θέμα εντελώς προσωπικό.
«Οσοι τη γνώρισαν διηγούνται ότι η ίδια ήταν τόσο παθιασμένη με αυτά που την απασχολούσαν (η ανατροφή των παιδιών της, ο Πιερ και το εργαστήριο) που ποτέ δεν είδε τον εαυτό της ως διασημότητα. Ο Αλβέρτος Αϊνστάιν έλεγε: “Η Μαρία Κιουρί είναι το μόνο διάσημο πλάσμα του οποίου το ήθος δεν έχει διαφθαρεί από τη φήμη”.
»Το ήθος της και η ακεραιότητα του χαρακτήρα της ήταν αυτά που τη βοήθησαν να αντεπεξέλθει στις δύσκολες ημέρες του σκανδάλου, όταν η υποκριτική κοινωνία της γαλλικής Μπελ Επόκ την καταδίκαζε για ένα αληθινό αίσθημα με έναν λάθος άνδρα (τον Πολ Λανζεβάν, παλιό μαθητή του συζύγου της Πιερ και παντρεμένο συνεργάτη της).
»Ισως τότε να ανακάλυψε ότι και η ανθρώπινη φύση είναι σαν τον φυσικό κόσμο τον οποίο, όπως έλεγε,“δεν πρέπει να φοβόμαστε, μόνο να προσπαθούμε να κατανοήσουμε”».
Η αποκατάσταση και ο θάνατος
Όπως γράφει ο Άλκης Γαλδαδάς στο «ΒΗΜΑ» λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του συζύγου της «η Κιουρί γνωρίζεται πιο στενά με τον Πολ Λανζεβέν και το 1911 ξεσπά το σκάνδαλο, ενώ της απονέμεται και το Νομπέλ της Χημείας. H φήμη της Κιουρί αποκαθίσταται μόνο μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν με τις κινητές μονάδες ακτινογραφίας αποδείχθηκε ότι έσωσε χιλιάδες στρατιώτες.
»Αυτοί που της πετούσαν πέτρες την παρασημοφορούν, ενώ γίνεται δεκτή ακόμη και από τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών.
»Το 1934 πεθαίνει από λευχαιμία αφού ουδέποτε δέχθηκε να πάρει την παραμικρή προφύλαξη απέναντι στη ραδιενέργεια των υλικών με τα οποία καθημερινά ερχόταν σε επαφή και της είχαν ήδη καταστρέψει τα δάχτυλα, το δέρμα και την αίσθηση της αφής, αλλά εκείνη πάντα θεωρούσε ότι είχε μια μάλλον τρυφερή σχέση μαζί τους…»