Η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Στέφανο Κασσελάκη γίνεται με πρωτοβουλία του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Γιάννης Μπρατάκος δέχθηκε το τηλεφώνημα του διευθυντή του γραφείου του κ. Κασσελάκη και μετέφερε στον Πρωθυπουργό το αίτημα για συνάντηση, το οποίο έγινε αμέσως δεκτό. Το ραντεβού έχει κλειστεί για αύριο.
Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν αυτός που είχε εκφράσει, αμέσως μετά την εκλογή του κ. Κασσελάκη, την επιθυμία να τον συναντήσει. Την ίδια επιθυμία είχε εκφράσει και μετά την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠαΣοΚ αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση. Αυτό είναι και το παράπονο του κ. Μητσοτάκη. Το έχει εκφράσει, δημοσίως, αρκετές φορές. Είπε στον Ανδρουλάκη να συναντηθούν αλλά ακόμα περιμένει στο ακουστικό του. Έχει δίκιο ή άδικο;
Πόση πολιτική ουσία έχουν αυτές οι συναντήσεις;
Ας ξεκινήσουμε με ένα βασικό ερώτημα. Πόση πολιτική ουσία έχουν αυτές οι συναντήσεις; Λίγη. Πρόκειται, για συναντήσεις εθιμοτυπικού χαρακτήρα, που δεν παρουσιάζουν κάποια ιδιαίτερη πολιτική δυσκολία. Δεν μπαίνουν στο τραπέζι τέτοιων αναγνωριστικών συναντήσεων τα καλούμενα καυτά θέματα. Συνήθως οι συναντήσεις αυτές «είναι μια ωραία ατμόσφαιρα» η οποία αποτυπώνεται στις φωτογραφίες με τα χαμόγελα. Είναι, περισσότερο, συναντήσεις επικοινωνιακού χαρακτήρα. Μέσο για να περάσουν μηνύματα.
Στην παρούσα φάση η συνάντηση στη Βουλή μπορεί να χαρακτηριστεί και ως μια κίνηση καλής θέλησης του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τον Στέφανο Κασελλάκη. Του προσφέρει, όπως εκτιμάται, σε μια δύσκολη περίοδο, μια επικοινωνιακή ανάσα. Ο Πρωθυπουργός είναι ένας πολιτικός που διαθέτει κουλτούρα διαλόγου και το επιβεβαιώνει αποδεχόμενος την πρόσκληση. Ξέρει, όμως, ο κ. Μητσοτάκης, να διαβάζει και την πολιτική συγκυρία.
Ο κ. Κασσελάκης ανέλαβε την πρωτοβουλία συναντήσεων με τους πολιτικούς αρχηγούς, ευρισκόμενος υπό πίεση και έχοντας το βλέμμα στις κακές για τον ΣΥΡΙΖΑ δημοσκοπήσεις. Που δελένε ότι στην εικόνα του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει πολύ lifestyle αλλά και θεσμικό κενό. Αυτό προσπαθεί να καλύψει ο κ. Κασσελάκης σε μια περίοδο που η εσωκομματική αμφισβήτηση δεν λέει να κοπάσει. Για αυτό ακριβώς το λόγο η αυριανή συνάντηση, επικοινωνιακά, εξυπηρετεί περισσότερο τους στόχους του κ. Κασσελάκη.
Είναι άγνωστο αν μετά τη συνάντηση του με τον κ. Κασσελάκη, ο Πρωθυπουργός επαναφέρει το παράπονο του για τη στάση του προέδρου του ΠαΣοΚ που σε αντίθεση με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλησε να έχει κατ ιδίαν συνάντηση μαζί του.
Αλλά, αλήθεια τι θα γινόταν, αν μετά την εκλογή του ο Νίκος Ανδρουλάκης αποδεχόταν την πρόσκληση του Κυριάκου Μητσοτάκη «να βρεθούμε να τα πούμε»; Απλά θα γινόταν το έλα να δεις. Τα τρολ του ΣΥΡΙΖΑ στο διαδίκτυο ( μεγάλη και αμαρτωλή ιστορία αυτή) θα έκαναν λόγο για επικείμενη συνεργασία της ΝΔ με το ΠαΣοΚ, για σκοτεινές συμφωνίες και ότι άλλο μπορεί να κατεβάσει το κάθε αρρωστημένο μυαλό. Ο κ. Ανδρουλάκης θα είχε υπονομεύσει τον εαυτό του και το αφήγημά της εκλογής του.
Με ενδιαφέρον τα μηνύματα Κασσελάκη-Ανδρουλάκη
Σε επίπεδο μηνυμάτων, πάντως, θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον που θα γίνει (πιθανότατα στις αρχές της άλλης εβδομάδας) του κ. Κασσελάκη με τον κ. Ανδρουλάκη. Γιατί πιθανότατα θα εκπέμψει, εν μέσω σεναρίων για προσέγγιση και συνεργασία, το μήνυμα ότι η σχέση των δύο κομμάτων στην πορεία προς τις ευρωεκλογές, που έχουν πλέον αποκτήσει μεγάλη πολιτική σημασία, θα είναι ευθέως ανταγωνιστικές.
Το ΠαΣοΚ, δεν έχει κανένα απολύτως λόγο να προσφέρει σανίδα σωτηρίας στον κ. Κασσελάκη. Θα περιμένει πρώτα να δει τα ξεμπερδέματα που θα έχει με τον Φίλη, τον Σκουρλέτη, τον Βίτσα και τον Τζουμάκα, ποιος ΣΥΡΙΖΑ θα υπάρξει όταν καθίσει η εσωκομματική σκόνη και αν αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ θα εξακολουθήσει να είναι, έστω στα όρια του στατιστικού λάθους, δεύτερο κόμμα.
Αυτό που ενδιαφέρει την Χαριλάου Τρικούπη είναι να μην δοθεί έδαφος στον κ. Κασσελάκη να μονοπωλήσει ζητήματα αντιπολιτευτικής σημασίας για το ΠαΣοΚ όπως αυτό των υποκλοπών. Αυτό εξηγεί και τις πρωτοβουλίες Ανδρουλάκη με τη συνάντηση με τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ, Χρήστο Ράμμο και την κατάθεση υπομνήματος στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου σχετικά με την υπόθεση των υποκλοπών.