Στις 31 Οκτωβρίου 1922, υπό την βαριά, τραγική σκιά της Μικρασιατικής Καταστροφής και ενώ την εξουσία στην Ελλάδα έχει αναλάβει το στρατιωτικό κίνημα του φιλοβενιζελικού Νικόλαου Πλαστήρα, ξεκινά η «δίκη των Έξι».
Η δίκη των Έξι ήταν η δίκη για τους «υπαίτιους της Μικρασιατικής Καταστροφής», με το τέλος της οποίας εκτελέστηκαν πέντε πολιτικοί: οι Δημήτριος Γούναρης, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, Νικόλαος Θεοτόκης, Γεώργιος Μπαλτατζής, Νικόλαος Στράτος και ένας στρατιωτικός: Γεώργιος Χατζανέστης.
Στην ουσία ήταν δίκη πολιτική και αποτέλεσε γεγονός που στιγμάτισε βαθιά τη σύγχρονη ελληνική πολιτική ιστορία.
Δίψα για εκδίκηση
Όπως γράφει ο Γιάννης Ν. Μπασκόζος στο άρθρο του με τίτλο «Έξι θύματα “μοιραία και αναγκαία”» στο «ΒΗΜΑ» της 19ης Φεβρουαρίου 2012, η δίκη των έξι, υπήρξε μια τραγική σελίδα για τη σύγχρονη Ελλάδα.
«Η Μεγάλη Ιδέα της Ελλάδας των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων βούλιαξε μαζί με τα καράβια της στα νερά της Σμύρνης, όπως θα πει αργότερα ο Γιώργος Θεοτοκάς. Με τον θάνατο έξι εξιλαστήριων θυμάτων επιχειρήθηκε να κατευναστεί ένα διχασμένο έθνος: όλες οι πτέρυγές του (βενιζελικοί, βασιλικοί, κομμουνιστές) ζητούσαν εκδίκηση. Η Επαναστατική Επιτροπή (Πλαστήρας, Γονατάς κ.ά.) που συστάθηκε μετά το 1922 προπαγάνδιζε ότι “η Ελλάδα δεν ηττήθηκε, αλλά προδόθηκε”».
Mέσα στη δίνη της έντονης πολιτικής σύγκρουσης των ημερών εκείνων και της αδυναμίας της ελληνικής κοινωνίας να διαχειριστεί το τόσο σοκαριστικό γεγονός της Μικρασιατικής Καταστροφής, το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», που σαφώς υποστηρίζει τη βενιζελική παράταξη, τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής της δίκης αυτής.
Γράφει το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» την ημέρα έναρξης της δίκης:
«Ενώπιον του εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου άρχεται σήμερον η δίκη των αποτελούντων την πρώτην ομάδα των κατηγορουμένων ως ενόχων της εθνικής συμφοράς.
»Το δημόσιον αίσθημα, ζωηρώς αξιώσαν και αξιούν την δίωξιν των όσων τουλάχιστον ως πρωτεργάται ενσυνειδήτως και εσκεμμένως επεδίωξαν και επετέλεσαν την καταστροφήν της Ελλάδος, αρχίζει ικανοποιούμενον.
»Αρχίζει η κάθαρσις, η οποία είναι αναγκαία εις τα προδιδόμενα Έθνη, ίνα απορρίπτοντα τον ρύπον, με τον οποίον τα κατήσχυναν οι προδόται, κατορθώνουν ύστερον να συνέρχωνται και ν’ αντλούν νέον θάρρος εις την αποκαθισταμένην τιμήν».
Κατηγορούμενοι και κατηγορητήριο
Στο εδώλιο κάθονται οι εξής οκτώ κατηγορούμενοι:
Οι πρώην πρωθυπουργοί Δημήτριος Γούναρης, Νικόλαος Στράτος, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, οι πρώην υπουργοί Νικόλαος Θεοτόκης και Γεώργιος Μπαλτατζής, ο τέως αρχιστράτηγος Γεώργιος Χατζανέστης και οι υποναύαρχοι Μιχαήλ Γούδας και Ξενοφών Στρατηγός.
Το κατηγορητήριο απευθυνόμενο προς τους κατηγορούμενους αναφέρει:
«Από 1ης Νοεμβρίου 1920 και εφεξής μέχρις της 26ης Αυγούστου 1922, συναποφασίσαντες μετά των συνυπουργών υμών περί πράξεως εσχάτης προδοσίας, εκουσίως και εκ προθέσεως υπεστηρίξατε την εισβολήν ξένων στρατευμάτων, ήτοι του τουρκικού εθνικιστικού στρατού, εις την επικράτειαν του Βασιλείου, τουτέστιν εις την υπό της Ελλάδος κατεχομένη και διά της Συνθήκης των Σεβρών κατακεκυρωμένην χώραν της Μικράς Ασίας, παραδώσαντες άμα εις τον εχθρόν πόλεις, φρούρια, μέγα μέρος του στρατού και μεγίστης αξίας υλικόν πολέμου».
Η Βουλή γίνεται δικαστήριο
Η δίκη έγινε στην αίθουσα συνεδριάσεων της Βουλής των Ελλήνων (σημερινή παλιά Βουλή).
«Η αίθουσα των συνεδριάσεων της Βουλής, προκειμένου εντός αυτής να διεξαχθή η δίκη διερρυθμίσθη καταλλήλως. Ούτως η έδρα του Προεδρείου επεξετάθη εκατέρωθεν, ίνα περιλάβη άπαντα τα μέλη του Στρατοδικείου.
»Δεξιά του Προέδρου, όπου άλλοτε η θέσις των πρακτικογράφων, ωρίσθη η έδρα των Επιτρόπων, αριστερά δε θα εγκατασταθή ο γραμματεύς του Στρατοδικείου.
»Το βάθρον του βήματος της Βουλής θα χρησιμεύη ίνα ανέρχωνται επ’ αυτού οι εξεταζόμενοι μάρτυρες. Τα εδώλια των κατηγορουμένων ευρίσκονται εις απόστασιν μικράν από του Προεδρείου και όπου ακριβώς τα υπουργικά εδώλια της Βουλής.
»Όπισθεν των κατηγορουμένων ωρίσθησαν αι θέσεις των συνηγόρων. Αι λοιπαί έδραι παρέμειναν ως είχον θα διατεθούν δε υπέρ των αξιωματικών και των ανωτέρων υπαλλήλων.
»Η αίθουσα του Προέδρου της Βουλής θα χρησιμοποιηθή υπό του Προέδρου του Δικαστηρίου, η δε του Υπουργικού Συμβουλίου υπό των Στρατοδικών. Οι μάρτυρες θα παραμένουν εις την αίθουσαν της συμπολιτεύσεως.
»Δύο λόχοι ανέλαβον υπό την διοίκησιν του αντισυνταγματάρχου κ. Βώκου την φρούρησιν της Βουλής».
Οι πρώτες ώρες της δίκης
Ο Κώστας Αθάνατος περιγράφει τα τεκταινόμενα κατά τις πρώτες ώρες έναρξης της δίκης. Στα λόγια του αποτυπώνεται, η πολιτική ένταση που επικρατεί και η δίψα να βρεθούν ένοχοι για την ανείπωτη μικρασιατική τραγωδία:
«Η αίθουσα της Βουλής παρέχει θέαμα δευτέρας παρουσίας. Αι υψηλαί προσωπικότητες του αδίκου κάθονται στο σκαμνί.
»Εις τα θεωρεία Στρατός, Ναυτικόν, Λαός προσηλώνονται με ευλάβειαν θρησκευτικήν. Εις την έδραν των δικαστών αξιωματικοί σεμνοί, ολιγόλογοι, ενσαρκωμένοι την ιδέαν της Επαναστάσεως.
»Σπανίως δικαστήριον είχεν αποστολήν τόσον ευγενή. Συνήθως μπροστά εις το Ευαγγέλιον διεξάγεται αγών ψεύδους. Εδώ καταυγάζει το παν με το φως της η Αλήθεια. Ανταύγεια ηλίου χρυσού εισχωρεί από τα τζάμια, και εις την αχνήν λάμψιν της φτερουγίζει το πνεύμα της Ελλάδος.
»Εδώ, οι αμαρτωλοί, θα δώσουν λόγον της ανομίας των. Η φωνή του Προέδρου αντηχεί με βιβλικόν παλμόν, και η απολογία των ενόχων, έχει κάτι από την τύψιν των δαιμονίων της Κολάσεως».
Η απόφαση
Στις 15 Νοεμβρίου ο πρόεδρος του Έκτακτου Επαναστατικού Στρατοδικείου, Αλέξανδρος Οθωναίος διαβάζει την απόφαση:
«Ἐν ὀνόματι τοῦ Βασιλέως τῶν Ἑλλήνων Γεωργίου Β’ τὸ Ἔκτακτον Στρατοδικεῖον συσκεφθὲν κατὰ νόμον, κηρύσσει παμψηφεῖ τοὺς μὲν Γεώργιον Χατζανέστην, Δημήτριον Γούναρην, Νικόλαον Στράτον, Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην, Γεώργιον Μπαλτατζῆν καὶ Νικόλαον Θεοτόκην εἰς τὴν ποινὴν τοῦ Θανάτου.
»Τοὺς δὲ Μιχαὴλ Γούδαν καὶ Ξενοφῶντα Στρατηγὸν εἰς τὴν ποινὴν τῶν ἰσοβίων δεσμῶν.
»Διατάσσει τὴν στρατιωτικὴν καθαίρεσιν τῶν Γεωργίου Χατζανέστη, ἀρχιστρατήγου, Ξενοφῶντος Στρατηγοῦ, ὑποστρατήγου καὶ Μιχαὴλ Γούδα, ὑποναυάρχου καὶ ἐπιβάλλει αὐτοὺς τὰ ἔξοδα καὶ τέλη.
»Ἐπιδικάζει παμψηφεῖ χρηματικὴν ἀποζημίωσιν ὑπὲρ τοῦ Δημοσίου κατὰ τοῦ Δ. Γούναρη δραχμῶν 200 χιλιάδων, Ν. Στράτου δραχμῶν 335 χιλιάδων, Γ. Μπαλτατζῆ καὶ Ν. Θεοτόκη δραχμῶν 1 ἐκατομμυρίου καὶ Μ. Γούδα δραχμῶν 200 χιλιάδων. Ἐγκρίθη, ἀπεφασίσθη καὶ ἐδημοσιεύθη ἐν Ἀθήναις τῇ 15η Νοεμβρίου 1922.
ο Πρόεδρος – ο Γραμματέας
Α. Οθωναίος – Ιωάννης Πεπόνης»
Μεταξύ άλλων η απόφαση του Έκτακτου Επαναστατικού Στρατοδικείου, όπως τη δημοσιεύει το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» της 16ης Νοεμβρίου 1922, αναφέρει:
«Άπαντες οι κατηγορούμενοι εκ συστάσεως μετ’ άλλων εν γνώσει όντες ότι εις στην Ελλάδα επάνοδος του βασιλέως Κωνσταντίνου λόγω των κατά την διάρκειαν του παγκοσμίου πολέμου εχθρικών αυτού πράξεων κατά των Δυνάμεων της Συνεννοήσεως ήθελεν είσθαι επιβλαβής εις τα Εθνικά δίκαια,
»και ιδία ότι εκλόνισε την συνθήκην των Σεβρών, ήτις, ως προς την παραχώρησιν της Ανατολικής Θράκης, είχεν επικυρωθή υπό της Ελληνικής Βουλής και είχεν αυτή εκτελεσθή διά της κατοχής υπό της Ελλάδος της Θράκης και προσαρτηθείσης ταύτης ειργάσθησαν διά διαφόρων μέσων και δη διά ψευδών διαδόσεων και διά της αποκρύψεως των εντεύθεν κινδύνων εις τα Εθνικά συμφέροντα υπέρ της επανόδου του Βασ. Κωνσταντίνου, επιτευχθείσεης δε ταύτης εξεδηλώθη αμέσως η απειληθείσα διά των γνωστών διακοινώσεων μεγίστη δυσμένεια των Δυνάμεων κατά της Ελλάδος, ου ένεκεν εξέπεσεν αύτη της Συμμαχίας και εστερήθη ούτω της επικουρίας των Συμμάχων προς επιβολήν της Συνθήκης των Σεβρών.
Η εκτέλεση
Λίγες ώρες αργότερα και χωρίς να υπάρξει επανεξέταση της απόφασης οι καταδικασθέντες σε θάνατο εκτελούνται.
«Μετά την εκτέλεσιν της θανατικής ποινής των καταδικασθέντων υπό του Στρατοδικείου εξεδόθη υπό του Γραφείου Τύπου της Επαναστάσεως το κάτωθι ανακοινωθέν:
“Tην 11 και 30 π.μ. της σήμερον εις τον παρά το Γουδή χώρον εξετελέσθη εν πλήρει στρατιωτική τάξει η θανατική εκτέλεσις των εξ καταδικασθέντων υπό του Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου, υπευθύνων της Μικρασιατικής καταστροφής, ήτοι των απαρτισάντων το Συμβούλιον των πέντε πολιτικών Π. Πρωτοπαπαδάκη, Δ. Γούναρη, Ν. Στράτου, Γ. Μπαλτατζή και Ν. Θεοτόκη, και του αρχιστράτηγου της ήττης Γ. Χατζανέστη.
“Tης εκτελέσεως προηγήθη η στρατιωτική καθαίρεσις και η Θεία Μετάληψις εν ταις φυλακαίς Αβέρωφ. Οι νεκροί, μεταφερθέντες πάραυτα εις το Α’ Νεκροταφείον, παρεδόθησαν εις τους οικείους των προς ταφήν.
”Προ της εκτελέσεως οι κατάδικοι ερωτηθέντες περί της υστάτης θελήσεώς των ουδέν είπον»