«Όποιος δεν ανησυχεί είναι ή αδιάφορος ή επιπόλαιος», σημειώνει μιλώντας στο ΒΗΜΑ η Ελίζα Βόζεμπεργκ, ευρωβουλεύτρια της Νέας Δημοκρατίας, στο περιθώριο της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση γύρω από τον πόλεμο στο Ισραήλ, τις δυνητικές επιπτώσεις του για την Ελλάδα και την Ευρώπη και τις πραγματικότητες που αποκάλυψε το ξέσπασμά του.
Στη διάρκειά της, η ευρωβουλεύτρια θίγει ζητήματα όπως η μεταρρύθμιση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για το άσυλο, μιλά για την υποχρέωση της Ευρώπης να καταλήξει σε μια κοινή γραμμή σε ό,τι αφορά στην εξωτερική της πολιτική, ξεπερνώντας τα επιμέρους συμφέροντα των κρατών-μελών για χάρη ενός κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος και τονίζει την ανάγκη προστασίας του μπλοκ τόσο από την επιστροφή των φαινομένων τρομοκρατίας, όσο και από την ενίσχυση των ακραίων φωνών.
«Πρέπει να βλέπουμε ποιος είναι ο επιτιθέμενος και ποιος ο αμυνόμενος»
Με τη συνέντευξή μας να λαμβάνει χώρα μόλις μια ημέρα μετά το πολύνεκρο χτύπημα στο νοσοκομείο Αλ Αχλι Αράμπ, τις αλληλοκατηγορίες για την υπαιτιότητα μεταξύ των δυο εμπλεκόμενων μερών και την διακοπή όλων των ειρηνευτικών προσπαθειών, η κ. Βόζεμπεργκ τονίζει ότι «βρισκόμαστε σε ένα σημείο που καμία διπλωματική οδός δεν φαίνεται να ευδοκιμεί. Αυτό που τονίζουν οι Ευρωβουλευτές – κυρίως των Φιλελεύθερων και της Κεντροδεξιάς, γιατί η Αριστερά και οι Πράσινοι φροντίζουν να τηρούν ίσες αποστάσεις – είναι ότι από τη μια πλευρά έχουμε μια τρομοκρατική οργάνωση, που έχει σκοπό να εξαφανίσει το κράτος του Ισραήλ και μετέρχεται κάθε μέσο για να το πετύχει».
«Η ΕΕ στην επίσημη τοποθέτησή της καταδικάζει τα χτυπήματα από τη Χαμάς, την οποία δεν ταυτίζει με το λαό της Παλαιστίνης και θεωρεί ότι το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα εκτός από αυτονόητο είναι και επιβεβλημένο», συνεχίζει η κ. Βόζεμπεργκ. «Τα χτυπήματα κατά του Ισραήλ ήταν τραγικά. Έχουμε εγκλήματα πολέμου κατά άμαχου πληθυσμού, σφαγιασμό βρεφών, βιασμό γυναικών, εξολόθρευση οικογενειών. Αυτή τη στιγμή όλοι οφείλουν να σταθούν στο πλευρό της χώρας που δέχεται ένα τρομοκρατικό χτύπημα. Δεν υπάρχει ειλικρινής και έντιμος συνομιλητής που να μην δέχεται ότι οπουδήποτε υπάρχουν άμαχοι και θύματα χρειάζεται ανθρωπιστική βοήθεια και περίθαλψη. Όμως πρέπει να βλέπουμε και ποιος είναι ο επιτιθέμενος και ποιος ο αμυνόμενος».
Αυξημένες ροές, υποχρεωτική αλληλεγγύη
Σε σχέση με τις συνέπειες που θα βιώσει η Ευρώπη, αλλά και η Ελλάδα, από τη νέα εστία ανάφλεξης στη γειτονιά μας, η κ. Βόζεμπεργκ τονίζει ότι «πέραν ων όποιων οικονομικών επιπτώσεων που αναμφίβολα θα προκύψουν, εκτιμώ ότι το πρώτο και μεγαλύτερο πρόβλημα θα είναι η αύξηση της μετανάστευσης, η οποία μπορεί να χάσει τον έλεγχο και να μην είναι διαχειρίσιμη από την ΕΕ. Η Ευρώπη δεν χωράει άλλους ανθρώπους, και μάλιστα με μαζικές ροές».
Φυσικά, ο πόλεμος στο Ισραήλ συνέπεσε με την έναρξη του τριλόγου για τη μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού συμφώνου για το άσυλο και τη μετανάστευση, στο πλαίσιο του οποίου το Ευρωκοινοβούλιο ζητά υποχρεωτική αλληλεγγύη και αναλογική κατανομή προσφύγων μεταξύ των κρατών-μελών. Ωστόσο, η κ. Βόζεμπεργκ στέκεται στο γεγονός ότι προς το παρόν η διαδικασία αυτή αφορά μόνο στο κομμάτι της διαχείρισης των περιόδων κρίσης – ενώ κανείς δεν μπορεί να προδικάσει την κατάληξη των διαπραγματεύσεων.
Κρίσιμη παράμετρος για τη θετική έκβαση της διαδικασίας, όπως υπογραμμίζει η ευρωβουλεύτρια, είναι και ο χρόνος, με την περίοδο της ισπανικής προεδρίας να θεωρείται η πλέον ευνοϊκή και την πλειοψηφία των ελλήνων ευρωβουλευτών να μοιράζονται την ελπίδα για συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και την Κομισιόν πριν το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής θητείας. Αιτία για αυτό, ο φόβος ότι το Ευρωκοινοβούλιο που θα προκύψει από τις εκλογές του 2024 θα μπορούσε να στραφεί προς τα ακροδεξιά, παρά την αισιοδοξία που γέννησε το αποτέλεσμα των πολωνικών εκλογών.
«Όπως έχω τονίσει και εγώ στις τοποθετήσεις μου, αλλά και πολλοί συνάδελφοι», αναφέρει η κ. Βόζεμπεργκ, «αν τελειώσει και αυτή η κοινοβουλευτική θητεία χωρίς μια δίκαιη και οριστική απάντηση για τη διαχείριση του μεταναστευτικού σε όλα τα επίπεδα, τότε η ΕΕ κινδυνεύει να διχαστεί σημαντικά και να μην εκφράζει πια την ενότητα που είναι απαραίτητη για να επιβιώσει. Εμείς απαιτούμε σε περιόδους κρίσεων να είναι υποχρεωτική και η μετεγκατάσταση, πράγμα που δεν το δέχεται το Συμβούλιο – θέλει η αλληλεγγύη να έχει και εναλλακτικές μορφές, όπως η παροχή οικονομικής βοήθειας ή τεχνολογικής υποστήριξης. Όμως το γεγονός ότι μπαίνει στη διαπραγμάτευση αποτελεί ένα πολύ σημαντικό βήμα».
«Η ΕΕ οφείλει να σοβαρευτεί σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική»
Η ανάγκη για ενότητα στο εσωτερικό του μπλοκ είναι κάτι που επανέρχεται συχνά στη συζήτησή μας. Κατά την άποψή της, «η ΕΕ έχει αποτύχει σε έναν τομέα: δεν έχει ενιαία εξωτερική πολιτική. Το μέλλον φαίνεται πως θα είναι ταραγμένο και η ΕΕ, μια πολύ μεγάλη ένωση, με 500 εκατ. πολίτες, οφείλει να σοβαρευτεί σε ό,τι αφορά την εξωτερική της πολιτική. Αν υπάρχει ενιαία απάντηση, χωρίς αποκλίσεις με βάση τα συμφέροντα των κρατών-μελών, τότε η Ένωση μπορεί να γίνει ρυθμιστής και διαμεσολαβητής σε εντάσεις όπως αυτές που ξεσπούν στη γειτονιά μας».
«Διαφορετικά, δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να σταθεί τηρώντας τις αρχές και την ενότητά της», συνεχίζει η ευρωβουλεύτρια. «Ας μην ξεχνάμε ότι απουσιάζει και η ενιαία οικονομική πολιτική. Δεν είναι τυχαίο που τα περασμένα χρόνια βρεθήκαμε εντελώς διχασμένοι, με τις χώρες του Νότου να υποφέρουν οικονομικά και τις χώρες του Βορρά να ευημερούν. Για αυτό έχει μεγάλη ευθύνη η ΕΕ καθ’ εαυτήν, ανεξάρτητα από τις επιμέρους κυβερνήσεις που ελέγχονται για τα λάθη τους στην οικονομική διαχείριση. Στην τελευταία πενταετία που υπηρετώ την Ένωση, έγιναν πολλά βήματα και για το κράτος δικαίου, και για την ισότητα, και για τη δίκαιη αναγνώριση και αξιολόγηση στελεχών σε όλους τους τομείς, αλλά ακόμη ο δρόμος είναι ανηφορικός».
«Όποιος δεν ανησυχεί είναι ή αδιάφορος ή επιπόλαιος»
Με τη δολοφονική επίθεση στις Βρυξέλλες να είναι ακόμη εξαιρετικά νωπή, αναπόφευκτα η συζήτηση στρέφεται στον κίνδυνο της τρομοκρατίας, αλλά και στην ενίσχυση των ισλαμοφοβικών φωνών ως συνέπεια του πολέμου. «Όποιος δεν ανησυχεί είναι ή αδιάφορος ή επιπόλαιος», λέει στο ΒΗΜΑ η κ. Βόζεμπεργκ. «Σήμερα (σ.σ. 18 Οκτωβρίου), στις φωνές που ακούστηκαν στην αρχή της συζήτησης της Ολομέλειας, ήταν και η διαπίστωση ότι η τρομοκρατία επέστρεψε στην Ευρώπη».
«Μην ξεχνάτε ότι με τα μεταναστευτικά ρεύματα είναι πολύ εύκολο να παρεισφρήσουν τρομοκρατικοί θύλακες, και μάλιστα με πλαστά διαβατήρια, με αλλοιωμένες εικόνες», υποστηρίζει η ευρωβουλεύτρια. «Αναμφίβολα ο οποιοσδήποτε μπορεί να είναι ανήσυχος και για αυτό απαιτείται οι μυστικές υπηρεσίες των κρατών-μελών να συνεργάζονται και τα σύνορα να φυλάσσονται αποτελεσματικά – κάτι που κάνουμε στην Ελλάδα».
Ο κίνδυνος της ακροδεξιάς
«Ο κίνδυνος της τρομοκρατίας αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι γίνεται και αντικείμενο εκμετάλλευσης από ακραίες φωνές», συμπληρώνει. «Από ακροδεξιά και εξτρεμιστικά κόμματα που επιθυμούν να αυξηθούν αριθμητικά στις ερχόμενες Ευρωεκλογές και τα οποία θέλουν τη διάλυση και όχι την ενοποίηση της Ευρώπης. Εκμεταλλεύονται τις συνθήκες για να τροφοδοτήσουν τον πληθυσμό με μια αίσθηση κινδύνου απέναντι στα μεταναστευτικά ρεύματα. Υπάρχει μια μεθοδευμένη προπαγάνδα πάνω σε αυτό, για την οποία πρέπει κάθε χώρα, στο πλαίσιο της σοβαρής πολιτικής αντιπαράθεσης, να ενημερώνει σωστά τους πολίτες, ώστε να γίνει κατανοητό ότι οι ακροδεξιές φωνές εντέλει στρέφονται και εναντίον της ίδιας τους της χώρας».