Το αξιόχρεο της Ελλάδας αναβαθμίστηκε στο «BBB-», με σταθερές προοπτικές (από «BB+») από τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s, χαρίζοντας στην οικονομία της χώρας την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα.

Σύμφωνα με αναλυτές η επενδυτική βαθμίδα αναμένεται να αποδειχθεί ένα ισχυρό σήμα για τις αγορές, βελτιώνοντας τις προσδοκίες και οδηγώντας στη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης και κατ’ επέκταση στην αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης, τόσο του ελληνικού κράτους όσο και των εγχώριων επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο αυτό οι παράγοντες που λαμβάνουν υπόψη οι οίκοι αξιολόγησης είναι διαρθρωτικοί, μακροοικονομικοί, δημοσιονομικοί και το εξωτερικό ισοζύγιο.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε περήφανος «για την αναγνώριση όσων έχει πετύχει η χώρα μας». Συγκεκριμένα σε tweet του ανέφερε:

«Σημαντικό ορόσημο σήμερα, καθώς η S&P Global Ratings αναβαθμίζει την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα. Περήφανοι για την αναγνώριση όσων έχει πετύχει η χώρα μας. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα, μια πορεία που προσελκύει επενδύσεις, δημιουργεί θέσεις εργασίας και επιτυγχάνει ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς».


Η είδηση ταξιδεύει ανά τον κόσμο με την Ελλάδα να κερδίζει και την 4η αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα μετά τις εκλογές. Με την απόφαση του S&P η Ελλάδα βρίσκεται και ουσιαστικά σε καθεστώς investment grade, καθώς πρόκειται για τον πρώτο από τους λεγόμενους «μεγάλους οίκους» που τοποθετεί τη χώρα στην επενδυτική βαθμίδα.

Είχε προηγηθεί η αναβάθμιση από τον «μικρό» καναδικό οίκο DBRS, ενώ τον περασμένο μήνα ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, αποφάσισε να προχωρήσει σε διπλή αναβάθμιση στη βαθμίδα «Ba1», ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Υπενθυμίζεται πως ο οίκος Moody’s διατηρούσε μέχρι στιγμής την πιο χαμηλή αξιολόγηση στην Ελλάδα σε σχέση με τους υπόλοιπους μεγάλους οίκους, καθώς κατέτασσε τη χώρα μας τρεις βαθμίδες πιο χαμηλά από το σχετικό ορόσημο.

Χατζηδάκης: «Η χώρα είναι μπροστά σε ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας»

Παραπάνω από θετική είναι η έκθεση της S&P και αποτελεί πατριωτικό καθήκον μας να προχωρήσουμε μπροστά με σοβαρότητα, σχολίασε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, σχετικά με την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα από τον συγκεκριμένο οίκο αξιολόγησης.

«Η χώρα είναι μπροστά σε ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας καθώς συνδυάζονται το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής με την πολιτική σταθερότητα. Και είναι πατριωτικό μας καθήκον να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία και να προχωρήσουμε μπροστά προς όφελος όλων των Ελλήνων, ιδιαίτερα δε των ασθενέστερων». Προσθέτοντας ότι «η χώρα είναι και θα παραμείνει προσανατολισμένη στην πολιτική της δημοσιονομικής σοβαρότητας».

Συγκεκριμένα, ο υπουργός δήλωσε τα εξής:

«Η S&P είναι ο τέταρτος κατά σειρά οίκος αξιολόγησης και ο δεύτερος αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ που αποδίδει τους τελευταίους μήνες επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα μετά από 13 χρόνια. Η ίδια η έκθεση της S&P είναι παραπάνω από θετική και τόσο εύγλωττη που προσωπικά δεν έχω τίποτε να προσθέσω. Ας τη διαβάσουν όσοι κατ’ εξακολούθηση προσπαθούν να υποτιμήσουν τις προσπάθειες και τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής στην οικονομία.

Η χώρα είναι μπροστά σε ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας καθώς συνδυάζονται το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής με την πολιτική σταθερότητα. Και είναι πατριωτικό μας καθήκον να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία και να προχωρήσουμε μπροστά προς όφελος όλων των Ελλήνων, ιδιαίτερα δε των ασθενέστερων.

Όπως υπογράμμισα πρόσφατα και στο ECOFIN, η Ελλάδα ανεξάρτητα από την έκβαση των διαπραγματεύσεων που είναι σε εξέλιξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τους νέους κανόνες δημοσιονομικής σταθερότητας, είναι και θα παραμείνει προσανατολισμένη στην πολιτική της δημοσιονομικής σοβαρότητας. Πολιτική που αποτελεί τη μοναδική σταθερή βάση για την διατήρηση της αξιοπιστίας της χώρας στις διεθνείς αγορές, την προσέλκυση επενδύσεων και την διατηρήσιμη ανάπτυξη».

Όπως αναφέρεται από το υπουργείο, η S&P υπογραμμίζει στη σχετική της έκθεση, πως αποδίδει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα επειδή συντρέχουν οι ακόλουθοι παράγοντες:

Η σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση που έχει επιτευχθεί, η οποία υποστηρίζεται από ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας και έχει σαν αποτέλεσμα, η ελληνική κυβέρνηση να υπερκαλύπτει τους δημοσιονομικούς στόχους που η ίδια θέτει.

Η καθαρή εντολή που έλαβε η Νέα Δημοκρατία στις εκλογές, η οποία επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.

Η συνεχιζόμενη μείωση του δημοσίου χρέους το οποίο σύμφωνα με την S&P αναμένεται να διαμορφωθεί στο 145% του ΑΕΠ το 2023 και στο 138% το 2026, έναντι 189% του ΑΕΠ το 2020. Ο οίκος σημειώνει ακόμη ότι ενώ το χρέος παραμένει υψηλό, «το προφίλ του είναι ένα από τα πιο ευνοϊκά από όλα τα κράτη που αξιολογούμε καθώς η μέση σταθμισμένη διάρκεια του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης ήταν 17,2 έτη στο τέλος Ιουνίου 2023 και οι πληρωμές τόκων αντιστοιχούν σε σχετικά χαμηλό (5,6%) ποσοστό των εσόδων της γενικής κυβέρνησης».

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση: «Η ανάκαμψη από την κρίση χρέους και στη συνέχεια από την πανδημία COVID-19 ενίσχυσε την αύξηση των επενδύσεων και την εμπιστοσύνη στην οικονομία. Η ταχεία ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών οδήγησε σε σημαντική πρόοδο στη μείωση της φοροδιαφυγής και σε βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα. Οι ισχυρές επιδόσεις του τουρισμού, της ναυτιλίας και της μεταποίησης τα τελευταία χρόνια, παράλληλα με την πρόοδο στην πώληση και διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώθησαν σε πρόσθετες επενδύσεις».

Σημειώνεται ακόμη το υψηλότερο ποσοστό ανάπτυξης σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ, παρά τις επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών. Και αυτό λόγω των επιδόσεων- ρεκόρ στον τουρισμό, της αύξησης των επενδύσεων, της μείωσης της ανεργίας και της βελτίωσης της χρηματοδότησης της οικονομίας. Επίσης, ότι ο πληθωρισμός αρχίζει να εξομαλύνεται και βαδίζει προς τον στόχο της ΕΚΤ για επίπεδα κάτω του 2%.