Οι τοπικές εκλογές, κάτι σαν τρίτη πράξη μετά τις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου, επιβεβαίωσαν τον πολιτικό συσχετισμό, που με τρόπο πάγιο έχει εγκατασταθεί στην πολιτική ζωή της χώρας μετά τον Ιούλιο του 2019.
Στο χρόνο που μεσολάβησε, οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης, αγκυρωμένες στη φαντασία ενός παλαιού εαυτού τους, παρέμειναν αδρανείς και στάσιμες, περιμένοντας μηχανικά την κάθε φορά επόμενη κάλπη, με την προσδοκία μιας καλύτερης καταγραφής.
Επειδή από τον ουρανό πέφτει μόνο η βροχή, δεν θα μπορούσε από τον ουρανό να πέσει μια καλύτερη εκλογική επίδοση. Ο χρόνος στην πολιτική φθείρει ακόμη και αν επιλέξεις να τον αφήσεις ήσυχο. Δεν σε αφήνει αυτός. Θα σε πάρει μαζί του, με κίνδυνο μη επιστροφής.
Μέσα σε αυτό το πολιτικό κενό, οι υποστηριζόμενοι από την κυβερνητική παράταξη υποψήφιοι, δήμαρχοι και περιφερειάρχες, κερδίζουν εύκολα, αλλού νικηφόρα και αλλού υψηλά ποσοστά. Η ικανοποίηση που προκύπτει γίνεται ενθουσιασμός και η καλή εκλογική επίδοση περιβάλλεται με λόγια θριάμβου, από την νίκη ως την κυριαρχία.
Έχει ενδιαφέρον αυτή η υπερβολή. Η εγκατάσταση της λέξης «κυριαρχία» στον δημόσιο λόγο αντανακλά μια αντίληψη εξουσίας, που δεν αναγνωρίζει αυθόρμητα τη σχετικότητα των πραγμάτων και συνεπώς βλέπει τον εαυτό της αιώνια τοποθετημένο στη θέση που η εκλογική συγκυρία προσωρινά τον οδήγησε.
Στο σημερινό περιβάλλον, με αδιατάρακτη την κυβερνητική πλειοψηφία, τρία ερωτήματα συνοδεύουν, υπό το κριτήριο των αξιών της αστικής δημοκρατίας, την επαναλαμβανόμενη έννοια της κυριαρχίας:
- Είναι η κυριαρχία συμβατή με την φιλελεύθερη αντίληψη;
- Είναι η κυριαρχία πολιτική ή αντιπολιτική έννοια;
- Είναι η κυριαρχία νοητή ως κατάσταση στο δημοκρατικό πλαίσιο;
Τα ερωτήματα βρίσκουν την απάντησή τους και η εμμονή στην κυριαρχία συναντιέται με το αθεμελίωτο και την ματαιότητά της, αν αποδεχθούμε το πραγματικό: η νίκη και οι νίκες στις τοπικές εκλογές εξελίσσονται μέσα στο απόλυτο αντιπολιτευτικό κενό. Δεν είναι το αποτέλεσμα μιας αντιπαράθεσης υπαρκτών πολιτικών δυνάμεων, που συγκρούονται στον στίβο της κάλπης με θέσεις και περιεχόμενο. Μόνο μία πλευρά είναι υπαρκτή. Έτσι, υπό ένα αυστηρό αλλά δίκαιο κριτήριο αποτίμησης της βαρύτητας τους αποτελέσματος, η κυριαρχία είναι αριθμητική και λιγότερο ή καθόλου πολιτική.
Το κενό στην αντιπολίτευση και η πολιτική αδυναμία που συνακόλουθα προκύπτει σφραγίζει τις πολιτικές ημέρες που διανύουμε. Ορίζει την πολιτική συνθήκη και μας καλεί να διαβάσουμε πιο καθαρά τα μηνύματα της εξουσίας. Η πολιτική βεβαιότητα, ως προς την διάρκεια αυτής της συνθήκης, προαναγγέλλει και την πορεία προς τις ευρωεκλογές. Και το αποτέλεσμα αυτής της 2ης Κυριακής των εκλογών θα ενισχύσει τις προϋποθέσεις άσκησης μιας πολιτικής μεταβολών, που σαν οξυγόνο είναι πια αναγκαίες σε πολλά μέτωπα. Εκτός και αν η κυριαρχία είναι ο τελευταίος σταθμός.