Οι κάτοικοι του Ισραήλ ξύπνησαν το περασμένο Σάββατο υπό τον ήχο σειρήνων και περισσότερων από 2.000 πυραύλων από τη Λωρίδα της Γάζας. Σύντομα όμως, έγινε αντιληπτό ότι πρόκειται για μια πολύ πιο καταστροφική επίθεση. Η Χαμάς, η παλαιστινιακή ισλαμιστική οργάνωση που διοικεί τη Γάζα, είχε εξαπολύσει μια σειρά επιθέσεων στο Ισραήλ, περνώντας τον οχυρωμένο φράχτη των συνόρων μεταξύ Ισραήλ και Γάζας με φορτηγά και μπουλντόζες φορτωμένες με εκρηκτικά, ενώ και μαχητές με αλεξίπτωτα πετούσαν πάνω από τον φράχτη. Χρησιμοποίησαν επίσης βάρκες για να επιτεθούν σε μια ισραηλινή παράκτια βάση.

Τρεις άνθρωποι που βρίσκονταν σε διαφορετικά σημεία της χώρας το πρωί του Σαββάτου περιγράφουν στο «Βήμα» πως βίωσαν την «χειρότερη μέρα στην ιστορία του Ισραήλ» όπως την χαρακτήρισε ο εκπρόσωπος του ισραηλινού στρατού.

Ο Μάρκος, ένας 21χρονος φοιτητής από την Αθήνα, την περασμένη εβδομάδα συντόνιζε μία εκδρομή στο Βόρειο Ισραήλ. Είχε λοιπόν υπό την εποπτεία του πέντε ανήλικα παιδιά όταν ξεκίνησε η επίθεση. «Λόγω της τοποθεσίας μας, ήμασταν σχετικά ασφαλείς, όμως όπως είναι λογικό φοβηθήκαμε, οπότε και προσπαθήσαμε αμέσως να βρούμε τρόπο να γυρίσουμε πίσω στην Ελλάδα».

Κατευθείαν λοιπόν μπήκαν στο πούλμαν και πήγαν προς το αεροδρόμιο, χωρίς όμως να έχουν αντιληφθεί ότι στην ουσία είχε ξεκινήσει ένας πόλεμος.

«Στον δρόμο δεν είδαμε τίποτα το περίεργο, πέρα από κάποια τεθωρακισμένα οχήματα όπου πήγαιναν προς Τελ Αβίβ. Όταν φτάσαμε στο αεροδρόμιο είδαμε μεγάλη ασφάλεια (πολύ περισσότερο από άλλες φορές) και ακόμη μεγαλύτερους ελέγχους». Στη συνέχεια όμως, άρχισαν να ακούν ανακοινώσεις από τα μεγάφωνα και σειρήνες. «Έτσι, μαζί με τα παιδιά τα οποία πρόσεχα αρχίσαμε να τρέχουμε προς τα καταφύγια του αεροδρομίου, ενώ ακούγαμε εκρήξεις από τους πυραύλους όσο τρέχαμε».

Εκεί παρέμειναν για 5 λεπτά, ενώ χρειάστηκε να κάνουν την ίδια διαδικασία 3-4 φορές, μέχρι τις 11 που ήταν η πτήση τους. «Καθώς ξέραμε ότι στα καταφύγια είμαστε ασφαλείς και μάθαμε τη διαδικασία, ηρέμησα ώστε και να μπορώ να καθησυχάσω και να καθοδηγήσω τα παιδιά μέχρι να μπορέσουμε να φύγουμε. Εν τέλει πετάξαμε για Αθήνα στις 11:45 περίπου, και φτάσαμε σώοι και αβλαβείς».

Στο μεταξύ, για την πλήρη έκταση και τον γενικευμένο χαρακτήρα της σύρραξης, ενημερώθηκε από τα κοινωνικά δίκτυα και τους ανθρώπους του στην Ελλάδα. Αντίστοιχα και ο Τζόνι, ένας νέος άνθρωπος που πριν 10 χρόνια μετακόμισε από την Αθήνα στο Τελ Αβίβ, όπου ζει και εργάζεται ως social media manager σε μία εταιρία ηλεκτρονικών παιχνιδιών.

Εκείνος βέβαια, εφόσον ζει στην πρωτεύουσα του Ισραήλ μία δεκαετία, γνώριζε τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσει όταν στις 7:30 το πρωί του Σαββάτου άκουσε τις σειρήνες.

«Με το που ακούμε σειρήνες, με το που εκτοξεύσουν τον πύραυλο από τη Γάζα, έχουμε 1:30 λεπτό για να βρούμε καταφύγιο. Με το που τελειώνει η σειρήνα ακούμε κάποια ‘’μπουμ’’ στον αέρα, αυτό είναι το αντιπυραυλικό σύστημα του Ισραήλ, το οποίο αναχαιτίζει τους περισσότερους πυραύλους. Αυτό έχει ποσοστό επιτυχίας έως 97%, για αυτό και κάποιοι πύραυλοι έπληξαν το Τελ Αβίβ.».

«Φανταστήκαμε ότι κάτι ξεκινάει, αλλά δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε ότι ήταν κάτι τόσο μεγάλο»

Καθώς όπως λέει έχει ακούσει αρκετές φορές σειρήνες στο παρελθόν όταν γίνονταν μικρότερης κλίμακας διαμάχες, «φανταστήκαμε ότι κάτι ξεκινάει, αλλά δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε ότι ήταν κάτι τόσο μεγάλο».

Πράγματι, σε αντίθεση με τις σποραδικές συγκρούσεις με τις παλαιστινιακές δυνάμεις στη Γάζα τα τελευταία τρία χρόνια, τώρα εξελίσσεται ένας κανονικός πόλεμος.

«Με το που διαβάσαμε μετά τα νέα στα site και στα κοινωνικά δίκτυα και καταλάβαμε τι έγινε, ήταν ένα τεράστιο το σοκ γιατί τέτοια διάσταση δεν έχει ξαναπάρει κάτι όσο είμαι εδώ, αλλά και γενικά τα τελευταία 50 χρόνια».

Πλέον, έχει μετακομίσει στο σπίτι ενός φίλου του, καθώς στο δικό του δεν υπήρχε καταφύγιο, ούτε δωμάτιο ασφαλείας (ένα δωμάτιο ενισχυμένο με μπετό και ατσάλι για προστασία από τις βόμβες) και δουλεύει από το σπίτι αφού «κανείς δεν πάει στο γραφείο».

Η νέα πραγματικότητα

Ούτε στο σπίτι της κας Τζουλιάνας, εκπαιδευτικού και καθηγήτριας ελληνικών και εβραϊκών σε ένα χωρίο 6 χλμ νότια της Ιερουσαλήμ, υπάρχει καταφύγιο. «Πήγαμε απλά στο μόνο δωμάτιο του σπιτιού που δεν έχει παράθυρο, 3-4 φορές από το πρωί μέχρι τη 1 το μεσημέρι».

Το πρωί του Σαββάτου η κα Τζουλιάνα άκουσε τις σειρήνες, πράγμα ασυνήθιστο για την Ιερουσαλήμ αφού στην περιοχή αυτή υπάρχει και μεγάλο μέρος αραβικού πληθυσμού. «Πριν 2 χρόνια θυμάμαι μόνο πάλι κάποιες σειρήνες.»

Είχε ξυπνήσει, όπως συνηθίζει, στις 6:30 το πρωί, όταν άνοιξε την τηλεόραση της. Τότε αντίκρισε για πρώτη φορά την νέα πραγματικότητα που περίμενε όχι μόνο εκείνη, αλλά και όλους τους συμπολίτες της. Μία πραγματικότητα στην οποία τα τρία της παιδιά κλήθηκαν στον στρατό, όπως και χιλιάδες άλλοι έφεδροι, στα πλαίσια της επιστράτευσης. «Ως μητέρα μπορεί να λέω ‘’δυστυχώς’’ αλλά είναι υποχρέωση μας και είναι η υπερηφάνεια μου ότι μας προστατεύουν».

Γενικά, τα πλάνα από τις επιθέσεις, τα οποία κοινοποιήθηκαν τόσο από τη Χαμάς όσο και από Ισραηλινούς πολίτες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενώ μεταδόθηκαν και τηλεοπτικά, ήταν πρωτόγνωρα για τους κάτοικους της χώρας.

«Είναι ένας εφιάλτης»

Βίντεο έδειχναν Παλαιστίνιους μαχητές με τζιπ και μοτοσυκλέτες να πυροβολούν αμάχους στους δρόμους μικρών ισραηλινών πόλεων και κιμπούτζ κοντά στη Γάζα. Πυροβολισμοί αναφέρθηκαν στο κεντρικό αρχηγείο του ισραηλινού στρατού για τη Γάζα. Παλαιστίνιοι μαχητές σκότωσαν και εκατοντάδες σε φεστιβάλ, ενώ γίνονταν λόγος για εκατοντάδες αγνοούμενους.

Ακόμη πιο ανησυχητικά για τους Ισραηλινούς είναι τα βίντεο που δημοσίευσε η Χαμάς με αιχμάλωτους Ισραηλινούς στρατιώτες και πολίτες να μεταφέρονται πέρα από τα σύνορα στη Γάζα.

Πενήντα χρόνια μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973, το Ισραήλ αιφνιδιάστηκε και πάλι από μια επίθεση που υπενθυμίζει πως η σταθερότητα στη Μέση Ανατολή είναι μία ψευδαίσθηση.

Όπως εξηγούν οι New York Times, ο ψυχολογικός αντίκτυπος στους Ισραηλινούς συγκρίνεται μόνο με το σοκ της 11ης Σεπτεμβρίου στην Αμερική. Εφόσον ο ισραηλινός στρατός αποκρούσει την παλαιστινιακή επίθεση, το ερώτημα είναι τι θα γίνει στη συνέχεια.

«Πολύ φοβάμαι πως αυτό δεν είναι το τέλος. Θέλω λοιπόν να δω πως θα κυλήσουν οι επόμενες 2-3 μέρες, πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση και τι ενημέρωση θα υπάρξει ώστε να αποφασίσω αν θα γυρίσω στην Ελλάδα», αναφέρει ο Τζόνι.

«Είναι ένας εφιάλτης. Μετράμε τουλάχιστον 800 νεκρούς και περιμένουμε οδηγίες και απαντήσεις τις οποίες ακόμα δεν τις έχουμε. Ενημερωνόμαστε από την τηλεόραση και απλά δεν ξέρουμε τι θα μας ξημερώσει.», καταλήγει η κα Τζουλιάνα.