Αδιευκρίνιστες είναι επί του παρόντος οι συνέπειες της απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την επαναφορά των συντάξεων των συνταξιούχων δικαστικών στα προς του 2012 επίπεδα. Δηλαδή στο 80% του μισθού του εν ενεργεία δικαστικού.

Η κυβέρνηση επιχείρησε χθες να υποβαθμίσει τις συνέπειες της απόφασης επισημαίνοντας σε όλους τους τόνους ότι η συγκεκριμένη απόφαση αφορά αποκλειστικά και μόνο τους δικαστές που έχουν προσφύγει.

Ντόμινο διεκδικήσεων

Ωστόσο υπάρχουν «φωνές» κυρίως νομικών που ερμηνεύουν τα όσα ενδέχεται να ακολουθήσουν και μιλούν για ντόμινο διεκδικήσεων από το σύνολο των συνταξιούχων δικαστών, των βουλευτών, ακόμη και η επέκταση της απόφασης σε άλλους κλάδους συνταξιούχων.

Αλγεινή εντύπωση στην κοινωνία

Εκτός όμως από αυτά ένα είναι βέβαιο: ότι η απόφαση προκάλεσε αλγεινή εντύπωση στην κοινωνία και ιδιαιτέρως στους συνταξιούχους που έχουν υποστεί μεγάλες περικοπές και αποκλείονται από οποιαδήποτε διεκδίκηση με μια σειρά δικαστικών αποφάσεων. Ενδεικτική είναι η αναφορά της τριτοβάθμιας οργάνωσης των δημοσίων υπαλλήλων ΑΔΕΔΥ πως η απόφαση θυμίσει το λαϊκό γνωμικό «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει».

Κατ΄ αρχάς η επίμαχη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου επισημαίνεται ότι «καταλαμβάνει μόνο όσους έχουν προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο». Δηλαδή συνολικά δύο ή τρείς πρώην δικαστικούς.

Ωστόσο, ουδείς δεν μπορεί να αποκλείσει την προσφυγή και των υπολοίπων. Κάτι τέτοιο θα δημιουργήσει προσδοκίες αύξησης της σύνταξης και των υπολοίπων «τουλάχιστον από την προσφυγή και μετά». Δηλαδή δεν θα περιλαμβάνει αναδρομικές αυξήσεις παρά μόνο για όσους προσέφυγαν αρχικά στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Παρά ταύτα το κόστος είναι εξαιρετικά υψηλό ακόμη και για αυτή την περίπτωση αφού θα σημάνει μια – επιπλέον – επιβάρυνση περίπου 300 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως.

Δεν υπάρχει δυνατότητα γενίκευσης

Από την πρώτη στιγμή κύκλοι του υπουργείου Οικονομίας επισήμαιναν ότι «η απόφαση αφορά μόνο όσους έχουν κάνει προσφυγή» και πως δεν υπάρχει δυνατότητα γενίκευσης. Σημείωναν μάλιστα πως «η τήρηση του προϋπολογισμού και ο δρόμος της δημοσιονομικής σταθερότητας αποτελούν αταλάντευτη προτεραιότητα για την κυβέρνηση».

Στην ίδια κατεύθυνση ο υπουργός Εργασίας κ. Αδ. Γεωργιάδης υπογράμμισε πως δεν πρόκειται να εφαρμοστεί η απόφαση για το σύνολο των συνταξιούχων δικαστών. «Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε πλήρη δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας», σημείωσε.

Αναφέρθηκε ακόμη στο ενδεχόμενο να διεκδικήσουν αυξήσεις και οι συνταξιούχοι βουλευτές υπάρχει διασύνδεση των μισθών και των συντάξεων των βουλευτών με τους δικαστές.

«Είναι αδύνατον να περικόπτουμε τις συντάξεις των υπολοίπων και να επιστρέφουμε όλα τα λεφτά στους βουλευτές και στους δικαστές», τόνισε ο υπουργός Εργασίας

Η ΑΔΕΔΥ κατά των δικαστών

Κόλαφος κατά της συγκεκριμένης απόφασης, είναι η ανακοίνωση της ΑΔΕΔΥ. «Σε ποια άλλη χώρα του κόσμου οι δικαστές αποφασίζουν για τους μισθούς και τις συντάξεις τους;», διερωτάται η οργάνωση.

Αναφέρει χαρακτηριστικά πως αποτελεί, πρόκληση για το σύνολο των εργαζομένων της χώρας μας των οποίων οι προσφυγές στα δικαστήρια για τις περικοπές των μνημονίων, την κατάργηση του 13ου και του 14ου μισθού και το πετσόκομμα των συντάξεων, σωρηδόν απορρίπτονται.

Μάλιστα στο σκεπτικό της τελευταίας απορριπτικής απόφασης του 2019 είχαν καταγραφεί και τα εξής: «… παρά τις περικοπές των δώρων οι μισθοί των Δημοσίων Υπαλλήλων είναι στα όρια της αξιοπρεπούς διαβίωσης, συγκρινόμενες με το όριο φτώχειας και με τον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα!!!».

«Προφανώς οι αποδοχές των δικαστών είναι χαμηλότερες από τις αποδοχές των εργαζομένων στο Δημόσιο γι΄ αυτό και η χθεσινή απόφαση», σχολιάζει η οργάνωση

Η Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. προσέφυγε κατά των περικοπών των μνημονίων. Τα αποτελέσματα ήταν αναμενόμενα. Καμία προσφυγή μας στα δικαστήρια, για τις περικοπές των μνημονίων και του 13ου και του 14ο μισθού, δεν δικαιώθηκε. Οι μόνες που δικαιώθηκαν ήταν των δικαστών.

Με αφορμή την χθεσινή απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καλούμε την Κυβέρνηση να μην προχωρήσει σε καμιά επιλεκτική αύξηση συντάξεων (μόνο των δικαστών), παρά μόνο σε συνολική, στα πλαίσια της ίσης και δίκαιης αντιμετώπισης όλων των Ελλήνων πολιτών.